Έντονες είναι οι αντιδράσεις τόσο από ανθρώπους τις αγοράς, όσο και από Δήμους όλης της χώρας απέναντι στο Προεδρικό Διάταγμα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, το οποίο προβλέπει την αναοριοθέτηση οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων και μετατρέπει χιλιάδες οικόπεδα σε χωράφια. Δήμοι όπως του Αποκόρωνα, των Σφακίων, του Μουζακίου, Αιγιαλείας, Ζίτσας  και άλλοι, προχωρούν με ψηφίσματα και επιστολές οι  οποίες εκφράζουν την κάθετη αντίθεσή τους, προειδοποιώντας για τις σοβαρές συνέπειες της εφαρμογής του Π.Δ. στους κατοίκους, την τοπική οικονομία και τη δυνατότητα δόμησης στην ύπαιθρο. Τα ψηφίσματα ζητούν την άμεση απόσυρση ή τροποποίηση του διατάγματος και την προώθηση λύσεων μέσω των Τοπικών ή Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων, με σεβασμό στην ιδιοκτησία, την ιστορικότητα των περιοχών και τις αναπτυξιακές ανάγκες της ελληνικής περιφέρειας.

Λύση για τη Ζώνη Γ προωθεί το ΥΠΕΝ

Στον απόηχο των αντιδράσεων το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προωθεί παρέμβαση για την επίλυση του πολεοδομικού αδιεξόδου που αφορά τη Ζώνη Γ, δηλαδή τα όρια των μικρών οικισμών, μετά και τις επανειλημμένες ακυρωτικές αποφάσεις του ΣτΕ που έθεσαν εκτός ισχύος παλαιότερες οριοθετήσεις από τις Νομαρχίες.

1

Όπως τόνισε πρόσφατα ο υπουργός Περιβάλλοντος Σταύρος Παπασταύρου, η κρίση αυτή οδήγησε σε αδυναμία έκδοσης οικοδομικών αδειών σε δεκάδες οικισμούς, μόνο σε Ρέθυμνο και Πήλιο καταγράφονται πάνω από 150 περιπτώσεις, γεγονός που έθετε σε κίνδυνο και τους υπόλοιπους οικισμούς, που θα ήταν εκτεθειμένοι σε περίπτωση κάποιας προσφυγής, πρόβλημα που λύνει το Προεδρικό Διάταγμα.

Η νέα νομοθετική ρύθμιση που επεξεργάζεται το ΥΠΕΝ στοχεύει στην αποκατάσταση της ασφάλειας για χιλιάδες ιδιοκτήτες, με πρόβλεψη ειδικά για τις περιπτώσεις εκτάσεων στη Ζώνη Γ, οι οποίες δεν έγιναν αποδεκτές στο Προεδρικό Διάταγμα λόγω νομολογίας. Η λύση θα είναι πλήρως εναρμονισμένη με το Σύνταγμα και τις αποφάσεις του ΣτΕ, ενώ παράλληλα θα λαμβάνει υπόψη την ανάγκη ενίσχυσης των μικρών οικισμών, της τοπικής ανάπτυξης και της δημογραφικής αναστροφής στην περιφέρεια.

Όπως σημείωσε ο υπουργός, η πρόθεση της κυβέρνησης είναι σαφής: να διασφαλίσει ότι δεν θα χαθεί το δικαίωμα δόμησης για πολίτες που σήμερα βρίσκονται σε αβεβαιότητα και να δημιουργήσει ένα ενιαίο, διαφανές και τεκμηριωμένο πλαίσιο για την πολεοδομική ταυτότητα των οικισμών. Με τη νέα ρύθμιση, αποτρέπεται ο κίνδυνος γενικευμένων ακυρώσεων, διασώζεται η τοπική περιουσία και ενισχύεται η πολεοδομική και επενδυτική σταθερότητα.

Η παρέμβαση αυτή έρχεται σε συνέχεια του Προεδρικού Διατάγματος, το οποίο θεσπίζει ενιαία και θεσμικά ασφαλή κριτήρια για την οριοθέτηση των μικρών οικισμών, χωρίς ωστόσο να ρυθμίζει την επίμαχη ζώνη, κατόπιν απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Η νέα ρύθμιση που ετοιμάζει το ΥΠΕΝ, σύμφωνα με την παρέμβαση του υφυπουργού Νίκου Ταγαρά από το βήμα της Βουλής, επιδιώκει να καλύψει αυτό το νομικό και λειτουργικό κενό, παρέχοντας λύσεις στις περιπτώσεις ακινήτων που ενδέχεται να μείνουν εκτός των νέων ορίων των οικισμών μετά την επαναοριοθέτηση. Η πρωτοβουλία αυτή λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες της περιφέρειας, τις ανάγκες της αποκέντρωσης, καθώς και την ανάγκη προστασίας της μικρής ιδιοκτησίας και του δικαιώματος στη δόμηση.

