ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Δύο άνδρες, δύο αυτοκρατορίες, ένας πόλεμος χωρίς τέλος. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο Σταύρος Νιάρχος δεν υπήρξαν ποτέ απλώς εφοπλιστές· έγιναν σύμβολα μιας Ελλάδας που πάλευε να σταθεί στο παγκόσμιο προσκήνιο. Από τα διυλιστήρια της χούντας μέχρι τις οικογενειακές τους τραγωδίες, η αντιπαράθεσή τους ξεπέρασε τα όρια της επιχειρηματικής στρατηγικής και μετατράπηκε σε έναν προσωπικό εμφύλιο που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή.
Δύο τιτάνες σε συγκρουσιακή τροχιά

Αριστοτέλης Ωνάσης και Σταύρος Νιάρχος. Δύο άνδρες που δεν μπορούσαν να συνυπάρξουν. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’40 έως τα μέσα της δεκαετίας του ’70, οι δυο τους κυριάρχησαν στον παγκόσμιο εφοπλισμό. Κυρίως όμως, έδωσαν στην Ελλάδα ένα είδος «εμφυλίου» μέσα στην ίδια τάξη, έναν αγώνα γοήτρου και εξουσίας που εκτεινόταν από τα ναυπηγεία της Ιαπωνίας και τις τράπεζες της Νέας Υόρκης μέχρι τα γραφεία των συνταγματαρχών στην Αθήνα.
Ο Ωνάσης ήταν ο «σταρ»: εκρηκτικός, χαρισματικός, ένας άντρας που έκλεινε συμφωνίες σε δείπνα με βασιλιάδες και προέδρους. Ο Νιάρχος ήταν ο «στρατηγός»: ψυχρός, μεθοδικός, με βλέμμα στραμμένο στο μέλλον και αδυναμία στους αριθμούς και στη μηχανική. Η αντίθεσή τους δεν ήταν μόνο επιχειρηματική· ήταν και ιδιοσυγκρασιακή.
Και όταν δύο χαρακτήρες τόσο ισχυροί βρίσκονται σε μία μικρή χώρα, με περιορισμένα περιθώρια επιρροής, ο ανταγωνισμός τους δεν μπορεί παρά να εκραγεί.
Ο πόλεμος στη θάλασσα – Ποιος θα χτίσει το μεγαλύτερο στόλο
Η δεκαετία του ’50 ήταν η εποχή που οι διεθνείς εμπορικές ροές άλλαζαν. Το πετρέλαιο είχε γίνει το καύσιμο του κόσμου, και η μεταφορά του ήταν η χρυσή φλέβα της ναυτιλίας.
Ο Ωνάσης έβλεπε πάντα πιο μπροστά από τους άλλους. Ήταν εκείνος που πρώτος υπέγραψε μεγάλες συμφωνίες μεταφοράς με τη Σαουδική Αραβία, όταν οι περισσότεροι Έλληνες εφοπλιστές φοβόντουσαν να μπλέξουν με Άραβες μονάρχες. Εξασφάλισε για δεκαετίες συμβόλαια που του έδιναν σταθερά έσοδα, με στόλους που μεγάλωναν ραγδαία.
Ο Νιάρχος όμως δεν έμεινε πίσω. Επένδυσε στην τεχνολογία: κατασκεύασε τα πρώτα υπερδεξαμενόπλοια, πλοία που μπορούσαν να μεταφέρουν πολλαπλάσιες ποσότητες από τα παραδοσιακά τάνκερ. Όσο ο Ωνάσης «έκλεινε δουλειές» με το προσωπικό του χάρισμα, ο Νιάρχος έκλεινε τις αγορές με το ψυχρό μαθηματικό του πλεονέκτημα.
Το αποτέλεσμα ήταν ένας αγώνας εξοπλισμών: ποιος θα παραγγείλει το μεγαλύτερο καράβι, ποιος θα πετύχει το χαμηλότερο κόστος ανά τόνο μεταφοράς, ποιος θα κυριαρχήσει στις νέες αγορές.
Στη δεκαετία του ’60, η «μάχη των τάνκερ» είχε γίνει θρυλική. Τα ονόματα των δύο ανδρών εμφανίζονταν στα διεθνή οικονομικά φύλλα σχεδόν σαν ανταγωνιστές σε αγώνα ταχύτητας.
