• Think Tanks

    H αναγκαιότητα της φορολογικής ισότητας σε έναν ψηφιακό κόσμο


    Κάθε δύο ημέρες δημιουργείται ένας μονόκερος. Αναφέρομαι, φυσικά, όχι στο μυθικό ζώο, αλλά στις εξαιρετικά επιτυχημένες εταιρείες start-up που είναι ηλικίας κάτω των 10 ετών, αλλά αξίας άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Όταν ο όρος δημιουργήθηκε το 2013, μόνο 39 εταιρείες ταίριαζαν σε αυτήν την περιγραφή. Σήμερα, ο κατάλογος αυτός έχει αυξηθεί σε 452 μέλη.

    Αυτό που έχουν πολλοί από αυτούς τους μονόκερους είναι ότι βασίζονται σε καινοτόμα επιχειρηματικά μοντέλα που στηρίζονται στο ηλεκτρονικό εμπόριο, στην οικονομία της κοινής χρήσης και στην ψηφιακή τεχνολογία. Η συλλογή δεδομένων από χρήστες σε όλο τον κόσμο είναι συχνά στο επίκεντρο των επιχειρηματικών τους σχεδίων.

    Τέτοιες εταιρείες τείνουν επίσης να έχουν την έδρα τους σε τεχνολογικούς κόμβους όπως η Silicon Valley, το Λονδίνο ή το Πεκίνο, αν και οι χρήστες τους και η αξία που παράγουν είναι παγκόσμια.

    Αυτές οι εταιρείες μπορούν να φέρουν πραγματικά οφέλη ως προς τη μείωση της φτώχειας, βελτιώνοντας την πρόσβαση σε πάσης φύσεως υπηρεσίες, από την εκπαίδευση μέχρι τη μεταφορά και τις τραπεζικές υπηρεσίες. Εγείρουν όμως και περίπλοκα ερωτήματα, ιδίως όσον αφορά τη φορολογία τους.

    Πάρτε, για παράδειγμα, το Facebook, το οποίο εδρεύει στην Καλιφόρνια και του οποίου η μεγαλύτερη βάση χρηστών – 270 εκατομμύρια χρήστες – βρίσκεται στην Ινδία. Ποιος θα πρέπει να πάρει τα φορολογικά έσοδα που προκύπτουν από τα δεδομένα και τις δραστηριότητες των χρηστών; Η Καλιφόρνια; Η Ινδία; Ένα τρίτο μέρος που απλώς τυχαίνει να έχει χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές;

    Υπάρχουν βάσιμα επιχειρήματα υπέρ του να μπορέσει η Ινδία να φορολογήσει τα κέρδη που αποκομίζει μια απομακρυσμένη εταιρική οντότητα από την αξία που δημιούργησαν οι Ινδοί πολίτες.

    Η χαμένη ευκαιρία

    Οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο στερούνται μεταξύ 100 και 600 δισ. δολαρίων κάθε χρόνο λόγω μιας μορφής νόμιμης φοροαποφυγής, γνωστής ως διάβρωση βάσης και μετατόπιση κερδών (BEPS).

    Το BEPS συμβαίνει με δύο τρόπους: όταν οι εταιρείες χρησιμοποιούν πληρωμές που εκπίπτουν, όπως τόκους και δικαιώματα εκμετάλλευσης, για να μειώσουν το ποσό των κερδών που επιτυγχάνονται σε έναν συγκεκριμένο τόπο. Ή όταν μεταφέρουν κέρδη σε περιοχές με χαμηλή ή καθόλου φορολογία μέσω εσωτερικών συναλλαγών.

    Το BEPS δεν αφορά αποκλειστικά τις ψηφιακές επιχειρήσεις, αλλά η «έκρηξη των μονόκερων» έφερε αυτό το θέμα στο προσκήνιο. Οι εταιρείες κοινωνικών μέσων ενημέρωσης, οι μηχανές αναζήτησης και οι ηλεκτρονικές αγορές αποκομίζουν αξία και κέρδη από περιεχόμενο που παράγεται από χρήστες και από δεδομένα ατόμων που βρίσκονται σε όλο τον κόσμο. Κάθε φορά που εσείς -ή κάποιος άλλος από τα δισεκατομμύρια των χρηστών σε όλο τον κόσμο- δημοσιεύει μία selfie, δημιουργείτε εμπορεύσιμα δεδομένα για μια πολυεθνική εταιρεία.

    Ωστόσο, οι χώρες στις οποίες διαμένουν αυτοί οι χρήστες βλέπουν ελάχιστα φορολογικά έσοδα από αυτές τις πράξεις.

    Είναι δίκαιο; Από την πλευρά των αναπτυσσόμενων χωρών, όχι. Σήμερα το 70% των ευάλωτων χωρών και των χωρών που πλήττονται από συγκρούσεις εισπράττουν φόρους που ανέρχονται σε λιγότερο από το 15% του εθνικού ΑΕΠ. Αυτό δεν είναι καν αρκετό για τις κυβερνήσεις ώστε να καλύψουν τις πιο βασικές λειτουργίες του κράτους.

    Αυτό συμπίπτει με την αυξανόμενη πίεση για επενδύσεις για την επίτευξη των στόχων του ΟΗΕ για την αειφόρο ανάπτυξη, διατηρώντας ταυτόχρονα χαμηλά τα επίπεδα του χρέους. Σε αυτό το πλαίσιο, η κινητοποίηση των εγχώριων πόρων – όπως εκείνων που προέρχονται από εταιρικούς φόρους – είναι ένα κρίσιμο στοιχείο για την εξίσωση της ανάπτυξης.

