• Big Story

    Αντώνης Κεφαλάς: Το 2016 φάγαμε 6 δισ. ευρώ από τα μαύρα λεφτά της παραοικονομίας. Το 2017;


    Παρά την «πλέρια αισιοδοξία» του Πρωθυπουργού, τα ωραία λόγια του Dijsselbloem, τα χαμόγελα του Juncker και τις επισκέψεις του Moskovici, η Ελλάδα θα χρειαστεί νέο πρόγραμμα το 2018 –ότι και να γίνει: κλείσει δεν κλείσει η κατά ένα χρόνο καθυστερημένη 2η αξιολόγηση του προγράμματος του ESM, γίνουν δεν γίνουν εκλογές, αλλάξει δεν αλλάξει η κυβέρνηση.  Στην πράξη η επιλογή που θα έχουμε το 2018 περιορίζεται ανάμεσα σε δύο προγράμματα. Ένα κανονικό 4ο μνημόνιο, που αναπόφευκτα θα φέρει ιδιαίτερα επαχθείς όρους ή ένα πρόγραμμα της μορφής «PLL» — που είχε συζητηθεί στις καλές εποχές της κυβέρνησης Σαμαρά—και το οποίο προσφέρει προληπτική χρηματοδότηση και ρευστότητα.

    Στα μέσα του 2018, η χώρα ή θα έχει πάει πιο βαθιά στην κρίση ή θα έχει καταφέρει με χίλιους κόπους να ξαναγυρίσει εκεί που ήταν τρία χρόνια πίσω: στην άνοιξη του 2015 –που ήταν και η τελευταία άνοιξη της ελληνικής οικονομίας.

    Το βασικό πρόβλημα βρίσκεται στην σκόπιμη –αλλά και ιδεοληπτική – αισιοδοξία για τις οικονομικές εξελίξεις. Ως μαθητευόμενοι μάγοι, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επαίρονται για το γεγονός ότι η χώρα δεν βυθίστηκε σε νέα ύφεση το 2016 και τα δημόσια έσοδα ξεπέρασαν τους στόχους.

    Η αισιοδοξία είναι άκαιρη –διότι τα καλά αποτελέσματα δεν θα επαναληφθούν για τους εξής λόγους:

    1. Η σύγκρουση με τους δανειστές έχει ήδη κοστίσει σε καταθέσεις, ψυχολογία και επενδυτικά σχέδια κι αυτό θα επηρεάσει την οικονομία όποια κι αν είναι η ευνοϊκή εξέλιξη από εδώ και πέρα.

    2. Το πρωτογενές πλεόνασμα ξεπέρασε τις προβλέψεις διότι (α) έχουν στραγγαλιστεί οι λειτουργικές δαπάνες του δημοσίου σε σημείο που έχει θιγεί ή ήδη χαμηλή αποδοτικότητα του και ιδιαίτερα το κοινωνικό κράτος, (β) οι δημόσιες επενδύσεις έχουν καταρρακωθεί και, (γ) τα χρέη του κράτους προς τους ιδιώτες έχουν αυξηθεί. Τα περιθώρια για περαιτέρω χειροτέρευση είναι πολύ μικρά.

    3. Η οικονομία απέφυγε την ύφεση διότι με την υπερφορολόγηση ο ιδιωτικός τομέας χρηματοδότησε τον δημόσιο μειώνονται αποταμιεύσεις και βάζοντας σε επίσημη κυκλοφορία μαύρο χρήμα. –με τα capital controls να παίζουν τον ρόλο τους. Αυτό το ποσό έδωσε μία σημαντική ώθηση στην οικονομία και εμπόδισε την περαιτέρω πτώση. Δεν μπορεί, όμως, να έχει την ίδια επίπτωση το 2017.

    Υπάρχει καταρχάς το θέμα της υπερφορολόγησης: ήδη τα νέα ληξιπρόθεσμα αυξάνονται με ρυθμό 1,3 δις. ευρώ το μήνα. Οι νέοι φόροι και η μικρή βελτίωση του εισπρακτικού μηχανισμού σε συνδυασμό με το πλαστικό χρήμα έφεραν τα έσοδα. Αλλά για να έχουν αυτά νέα επίπτωση στην οικονομία θα πρέπει η εξέλιξη αυτή όχι να επαναληφθεί –διότι τότε θα μείνουμε εκεί που είμασταν—αλλά ουσιαστικά να διπλασιαστεί. Κι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί.

    Η κυβέρνηση αναφέρει τις ευνοϊκές προβλέψεις της Ε.Ε. Είναι πασίγνωστο, όμως, ότι αυτές εξαρτώνται από τις υποθέσεις που γίνονται. Και οι υποθέσεις υπόκεινται σε πολιτικές επιρροές και παράγοντες. Η ανάπτυξη του 2,7% που προβλέπεται αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός – ονείρωξη για την ακρίβεια.

    Μέσα στο πλαίσιο αυτό η επιλογή μας το 2018 καθορίζεται από την οικονομική πολιτική που θα υιοθετηθεί. Δύο είναι οι δρόμοι:

    Συνέχιση της σημερινής πολιτικής, όπου τα «πλεονέκτημα» του 2016 δεν θα επαναληφθούν, ο παραγωγικός ιστός δεν θα αναγεννηθεί, ξένα κεφάλαια δεν θα έρθουν, το κράτος θα αυξάνει την παρουσία του (και τις προσλήψεις του) και η χώρα θα εξακολουθήσει να φυτοζωεί με τις ενέσεις του ΕΣΠΑ από την Ε.Ε. και από άλλους διεθνείς οργανισμούς –ΕBRD, EIB κλπ.

    Ριζική αλλαγή του μίγματος πολιτικής με σταθεροποίηση της λιτότητας, επιθετική διεύρυνση της φορολογικής βάσης σε συνδυασμό με μείωση της φορολογίας, δραματική επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, άνοιγμα αγορών και επαγγελμάτων και κατάργηση γραφειοκρατίας. 

    Είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε ένα απλό πράγμα: η ανάπτυξη απαιτεί χρήματα. Εμείς χρήματα δεν έχουμε: οι τράπεζες ακόμη προσπαθούν να ξεφύγουν από το βάρος των κόκκινων δανείων, η ιδιωτική αποταμίευση είναι αρνητική και το κράτος έχει χρεοκοπήσει—εξαρτάται ως ναρκομανής από τη δόση των δανειστών.

    Αν δεν έρθουν ξένα κεφάλαια ανάπτυξη δεν θα δούμε – με τις καλύτερες συνθήκες θα βλέπουμε στασιμότητα ή ανάπτυξη της τάξης του 0,5% – 1% — που δεν σημαίνει κάτι ως προς την ανεργία και την αναδιάρθρωση της οικονομίας.

    Η συνέχιση της σημερινής πολιτικής νομοτελειακά μας οδηγεί σε νέο μνημόνιο.

    Η αλλαγή μας οδηγεί σε πρόγραμμα τύπου PLL – κι αυτό γιατί στον ελάχιστο χρόνο που μας απομένει ( ουσιαστικά 12 μήνες για να ληφθεί απόφαση για μετά το 2018) δύσκολα θα ανατρέψουμε τις εξαιρετικά αρνητικές εντυπώσεις για τη χώρα μας, ακόμη και με την αλλαγή στο μίγμα της οικονομικής πολιτικής.



    ΣΧΟΛΙΑ