Η ρύθμιση θα συνταχθεί με πλήρη συμβατότητα προς τη νομολογία του ΣτΕ, αλλά ταυτόχρονα θα δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες που έχουν ήδη δικαίωμα δόμησης να μην το χάνουν εξαιτίας της νέας οριοθέτησης. Όπως ξεκαθάρισε ο υφυπουργός, η κυβέρνηση δεν στοχεύει σε περιορισμούς αλλά στην τάξη, την προβλεψιμότητα και την ασφάλεια των επενδύσεων και της ανάπτυξης στους οικισμούς της ελληνικής υπαίθρου.

Η νομοθετική πρόταση αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, ώστε να κατατεθούν απόψεις και να υπάρξει ευρύτερη συναίνεση σε ένα ζήτημα που αφορά χιλιάδες ιδιοκτήτες και την αναπτυξιακή προοπτική δεκάδων περιοχών.

Τι ισχύει σήμερα

Το Προεδρικό Διάταγμα δεν οριοθετεί οικισμούς, αλλά θέτει κριτήρια και διαδικασίες για το πώς θα γίνεται στο μέλλον η οριοθέτησή τους, κυρίως μέσω των Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων. Ωστόσο, η εφαρμογή του φέρνει ντε φάκτο ανατροπές για χιλιάδες ιδιοκτησίες, κυρίως όσες βρίσκονται στα άκρα των οικισμών, στη λεγόμενη Ζώνη Γ.

Αυτό που προκαλεί μεγάλη αναστάτωση είναι το εξής:

Μέχρι τώρα, πολλές από αυτές τις ιδιοκτησίες θεωρούνταν εντός οικισμού και είχαν δικαίωμα δόμησης.

Με βάση τις παλαιότερες, αυθαίρετες ή πρόχειρες οριοθετήσεις που είχαν γίνει από Νομάρχες και που το ΣτΕ έχει ακυρώσει σε αρκετές περιπτώσεις, χτίζονταν νόμιμα.

Με το νέο πλαίσιο, μέχρι να οριστούν ξανά τα όρια των οικισμών βάσει επιστημονικών και πολεοδομικών μελετών, αυτές οι περιοχές μένουν σε «γκρίζα ζώνη»: δεν είναι ούτε σαφώς εντός, ούτε σαφώς εκτός σχεδίου – άρα κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα τι μπορεί να χτίσει.

Αυτό το μεταβατικό καθεστώς θα διαρκέσει τουλάχιστον 2-3 χρόνια, δηλαδή όσο χρειάζεται για να εγκριθούν οι σχετικές πολεοδομικές μελέτες και τα Προεδρικά Διατάγματα που θα καθορίσουν τα νέα όρια. Μέχρι τότε, η έκδοση οικοδομικών αδειών για τα επίμαχα οικόπεδα ενδέχεται να παγώσει ή να εξαρτάται από την ερμηνεία των πολεοδομιών.

Επομένως, το ΠΔ δεν αλλάζει κάτι άμεσα, αλλά δημιουργεί σοβαρή αβεβαιότητα για το τι θα ισχύει σύντομα – κι αυτό έχει προκαλέσει εύλογη ανησυχία σε χιλιάδες ιδιοκτήτες, μηχανικούς και δήμους σε όλη τη χώρα.

Συνεπώς αν και σήμερα δεν τίθεται ζήτημα δόμησης στους μικρούς οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, το πρόβλημα αναμένεται να προκύψει τα επόμενα χρόνια, όταν τεθούν σε ισχύ τα νέα τοπικά ή ειδικά πολεοδομικά σχέδια μέσω Προεδρικών Διαταγμάτων όπως έχει επανειλημμένως επισημάνει ο πρόεδρος του ΤΕΕ, Γιώργος Στασινός.

Το επίμαχο σημείο είναι η λεγόμενη Ζώνη Γ, τα όρια των οικισμών, που εκτιμάται ότι καλύπτει λιγότερο από το ένα τρίτο της έκτασής τους. Εκεί εντοπίζεται ο κίνδυνος ιδιοκτησίες να χαρακτηριστούν εκτός σχεδίου και να χάσουν το δικαίωμα δόμησης.

Έτσι, το Υπουργείο Περιβάλλοντος, προκειμένου να προλάβει τις αντιδράσεις και να διασφαλίσει την ασφάλεια δικαίου, εξετάζει άμεση νομοθετική λύση. Η ρύθμιση που προωθείται προβλέπει ότι, υπό προϋποθέσεις αρτιότητας θα επιτρέπεται η δόμηση ακόμα και σε μελλοντικά εκτός σχεδίου περιοχές, προστατεύοντας το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και την αναπτυξιακή προοπτική των μικρών οικισμών.

Διαβάστε επίσης: