• Συνεντεύξεις

    Θάνος Δημάδης: Κόλαφος για Τσίπρα, Παππά, βολές για Βαξεβάνη, Γιάμαλη ενόψει της κυκλοφορίας του νέου βιβλίου του


    Ο Θάνος Δημάδης δεν αποτελεί απλή περίπτωση ή δημοσιογράφο κομήτη. Πράγμα που αποδεικνύεται περίτρανα από το επικείμενο βιβλίο του Ένα Ρεπορτάζ για την Τηλεόραση και την Εξουσία (Νέα Υόρκη-Αθήνα) αλλά όχι μόνο.

    Παρότι στην Ελλάδα απέκτησε ευρεία φήμη από ένα σχεδόν ατυχές γεγονός (περούκα γκέιτ), στην Αμερική διακρίθηκε μέσα από τα μεγάλα πανεπιστήμια και τους κεντρικούς θεσμούς που σταδιακά αναγνώρισαν τη δημοσιογραφική ακεραιότητα και το δυναμισμό του. Την ικανότητά του να εντοπίζει το ουσιώδες και να το δημοσιεύει με ικανότητα και πρωτιά.

    Το νέο βιβλίο του Θάνου Δημάδη αποτελεί μέρος του συνεχιζόμενου πολέμου του εναντίον όλων όσοι θέτουν εαυτούς υπεράνω νόμων επιχειρώντας να διατηρήσουν τη στρεβλή ανάγνωση της δημοκρατίας για να υπηρετήσουν προσωπικά συμφέροντα.

    Το εξώφυλλο του βιβλίου

    Επίσης ενάντια σε όσους επιτέθηκαν στη δημοσιογραφική του τιμή: στον ΣΥΡΙΖΑ, τον Νίκο Παππά και τη δραματική δικαστική του περιπέτεια εναντίον του, που έκλεισε με αίσιο τέλος αποκαταστώντας πλήρως το όνομα του Δημάδη.

    Το Ένα ρεπορτάζ για την Τηλεόραση και την Εξουσία προλογίζουν ο Γιάννης Στουρνάρας, η Μαριέττα Γιαννάκου και η επικεφαλής ΔΣ της Ένωσης Ξένων Ανταποκριτών ΗΠΑ, Νάνσι Πρέιγκερ Κάμελ (Nancy Prager – Kamel), η οποία δηλώνει ότι ο Θάνος διαθέτει τη δύναμη, την παρησσία και τις ηθικές αρχές να μην υποκύπτει σε πιέσεις της εξουσίας.

    Όμως ο αγώνας του για την ανόρθωση της ιστορικής αλήθειας δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Τα γεγονότα που εξιστορεί με εξαιρετικά γλαφυρό τρόπο, στρωτό κείμενο, διαύγεια και ευθυκρισία, πρόκειται να συνταράξουν όχι μόνο τους εμπλεκόμενους πολιτικούς αλλά και ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Και το κοινό που κοιτάζει μαζί του μέσα από την κλειδαρότρυπα θα αισθανθεί ίσως απογοήτευση ή οργή αλλά και ελπίδα που υπάρχουν ακόμη ισχυρές φωνές υπέρ του δημόσιου δικαίου. Διαβάζεται μυθιστορηματικά, προσφέρει τροφή για σκέψη.

    Τόσο ευγενής και χαμηλών τόνων (από την αναγνώριση που κατέκτησε αφού εργάστηκε σκληρά): Αυτά τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά παρέμειναν πρόδηλα καθ’ όλη τη διάρκεια της τηλεφωνικής επικοινωνίας ανάμεσα στην Αθήνα και τη μακρινή Ουάσιγκτον όπου η ζωή και η επιτυχία απαιτούν καθημερινά αδυσώπητο αγώνα αλλά και ικανοποιητική επιβράβευση.

    Στα λόγια του ηχεί το πάθος του ανθρώπου που αγωνίζεται για το κοινό αγαθό της ελευθερίας του τύπου και όχι μόνο. Ανθρώπου που δεν έχει συμβιβαστεί ή συνηθίσει τις εκπτώσεις που έχει υποστεί ένα ολόκληρο σύστημα αξιών.

    Το προφίλ του

    Ποντιακής καταγωγής, ο Θάνος Δημάδης γεννήθηκε στη Βέροια το 1983 και μεγάλωσε στις Βρυξέλλες -ένα ακόμη παγκόσμιο χωνευτήρι διαφορετικών πολιτισμών. Αυτή τη στιγμή, σε τόσο νεαρή ηλικία, κατέχει τη θέση του προέδρου της Ένωσης των Ξένων Ανταποκριτών των ΗΠΑ (Association of Foreign Press Correspondents in the USA).

    Από το 2001 μέχρι το 2009 εργάστηκε ως δημοσιογράφος για διαφορετικά μέσα ενημέρωσης στην Αθήνα (MEGA, BHMAgazino, εκδόσεις Γ. Κύρτσου, Αθήνα 9,84) και αργότερα ως ανταποκριτής από την Ουάσιγκτον, τη Νέα Υόρκη και τις Βρυξέλλες για τους τηλεοπτικούς σταθμούς ΣΚΑΪ και ALPHA (προϊστάμενος πολιτικού ρεπορτάζ στο δελτίο ειδήσεων του σταθμού) καλύπτοντας την ελληνική και ευρωπαϊκή οικονομική κρίση (2010-2017).

    Δημιούργησε το τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ με τίτλο 3 Χρόνια – 3 Μνημόνια (2012) ενώ έχει γράψει και το σχετικό βιβλίο Στον Δαίδαλο των Μνημονίων: εμπειρίες, ερμηνείες, γεγονότα από τα κέντρα  λήψης αποφάσεων (2014).

    Στην Ελλάδα διακρίθηκε δημοσιογραφικά με τις αλλεπάλληλες αποκλειστικές συνεντεύξεις από διεθνείς προσωπικότητες και ηγέτες σε παγκόσμιους πολιτικοοικονομικούς οργανισμούς ενώ αρθρογραφία του έχει δημοσιευτεί σε πληθώρα μεγάλων ελληνικών και ξένων εντύπων όπως Nasdaq, CGNT America, Global Connections TV, The Independent, Business Insider, Guardian, Huffington Post, Athens Voice, Καθημερινή, LIFO, Protagon.