Η Ελλάδα στο παρασκήνιο – και η ανάγκη για διυλιστήρια
Μέχρι τότε, η Ελλάδα δεν διέθετε επαρκή εγχώρια υποδομή για το πετρέλαιο. Το μόνο μεγάλο έργο ήταν το διυλιστήριο της Esso–Pappas στη Θεσσαλονίκη, που είχε εγκαινιαστεί το 1962. Ο έλεγχος του πετρελαίου, όμως, σήμαινε έλεγχο της οικονομίας.
Η χούντα, που ανέλαβε το 1967, είδε το κενό αυτό ως ευκαιρία. Ήθελε ένα τρίτο διυλιστήριο, μεγαλύτερο και στρατηγικό, που θα έδινε στο καθεστώς εικόνα «εκσυγχρονισμού». Ταυτόχρονα, το έργο αυτό θα μπορούσε να γίνει δώρο σε ισχυρούς εφοπλιστές που στήριζαν το καθεστώς.
Για τον Ωνάση, το διυλιστήριο ήταν η χρυσή ευκαιρία να ελέγξει κάθετα την αγορά: από τη μεταφορά του πετρελαίου με τα τάνκερ του μέχρι την επεξεργασία και τη διάθεσή του στην Ελλάδα. Για τον Νιάρχο, ήταν η στιγμή να δείξει ότι μπορούσε να κερδίσει τον αντίπαλό του στην έδρα του.
Το σχέδιο «Ω» – Ο Ωνάσης στην Πάχη Μεγάρων
Το 1968, ο Ωνάσης υπέβαλε πρόταση για την κατασκευή ενός υπερσύγχρονου διυλιστηρίου στην περιοχή της Πάχης Μεγάρων. Υποσχέθηκε επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων και δημιούργησε κλίμα βεβαιότητας ότι θα ήταν εκείνος ο εκλεκτός του καθεστώτος.
Οι σχέσεις του με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο ήταν στενές. Ο δικτάτορας φέρεται να έμενε συχνά στη βίλα του Ωνάση στο Λαγονήσι, έναντι συμβολικού ενοικίου. Η εύνοια ήταν προφανής.
Τον Νοέμβριο του 1968, η πρόταση του Ωνάση χαρακτηρίστηκε «μάλλον συμφέρουσα» από την κυβέρνηση. Για λίγο, έμοιαζε πως η νίκη ήταν δική του.
Η αντεπίθεση του Νιάρχου
Τον Μάρτιο του 1969, ο Νιάρχος εμφανίστηκε με δική του πρόταση. Η προσφορά του περιείχε καλύτερους όρους για το κράτος: χαμηλότερο κόστος μεταφορών, πιο συμφέροντες όρους χρηματοδότησης, και δεσμεύσεις που θα εξοικονομούσαν χρήματα για την ελληνική οικονομία.
Η κυβέρνηση βρέθηκε σε δίλημμα. Από τη μία ο «φίλος» Παπαδόπουλου, Ωνάσης· από την άλλη η ελκυστική πρόταση του Νιάρχου που είχε τη στήριξη του Μακαρέζου.
Η μάχη πλέον δεν ήταν μόνο επιχειρηματική· ήταν πολιτική. Στη χούντα εμφανίστηκαν στρατόπεδα. Υπουργοί παραιτήθηκαν, οι εφημερίδες (όσο μπορούσαν υπό λογοκρισία) υπαινίσσονταν σκάνδαλα, η κοινωνία μιλούσε για «πόλεμο των δισεκατομμυριούχων».
Η διεθνής διάσταση
Η κόντρα αυτή δεν είχε σημασία μόνο για την Ελλάδα. Τα μεγάλα διυλιστήρια σήμαιναν πρόσβαση σε διεθνείς αγορές πετρελαίου. Οι Αμερικανοί παρακολουθούσαν στενά την υπόθεση. Ο Τομ Πάππας, ο άνθρωπος της Esso και στενός φίλος του Νίξον, είχε ήδη μεγάλη επιρροή στη χώρα.
Η ανάθεση του τρίτου διυλιστηρίου στον Ωνάση ή στον Νιάρχο σήμαινε ποιος θα είχε τον πρώτο λόγο στην ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας. Και επειδή η Ελλάδα βρισκόταν στο στρατηγικό κέντρο του Ψυχρού Πολέμου, οι ισορροπίες ήταν λεπτές.
Ο διαγωνισμός που δεν έγινε ποτέ
Η κυβέρνηση προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό τον Μάιο του 1969. Όμως λίγους μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο, τον κήρυξε άγονο. Οι πιέσεις ήταν τεράστιες, τα στρατόπεδα μέσα στη χούντα είχαν διχαστεί, και κανείς δεν ήθελε να φανεί ότι το έργο δόθηκε με «φωτογραφική» εύνοια.
