Στην ανάγκη ενίσχυσης των επενδύσεων ως μοχλού για τη διατήρηση της αναπτυξιακής πορείας και την αύξηση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας εστίασε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, κατά την ομιλία του στο Athens Investment Forum στο Μέγαρο Μουσικής.

Ο κ. Καραβίας τόνισε ότι, μετά τη δημοσιονομική σταθεροποίηση, η χώρα πρέπει να περάσει στη φάση της ποιοτικής ανάπτυξης, επενδύοντας σε τεχνολογία, καινοτομία, ενέργεια και μεταποίηση. Αναφερόμενος στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), επισήμανε τη σημασία της αποτελεσματικής αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων, υπερασπιζόμενος τη συμμετοχή των τραπεζών στη διαδικασία, που –όπως είπε– διασφάλισε διαφάνεια και ορθολογική κατανομή των κεφαλαίων.

1

Παράλληλα, υπογράμμισε την ανάγκη για επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων που περιορίζουν τη ζήτηση για επενδύσεις, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η Ελλάδα μπορεί, μέσα στους επόμενους μήνες, να αξιοποιήσει στο έπακρο τις ευκαιρίες που προσφέρει το ΤΑΑ και να ενισχύσει τη θέση της στο νέο διεθνές οικονομικό περιβάλλον.

Ολόκληρη η ομιλία του

Κυρίες και Κύριοι,

Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω ευχαριστώντας το Athens Investment Forum και τον κ. Καρρέρ. Για μια ακόμη χρονιά με προσκαλεί να μιλήσω σε μια εκδήλωση αναγνωρισμένου κύρους και εμβέλειας, με μια θεματική εξαιρετικά επίκαιρη και ενδιαφέρουσα για τη χώρα μας: «Η Ελλάδα στην εποχή της παγκόσμιας αναδιάταξης, ευκαιρίες και προκλήσεις στο νέο περιβάλλον».

Πράγματι, ζούμε μια περίοδο τεκτονικών αλλαγών, που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια, τη δημιουργία νέων δρόμων μεταφοράς ενέργειας, όπως διαπιστώσαμε και στο συνέδριο για τη Διατλαντική Ενεργειακή Συνεργασία, την προηγούμενη εβδομάδα, τις διεθνείς εμπορικές σχέσεις, τη μετανάστευση, τον ανταγωνισμό των υπερδυνάμεων στην εξέλιξη νέων τεχνολογιών. Το μέλλον της χώρας, αλλά και της Ευρώπης, θα κριθεί από την επιτυχία στην προσαρμογή – αν θα είμαστε διαμορφωτές ή ουραγοί αυτής της νέας εποχής.

Στο υπόβαθρο αυτής της νέας διεθνούς αρχιτεκτονικής είναι και ο ανταγωνισμός για την προσέλκυση επενδύσεων. Για παράδειγμα, η πρόσφατη συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ για δασμούς 15%, περιέχει και τη δέσμευση της Ευρώπης για 600 δις δολάρια επενδύσεις στις ΗΠΑ. Δηλαδή, ακόμη και οι ΗΠΑ θέτουν ως πρωταρχικό τους στόχο την προσέλκυση επενδύσεων.

Συγχρόνως, η έκθεση Ντράγκι διατυπώνει την αγωνία ότι για να σταθεί η Ε.Ε. ισότιμα απέναντι σε ΗΠΑ και Κίνα, υπάρχει η ανάγκη 800 δις ευρώ επιπλέον επενδύσεων το χρόνο, για να φτάσουμε από το 21% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ κατά μέσο όρο στο 27%. Και επισήμανε, επίσης ορθά, ότι οι επενδύσεις πρέπει να στραφούν στους κρίσιμους τομείς: τεχνολογία αιχμής, ΤΝ, ενέργεια και -παράλληλα- μια αυτόνομη ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, από την οποία μπορεί να προέλθουν τεχνολογικά άλματα.

Η εικόνα είναι πολύ παρόμοια και στην Ελλάδα. Η οικονομία μας έχει κάνει ένα άλμα σταθεροποίησης – με θεμέλιο τη δημοσιονομική σύνεση. Ήταν αναγκαία συνθήκη, αλλά όχι ικανή για το μέλλον. Χρειαζόμαστε αυτό ακριβώς που περιέγραψα σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, δηλαδή περισσότερες επενδύσεις. Είναι πολύ σημαντικό, ότι η συμβολή τους στο ΑΕΠ ανέβηκε από το 11% το 2019, στο 16% πέρυσι, αλλά δεν αρκεί.