    Βέβαια υπήρξε μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών από το 2008 ως το 2019 όταν παραιτήθηκε διαπιστώνοντας ότι «η ΕΣΗΕΑ δεν δικαιολογεί πλέον το λόγο ύπαρξής της, καθώς η αποστολή της εδράζεται στην υπηρεσία κομματικών συμφερόντων και προώθησης αρρωστημένων  συντεχνιακών συμπεριφορών».

    Η πολυσχιδής του δράση εντούτοις συνεχίζεται. Σήμερα εργάζεται πλέον στην Αμερική ως μάνατζερ σε θέματα στρατηγικής και επικοινωνίας για εταιρείες και οργανισμούς. Επίσης δημιουργεί συνέργειες με εταιρείες του ιδιωτικού τομέα για την ανάπτυξη διεθνών δράσεων υποστήριξης ξένων ανταποκριτών μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα,  συνέδρια και υποτροφίες.

    Ύστερα από πολυετείς σπουδές, παραμένει λέκτορας στο πανεπιστήμιο της Φλόριντας και επισκέπτης λέκτορας για στο πανεπιστήμιο George Washington στην Ουάσιγκτον από όπου εξάλλου πήρε και το μεταπτυχιακό του στην επικοινωνία και το πολιτικό μάνατζμεντ.

    Οι σπουδές του συνθέτουν μακροσκελή λίστα: Παρακολούθησε το πρόγραμμα Knight-Bagehot Fellowship του τμήματος δημοσιογραφίας στο πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης ως ένας από τους δέκα δημοσιογράφους που διακρίθηκαν με υποτροφία του ίδιου του πανεπιστημίου το 2018 ανάμεσα σε εκατοντάδες υποψήφιους διεθνώς.

    Κατέχει μεταπτυχιακό από το City του Λονδίνου (ΜΜΕ) και δύο ακόμη πτυχία: Από το τμήμα διεθνών και ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου (Ευρωπαϊκό Δίκαιο) και το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (Πολιτική Επιστήμη).

    Έχει ολοκληρώσει το ευσύνοπτο επαγγελματικό πρόγραμμα Executive Educational Program: Leadership for the 21st Century του διάσημου Kennedy School στο Χάρβαρντ.

    Και φτάνοντας στην αρχή: Σπούδασε δημοσιογραφία στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ στο Πάντειο, όπου αποφοίτησε με άριστα. Πήρε υποτροφία από το Κοινωφελές Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης.

    Τέλος, έχει υπάρξει σύμβουλος Ελλήνων βουλευτών και ευρωβουλευτών στην Αθήνα και τις Βρυξέλλες.

    Η τηλεφωνική συζήτηση

    Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από τον Σεπτέμβριο του 2016. Σχεδόν όλος ο κόσμος μιλούσε για εσάς και το ρεπορτάζ σας με τις περούκες κατά την επίσκεψη του τότε Υπουργού Επικρατεἰας στη Νέα Υόρκη. Αιτία αποτέλεσε το τηλεγράφημα του δημόσιου πρακτορείου ειδήσεων (ΑΠΕ) και τα ρεπορτάζ της δημόσιας τηλεόρασης που σας εμφάνιζαν ως συλληφθέντα από την Αστυνομία της Νέας Υόρκης και το FBI για σειρά ποινικών αδικημάτων στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια αυτού του ρεπορτάζ.

    Από την πρώτη στιγμή όλης αυτής της ιστορίας είχατε υποστηρίξει ότι πρόκειται για ψευδείς ειδήσεις και είχατε διαβεβαιώσει δημοσίως ότι θα προσφεύγατε στην Δικαιοσύνη, όπως και πράγματι πράξατε.

    Σήμερα, τέσσερα χρόνια αργότερα, ήρθε η απόφαση της Δικαιοσύνης που σας δικαιώνει και σας επιδικάζει αποζημίωση από το ΑΠΕ, την ΕΡΤ και σειρά άλλων μέσων που τα αποκαλούσατε ελεγχόμενα από την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και εναντίον των οποίων προσφύγατε. Πώς νιώθετε σήμερα μετά από όλη αυτήν την περιπέτεια που περάσατε; Άξιζε τον κόπο όλη αυτή η μάχη που δώσατε επί τέσσερα χρόνια;

    Δεν ήταν μία απλή μάχη. Ήταν πόλεμος και παραμένει πόλεμος μέχρις εσχάτων. Και για να μπει κάποιος σε έναν τέτοιον πόλεμο ενάντια σε μία κυβέρνηση, έναν παντοδύναμο υπουργό -τον υπουργό Νίκο Παππά- ο οποίος εκείνη την εποχή κρατούσε στα χέρια του τον έλεγχο των ΜΜΕ μίας ολόκληρης χώρας και ενάντια σε μία συμμορία μετακλητών υπαλλήλων που δρούσαν ως σπείρα εκτελώντας υπουργικές εντολές, τότε αυτό σημαίνει τρία πράγματα:

    Πρώτον, ότι μπαίνεις στον πόλεμο αυτόν και αναλαμβάνεις ρίσκο. Ανέλαβα αυτό το ρίσκο γιατί έχω το προνόμιο να ζω στην Αμερική και όχι στην Ελλάδα, αλλά κάθε φορά που ερχόμουν στην Αθήνα αναγκαζόμουν να μένω σε διαφορετικές διευθύνσεις για λόγους που μπορεί κανείς να φανταστεί.

    Δεν σας κρύβω ότι από τότε που ξεκίνησε όλη αυτή η ιστορία υπήρξαν μέχρι και απόπειρες παραβίασης του αυτοκινήτου μου και της οικίας μου στην Αθήνα.

    Δεύτερον, σημαίνει ότι μπαίνεις στον πόλεμο αυτόν και είσαι αποφασισμένος να μην κάνεις βήμα πίσω αλλά να φθάσεις μέχρι τέλους. Εγώ, ως απλός δημοσιογράφος, έφθασα στο σημείο να καταθέσω μέχρι και μήνυση κατά του τότε υπουργού Επικρατείας κύριου Παππά στην οποία, όπως γνωρίζετε, επικαλέστηκε υπουργική ασυλία για να γλιτώσει ενώ, σε συνέχεια της νέας δικαίωσής μου, προχωρώ και πάλι σήμερα σε νέες αγωγές και μηνύσεις.

    Τρίτον, σημαίνει ότι έχεις μεγάλο ψυχικό κουράγιο να καταφέρεις να μην γίνεις σκιά του εαυτού σου, γιατί ταυτόχρονα με τον πόλεμο αυτόν μην ξεχνάτε ότι πρέπει να συνεχίσεις να δίνεις παράλληλες μάχες και για τα απλά και τα καθημερινά πράγματα για τα οποία μάχονται όλοι οι άνθρωποι, δηλαδή να βγάζεις τα προς το ζην, να έχεις δουλειά και να προοδεύεις.