Στην πραγματικότητα, ο Ωνάσης συνέχιζε να πιέζει, ο Νιάρχος συνέχιζε να ανεβάζει την προσφορά του, και η κυβέρνηση βρισκόταν στη μέση.
Η προσωρινή νίκη του Ωνάση και η ήττα
Το 1970, με βασιλικό διάταγμα, η κυβέρνηση ενέκρινε τελικά την επένδυση του Ωνάση. Το σχέδιο «Ω» έμοιαζε να παίρνει μπρος.
Όμως το διάταγμα Μακαρέζου περιείχε περιορισμούς που απέκλειαν την εταιρεία του Ωνάση από τα προνόμια που είχαν άλλοι επιχειρηματίες (Πάππας, Νιάρχος). Ήταν μια νίκη με όρους ήττας.
Τελικά, το 1971, το σχέδιο ακυρώθηκε. Ο Ωνάσης πήρε αποζημίωση 7 εκατομμυρίων δολαρίων, χωρίς να κατασκευαστεί τίποτα.
Ο Νιάρχος, παρότι δεν πήρε και ο ίδιος το έργο, μπορούσε να χαμογελά: είχε εμποδίσει τον αντίπαλό του να ελέγξει τον ενεργειακό τομέα της Ελλάδας.
Οι άλλοι κερδισμένοι
Μετά την αποτυχία των δύο, το έργο πέρασε σε άλλους: τον Γιάννη Λάτση, τον Ανδρεάδη, αργότερα τους Βαρδινογιάννηδες. Η νέα γενιά εφοπλιστών και βιομηχάνων βρήκε την ευκαιρία να μπει στον χώρο που οι δύο τιτάνες δεν κατάφεραν να μοιραστούν.
Ένας πόλεμος χωρίς τέλος
Ο «πόλεμος των διυλιστηρίων» ήταν μόνο ένα επεισόδιο στον μεγάλο ανταγωνισμό Ωνάση–Νιάρχου. Αλλά ήταν το πιο πολιτικό, το πιο σκοτεινό, εκείνο που αποκάλυψε πόσο βαθιά μπλεγμένοι ήταν οι δύο εφοπλιστές με την εξουσία της χώρας.
Στο τέλος, κανείς δεν κέρδισε απόλυτα. Ο Ωνάσης έφυγε πληγωμένος, ο Νιάρχος χωρίς το έπαθλο. Μαζί όμως άφησαν πίσω τους την εικόνα ενός ακήρυχτου εμφυλίου, που σημάδεψε την Ελλάδα της μεταπολεμικής περιόδου.
Η σκιά των Λιβανών

Στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’50, η οικογένεια Λιβανού θεωρούνταν η «βασιλική οικογένεια» της ναυτιλίας. Ο Σταύρος Λιβανός, πατριάρχης με επιρροή και τεράστια περιουσία, είχε δύο κόρες που έγιναν κεντρικά πρόσωπα στον άγνωστο πόλεμο Ωνάση–Νιάρχου: την Τίνα και την Ευγενία.
Ο Ωνάσης παντρεύτηκε πρώτος την Τίνα, σε έναν γάμο που θεωρήθηκε τότε παραμυθένιος. Μαζί απέκτησαν δύο παιδιά, τον Αλέξανδρο και τη Χριστίνα. Η οικογένεια έμοιαζε ισχυρή και αδιαπέραστη.
Ο Νιάρχος, από την πλευρά του, παντρεύτηκε την αδελφή της Τίνας, την Ευγενία. Έτσι, οι δύο εφοπλιστές έγιναν συγγενείς, αναγκασμένοι να συναντιούνται σε οικογενειακά τραπέζια, σε γιορτές, σε δεξιώσεις. Μα κάτω από τις τυπικές ευγένειες, η έχθρα μεγάλωνε.

Η διάλυση ενός γάμου
Ο γάμος του Ωνάση με την Τίνα δεν άντεξε. Η ζωή στο πλάι ενός άντρα που ζούσε για την επιχείρηση, που κυνηγούσε συμφωνίες σε κάθε γωνιά του πλανήτη, που δεν δίσταζε να εκθέτει δημόσια τις εξωσυζυγικές του σχέσεις, δεν ήταν εύκολη.
Η Τίνα κουράστηκε. Ο Ωνάσης δεν έκρυβε τον έρωτά του για τη Μαρία Κάλλας, ούτε τις εξορμήσεις του με άλλες γυναίκες. Η αδιαφορία, οι καβγάδες, τα ταξίδια, η απόσταση έκαναν τον γάμο αβάσταχτο.