Ιδιαίτερα, όταν μετά τη σταθεροποίηση που πετύχαμε, αναδεικνύεται ως η επόμενη πρόκληση της οικονομίας μας, η χαμηλή παραγωγικότητα. Το 2008, στην Ελλάδα, η κατά κεφαλήν παραγωγικότητα βρισκόταν στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σήμερα είμαστε στο 70%. Αυτή η ψαλίδα πρέπει να κλείσει. Και δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τις επενδύσεις, και περισσότερες ποσοτικά, αλλά και σωστά στοχευμένες.

Μιλώντας για επενδύσεις, αβίαστα η συζήτηση στρέφεται και στο ΤΑΑ. Η αξιοποίηση των κονδυλίων του αποτελεί για τον επόμενο χρόνο την υπ’ αριθμόν ένα πρόκληση, ευκαιρία και στόχο για την Ελλάδα. Θα αφιερώσω, λοιπόν, το υπόλοιπο της παρέμβασής μου σε ορισμένα θέματα που έχουν τεθεί στο δημόσιο διάλογο, με δεδομένο ότι το πρόγραμμα λήγει τον ερχόμενο Αύγουστο.

Το πρώτο ζήτημα που συζητείται αφορά το ρυθμό της απορρόφησης. Δεν πρόκειται για αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο. Οι δυσκολίες ήταν από την αρχή γνωστές λόγω των εξαιρετικά αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων που είχαν τεθεί. Στις περισσότερες χώρες οι πόροι του ΤΑΑ δεν θα απορροφηθούν στο σύνολό τους. Μέχρι σήμερα, περίπου 56% από τα 650 δις ευρώ του ΤΑΑ για όλη την Ευρώπη έχουν εκταμιευθεί.

Έρχομαι τώρα, επειδή σε αυτό είμαστε άμεσα εμπλεκόμενοι ως τραπεζικό σύστημα, στο δανειακό σκέλος του ΤΑΑ. Θυμίζω ότι για χαμηλότοκα δάνεια επιχειρήσεων είχαν προβλεφθεί πόροι ύψους 15,4 δις ευρώ. Επελέγη η διοχέτευσή τους στην πραγματική οικονομία μέσω της εμπλοκής συμβουλευτικών εταιριών και των τραπεζών, που συμβάλλουν και με δική τους χρηματοδότηση, αφενός αυξάνοντας το συνολικό ύψος των προς επένδυση κεφαλαίων και αφετέρου αναλαμβάνοντας μέρος του πιστωτικού κινδύνου. Με τις τρέχουσες εκτιμήσεις, θα απορροφηθεί περίπου το 75%, αλλά έχω την πεποίθηση ότι με μια τελική προσπάθεια μπορούμε να πάμε αρκετά ψηλότερα.

Υποστηρίζεται από ορισμένους ότι η εμπλοκή των τραπεζών ήταν σφάλμα. Αυτό αδικεί τις τράπεζες, την προσπάθεια που έχει γίνει, τα αποτελέσματα που έχει φέρει και, κυρίως, παραγνωρίζει μια δυσάρεστη πραγματικότητα από εναλλακτικά συστήματα διοχέτευσης ευρωπαϊκών πόρων, στο παρελθόν, αλλά όχι μόνον. Υπάρχει κάποιος που να μπορεί να υποστηρίξει ευθαρσώς ότι χωρίς τον ιδιωτικό τομέα, δημόσιοι φορείς και κρατικές υπηρεσίες θα διαχειρίζονταν 15 δισεκατομμύρια από ευρωπαϊκά ταμεία και δεν θα υπήρχε καμία υπόνοια για παρασπονδίες; Τι λέει η εμπειρία μας για την ποιότητα της διαχείρισης, για τη στόχευση των κονδυλίων, για την τελική αποτελεσματικότητα -από τα παλαιότερα προγράμματα ή από άλλες, πιο πρόσφατες ευρωπαϊκές επιδοτήσεις;

Ας δούμε τι έχει γίνει έως σήμερα: έχουν συμβασιοποιηθεί σχεδόν 8 δις ευρώ των δανείων του ΤΑΑ, τα οποία όμως αντιστοιχούν σε επενδύσεις ύψους 17,5 δις ευρώ, αφού τέθηκε ως προϋπόθεση η συγχρηματοδότηση και κινητοποιήθηκαν ανάλογα κεφάλαια κυρίως από τις εμπορικές τράπεζες, αλλά και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ) και την EBRD.

Συνολικά έχουν χρηματοδοτηθεί 531 επενδυτικά σχέδια. Μια κρίσιμη παράμετρος: τα δάνεια αυτά κατευθύνθηκαν σε όλους τους κλάδους της οικονομίας (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, βιομηχανία, πρωτογενής τομέας) και όχι μόνον σε παραδοσιακά ισχυρούς τομείς, όπως ο τουρισμός και οι κατασκευές. Το 30% των συμβασιοποιημένων δανείων αφορά έργα ψηφιακού μετασχηματισμού, κρίσιμα για την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Και όλα τα παραπάνω, χωρίς να διατυπωθεί η παραμικρή αιτίαση για προτιμησιακές αντιμετωπίσεις, για αδιαφάνεια, για άνιση αντιμετώπιση μεταξύ ανταγωνιστών ή -ας το πούμε ευθέως- για διαφθορά.