    Και μάλιστα στην περίπτωσή μου όλα αυτά σε μία ξένη χώρα, την Αμερική, που μπορεί να είναι, όπως λένε, η χώρα των ευκαιριών, αλλά ταυτοχρόνως είναι και η χώρα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού όπου τίποτα δεν χαρίζεται και τίποτα δεν σου προσφέρεται έτοιμο στο πιάτο, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα όπου, για παράδειγμα, κάποιος που κάνει ρεπορτάζ για την εφημερίδα το ΧΩΝΙ (που όλοι αντιλαμβανόμαστε τι εστί ΧΩΝΙ) μπορεί να φθάσει να ασκεί δημόσια εξουσία επειδή είχε κολλητό υπουργό.

    Τι σας δίδαξε όλη αυτή η ιστορία από δημοσιογραφική σκοπιά;

    Θα συνεχίσω να θυμάμαι πάντα το ίδιο ανάγλυφα και με την ίδια ένταση εκείνες τις ώρες το βράδυ της Κυριακής της 18ης Σεπτεμβρίου 2016 όταν το Δημόσιο Πρακτορείο Ειδήσεων-ΑΠΕ με εντολή του υπουργού Παππά διασπείρει με τηλεγράφημά του την ψευδή είδηση ότι με συνέλαβαν οι αμερικανικές αρχές στη Νέα Υόρκη με τις κατηγορίες της πλαστογραφίας, της δηλώσεως ψευδούς ταυτότητας.

    Επίσης, υποστήριζαν ότι είχα αφεθεί προσωρινά και μόνον ελεύθερος, ότι οι αμερικανικές αρχές επρόκειτο να μου ασκήσουν διώξεις και μάλιστα ότι υπάρχει και αστυνομική αναφορά της αστυνομίας της Νέας Υόρκης που τα επιβεβαιώνει όλα αυτά.

    Και παράλληλα η δημόσια τηλεόραση να μεταδίδει ότι είχα συλληφθεί μέχρι και από το FBI.

    Φανταστείτε, κυρία Δαφέρμου, τι σοκ θα ήταν να το βιώνατε εσείς αυτό και η οικογένειά σας και στα δημόσια μέσα ενημέρωσης της χώρας σας να σας διαμπομπεύουν παρουσιάζοντάς σας ως συλληφθείσα στην Αμερική από τις αμερικανικές αρχές. Σκεφτείτε το λίγο και ελάτε στη θέση μου.

    Υπέστην τότε ένα πρωτοφανές, αδυσώπητο και ανελέητο λιντσάρισμα που ισοδυναμούσε με δημόσιο λιθοβολισμό από ανθρώπους που λέγονται δημοσιογράφοι -ένας μάλιστα από αυτούς είχε διατελέσει μέχρι και πρόεδρος μίας ολόκληρης ΕΣΗΕΑ, ο κύριος Τρίμης, που είναι μεταξύ όσων καταδικάστηκαν από τη Δικαιοσύνη στην υπόθεσή μου- και διαρρηγνύουν δημοσίως τα ιμάτιά τους προς υπεράσπιση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας.

    Αλλά είναι οι ίδιοι που καταπατούν αυτή την δεοντολογία, την απαξιώνουν και την ξεφτιλίζουν. Και μαζί με την δεοντολογία ξεφτιλίζουν και τη δημοσιογραφία στην Ελλάδα.

    Ένα, λοιπόν, δίδαγμα είναι ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει δημοσιογραφία, γιατί δεν υπάρχει η δεοντολογία. Και δεοντολογία δεν υπάρχει διότι απουσιάζουν οι μηχανισμοί εποπτείας και κυρώσεων και διότι το όργανο, δηλαδή η ΕΣΗΕΑ, που θεωρητικά είναι επιφορτισμένο να παίζει αυτόν τον ρόλο του εποπτικού μηχανισμού, δεν αποτελεί τίποτα παρά το μακρύ χέρι του εκάστοτε κόμματος και η πλειονότητα όσων καταδέχονται να υπηρετούν μία τέτοια ΕΣΗΕΑ συνιστούν τα γιουσουφάκια της πολιτικοδημοσιογραφικής διαπλοκής.

    Το νέο σας βιβλίο «Ένα ρεπορτάζ για την Τηλεόραση και την Εξουσία» αφορά αυτήν την πολιτικοδημοσιογραφική διαπλοκή στην Ελλάδα στην οποία μόλις αναφερθήκατε;

    Ένα από τα πράγματα που σιχάθηκα από τότε που ξεκίνησα, σχεδόν είκοσι χρόνια πριν, να εργάζομαι ως δημοσιογράφος στην Ελλάδα και εξακολουθώ να απεχθάνομαι μέχρι σήμερα που έχω σταματήσει να ασκώ δημοσιογραφία για ελληνικά ΜΜΕ, είναι ότι στην χώρα μας η αντίληψη περί δημοσιογραφίας είναι ταυτόσημη δύο συνθηκών.

    Η μία συνθήκη εξυπηρετείται από εκείνους που δουλεύουν στη δημοσιογραφία και τη χρησιμοποιούν ως όχημα δημοσίων σχέσεων και προσωπικής τους προώθησης.

    Η έτερη συνθήκη εξυπηρετείται από όσους δημοσιογράφους εκφράζουν δημόσιο λόγο και απευθύνονται στην κοινωνία όχι για να της ανοίξουν τα μάτια δίνοντας της την αλήθεια, αλλά για να υπηρετήσουν πολιτικές ή κομματικές ατζέντες του τάδε ή του δείνα κόμματος.

    Και στην περίπτωση της δημοσιογραφίας των δημοσίων σχέσεων και στην περίπτωση της δημοσιογραφίας ως κομματικής ατζέντας, ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των δημοσιογράφων στην Ελλάδα έχει εξαρτήσεις που τους αποτρέπουν από το να ορθώνουν ανάστημα, τους απωθούν από το να δημοσιεύουν με ονοματεπώνυμα τα κακώς κείμενα, όπως έχουν υποχρέωση να κάνουν, και τους δεσμεύουν. Με αποτέλεσμα πολλοί δημοσιογράφοι στη χώρα μας, όταν εκφράζουν άποψη, να κρύβονται πίσω από γενικότητες και επανελαμβανόμενα τσιτάτα που δεν δίνουν καμία προστιθέμενη αξία στην κοινή γνώμη.

    Πιστεύω ότι στο νέο μου βιβλίο συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Οι αναγνώστες θα έχουν την ευκαιρία να διαβάσουν με ονοματεπώνυμα και πολύ συγκεκριμένα όσα εγώ βίωσα ως εμπειρίες όσο εργαζόμουν ως προϊστάμενος πολιτικού ρεπορτάζ στον ALPHA και μετέπειτα ως ανταποκριτής.

    Πρόκειται για προσωπικές εμπειρίες τις οποίες αφηγούμαι και τα όσα αφηγούμαι δεν είναι γενικολογίες αλλά αναφέρονται σε συγκεκριμένα πρόσωπα και καταστάσεις που αντικατοπτρίζουν το βαθμό της πολιτικοδημοσιογραφικής διαπλοκής στην Ελλάδα τον οποίο ο κόσμος αγνοεί διότι ξέρει και βλέπει μόνον όσα φαίνονται στην πολιτικοδημοσιογραφική βιτρίνα και τη βιτρίνα των ειδήσεων.

    Και ασφαλώς σημαντικό κομμάτι του βιβλίου αφορά και σε αυτό στο οποίο ΣΥΡΙΖΑ, Παππάς και οι μετακλητοί τους υπάλληλοι έδωσαν την ονομασία «περούκα γκέιτ».

    Για πρώτη φορά ο κόσμος θα διαβάσει τι πραγματικά συνέβη τότε και πώς η υπόθεση αυτή που απασχόλησε την κοινή γνώμη επί εποχής τηλεοπτικών αδειών κατασκευάστηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως προπέτασμα της πολιτικοδημοσιογραφικής διαπλοκής που Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ έχτιζαν τότε με τη φιλοδοξία -μέσα στο μεθύσι της αλαζονείας τους- να αναχθούν σε καθεστώς με πλοκάμια παρακράτους για να ηγεμονεύουν το μιντιακό, επιχειρηματικό, και δικαστικό σύστημα προς όφελος και προστασία όσων ήταν ταγμένοι σε αυτό το καθεστώς.

    Μπορείτε να αναφέρετε ένα γεγονός το οποίο περιλαμβάνετε σε αυτό το πραγματικό “ρεπορτάζ σας για την τηλεόραση και την εξουσία” του νέου σας βιβλίου και θεωρείτε ότι ενδιαφέρει τον κόσμο;

    Μπορώ να φέρω στο μυαλό μου περισσότερα από ένα. Για παράδειγμα, ο αναγνώστης, διαβάζοντας τις σελίδες του βιβλίου, θα δει να ζωνταντεύει με λεπτομέρειες το παρασκήνιο των τηλεοπτικών αδειών στο κανάλι μου, τότε με πρωταγωνιστές πρόσωπα όπως ο Λάκης Λαζόπουλος και ο Νίκος Παππάς. Κάτι που ο κόσμος δεν γνωρίζει, αλλά εγώ παρατηρούσα από πολύ κοντά.

    Θα διαβάσει αναφορές σε γεγονότα που αντικατοπτρίζουν την αθέατη πλευρά του τι συνέβαινε στο background των δελτίων ειδήσεων, που εγώ έζησα πάλι εκ των έσω ως προϊστάμενος πολιτικού ρεπορτάζ στον ALPHA.

    Θα μάθει τις διεργασίες που λάμβαναν χώρα στην Ουάσινγκτον και το ΔΝΤ κατά τη συγκυρία της κύβδηλης «ιστορικής διαπραγμάτευσης» του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, όπως επίσης και θα διαβάσει για σκηνικά που αποδεικνύουν τον πολιτικό αμοραλισμό και καιροσκοπισμό του Τσίπρα και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Όλα υπό την σκοπιά της προσωπικής, δημοσιογραφικής μου καταγραφής.

    Από το πρώτο σας βιβλίο, που κυκλοφόρησε το 2014 με τίτλο «Στον Δαίδαλο των Μνημονίων», μέχρι το νέο σας βιβλίο του 2020, τι αλλαγές έχουν συντελεστεί σε σχέση με εσάς;

    Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι ο Θάνος Δημάδης του 2014 δεν είναι ο ίδιος με τον Θάνο Δημάδη του 2020 ως προς το στυλ γραφής και προσέγγισης των δύο βιβλίων σε σχέση με τα όσα εξιστορούνται εκεί.

    Ο Δαίδαλος των Μνημονίων προσεγγίζει το πρώτο μισό της δεκαετίας που κλείνουμε αρχής γενομένης από το 2010, υπό την σκοπιά της καταγραφής ιστορικών γεγονότων που είχα καλύψει ως ανταποκριτής σε ΔΝΤ, Ουάσινγκτον και Βρυξέλλες με σκοπό να προσφέρει στον αναγνώστη τα εργαλεία ανάλυσης και κατανόησης των παρασκηνιακών διεργασιών που γέννησαν τα γεγονότα εκείνα.

    Το νέο βιβλίο Ένα Ρεπορτάζ για την Τηλεόραση και την Εξουσία δεν αναλώνεται στην ιστορική καταγραφή όσων ακολούθησαν το δεύτερο μισό της δεκαετίας που τελειώνει, καθώς όσα μεσολάβησαν την περίοδο της fake διαπραγμάτευσης του ΣΥΡΙΖΑ με το ΔΝΤ και την Ευρώπη το 2015 έχουν λίγο πολύ καταγραφεί και αναλυθεί.

    Το νέο βιβλίο παίρνει ως σημείο αναφοράς την εκλογή της κυβέρνησης Τσίπρα-ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και με αφορμή τις απροσχημάτιστες απόπειρές της για τη χειραγώγηση του τηλεοπτικού τοπίου, επιχειρεί να φωτίσει τα προσωπικά μου βιώματα, ως δημοσιογράφος τότε, που σχετίζονται με πρόσωπα και γεγονότα τα οποία ο κόσμος έχει ακούσει ή έχει γνωρίσει μέσα από δημοσιεύματα της τελευταίας πενταετίας.

    Μετασχηματίζει τα βιώματά μου σε εργαλεία με σκοπό να τα προσφέρει στον αναγνώστη και να τον βοηθήσει να αποκτήσει μία εκ των έσω ευρύτερη εικόνα και αντίληψη για το πώς δημιουργούνται οι ειδήσεις στην Ελλάδα και το πώς η δημοσιογραφία στην χώρα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτικής και επιχειρηματικής διαπλοκής. Όλα αυτά υπό τη σκέπη του «πρώτη φορά Αριστερά».