Το διαζύγιο ήρθε, και ήταν δημόσια ήττα για τον Ωνάση. Στην ελληνική κοινωνία του ’60, ο χωρισμός ενός τέτοιου ζευγαριού ήταν πρωτοσέλιδο.
Η «κλοπή» της Τίνας
Κι εκεί ήρθε η μεγαλύτερη ταπείνωση. Η Τίνα, η γυναίκα που ο Ωνάσης είχε παντρευτεί και αποκτήσει παιδιά, επέλεξε να ξαναπαντρευτεί. Όχι όμως οποιονδήποτε – αλλά τον Σταύρο Νιάρχο, τον μεγαλύτερο αντίπαλο του πρώην συζύγου της.
Η κίνηση αυτή ήταν βόμβα. Δεν ήταν απλώς ένας νέος γάμος· ήταν μια δημόσια δήλωση. Σαν να έλεγε: «Αυτόν που μισείς περισσότερο, αυτόν διάλεξα».
Για τον Ωνάση, ήταν μια προσωπική ήττα που τον πλήγωσε όσο καμία επιχειρηματική αποτυχία. Η Τίνα δεν ήταν μόνο μητέρα των παιδιών του· ήταν πλέον τρόπαιο στα χέρια του αντιπάλου του.
Ο θάνατος της Ευγενίας
Πριν από την Τίνα, ο Νιάρχος είχε ήδη νιώσει τη σκοτεινή πλευρά της ζωής. Η πρώτη του σύζυγος, Ευγενία Λιβανού, βρέθηκε νεκρή στο σπίτι τους, σε ηλικία μόλις 44 ετών, το 1970. Η επίσημη εκδοχή μίλησε για αυτοκτονία με υπνωτικά. Άλλοι μίλησαν για ατύχημα.
Η αλήθεια δεν αποκαλύφθηκε ποτέ. Ο θάνατός της συγκλόνισε την εφοπλιστική κοινωνία και άφησε τον Νιάρχο ελεύθερο να στραφεί προς την αδελφή της, την Τίνα.
Για πολλούς, η εξέλιξη αυτή έμοιαζε σαν εφιάλτης: δύο αδελφές, δύο γάμοι, δύο θάνατοι, ένας άνδρας.
Η τραγωδία της Τίνας
Η μοίρα δεν ήταν πιο επιεικής με την Τίνα. Το 1974 βρέθηκε νεκρή στο σπίτι της στο Παρίσι. Επισήμως, επρόκειτο για υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών. Μα όπως και στην περίπτωση της Ευγενίας, τα ερωτήματα έμειναν.
Η εικόνα της νεκρής Τίνας στο κρεβάτι της έγινε σύμβολο της καταστροφικής έντασης που έφερε ο πόλεμος Ωνάση–Νιάρχου και η εμπλοκή των Λιβανών.
Η Μαρία Κάλλας – Ο έρωτας και η προδοσία

Ο Ωνάσης, μετά τον χωρισμό με την Τίνα, αφοσιώθηκε στη Μαρία Κάλλας. Ήταν η γυναίκα που τον έκανε να νιώσει αληθινό πάθος, η μόνη που μπόρεσε να σταθεί δίπλα του ως ίση.
Η σχέση τους ήταν θυελλώδης. Γεμάτη ζήλια, ένταση, καβγάδες αλλά και στιγμές απίστευτης τρυφερότητας. Ο Ωνάσης τη λάτρευε, μα και την πλήγωσε όσο κανείς: όταν το 1968 παντρεύτηκε την Τζάκι Κένεντι, η Κάλλας ένιωσε προδομένη.
Η ιστορία τους έγινε παγκόσμιο σκάνδαλο, σύμβολο του πώς ο Ωνάσης ζούσε στο μεταίχμιο επιχειρηματίας και σταρ.
Η Τζάκι Κένεντι – Η μεγαλύτερη πρόκληση

Ο γάμος του Ωνάση με την Τζάκι, χήρα του Τζον Κένεντι, ήταν η κορυφαία κίνηση εντυπωσιασμού. Για άλλους ήταν η απόλυτη κατάκτηση· για άλλους, η αρχή της πτώσης.
Ο Νιάρχος δεν είχε ποτέ παρόμοια σχέση με σταρ. Η δική του ταυτότητα ήταν πιο «κλειστή», πιο αριστοκρατική. Αλλά έβλεπε τον Ωνάση να γίνεται παγκόσμιο σύμβολο μέσω του γάμου του, και αυτό δεν μπορούσε να το ανεχθεί.