Γιατί δεν έχουμε μεγαλύτερη ζήτηση για επενδύσεις; Διατυπώνονται πολλές απόψεις για το γιατί, ωστόσο φαίνεται ότι δεν έχουμε ακόμη μια παραγωγική βάση αρκετά μεγάλη, ώστε να κινητοποιήσει αποτελεσματικά τους πολύ υψηλούς πόρους που πράγματι διατέθηκαν στην Ελλάδα. Και, δεύτερον, για διαρθρωτικούς λόγους. Ρωτήστε οποιονδήποτε επιχειρηματία – κάθε μεγέθους επιχείρησης. Είναι το κόστος δανεισμού, δηλαδή το επιτόκιο, το βασικό κριτήριο για να προχωρήσει σε μια επένδυση και να αναλάβει το σχετικό ρίσκο; Όχι. Έχουμε ανασφάλεια δικαίου, αργή απονομή του, πολυδαίδαλη νομοθεσία, μεγάλο ρυθμιστικό βάρος. Μας το επισημαίνουν όλοι, σε κάθε ευκαιρία.

Πρόσφατη έκθεση του Στέητ Ντηπάρτμεντ μιλά για ξένες επενδύσεις που συναντούν εμπόδια από τη γραφειοκρατία, τις μακρόσυρτες δικονομικές διαδικασίες, την πολυπλοκότητα νόμων και ρυθμίσεων, το αιώνια ημιτελές κτηματολόγιο και τις μη καθορισμένες χρήσεις γης. Το ίδιο ισχύει για κάθε επένδυση. Υστερούμε σε όλους τους σχετικούς τομείς έναντι του μέσου όρου της ΕΕ και μάλιστα σε κάποιους από αυτούς η απόσταση μεγαλώνει. Σύμφωνα με τον δείκτη του WIPO, η Ελλάδα είναι 25η από τις 27 χώρες της ΕΕ όσον αφορά την εισαγωγή καινοτομίας στην παραγωγή. Επιπλέον, σύμφωνα με το TMF Global Business Complexity Index, διατηρούμε την αρνητική πρωτιά μεταξύ 79 χωρών, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, όσον αφορά την πολυπλοκότητα και την ακαμψία του ρυθμιστικού και φορολογικού περιβάλλοντος.

Το επιχείρημα ότι θα έπρεπε οι πόροι να κατευθυνθούν στους μικρομεσαίους, επίσης αγνοεί την πραγματικότητα. Από τις 900.000 ενεργούς ΑΦΜ επιχειρήσεων, οι 600.000 αφορούν επιχειρήσεις χωρίς κανέναν εργαζόμενο. Επιπλέον, οι ελληνικές ΜΜΕ δεν πάσχουν από έλλειψη διαθέσιμης δανειακής ρευστότητας. Υπάρχουν πολλά προγράμματα με όρους καλύτερους και από το ΤΑΑ – ΤΕΠΙΧ, ΕΑΤ, και οι τράπεζες τα προωθούμε με κάθε τρόπο, γιατί θέλουμε να αυξήσουμε τα έσοδά μας. Μόλις την περασμένη εβδομάδα εγκρίθηκαν άλλα 200 εκατομμύρια ευρώ για να χρηματοδοτήσουν ισόποσα το Ταμείο Δανείων και το Ταμείο Εγγυοδοσίας του ΤΕΠΙΧ ΙΙΙ.

Εκτός εάν υπονοείται ότι θα έπρεπε να χαλαρώσουν τα κριτήρια των πιστοδοτήσεων και να ανοίξει ένας νέος κύκλος κατασπατάλησης των κονδυλίων, απλώς για να απορροφηθούν, χωρίς κανένα μακροπρόθεσμο όφελος για την οικονομία και με στρέβλωση του ανταγωνισμού σε βάρος των υγιών επιχειρήσεων. Είναι αλήθεια ότι αυτό, ούτε ήμασταν, ούτε είμαστε διατεθειμένοι να το κάνουμε και η παρουσία των τραπεζών, με τους μηχανισμούς και τους ίδιους πόρους τους, εγγυήθηκε πως αν μη τι άλλο, ό,τι χρηματοδοτείται έχει τα βασικά εχέγγυα επιτυχίας με το εύλογο ρίσκο που ενσωματώνουμε στην εγκριτική διαδικασία όλων των χορηγήσεων. Εδώ νερό στο κρασί μας δεν θα βάλουμε – είναι η ευθύνη μας, είναι ο ρόλος μας και είναι και το βασικό δίδαγμα από την μεγάλη κρίση που πέρασε η χώρα.