    Υπάρχουν κάποιοι που ισχυρίζονται ότι ο Δημάδης από εκεί που υποστήριζε ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το 2015 και ανήκε στο στρατόπεδο των αντιμνημονιακών, ξαφνικά κάτι έγινε και τα έσπασε με τον ΣΥΡΙΖΑ και από τότε το γύρισε σε αντι-ΣΥΡΙΖΑ…

    Αρθρογραφούσατε μάλιστα σε μέσα που ήταν φίλα προσκείμενα στον ΣΥΡΙΖΑ, όπως η ΕΦΣΥΝ και το Periodista.

    Και τότε που ξέσπασε η υπόθεση που αποκαλείται “perouka gate”, υπήρχαν πολλοί που αναρωτιόντουσαν -και μέχρι σήμερα αναρωτιούνται- πώς ήταν δυνατόν εσείς που γράφατε σε μέσα προσκείμενα στον ΣΥΡΙΖΑ και τον τότε Υπουργό Νίκο Παππά, να κάνετε ρεπορτάζ επί της ουσίας εναντίον του;

    Τι σκέφτεστε επ’ αυτού;

    Όσοι τα ισχυρίζονται αυτά με πολύ απλά λόγια δεν ξέρουν τι τους γίνεται και τι σημαίνει ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Δηλαδή τι λένε αυτοί που χρησιμοποιούν ένα τέτοιο επιχείρημα;

    Οτι όσοι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα δουλεύουν για μέσα με συγκεκριμένο πολιτικό προσανατολισμό -εν προκειμένω ΣΥΡΙΖΑϊκό εφόσον μιλάμε για την ΕΦΣΥΝ και το Periodista- πρέπει να υπηρετούν πειθήνια αυτόν τον προσανατολισμό και την πολιτική ατζέντα του κόμματος ή της κυβέρνησης που ακολουθεί το μέσο για το οποίο δουλεύουν;

    Άρα όσοι μετέρχονται ενός τέτοιου ισχυρισμού πιστεύουν ότι ο ρόλος του δημοσιογράφου στην Ελλάδα συνίσταται στο να είναι πειθήνιο όργανο της πολιτικής ή κομματικής “γραμμής” του μέσου στο οποίο εργάζονται.

    Δικαίωμα τους είναι, όσοι τα λένε αυτά, να θεωρούν, διαμέσου μίας τέτοιας αντίληψης, τους δημοσιογράφους “γιουσουφάκια” του εκάστοτε κόμματος, υπουργού ή κυβέρνησης αναλόγως του μέσου ή των μέσων με τα οποία είναι συμβεβλημένοι εργασιακά.

    Όμως, πολύ κακώς και άδικα όσοι διατηρούν μία τέτοια νοσηρή αντίληψη περί δημοσιογραφίας επιχείρησαν -ή ακόμα και μέχρι σήμερα επιχειρούν- να κάνουν προβολή αυτής της αντίληψης πάνω μου, διερωτώμενοι αυτό που μόλις μεταφέρατε με την ερώτησή σας: Πώς δηλαδή ο Δημάδης που έδινε κείμενά του στην ΕΦΣΥΝ και το Periodista, έκανε ρεπορτάζ για τον υπουργό που αυτά τα μέσα υποστήριζαν;

    Απαντώ λοιπόν ότι για μένα δημοσιογραφία σημαίνει ότι ο δημοσιογράφος έχει υποχρέωση να στέκεται απέναντι σε κάθε κυβέρνηση και εξουσία. Δεν είναι ρόλος του δημοσιογράφου να χαριεντίζεται με την εξουσία και να της κάνει τα γλυκά μάτια. Ποτέ μου δεν το έκανα, ούτε επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ.

    Καλώ όποιον θέλει να ανατρέξει στην αρθρογραφία μου την περίοδο 2009-2012 καθώς και στο πρώτο μου βιβλίο, για να διαπιστώσει τη σκληρή κριτική μου στην κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου.

    Καλώ όποιον θέλει να ανατρέξει με ένα απλό search στο google την κριτική μου στην κυβέρνηση της ΝΔ και την επίθεση που δέχτηκα τότε από το πρωθυπουργικό γραφείο Tύπου του Αντώνη Σαμαρά επειδή το ρεπορτάζ που μετέδιδα για τον ΣΚΑΪ από τις Βρυξέλλες για την τμηματική καταβολή των δόσεων προς την Ελλάδα ήταν αντίθετο στην κυβερνητική ατζέντα του δήθεν success story.

    Και το πώς υπέστην λογοκρισία από το Μέγαρο Μαξίμου του Σαμαρά που με οδήγησε στην παραίτησή μου από τον ΣΚΑΪ, την οποία υπέβαλα με δημόσια επιστολή μου.

    Όλα αυτά είναι δημόσια και καταγεγραμμένα.

    Όταν ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ, και πάλι εγώ επέλεξα να βρεθώ απέναντι από την εξουσία που ασκούσε, από την στιγμή που άρχισα δημοσιογραφικά να αντιλαμβάνομαι ότι πρόσωπα της κυβέρνησής του -όπως ο Νίκος Παππάς- έτειναν να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο με εκπροσώπους προηγούμενων κυβερνήσεων: Άλλα έλεγαν στην Ελλάδα κι άλλα στο εξωτερικό.

    Στην Ελλάδα το έπαιζαν επαναστάτες και κατά τις επισκέψεις τους στην Αμερική μετατρέπονταν σε υπάκουα πρόβατα. Έλεγαν θα δώσουν τέλος στην διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, αλλά ήταν ο Παππάς που χαρακτήριζε απόρρητα τα ταξίδια που έκανε με δημόσιο χρήμα. Όλα όσα είχαν υποσχεθεί να τελειώσουν με την εκλογή τους, οι ΣΥΡΙΖAίοι όχι απλά τα συνέχισαν αλλά τα υιοθέτησαν κατά τρόπο ωμό, απροσχημάτιστο, και απροκάλυπτο που έθιγε την κοινή νοημοσύνη όπως και την λαϊκή εντολή που είχαν λάβει.

    Με βάση την αντίληψη που αναφέρατε, ενώ τα έβλεπα όλα αυτά εγώ θα έπρεπε να βάζω το κεφάλι μου στην άμμο και να κρατάω το στόμα μου κλειστό επειδή έδινα κείμενα στην ΕΦΣΥΝ και το Periodista. Εγώ έχω αποδείξει, πληρώνοντας ακριβό κόστος στη μέχρι σήμερα διαδρομή μου, ότι ούτε η σιωπή μου εξαγοράζεται ούτε η άποψή μου ή το ρεπορτάζ μου χειραγωγείται.

    Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Παππάς προφανώς θεωρούσαν ότι μέσω των συνεργασιών μου με την ΕΣΦΥΝ και το Periodista μπορούσαν να με έχουν στο χέρι. Εμπράκτως αποδείχθηκε ότι είχαν κάνει ένα χονδροειδές λάθος στους υπολογισμούς τους και τα κίνητρά τους.

    Τι απαντάτε σε όσους στην Ελλάδα αναφέρονται στις κατηγορίες περί «δημοσιογραφίας της περούκας»;

    Αυτό που στην Ελλάδα οι ΣΥΡΙΖΑ, Παππάς και οι μετακλητοί τους υπάλληλοι αποκάλεσαν δημοσιογραφία της περούκας, στην Αμερική αποτελεί γνωστή και ευρέως διαδεδομένη δημοσιογραφική πρακτική, η οποία ονομάζεται undercover reporting και η οποία διδάσκεται επισήμως σε διακεκριμένα αμερικάνικα πανεπιστήμια, όπως το Columbia, από το οποίο έχω αποφοιτήσει.

    Πρόκειται για μία απόλυτως θεμιτή και αποδεκτή από τις θεσμικές και επίσημες αρχές της Αμερικής δημοσιογραφική πρακτική και είμαι υπερήφανος που στην Ελλάδα αυτή η δημοσιογραφική πρακτική έγινε ευρέως γνωστή χάρη σε εμένα.

    Τώρα σε ό,τι αφορά τα περί δήθεν παραβίασης της δημοσιογραφικής δεοντολογίας από το undercover reporting, απόδειξη του ότι το ρεπορτάζ μου ουδέποτε εναντιώθηκε στην δημογραφική δεοντολογία, όχι μόνο των αμερικάνικων αλλά και των ελληνικών μέσων ενημέρωσης, αποτελεί το γεγονός ότι η ίδια η ΕΣΗΕΑ που συνεδρίασε για να αποφασίσει αν πρέπει να μου ασκηθεί πειθαρχική δίωξη, με απόφασή της αρνήθηκε να μου αποδώσει ουδέποτε την οποιαδήποτε πειθαρχική κατηγορία.

    Όταν κάποιος ψηφίζει τον Παππά και τον Πολάκη, τότε η άποψή του περί δημοσιογραφίας είναι αναμενόμενο να έχει ως πρότυπο τη δημοσιογραφία της εφημερίδας ΧΩΝΙ που πριν μερικά χρόνια με πρωτοσέλιδά της «ξέπλενε» τους Χρυσαυγίτες.

    Από ανθρώπους με τέτοιες πολιτικές και δημοσιογραφικές επιλογές δεν περιμένεις να ξέρουν τι σημαίνει ερευνητική δημοσιογραφία, ούτε περιμένεις να ξέρουν τι είναι το undercover reporting που διδάσκεται στην Αμερική. Από αυτούς περιμένεις να χρησιμοποιούν την ταμπέλα δημοσιογραφία της περούκας για ρεπορτάζ που δεν τους αρέσει με τον ίδιο τρόπο που βάζουν την ταμπέλα του φασίστα για καθέναν που διαφωνεί και έχει αντίθετη άποψη μαζί τους.

    Μπορούμε να μιλάμε σήμερα για ανεξάρτητη δημοσιογραφία στην Ελλάδα;

    Για να υπάρξει ποτέ ανεξάρτητη δημοσιογραφία στη χώρα μας πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:

    Πρώτον, να απαγορευθεί δια νόμου η κρατική διαφήμιση σε ΜΜΕ. Είναι αστείο να περιμένουμε να κρατήσουν την εξουσία υπόλογη τα μέσα ενημέρωσης που εξαρτώνται οικονομικά από τις διαφημίσεις που τους δίνει η εκάστοτε εξουσία και κυβέρνηση.

    Δεύτερον, να απαγορευθεί στους επιχειρηματίες που είναι ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης, και ειδικά τηλεοπτικών σταθμών πανελλαδικής εμβέλειας, να έχουν ταυτοχρόνως συναλλαγές με την κυβέρνηση για δημόσια έργα και εργολαβίες.

    Τρίτον, να ποινικοποιηθεί η διπλοθεσία δημοσιογράφων που ενώ εργάζονται για ιδιωτικά ΜΜΕ, και μάλιστα από διευθυντικές θέσεις ευθύνης πολλές φορές, ταυτοχρόνως είναι διορισμένοι σε δημόσιες θέσεις ως αργομισθίες ή μετακλητοί υπάλληλοι υπουργείων.

    Αυτά τα θέματα πρέπει επιλυθούν σε νομοθετικό ή ακόμα και συνταγματικό επίπεδο από την ίδια τη Δημοκρατία μας η οποία είναι αυτή πρωτίστως που ζημιώνεται από την υπάρχουσα μορφή της ελεγχόμενης, χειραγωγούμενης και υποταγμένης δημοσιογραφίας στην χώρα μας.

    Πιστεύετε ότι η δημοσιογραφία στη σημερινή Ελλάδα εξακολουθεί να συνιστά την τέταρτη εξουσία;

    Ποιoς δίνει σημασία πια στην Ελλάδα για την άποψη του τάδε ή του δείνα δημοσιογράφου για να θεωρούμε πλέον τους δημοσιογράφους τέταρτη εξουσία; Ουδείς και, πιο συγκεκριμένα, ουδείς που είναι σοβαρός, μορφωμένος και με παιδεία.

    Διότι ποιoς μορφωμένος εν έτει 2020 στην Ελλάδα περιμένει να ενημερωθεί και να διαμορφώσει άποψη από τον Βαξεβάνη και την Γιάμαλη για το τι συμβαίνει στη χώρα και τον υπόλοιπο κόσμο;

    Δεν έφερα τυχαία αυτά τα δύο παραδείγματα, γιατί τα θεωρώ ό,τι πιο δημοσιογραφικά τριτοκλασάτο έχει περάσει από τη σύγχρονη ελληνική δημοσιογραφία μετά την εποχή Τράγκα, Κουρή και αυριανισμού.

    Η ελληνική δημοσιογραφία βρίσκεται σήμερα στον αστερισμό του μετα-αυριανισμού, που είναι πιο ύπουλος από τον καθαρόαιμο αυριανισμό. Στον αυριανισμό όπου είδηση ήταν το αιδοίο της Λιάνη και τα σύκα του Χατζιδάκη, ο σεξισμός το χυδαίο, και ο ρατσισμός ήταν εκεί, ορατός, απτός, εκκωφαντικός.