    Η ανάγκη συντονισμένης δράσης

    Πολλές αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες οικονομίες συμφωνούν ότι το BEPS δεν είναι ορθή πρακτική. Ως αποτέλεσμα, ένα διαφοοποιημένο και αυξανόμενο σύνολο χωρών αρχίζουν να αναλαμβάνουν μονομερείς ενέργειες για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων της ψηφιοποίησης .

    Οι νέοι φόροι εμφανίζονται σε πράγματα όπως η πώληση διαφημίσεων και δεδομένων (όπως τα έσοδα και τα δεδομένα χρήστη που προκύπτουν από την «ελεύθερη» χρήση μιας μηχανής αναζήτησης ή ενός κοινωνικού δικτύου), η πώληση ή η πρόσβαση σε ψηφιακό περιεχόμενο (όπως υπηρεσίες ηλεκτρονικής συνδρομής), η πώληση ή η μεταπώληση αγαθών (όπως οι ηλεκτρονικές αγορές), και πλατφόρμες πολλαπλών όψεων (όπως εφαρμογές κοινής χρήσης οχημάτων και πλατφόρμες βραχυχρόνιας ενοικίασης).

    Είναι κατανοητό ότι οι οικονομίες θέλουν και χρειάζονται μια λύση σε αυτό το φορολογικό πρόβλημα. Ωστόσο, οι μονομερείς ενέργειες είναι προβληματικές. Μπορούν να οδηγήσουν σε διπλή φορολόγηση. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εργαλειοποίηση των φόρων – επιβάλλοντας κυρώσεις σε εταιρείες από συγκεκριμένες χώρες, για παράδειγμα, και διακινδυνεύοντας αντίποινα σε αντάλλαγμα.

    Οι μονομερείς φόροι θα μπορούσαν επίσης να μετακυλιστούν από τις εταιρείες στους καταναλωτές, προκαλώντας απροσδόκητες συνέπειες. Το είδαμε αυτό το έτος στην Ουγκάντα, όπου εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν τις ψηφιακές υπηρεσίες εντελώς μετά την επιβολή ενός ψηφιακού φόρου.

    Οι μονομερείς προσεγγίσεις θα μπορούσαν επίσης να ενισχύσουν τον φορολογικό ανταγωνισμό – έναν αγώνα δρόμου προς τον πάτο στον οποίο κανείς δεν κερδίζει – και να προκαλέσουν μεγαλύτερη αβεβαιότητα για τις επιχειρήσεις σε ένα ήδη δύσκολο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον.

    Οι μονομερείς προσεγγίσεις θα άφηναν επίσης αναπάντητα βασικά ερωτήματα σχετικά με τους ψηφιακούς φόρους, όπως: πώς ακριβώς ορίζουμε μια ψηφιακή επιχείρηση; Τι αξία δίνουμε στα δεδομένα; Τι μερίδιο των κερδών οφείλεται στη χώρα στην οποία βρίσκονται οι χρήστες;

    Απαιτείται συνολική συνεκτική προσέγγιση για την επίλυση αυτών και άλλων θεμάτων. Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) δημοσίευσε πρόσφατα την πρότασή του για το συντονισμό των διεθνών φορολογικών προτύπων, με στόχο να επιτευχθεί παγκόσμια συναίνεση έως το πρώτο εξάμηνο του 2020.

    Είμαστε στην ευχάριστη θέση να υποστηρίξουμε τις προσπάθειες του ΟΟΣΑ και της G20 για την επίτευξη συναίνεσης μέσω του Περιεκτικού Πλαισίου για τη Διάβρωση Βάσης και τη Μετατόπιση Κερδών, το οποίο συγκεντρώνει 134 χώρες και δικαιοδοσίες για τη διαπραγμάτευση νέων διεθνών φορολογικών κανόνων για τον 21ο αιώνα.

    Το Περιεκτικό Πλαίσιο BEPS έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στη διεθνή φορολογική συνεργασία και συμφωνούμε με τη γενική κατεύθυνση της συζήτησης για τη μεταρρύθμιση – ότι τα δικαιώματα φορολόγησης πρέπει να απομακρυνθούν από τους φορολογικούς παραδείσους και τις φυσικές έδρες στις δικαιοδοσίες των αγορών.

    Ωστόσο, η πρόταση πρέπει να προχωρήσει περαιτέρω, προκειμένου αυτές οι μεταρρυθμίσεις να είναι αποτελεσματικές στις αναπτυσσόμενες χώρες. Συγκεκριμένα, οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή με το βλέμμα στις κυβερνήσεις με περιορισμένες πηγές πόρων. Οι κανόνες πρέπει να είναι τυποποιημένοι και μηχανικοί, παρά υποκειμενικοί, ή ανοιχτοί σε διάφορες ερμηνείες.

    Τα στοιχεία για τις παγκόσμιες δραστηριότητες των πολυεθνικών επιχειρήσεων πρέπει να είναι πιο διαφανή, ώστε οι αναπτυσσόμενες χώρες να μπορέσουν να ξεπεράσουν τις ασυμμετρίες πληροφόρησης. Και πρέπει να προσαρμόζονται ώστε να καλύπτουν επιχειρηματικά μοντέλα που δεν έχουν εφευρεθεί ακόμα. Εάν η ιστορία μας έχει διδάξει κάτι, είναι ότι η καινοτομία θα έρθει γρήγορα και πρέπει να είμαστε έτοιμοι.

    Οι διεθνείς φορολογικοί κανόνες για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις βρίσκονται σε μια κρίσιμη καμπή – και η περιβάλλουσα συζήτηση προσφέρει μια ευκαιρία για λύσεις προς όφελος των αναπτυσσόμενων χωρών.

    Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο world economic forum.org και συγγραφέας είναι o Marcello Estevão



    ΣΧΟΛΙΑ