Ήρθε λοιπόν η ώρα να ρίξουμε λευκή πετσέτα; Κάθε άλλο. Μένουν ακόμη εννέα μήνες. Στενό χρονικό διάστημα, αλλά όχι απαγορευτικό. Σημειώστε ότι για τα δάνεια του ΤΑΑ, έως τον Αύγουστο 2026 αρκεί να έχουν συμβασιοποιηθεί τα επενδυτικά σχέδια, τα οποία μπορούν να ωριμάσουν και να εκταμιευθούν στη συνέχεια. Η σταδιακή εισροή πόρων στην οικονομία για μια ακόμη διετία τουλάχιστον μετά το τέλος του προγράμματος μπορεί να στηρίξει το ρυθμό μεγέθυνσής της, προβάλλοντας την αυξημένη σχετική επίδοση των τελευταίων ετών τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον.

Οι τράπεζες, για τη Eurobank μπορώ να σας το εγγυηθώ και προσωπικά, είμαστε και πρόθυμοι και έτοιμοι -με στελέχη, μηχανισμούς και ειδικές ομάδες- να μελετήσουμε προτάσεις με γρήγορους ρυθμούς και να βοηθήσουμε τους πελάτες μας να προχωρήσουν με τον ταχύτερο και καλύτερο τρόπο στην αξιοποίηση των πόρων που παραμένουν διαθέσιμοι.

Κι αυτό αφορά κατεξοχήν τους τομείς που η επένδυση μπορεί να αυξήσει ουσιαστικά τη συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας. Ασφαλώς τους παραδοσιακούς κλάδους, όπου είδαμε αρκετή ζήτηση, όπως τα ακίνητα και ο τουρισμός, αλλά δεσμεύομαι ότι θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να εγκρίνουμε και να στηρίξουμε ολιστικά, με πόρους, ευρωπαϊκούς και δικούς μας, με γρήγορες και διαφανείς διαδικασίες, επενδύσεις στους κρίσιμους για το μέλλον της οικονομίας τομείς, όπως οι νέες τεχνολογίες, ο ψηφιακός μετασχηματισμός, αλλά και για την μεταποίηση, γιατί όχι σε συνδυασμό και με τα σχέδια αναβάθμισης της ευρωπαϊκής και ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας.

Η διάθεση των πόρων του ΤΑΑ έδειξε ότι δεν υπάρχει έλλειμμα ρευστότητας. Oύτε είναι οι ήδη δραστήριοι κλάδοι, όπως ο τουρισμός και τα ακίνητα, που απορροφούν όλα τα διαθέσιμα κεφάλαια στερώντας τα από την υπόλοιπη οικονομία. Το πρόβλημα έγκειται στην απουσία επαρκούς ζήτησης από τους άλλους κλάδους. Εκεί πρέπει να πέσει όλο το βάρος τους επόμενους μήνες, ώστε να καταρτιστούν και να εγκριθούν επενδυτικά σχέδια. Εκεί όπου έχει τα μεγαλύτερα περιθώρια και ανάγκες η ελληνική οικονομία: στη μεταποίηση, τις τεχνολογίες αιχμής, την ψηφιακή μετάβαση μεταξύ άλλων.

Η Πολιτεία από την πλευρά της έχει επίσης δυνατότητες. Το πρώτο, βέβαια, είναι η συνέχιση και επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων που προανέφερα και που είναι καθολικά αποδεκτές ως αναγκαίες. Έχουμε πολλά να κάνουμε και δεν έχουμε πολύ χρόνο. Η πρόκληση συνιστά και κίνητρο. Έχουμε μια ιδιαίτερη σχέση με το χρόνο. Συχνά στο παρελθόν η Ελλάδα κατάφερε σε ασφυκτικά διαστήματα να πετύχει όσα δεν κατάφερνε χωρίς πίεση. Πιστεύω ότι μπορούμε κι αυτή τη φορά.

 

Διαβάστε επίσης 

Όμιλος ΔΕΗ: Με έξι νέες αεριοστροβιλικές μονάδες εκσυγχρονίζονται οι σταθμοί σε Ρόδο, Κρήτη και Χίο

ΑΑΔΕ: Ξεσκέπασε τριγωνική απάτη ΦΠΑ με πολυτελή μεταχειρισμένα μέσω βουλγαρικής εταιρείας–βιτρίνας

Lamda Development: Από 3,8% έως 4,1% το εύρος απόδοσης για το ομολογιακό δάνειο έως €500 εκατ.