    Στον μετα-αυριανισμό και τους εκφραστές του, τύπου Γιάμαλη και Βαξεβάνη, η χυδαιότητα, η ημιμάθεια, ο σεξισμός και η κομματικά στρατευμένη “δημοσιογραφία” κρύβονται πίσω από τον ιδεολογικό μανδύα μίας δήθεν Αριστεράς την οποία επικαλούνται ως άλλοθι αποπροσανατολισμού και συγκάλυψης αυτών των αρχών του αυριανισμού του οποίου είναι γνήσιοι εκφραστές και άξιοι συνεχιστές τους.

    Ένα από τα μεγάλα θέματα των ημερών στην Ελλάδα αποτελεί η καταδίκη της Χρυσής Αυγής.

    Εσείς έχετε μέσα από την αρθρογραφία σας αναφερθεί συχνά σε θέματα του πώς έπρεπε να είχε αντιμετωπιστεί το φαινόμενο αυτής της εγκληματικής οργάνωσης. Η καταδίκη επέφερε και το τέλος αυτής της νεοναζιστικής ιδεολογίας στη χώρα μας;

    Σίγουρα η καταδίκη της Χρυσής Αυγής αποτελεί δικαίωση της Δημοκρατίας σε συμβολικό επίπεδο και νίκη της Δικαιοσύνης σε επίπεδο ποινικής καταδίκης των εγκλημάτων των στελεχών αυτής της νεοναζιστικής οργάνωσης. Φοβάμαι όμως ότι υπό τη σκοπιά της πολιτικής, αυτή η ποινική καταδίκη δεν σημαίνει το τέλος της Χρυσής Αυγής ούτε της ιδεολογίας που αυτή εκφράζει. Αντίθετα εκτιμώ ότι η Χρυσή Αυγή θα συνεχίσει να αναπαράγει την ιδεολογία της στο μέλλον, ακόμα και αν αυτό το κάνει υπό άλλα πολιτικά σχήματα που θα λειτουργούν ως πολιτικοί μετασχηματισμοί αυτής της οργάνωσης.

    Με δεδομένο αφενός ότι η καταδίκη των χρυσαυγιτών δεν τους εξαφανίζει από την πολιτική μας ζωή, αφού σύμφωνα με το νέο ποινικό κώδικα που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, οι ίδιοι καταδικασθέντες μπορούν να είναι και πάλι υποψήφιοι στις επόμενες ή μελλοντικές εκλογές.

    Και αφετέρου, με δεδομένο ότι προβλήματα όπως η απαξίωση της πολιτικής και η ανυπαρξία της λογοδοσίας των πολιτικών στη Δικαιοσύνη, που αποτέλεσαν μερικώς τη γενεσιουργό αιτία της δημιουργίας της Χρυσής Αυγής, συνεχίζουν να υφίστανται και να παραμένουν άλυτα, η ανησυχία μου είναι ότι η βραχυπρόθεσμη εξάρθρωση με όρους μόνο ποινικού δικαίου της εγκληματικής παρακρατικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής δεν είναι αρκετή για να κάνει μακροπρόθεσμα το τέρας του φασισμού στη χώρα μας να ξεψυχήσει πολιτικά.

    Οι καταδίκες των Χρυσαυγιτών δεν αρκούν για να ανακτήσει το πολιτικό μας σύστημα τη χαμένη τιμή και καταρρακωμένη αξιοπιστία του, όσο παραμένει ακόμη γονατισμένο και ανήμπορο μπροστά στο αίτημα της πλατιάς μάζας του κόσμου για την αυτοκάθαρση.

    Τι θα μπορούσε να πράξει το πολιτικό μας σύστημα για να θεωρηθεί ότι πηγαίνει ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση για την πολιτική αντιμετώπιση του προβλήματος της Χρυσής Αυγής στο μέλλον;

    Ο κόσμος είναι θυμωμένος με τους πολιτικούς και το πολιτικό μας σύστημα γιατί βλέπει και καταλαβαίνει ότι η Βουλή και οι βουλευτές λειτουργούν σαν μία ομερτά αλληλοκάλυψης και συντεχνίας μεταξύ τους. Είναι εξωφρενικό στην Ελλάδα του 2020 οι βουλευτές που εκλέγονται για να υπηρετούν τον λαό, να αρνούνται να έχουν την ίδια μεταχείριση ενώπιον της Δικαιοσύνης με τον λαό που τους εκλέγει.

    Είναι ανήθικο οι βουλευτές και οι υπουργοί, που υπάρχουν για να νομοθετούν και να υπηρετούν τους νόμους, να θεωρούν τους εαυτούς τους υπεράνω του νόμου και να κάνουν χρήση της βουλευτικής ή υπουργικής ασυλίας για να αποφύγουν, να ξεφύγουν και να υπεκφύγουν των ποινών που επισείουν οι νόμοι για την εκάστοτε φερόμενη παράνομη ή άδικη πράξη τους για την οποία κατηγορούνται.

    Η ασυλία των πολιτικών έγινε πολιτικό «όπλο» στα χέρια των νεοναζί και κάθε ακραίου αντιδημοκρατικού στοιχείου της πολιτικής μας ζωής για να θεμελιώνει το επιχείρημα της κάθαρσης της πολιτικής ζωής, που στην περίπτωση των νεοναζιστών ισοδυναμεί με πρακτικές για τις οποίες καταδικάστηκαν ποινικά.

    Η ποινική καταδίκη όμως δεν σημαίνει και την καταδίκη της πολιτικής ύπαρξής τους που θρέφεται όσο το δημοκρατικό τόξο του πολιτικού μας συστήματος αρνείται να προβεί από μόνο του στην αυτοκάθαρσή του.

    Η κάθαρση του πολιτικού συστήματος δεν σημαίνει μόνο την τιμωρία πολιτικών που καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα. Αφορά πρωτίστως τους σημερινούς και μελλοντικούς εκπροσώπους του Κοινοβουλίου, οι οποίοι όλα αυτά τα χρόνια μέχρι σήμερα δεν έχουν το σθένος να καταστήσουν εαυτούς ισότιμους με τους πολίτες απολαμβάνοντας για τον εαυτό τους το αντιδημοκρατικό προνόμιο της ασυλίας απέναντι στο νόμο και την Δικαιοσύνη.