Τα παιδιά – Αλέξανδρος και Χριστίνα

Η τραγωδία χτύπησε τον Ωνάση το 1973, όταν ο γιος του Αλέξανδρος σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα. Ήταν το πλήγμα που δεν ξεπέρασε ποτέ.
Ο Νιάρχος, αντίθετα, κράτησε ζωντανή την οικογενειακή του γραμμή. Οι γιοι του με την Ευγενία και αργότερα η δυναστεία του Λιβανού–Νιάρχου συνέχισαν να υπάρχουν και μετά τον θάνατό του.
Η Χριστίνα Ωνάση, η κόρη του Αριστοτέλη, πάλεψε με την κατάθλιψη και τα προσωπικά της αδιέξοδα, ώσπου πέθανε το 1988 σε ηλικία 37 ετών.
Ο πόλεμος των συμβόλων
Ο Ωνάσης είχε το Christina O, ο Νιάρχος το Atlantis και το Creole. Ο Ωνάσης είχε τη Σκορπιό, ο Νιάρχος τις βίλες του στο Παρίσι και στο Σεν Μόριτζ. Ο Ωνάσης είχε τους σταρ, ο Νιάρχος τους αριστοκράτες.
Κάθε τους κίνηση ήταν μήνυμα προς τον άλλον. Κάθε δείπνο, κάθε πάρτι, κάθε εμφάνιση στον διεθνή Τύπο ήταν μια σφαίρα στον προσωπικό τους πόλεμο.
Το τέλος και η κληρονομιά
Ο Ωνάσης πέθανε το 1975, εξαντλημένος και πικραμένος. Ο Νιάρχος έζησε μέχρι το 1996, αφήνοντας πίσω του το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, που σήμερα αποτελεί μία από τις ισχυρότερες φιλανθρωπικές δυνάμεις στον κόσμο.
Στη συλλογική μνήμη, όμως, οι δύο άνδρες μένουν δεμένοι. Ο ένας δεν νοείται χωρίς τον άλλον. Ο Ωνάσης είναι το πάθος, ο Νιάρχος είναι η ψυχρή στρατηγική. Ο ένας το φως, ο άλλος η σκιά.
Ένας πόλεμος χωρίς νικητές
Ο «άγνωστος πόλεμος» τους ήταν πολύ περισσότερος από μια επιχειρηματική κόντρα. Ήταν προσωπικός, οικογενειακός, κοινωνικός, εθνικός. Έπλεξε το πετρέλαιο με τον έρωτα, τα καράβια με τις τραγωδίες, τα διυλιστήρια με τις γυναίκες.
Και στο τέλος, δεν κέρδισε κανείς. Ο Ωνάσης έφυγε νωρίς, ρημαγμένος. Ο Νιάρχος έζησε περισσότερο, αλλά με τη βαριά σκιά των θανάτων γύρω του.
Η Ελλάδα, όμως, κέρδισε δύο μύθους που ακόμη στοιχειώνουν την Ιστορία της: τον Αριστοτέλη Ωνάση και τον Σταύρο Νιάρχο. Δύο άντρες που, με τον πόλεμο και την κόντρα τους, έγιναν το ίδιο το πρόσωπο μιας χώρας που ήθελε να σταθεί στο παγκόσμιο προσκήνιο.
Διαβάστε επίσης :
Το άγνωστο παιδί της Μαρίας Κάλλας και του Αριστοτέλη Ωνάση
Ωνάσης: Πώς ο φτωχός πρόσφυγας έγινε ο κορυφαίος deal maker που προσκυνούσαν βασιλιάδες
Το «τρικ με τα τάνκερ»: Πώς ο Αριστοτέλης Ωνάσης κέρδισε το παιχνίδι των πετρελαίων
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- UEFA και FIFA κερδίζουν χρόνο με το Ισραήλ ενώ 30+ νομικοί ζητούν τον αθλητικό του αποκλεισμό
- Η σεζόν των «χρυσών» πωλήσεων στο NFL και το συμβόλαιο-μαμούθ αξίας 103 δισ. ευρώ
- Πιστοποίηση ασανσέρ στις πολυκατοικίες: Ποιοι υποχρεούνται να πληρώσουν – Μπορούν να αρνηθούν και πώς;
- Εχεις χρέη στον ΕΦΚΑ; Ερχονται οι ατομικές ρυθμίσεις, έως 120 δόσεις και εξωδικαστικός μηχανισμός
