ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η αμερικανική Goldman Sachs εξηγεί ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια πολιτικής κατά 75 μ.β., όπως αναμενόταν ευρέως, και τόνισε ότι έχει πλέον σημειώσει “σημαντική πρόοδο στην απόσυρση των διευκολύνσεων της νομισματικής πολιτικής”.
Το Συμβούλιο επανέλαβε ότι “αναμένει περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων” και διατήρησε την προσέγγισή του ανά συνεδρίαση, σημειώνοντας ότι η βαθμονόμηση των επερχόμενων αυξήσεων των επιτοκίων θα εξαρτάται από τα δεδομένα.
Η πρόεδρος Λαγκάρντ επισήμανε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα αποφασίσει σχετικά με τις αρχές για την εκκαθάριση του ισολογισμού στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου και το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να τροποποιήσει τους όρους του TLTRO, αυξάνοντας το επιτόκιο χρηματοδότησης στο επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων από τις 23 Νοεμβρίου και μετά.
Όσον αφορά την οικονομία, το Διοικητικό Συμβούλιο σημείωσε ότι η ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί σημαντικά, οι τιμές έχουν αυξηθεί και διευρυνθεί, τονίζοντας ότι οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό παραμένουν στρεβλοί προς τα πάνω.
Η γαλλική Societe Generale πιστεύει ότι η ΕΚΤ επιφύλαξε λίγες εκπλήξεις. Οι λεπτομέρειες σχετικά με τη σύσφιξη των όρων του TLTRO καθιστούν ασύμφορο για τις τράπεζες να ‘κάθονται’ σε πλεονάζοντα μετρητά από τις 23 Νοεμβρίου. Η ΕΚΤ κερδίζει επίσης χρόνο πριν εξετάσει την κατάλληλη ποσοτική σύσφιξη (Quantitative Tightening – QT), οι βασικές αρχές της οποίας θα παρουσιαστούν τον Δεκέμβριο.
Ενώ η μείωση του ισολογισμού θα προσφέρει στην ΕΚΤ ενδείξεις για το πώς θα αντιδράσουν οι χρηματοπιστωτικές αγορές στη μειωμένη ρευστότητα, η SG πιστεύει ότι οι προοπτικές για τον πληθωρισμό είναι ο λόγος να προχωρήσει γρήγορα η QT, εκτός αν υπάρξει βαθύτερη ύφεση αυτόν τον χειμώνα, και επομένως να επισπεύσει την προσωρινή έναρξη της QT για τον Μάρτιο του επόμενου έτους.
Η γαλλική τράπεζα εκτιμά ότι οι συνθήκες και ο κατακερματισμός στην αγορά τραπεζικής χρηματοδότησης ενδέχεται να καταστήσουν αναγκαία τη στήριξη της ΕΚΤ στις πιο ευάλωτες τραπεζικές αγορές, ιδίως εάν η πιστωτική ανάπτυξη σταματήσει σημαντικά το επόμενο έτος.
Η ιταλική UniCredit εκτιμά ότι η πρόεδρος της ΕΚΤ Λαγκάρντ ακούστηκε πιο επιφυλακτική εν μέσω επιδείνωσης των προοπτικών ανάπτυξης και με βάση τη σημαντική σύσφιξη που έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής. Η ιταλική τράπεζα προβλέπει ότι το παρεμβατικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα φτάσει στο 2,25% τον Φεβρουάριο. Η κεντρική τράπεζα αποφάσισε επίσης να αλλάξει τους όρους του TLTRO, διαγράφοντας de facto το carry που μπορούν να κερδίσουν οι τράπεζες από τα κεφάλαια αυτά από τα τέλη Νοεμβρίου.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ δεν συζήτησε τη μείωση του χαρτοφυλακίου τίτλων (QT) σε αυτή τη συνεδρίαση, αν και η κ. Λαγκάρντ δήλωσε ότι οι “αρχές” του QT θα αποφασιστούν τον Δεκέμβριο, ενώ η εφαρμογή του είναι πιθανό να ακολουθήσει κάποια στιγμή μετά από αυτό. Η ΕΚΤ θεωρεί τώρα τους κινδύνους για τις προοπτικές ανάπτυξης “σαφώς καθοδικούς” (από “κυρίως καθοδικούς” το Σεπτέμβριο), ενώ η εκτίμηση κινδύνου για τον πληθωρισμό που είναι στραμμένος “κυρίως προς τα πάνω”, είναι διατύπωση που παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη.
Η ιταλική τράπεζα εκτιμά, σε αντίθεση με τη Goldman Sachs και τη Societe Generale, ότι η κ. Λαγκάρντ άφησε βαρείς υπαινιγμούς ότι ο ρυθμός σύσφιξης των επιτοκίων θα επιβραδυνθεί από εδώ και πέρα και το ανώτατο επιτόκιο μπορεί να μην είναι τόσο υψηλό όσο πιστεύουν οι αγορές.
Τέλος, η ολλανδική ING, με σαφή ειρωνική διάθεση, επισημαίνει ότι η δεύτερη «jumbo» αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης (μ.β.), έρχεται μόλις ένα χρόνο μετά την επική συνέντευξη τύπου της πρόεδρου της ΕΚΤ Λαγκάρντ που έμεινε στην ιστορία με την ατάκα «η κυρία δεν κάνει tapering».
Η ING παραμένει πολεμική στη ρητορική της, εξηγώντας ότι η Ευρώπη βλέπει τον πιο απότομο και πιο επιθετικό κύκλο αύξησης των επιτοκίων που έχει γίνει ποτέ. Σε λίγο περισσότερο από τρεις μήνες, η ΕΚΤ έχει πλέον αυξήσει τα επιτόκια συνολικά κατά 200 μ.β.
Η ΕΚΤ έχει πραγματοποιήσει τις πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων στην ιστορία της, παρά τον πόλεμο στην Ευρώπη, τα ελάχιστα σημάδια υπερθέρμανσης της οικονομίας, τις ενδείξεις μιας διαφαινόμενης ύφεσης και τον πληθωρισμό σε επίπεδα-ρεκόρ, ο οποίος οφείλεται κυρίως στις υψηλές τιμές της ενέργειας και των εμπορευμάτων.
Πριν από μερικά χρόνια, η ίδια ΕΚΤ αλλά με διαφορετικούς πρωταγωνιστές μπορεί να είχε αποφασίσει διαφορετικά. Η σημερινή ΕΚΤ, ωστόσο, ξύπνησε πολύ αργά και συνειδητοποίησε ότι, ακόμη και αν ο πληθωρισμός οφείλεται σε παράγοντες από την πλευρά της προσφοράς, ο πολύ υψηλός πληθωρισμός για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να βλάψει την αξιοπιστία μιας κεντρικής τράπεζας και να φυτέψει τους σπόρους για αδικαιολόγητα δευτερογενή αποτελέσματα.
Στην παρούσα συγκυρία μιας διαφαινόμενης ύφεσης και υψηλής αβεβαιότητας, άλλο πράγμα είναι η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής και άλλο πράγμα η μετάβαση σε περιοριστικό έδαφος. Με τη τελευταία αύξηση των επιτοκίων, η ΕΚΤ έφτασε πολύ κοντά στο σημείο στο οποίο η κανονική πολιτική θα μπορούσε να γίνει περιοριστική, καταλήγει η ολλανδική τράπεζα.
Διαβάστε επίσης:
Οι αγαπημένοι αναλυτές των θεσμικών επενδυτών της Wall Street
Jefferies: Γιατί παραμένει αισιόδοξη για την Ελλάδα και τις ελληνικές μετοχές