• ΕΙΔΗΣΕΙΣ

    Αθώος μετά από οκτώ μήνες στη φυλακή ο Ανδρέας Ηλιάδης (τέως CEO Τράπεζας Κύπρου)

    • NewsRoom


    Σε ανατροπή της απόφασης του Κακουργιοδικείου με την οποία κρίθηκε ένοχος ο πρώην Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής της Τράπεζας Κύπρου, Ανδρέας Ηλιάδης, και η τράπεζα ως νομικό πρόσωπο, για χειραγώγηση της αγοράς, προχώρησε το Εφετείο.

    Ο Α. Ηλιάδης ο οποίος στις 5 Ιανουαρίου 2018 οδηγήθηκε στις Κεντρικές Φυλακές για να εκτίσει ποινή φυλάκισης 2 ετών, αφέθηκε ελεύθερος χθες, μετά την έκδοση της απόφασης του Εφετείου.

    Η απόφαση του Εφετείου δεν ήταν ομόφωνη. Δύο εκ των τριών δικαστών που επιλήφθηκαν της έφεσης έκριναν πως η πρωτόδικη απόφαση έπρεπε να ανατραπεί, ενώ μια δικαστής (μειοψηφία) θεώρησε πως δεν υπήρχε λόγος παρέμβασης.

    Το επίκεντρο των κατηγοριών αφορούσε δηλώσεις του κ. Ανδρέα Ηλιάδη κατά τη γενική συνέλευση της Τράπεζας Κύπρου, τον Ιούνιο του 2012. Στη διάρκεια της εν λόγω Γενικής Συνέλευσης, το κλίμα ήταν εκρηκτικό και οι ερωτήσεις των μετόχων αφορούσαν τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης της τράπεζας. Όπως επί του προκειμένου αναφέρεται στην απόφαση του Εφετείου, «οι ερωτήσεις για το θέμα αυτό ήταν πολλές και έντονες και υπήρξαν παραπλανητικές δηλώσεις από μέρους του αθωωθέντος, πλην όμως, δεν αποτελούσαν μεθόδευση χειραγώγησης της αγοράς παρευρισκόμενοι, κατά τη χαρακτηριστική αναφορά του Κακουργιοδικείου, επέδειξαν επιμονή στο θέμα, διακατεχόμενοι από αδημονία για σχετική πληροφόρηση.

    Τότε, υπ’ αυτές τις περιστάσεις, υπήρξαν ερωτήσεις για το πόσο έλλειμμα υπήρχε για την πλήρη ανακεφαλαιοποίηση, οπότε δόθηκε η απάντηση «€200 εκατ.». Προκύπτει επίσης ότι υπήρξαν δηλώσεις-διαβεβαιώσεις ότι οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης δεν θα ξεπερνούσαν το συγκεκριμένο ποσό.

    Πρωτόδικα διαπιστώθηκε πως αυτές οι αναφορές του κ. Ηλιάδη δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, εφόσον οι εξελίξεις σε σχέση με το θέμα του ελλείμματος καθιστούσαν προφανές ότι στις 14/6/12 σίγουρα δεν ήταν κάτω των €200 εκατ. αλλά τουλάχιστον €280 εκατ.

    Ο δε σκοπός των δηλώσεων του αθωωθέντος ήταν, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του Κακουργιοδικείου, «να καθησυχάσει τους πάντες και κυρίως τους μετόχους, για να αποφύγει τις όποιες αρνητικές αντιδράσεις τους ή κινήσεις τους στην αγορά».

    Το Εφετείο, μελετώντας τα δεδομένα της υπόθεσης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «ασφαλώς η επιδίωξη του ήταν να καθησυχάσει τους μετόχους ή και το κοινό. Ασφαλώς οι απαντήσεις του ήταν παραπλανητικές. Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι κατά πόσο έγιναν με σκοπό τη χειραγώγηση της αγοράς».

    Προβαίνοντας σε νομική ανάλυση της έννοιας «χειραγώγηση της αγοράς» το Εφετείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «διαφαίνεται ως σκοπός της χειραγώγησης η διαμόρφωση τεχνητά της εμπορευσιμότητας και της τιμής των μετοχών προς επιδίωξη αθέμιτου οφέλους».

    Στην προκειμένη περίπτωση η πλειοψηφία του Εφετείου έκρινε πως «δεν επρόκειτο για τέτοια μεθόδευση. Άλλωστε, εάν επρόκειτο για τέτοια μεθόδευση, ευλόγως τίθεται το ερώτημα γιατί να μην επιχειρηθεί ως μεθοδευμένη πρακτική, εάν έτσι είχαν τα πράγματα, μετην αρχική ομιλία στην οποία, όπως διαπίστωσε το Κακουργιοδικείο, «δεν εντοπίζεται πληροφορία η οποία δυνητικά θα μπορούσε να ελεγχθεί και να κριθεί ότι έδιδε παραπλανητική ένδειξη σε σχέση με το έλλειμμα».

    Η δε κατάληξη του Εφετείου ήταν ότι «είναι φανερό από τις περιστάσεις ότι δεν επρόκειτο για μεθόδευση στα πλαίσια χειραγώγησης της αγοράς υπό την παραπάνω έννοια, αλλά για προσπάθεια, κατά την ώρα εκείνη, του εφεσείοντα (σ.σ. Ανδρέα Ηλιάδη) να αποφύγει την πίεση της συγκεκριμένης περίστασης, να αντιμετωπίσει τους οργισμένους μετόχους και τις επίμονες ερωτήσεις τους. Όπως το έθεσε το Κακουργιοδικείο, «δεν ήθελε εκείνη τη χρονική στιγμή» να δώσει την αληθή εικόνα. Τούτο όμως δεν αποτελεί, από μόνο του, ποινικό αδίκημα και, μάλιστα, κακούργημα. Άλλωστε, ακόμα και αν είχε σκοπό να αποφύγει τις “κινήσεις τους στην αγορά”, όρος που ούτως ή άλλως είναι ανεπίτρεπτα ευρύς προκειμένου να στοιχειοθετηθεί ποινική ευθύνη, τούτο δεν ισοδυναμεί υπό τις περιστάσεις με στόχευση για στρέβλωση των τιμών και χειραγώγηση της αγοράς».

    Υπό αυτά τα δεδομένα το Εφετείο έκανε δεκτές και τις δύο εφέσεις ανατρέποντας την πρωτόδικη καταδικαστική απόφαση. Η αθώωση του Α. Ηλιάδη συμπαρέσυρε και την καταδίκη της τράπεζας αφού αυτή στηριζόταν στη δήλωση αξιωματούχου της, η οποία, κατά το Εφετείο, δεν ήταν ποινικά κολάσιμη.

    Γ. Εισαγγελέας: Σεβαστή, αλλά διαφωνώ με την απόφαση

    Τη διαφωνία του εξέφρασε, με δηλώσεις του, ο Γ. Εισαγγελέας, Κώστας Κληρίδης, κληθείς να σχολιάσει την αθωωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τον Αντρέα Ηλιάδη, μετά από σχετική έφεση που είχε καταχωρήσει.

    «Κατόπιν πολλών προσπαθειών, η υπόθεση αυτή οδηγήθηκε στο δικαστήριο με κύριες κατηγορίες τη χειραγώγηση της αγοράς και καταδικάστηκαν τόσο ανώτατο στέλεχος τραπεζικού ιδρύματος σε φυλάκιση όσο και το ίδιο το τραπεζικό ίδρυμα σε χρηματικό πρόστιμο, με ομόφωνη απόφαση του τριμελούς Κακουργιοδικείου», ανέφερε ο κ. Κληρίδης.

    «Το τριμελές Εφετείο είχε διαφορετική άποψη, κατά πλειοψηφία δύο προς ένα», όπως είπε, σημειώνοντας ότι «παρά το ότι οι δικαστικές αποφάσεις, έστω και κατά πλειοψηφία, είναι πάντα σεβαστές, δεν μπορώ παρά να εκφράσω τη διαφωνία μας».

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Ανδρέας Ηλιάδης: Πώς το «παιδί του λαού» βρέθηκε από το «θρόνο» του τραπεζίτη στο κελί της φυλακής

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μυτιληναίος: Γιατί το 2019 θα είναι μια ακόμα εντυπωσιακή χρονιά – Οι εκπλήξεις και οι ανησυχίες

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Ο νόμος για τα μη εκτελεστικά μέλη των Δ.Σ. των τραπεζών στην ατζέντα τραπεζιτών – θεσμών



    ΣΧΟΛΙΑ