Ποτέ μια γεωπολιτική συγκυρία δεν ήταν πιο κρίσιμη. Δύο πόλεμοι, ο ένας στην καρδιά της Ευρώπης και ο άλλος σε μια από τις πιο ζωτικές περιφέρειες του διεθνούς συστήματος, ανέδειξαν με εκκωφαντικό τρόπο αυτό που όλες και όλοι γνωρίζαμε αλλά το αντιμετωπίζαμε είτε με θυμό είτε με ειρωνεία, αλλά πάντοτε με μια έντονη αίσθηση φαταλισμού. Η Ευρώπη είναι στρατηγικά ένας εξαρτημένος δρών. Ένας γεωπολιτικός νάνος που για την ασφάλειά του ήταν κρυφά ικανοποιημένος να ζει στην σκιά του μεγάλου υπερατλαντικού κηδεμόνα. Όμως, η εποχή της αταραξίας φαίνεται ότι τελειώνει. Και δεν είναι μόνο ο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Αυτό είναι μάλλον το σύμπτωμα μιας εξέλιξης που ξεκινάει από την 11η Σεπτεμβρίου. Με την μονομέρεια και την στρατιωτικοποίηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής να είναι το πρώτο επεισόδιο μιας Αμερικής που δεν είναι ικανοποιημένη από τον ρόλο της στον κόσμο και με τον Τραμπ να μην είναι ικανοποιημένη ούτε από τον κόσμο που η ίδια βοήθησε να δημιουργηθεί μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ιδιαίτερα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Ο αμερικανικός αναχωρητισμός που εκδηλώνεται ως απόρριψη παλιών συμμαχιών, ως φλερτ με τους αυταρχικούς ηγέτες αυτού του πλανήτη και ως ένας εθνικολαϊκισμός αλλά με παγκόσμια εμβέλεια και συνέπειες είναι το βασικό χαρακτηριστικό της εποχής μας. Και έρχεται την στιγμή που η Ευρώπη αντιμετωπίζει την μεγαλύτερη απειλή εδώ και δεκαετίες χωρίς να είναι προετοιμασμένη για αυτό. Η ευρωπαϊκή άμυνα είναι ένα ανέκδοτο με ελάχιστες εθνικές εξαιρέσεις. Η ευρωπαϊκή αγορά στον τομέα αυτό είναι κατακερματισμένη και παραγωγικά αδύναμη σε σχέση με την απειλή από την Ανατολή και σε σχέση με όλους τους πιθανούς ανταγωνιστές σε αυτό το επίπεδο (ΗΠΑ, Κίνα, Ινδία κλπ). Ακριβώς για αυτούς τους λόγους πολλές ευρωπαϊκές χώρες για τις προμήθειες τους κοιτάζουν την πολύ πιο ελκυστική αμερικανική βιομηχανία, οι παραγγελίες στην αντίστοιχη ευρωπαϊκή είναι περιορισμένες με αποτέλεσμα την διεύρυνση του τεχνολογικού χάσματος.

1

Η συγκυρία όμως δεν συγχωρεί πλέον. Με τις ΗΠΑ να έχουν ουσιαστικά εγκαταλείψει τον ρόλο τους ως εγγυητές της ευρωπαϊκής ασφάλειας, η συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών είναι μια κρίσιμη επιλογή αν θέλουμε να διαμορφώσουμε συνθήκες αξιόπιστης αποτροπής και να μειώσουμε το κόστος του ευρωπαϊκού επανεξοπλισμού. Μόνο οικονομίες κλίμακας θα μειώσουν το κόστος αντιμετώπισης μιας υπαρξιακής ανάγκης: της ευρωπαϊκής χειραφέτησης από μια αναθεωρητική Αμερική και της ανάσχεσης μιας αναθεωρητικής Ρωσίας.

Ολοκληρωμένες αγορές αμυντικού υλικού θα αυξήσουν τον ανταγωνισμό και θα διευκολύνουν την είσοδο νέων παικτών από την Ευρώπη. Αυτός ο συνδυασμός μπορεί να οδηγήσει σε κόστη άκρως ανταγωνιστικά. Το ReArm Europe – μαζί με άλλα προγράμματα του πρόσφατου παρελθόντος – συνιστά αναμφίβολά πρόοδο. Είναι πρώτη φορά που η Ευρώπη αποφασίζει να αφιερώσει πόρους για την ασφάλειά της. Είναι η πρώτη φορά που σε αυτό το επίπεδο αποδέχεται όχι απλώς με διακηρύξεις ότι η ανάγκη είναι αδήριτη.

Όμως, και παρά τις διαμαρτυρίες των καθ΄ επάγγελμα αντιρρησιών και αντιευρωπαϊστών ότι αυτά τα χρήματα θα έπρεπε να πάνε αλλού και όχι στην δημιουργία μιας πραγματικά αξιόπιστης βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης, τα ποσά είναι μάλλον μικρά. Η άμυνα σε αυτό το επίπεδο είναι πολύ ακριβό «σπορ». Το Rearm Europe είναι περισσότερο μια προσπάθεια αφύπνισης από τον στρατηγικό μας λήθαργο. Για να είναι ρεαλιστική η προοπτική αμυντικής αναβάθμισης και χειραφέτησης η Ευρώπη έχει δύο επιλογές.

Πρώτον ο ρόλος της Υπηρεσίας Ευρωπαϊκής Άμυνας πρέπει να διευρυνθεί και να προικοδοτηθεί με νέα εργαλεία απόκτησης πόρων. Δεύτερον, η βιομηχανική αμυντική πολιτική θα πρέπει να θεσμοθετηθεί με μια νέα συνθήκη. Οι ad hoc συμφωνίες είναι καλές αλλά δεν εξασφαλίζουν βιωσιμότητα και είναι όμηροι των πολιτικών συσχετισμών. Χρειαζόμαστε μια Κοινή Αγορά Άμυνας και εργαλεία που να στοχεύουν στην υλοποίηση μέγα-προγραμμάτων σε στρατηγικούς τομείς ((αντι)πυραυλική τεχνολογία, στρατηγικές μεταφορές, επικοινωνίες, UAVs κλπ.). Και, τέλος, χρειάζεται τώρα η στενότερη συνεργασία – αν όχι απόλυτη συμμετοχή – της Βρετανίας. Και βεβαίως η συμμετοχή των τρίτων (βλ. Τουρκία) να μην βασίζεται σε αυταπάτες αλλά σε γεωπολιτική αναγκαιότητα. Η Τουρκία έχει θέση μόνο αν συμμερίζεται την ρωσική απειλή. Το τελευταίο που χρειάζεται η Ευρώπη είναι δούρειους ίππους.