    Σε όλες τις προηγμένες Δημοκρατίες του δυτικού κόσμου, οι πρώτοι που είναι υπόλογοι απέναντι στο νόμο και την Δικαιοσύνη ακόμα για το παραμικρό λάθος ή αμέλειά τους είναι οι πολιτικοί και μετά οι πολίτες. Οι πολιτικοί διαχειρίζονται τα χρήματα των πολιτών και οφείλουν να είναι οι πρώτοι που θα λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη όταν παραβιάσουν το νόμο.

    Στην Ελλάδα βλέπουμε τους πολιτικούς να κινούνται υπεράνω του νόμου και να αλληλοκαλύπτονται ξεδιάντροπα λειτουργώντας ως ομερτά.

    Το είδαμε αυτό να συμβαίνει προσφάτως και με την απόφασή τους να μην άρουν την ασυλία του Πολάκη, ενός ανθρώπου που είναι ό,τι πιο χυδαίο έχει περάσει από το Ελληνικό Κοινοβούλιο μετά τους Χρυσαυγίτες.

    Ποιο θεωρείτε το κυριότερο ατού της της σημερινής κυβέρνησης;

    Στην αρχή πολλοί είχαν υποτιμήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη, εντός και εκτός κόμματός του, και δεν πίστευαν ότι διαθέτει τα ηγετικά χαρακτηριστικά για να ηγηθεί ενός κόμματος και μίας χώρας.

    Μέχρι σήμερα έχει, πιστεύω, εκπλήξει ευχάριστα ακόμη και τους σκληρότερους εσωκομματικούς επικριτές του που αμφισβητούσαν τις ηγετικές ικανότητές του.

    Έχει καταφέρει να ανακτήσει για την Ελλάδα μία εθνική ευπρέπεια μετά από το πέρασμα στην εκπροσώπηση της χώρας μας ενός Τσίπρα ο οποίος από ένα σημείο και μετά είχε γίνει διεθνής περίγελος με τον τρόπο που συμπεριφερόταν και με αυτά που έλεγε.

    Ένα από τα όσα εξιστορώ στο νέο μου βιβλίο Ένα Ρεπορτάζ για την Τηλεόραση και την Εξουσία είναι τα όσα είχα δει με τα μάτια μου κατά την παρουσία του Τσίπρα στο Ίδρυμα Κλίντον με πρόσκληση της Αγγελοπούλου.

    Σε αυτές τις σελίδες οι αναγνώστες του βιβλίου θα διαβάσουν ότι ο νεοεκλεγμένος -τότε- πρωθυπουργός της χώρας μας βρέθηκε χάρη στην Αγγελοπούλου να συζητά σε ζωντανή μετάδοση με τον πρώην Αμερικανό πρόεδρο Κλίντον, γεγονός που κατέληξε να προκαλέσει τα ντροπιαστικά γέλια των παρευρισκομένων σε εκείνη την εκδήλωση πράγμα που ωστόσο δεν είχαν δείξει οι κάμερες.

    Ανεξαρτήτως του τι ψηφίζει ο καθένας, ο Μητσοτάκης τουλάχιστον δεν ξεφτιλίζει τη χώρα στο εξωτερικό όπως έκανε ο Τσίπρας με την ημιμάθειά του, την αμορφωσιά του και το έλλειμμα συνειδητοποίησης που είχε σε σχέση με το τι ακριβώς εκπροσωπεί ως πρωθυπουργός στο εξωτερικό.

    Ποιο θεωρείτε ότι αποτελεί ή θα μπορούσε να καταστεί το πιο τρωτό της σημείο;

    Να αποδείξει ότι δεν έχει το πολιτικό σθένος να θέσει επί των τύπων των ήλων και να οδηγήσει στο Ειδικό Δικαστήριο όσα πρόσωπα της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ υπάρχουν εναντίον τους καταφανείς ενδείξεις και δημόσιες κατηγορίες ότι ενεπλάκησαν σε σκάνδαλα.

    Η fake διαπραγμάτευση Τσίπρα το 2015, τα σκάνδαλα Καλογρίτσα, τηλεοπτικών αδειών και Πετσίτη, που από το πουθενά βρέθηκε να πληρώνεται μέχρι και από τον Κοντομηνά επειδή είχε την ιδιότητα του συμμαθητή του Παππά, η στημένη ιστορία της Novartis. Όλα αυτά και άλλα που έγιναν μέσα σε μία μόλις τετραετία είναι πολλά και χοντρά.

    Το ενδεχόμενος λάθος της κυβέρνησης Μητσοτάκη θα είναι να τα αφήσει να περάσουν, να χωνευτούν και να ξεχαστούν με το πρόσχημα της μη ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής.

    Το τσιτάτο περί μη ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής χρησιμοποιείται κάθε φορά από το παρελθόν έως σήμερα ως πρόσχημα ξεπλύματος. Αποποινικοποιημένη πολιτική ζωή υπάρχει μόνο στις δικτατορίες και τα απολυταρχικά καθεστώτα όπου οι δικτάτορες και ηγέτες τύπου Ερντογάν και Πούτιν είναι υπεράνω του νόμου.

    Στις ανεπτυγμένες Δημοκρατίες ουδείς έχει ασυλία απέναντι στον νόμο, ούτε οι πρόεδροι, ούτε οι πρωθυπουργοί.

    Αν η κυβέρνηση της ΝΔ φοβηθεί να ανοίξει τον δρόμο για Ειδικό Δικαστήριο κατά πολιτικών προσώπων του τερατουργήματος των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, τότε θα μιλάμε για μία προ των πυλών συγκάλυψη σωρείας υποθέσεων και αυτό ιστορικά δεν θα περιποιεί τιμή ούτε στον Μητσοτάκη, ούτε στην κυβέρνησή του, ούτε στη Δημοκρατία μας.

    Πληροφορίες:

    Το νέο βιβλίο του Θάνου Δημάδη με τίτλο Ένα Ρεπορτάζ για την Τηλεόραση και την Εξουσία (Νέα Υόρκη-Αθήνα) κυκλοφορεί από την Foreign Press USA Media Productions στις 22 Οκτωβρίου στα βιβλιοπωλεία Public και σε επιλεγμένα βιβλιοπωλεία όλης της χώρας.

    Το βιβλίο επίσης θα διατίθεται μέσω της ιστοσελίδας του Θάνου Δημάδη (www.DimadisBook.gr) για αγορά online με χρήση πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας ή με αντικαταβολή και δωρεάν κατ’ οίκον παράδοση ανά την ελληνική επικράτεια.



    ΣΧΟΛΙΑ