• Πολιτισμός

    Το χέρι του Καραβάτζιο και η προστασία μιας αγίας

    Καραβάτζιο «Το Μαρτύριο της Αγίας Ούρσουλας» (1610)

    Καραβάτζιο «Το Μαρτύριο της Αγίας Ούρσουλας» (1610)


    Το βέλος χτυπά σχεδόν εξ επαφής το γυναικείο στήθος και το χέρι, που απλώνεται προστατευτικά δεν προλαβαίνει να το σταματήσει.

    Γύρω, στην όλο ένταση σκηνή με οπλισμένους άντρες, μόνον η νεαρή γυναίκα, παρ’ ότι λαβωμένη μοιάζει να έχει μια ιδιαίτερη ηρεμία.

    Πρόκειται για το τελευταίο αριστούργημα το Καραβάτζιο «Το Μαρτύριο της Αγίας Ούρσουλας» (1610) που παρουσιάζεται στην έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου, η οποία εγκαινιάστηκε πριν λίγες μέρες αποκαλύπτοντας πολλά από τα μυστικά του αλλά και τον ίδιο τον καλλιτέχνη, που διακρίνεται μέσα από τις σκιές ως μάρτυρας της δολοφονίας.

    Μετά την ολοκλήρωση αυτού του έργου, στα μέσα του 1610 θα πεθάνει και ο ίδιος μάλιστα –κατά πάσα πιθανότητα δολοφονημένος – καθ’ οδόν προς τη Ρώμη, όπου θα προσπαθούσε να του δοθεί χάρη, επειδή τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε σκοτώσει κάποιον στη διάρκεια μιας έντονης λογομαχίας.

    Όσο δυνατή ήταν η φήμη του Καραβάτζιο άλλωστε, ως ζωγράφου άλλο τόσο άγρια και γεμάτη βία υπήρξε η σύντομη ζωή του, αφού πέθανε μόλις 39 χρονών. Κάτι που σίγουρα αποτυπώνεται στους πίνακές του, ακόμη και αν έχουν θρησκευτικά θέματα.

    «Λίγοι πίνακες είναι πιο κατάλληλοι για να αφηγηθούν την ιστορία των τελευταίων χρόνων του Καραβάτζιο από το έσχατο, γνωστό έργο του «Το μαρτύριο της Αγίας Ούρσουλας». Γιατί με το έργο αυτό γινόμαστε μάρτυρες βίας εκ του σύνεγγυς, ενώ ο Καραβάτζιο μας δείχνει μια περίπλοκη αλληλεπίδραση ένοχων και αθώων χεριών. Την ίδια στιγμή, που το δικό του πρόσωπο φαίνεται να είναι ανήμπορο», όπως αναφέρεται από την Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου.

    Η διαδρομή στον χρόνο

    Ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε στην Νάπολη κατόπιν παραγγελίας του γενοβέζου ευγενή Μαρκαντόνιο Ντόρια και απεικονίζει τη στιγμή που η αγία, έχοντας αρνηθεί να παντρευτεί έναν Ούνο που δεν ήταν χριστιανός σκοτώνεται από αυτόν με ένα βέλος.

    Είναι μάλιστα σημαντικό το γεγονός, ότι το έργο αποδόθηκε στον Καραβάτζιο μόνο τη δεκαετία του 1980, μετά την ανακάλυψη μιας επιστολής -επίσης παρουσιάζεται στην έκθεση- που περιγράφει την παραγγελία του.

    Συγκεκριμένα, όπως λέει ο Μικέλε Κόπολα, διευθυντής της Gallerie d’ Italia, «Οι επιστολές του Μαΐου 1610, που βρέθηκαν στο αποθετήριο των Doria d’ Angri στα Κρατικά Αρχεία στη Νάπολη επέτρεψαν να εξακριβωθεί με σαφήνεια, ότι ο πίνακας είναι του Καραβάτζιο, καθώς εντοπίσθηκε η παραγγελία του από Μάρκο Αντόνιο Ντόρια με την ημερομηνία και το θέμα του, το οποίο ως τότε ήταν ασαφές και ερμηνευόταν ως μία γενική αλληγορική σκηνή».

    Αλλά και η διαδρομή που ακολούθησε το έργο είναι εντυπωσιακή: Πήγε πρώτα στη Γένοβα, σύμφωνα με την αρχική παραγγελία, αλλά στη συνέχεια, το 1832 επέστρεψε στη Νάπολη ως κληρονομιά προερχόμενη από τον οίκο των Ντόρια, πριγκίπων του Άνγκρι, για να καταλήξει, περίπου έναν αιώνα αργότερα, στην οικογένεια Ρομάνι Αβεντσάνο.

    Η επανεμφάνισή του έγινε το 1963 σε μία έκθεση, όπου όμως παρουσιάστηκε ως έργο του ιταλού ζωγράφου του μπαρόκ Ματία Πρέτι. Στη συνέχεια, το 1972 αγοράστηκε από την Banca Commerciale Italiana, η οποία απορροφήθηκε το 1999 από την Banca Intesa Sanpaolo, που είναι πλέον ο νέος ιδιοκτήτης του πίνακα.

