• Κοινωνία

    Συντάξεις: Τι αλλάζει στα ποσοστά αναπλήρωσης, ποιοι θα δουν αυξήσεις


    Έρχεται νέο καθεστώς για τις εισφορές των μη μισθωτών

    Σε νέες παρεμβάσεις καθοριστικής σημασίας στο ασφαλιστικό σύστημα οδηγεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας να κρίνει αντισυνταγματικά το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων για όσους έχουν πολλά έτη ασφάλισης και υψηλές συντάξιμες αποδοχές, αλλά και το ύψος της εισφοράς 20% επί του εισοδήματος τους για τους μη μισθωτούς.

    Αλλάζουν τα ποσοστά αναπλήρωσης

    Αντισυνταγματικά κρίνονται τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου, που καθορίζουν το ύψος της ανταποδοτικής σύνταξης. Η κρίση αυτή θα φέρει αυξήσεις σε ασφαλισμένους που θα συνταξιοδοτηθούν με πολλά έτη ασφάλισης και υψηλές συντάξιμες αποδοχές.

    «Τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης είναι ιδιαιτέρως χαμηλά και η εφαρμογή τους οδηγεί στη χορήγηση ανταποδοτικής συνταξιοδοτικής παροχής, η οποία τελεί σε προφανή δυσαναλογία προς τις συντάξιμες αποδοχές», αναφέρουν οι δικαστές του ΣτΕ.

    Με αυτό τον τρόπο ανατρέπεται η ανταποδοτικότητα τόσο των νέων συντάξεων που καταβάλλονται μετά τις 13 Μαΐου που εφαρμόστηκε ο νόμος Κατρούγκαλου όσο και ο επανυπολογισμός όλων των παλαιών μεσαίων και υψηλών συντάξεων και η προσωπική διαφορά που έχει καταγραφεί για όσους αποχωρούν με πολλά έτη ασφάλισης.

    Σήμερα η ανταποδοτικότητα είναι στο 46,80% για 42 χρόνια ασφάλισης, δηλαδή δεν φτάνει ούτε στο μισό του συντάξιμου μισθού.

    Στον αντίποδα υπάρχουν ασφαλισμένοι με λιγότερα έτη ασφάλισης και χαμηλές αποδοχές, οι οποίοι μπορούν να πετύχουν ποσοστό αναπλήρωσης άνω του 107% του μισθού τους λαμβάνοντας και την εθνική σύνταξη των 384 ευρώ.

    Οι αλλαγές που πρέπει να νομοθετήσει άμεσα η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων αφορούν τις μελλοντικές κύριες συντάξεις, πιθανότατα και αυτές που έχουν ήδη εκδοθεί με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου, αλλά και αυτές που επανυπολογίστηκαν, όμως δεν θα έχουν αναδρομική ισχύ οι επικείμενες αυξήσεις.

    Εισφορές

    Στην εφαρμογή νέου συστήματος ασφαλιστικών εισφορών για 1,4 εκατομμύρια ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες αναμένεται να προχωρήσει το υπουργείο Εργασίας, μετά την απόφαση του ΣτΕ που έκρινε αντισυνταγματική την καταβολή του 20% των αποδοχών τους σε ασφαλιστικές εισφορές.

    Σημειώνεται ότι η προηγούμενη κυβέρνηση, μετά την δραστική μείωση και των φορολογικών εσόδων λόγω της σύνδεσης των εισφορών με το εισόδημα των μη μισθωτών, προχώρησε από 1/1/2019 σε μείωση του ποσοστού και οι εισφορές υπολογίζονται στο 13,33% του εισοδήματος, αλλά μόνο για όσους δεν εμπίπτουν στην ελάχιστη κλίμακα, καθώς για αυτούς το 20% παραμένει σταθερό.

    Οι δικαστές έκριναν πως ο νομοθέτης είναι ελεύθερος να υπολογίζει τις εισφορές επί βάσεως, η οποία μαρτυρεί εισφοροδοτική ικανότητα, όπως είναι το πραγματοποιούμενο εισόδημα, αλλά πρέπει να καθορίζει το ύψος της εισφοράς σε επίπεδο που να διασφαλίζει την επάρκεια των συντάξεων χωρίς όμως να πλήττει υπέρμετρα το εισόδημα που παράγεται κατά την διάρκεια του εργασιακού βίου.

    Οι δικαστές ακυρώνουν τις υπουργικές αποφάσεις της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας και «ανάβουν» έτσι το πράσινο φως για το νέο σύστημα που μελετά να καθιερώσει το υπουργείο Εργασίας στις εισφορές των μη μισθωτών, το οποίο θα είναι αποσυνδεδεμένο από το δηλωθέν στην εφορία εισόδημα.

    Όπως είχε γράψει το mononews.gr, τα σενάρια που εξετάζονται είναι τα εξής:

    -Θεσμοθέτηση ενός χαμηλότερου ανώτατου ορίου ασφαλιστέου εισοδήματος (σήμερα είναι το 10πλάσιο του κατώτατου μισθού δηλαδή 6.500 ευρώ εισόδημα το μήνα).

    -Υπολογισμός των εισφορών της επόμενης χρονιάς, μετά την αφαίρεση των εισφορών που καταβλήθηκαν την προηγούμενη χρονιά από το εισόδημα των μη μισθωτών.

    -Πλήρης αποσύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών από το φορολογικό εισόδημα τους και η δημιουργία σταθερών εισφορών ανάλογα με τα έτη ασφάλισης.

    Σύμφωνα με τους αρμόδιους στο υπουργείο Εργασίας, οι προωθούμενες λύσεις θα στηριχθούν στα συμπεράσματα από τη σύγκριση όλων των δυνατών μοντέλων που εφαρμόστηκαν κατά την περίοδο της κρίσης, προκειμένου να επιλεγεί η καταλληλότερη, τόσο για τη βιωσιμότητα του συστήματος όσο και την επιβίωση και ανάπτυξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων σε αυτές.

    Διαβάστε ακόμη: Θολό το μέλλον των προσφυγών για τα αναδρομικά παρά την απόφαση του ΣτΕ



    ΣΧΟΛΙΑ