    Η σκιά στο κέντρο του πίνακα

    Ο πίνακας είχε ταλαιπωρηθεί πολύ με τα χρόνια, καθώς είχε μείνει και έξω στον ήλιο ενώ προβληματικές ήταν και οι παλιές προσπάθειες αποκατάστασής του. Η τελευταία πάντως, που έγινε το 2003-2004 στο Κεντρικό Ινστιτούτο Αποκατάστασης στη Ρώμη με σύγχρονες πλέον μεθόδους, τον επανέφερε, κατά το δυνατόν, στην αρχική του μορφή.

    Τα προβλήματα όμως φαίνεται ότι άρχισαν αμέσως από την δημιουργία του έργου, όπως αποδεικνύεται από μία επιστολή της 11ης Μαΐου 1610 του προμηθευτή του Ντόρια στη Νάπολη, Λαφράνκο Μάσα.

    Μέσα από την επιστολή μαθαίνουμε, ότι ο Καραβάτζιο είχε χρησιμοποιήσει ένα «πολύ παχύ» βερνίκι στην εκτέλεση του πίνακα και ο Μάσα για να κερδίσει χρόνο, είχε προσπαθήσει να το στεγνώσει στον ήλιο! Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά, προκαλώντας μια γενική χαλάρωση των χρωματικών επιφανειών, έτσι ο ζωγράφος χρειάστηκε να τον επεξεργαστεί εκ νέου πριν αποσταλεί στην Γένοβα.

    Ένα άλλο έγγραφο εξάλλου, του 1831 περιγράφει το έργο ως «πολύ κατεστραμμένο από τον χρόνο και από τις παλιές εργασίες αποκατάστασης». Μία από αυτές μάλιστα θεωρείται, ότι έγινε, αμέσως μετά τον θάνατο του Μαρκαντόνιο Ντόρια, το 1651.

    Αλλά το κρίσιμο στοιχείο της τελευταίας αποκατάστασης του 2003, ήταν η ανάδειξη μιας παράξενης σκιάς στο κέντρο του πίνακα.

    «Αυτή ήταν η σκιά του δεξιού χεριού της φιγούρας στο βάθος, στα δεξιά της Ούρσουλας, η οποία ήταν φτιαγμένη μόνο με καφέ χρώμα και είχε εξαφανιστεί από παλαιότερη, άστοχη αποκατάσταση τη δεκαετία του 1970», όπως διευκρινίζει ο Μικέλε Κόπολα.

    «Η αποκατάσταση αυτού του χεριού, που απλώνεται προς τα εμπρός ως ακραία προσπάθεια προστασίας της νεαρής γυναίκας από τα βασανιστήρια διευρύνει τον χώρο της σκηνής και αποκαθιστά αυτή τη χορωδιακή, κεντρομόλο διάταξη, που χαρακτηρίζει αρκετά από τα έργα του καλλιτέχνη μετά το τελευταίο του ταξίδι στη Ρώμη».

    Ο μαέστρος του κιαροσκούρο

    Το «Μαρτύριο της Αγίας Ούρσουλας» παρουσιάζεται στην έκθεση μαζί με την «Σαλώμη με το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή» (1609-10).

    Ένα από πολλά έργα του με θρησκευτικό θέμα, τα οποία απέδιδε ρεαλιστικά, δραματικά και με έντονα στοιχεία θεατρικότητας, μαζί με την ανάδειξη της ανθρώπινης φύσης των αγίων για την απεικόνιση των οποίων χρησιμοποιούσε απλούς ανθρώπους από το δρόμο και πόρνες. Κι όπως θεωρείται, τα ζωντανά μοντέλα συντελούσαν στην απόδοση του ρεαλισμού, που ήταν ο στόχος του.

    Καραβάτζιο «Η Σαλώμη με το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή» (1609-10)
    Καραβάτζιο «Η Σαλώμη με το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή» (1609-10)

    Παράλληλα εξάλλου, υπήρξε ο ιδανικός εκφραστής της χρήσης φωτοσκιάσεων και φωτεινών αντιθέσεων, του περίφημου κιαροσκούρο δηλαδή, που βάζει τη σφραγίδα στους πίνακές του.

    Όσο για τη ζωή του, ο Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζιο (1571 – 1610), όπως ήταν το πλήρες όνομά του υπήρξε βίαιη και σκανδαλώδης κινδυνεύοντας συχνά από κακοποιούς, παίρνοντας μέρος σε αμέτρητες αιματηρές διαμάχες και έχοντας σκοτώσει έναν άνθρωπο – έναν δολοφόνο για την ακρίβεια- πράξη για την οποία είχε καταδικαστεί ερήμην σε θάνατο.

    Από την άλλη, έχοντας ασκήσει επίδραση σε γενιές καλλιτεχνών θεωρείται σήμερα από κριτικούς, ότι χωρίς αυτόν δεν θα υπήρχαν ο Βερμέερ και ο Ρέμπραντ, ενώ ο Ντελακρουά και ο Μανέ θα ζωγράφιζαν διαφορετικά και ότι μόνον εκτός από τον Μιχαήλ Άγγελο υπήρξε ο ιταλός ζωγράφος με την μεγαλύτερη επιρροή.

    Διαβάστε επίσης:

    Το Παρίσι βάζει τα καλά του για τους Ολυμπιακούς – Ανοίγει και το Γκραν Παλέ

    Μεγάλη Εβδομάδα στο Βυζαντινό Μουσείο – Έκθεση και συναυλίες

    Ανταπόδοση στους ευεργέτες: Ονομασία «Ιωάννης και Εριέττα Λάτση» σε αίθουσα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου



    ΣΧΟΛΙΑ