• Πολιτισμός

    Ένας Καντίνσκι λεηλατημένος από τους Ναζί σε δημοπρασία για 45 εκατ. δολάρια

    Βασίλι Καντίνσκι «Άποψη του Μούρναου με την εκκλησία», 1910


    Το 1910 ο Βασίλι Καντίνσκι ολοκληρώνει ένα έργο του, που απεικονίζει το χωριό Μούρναου των Βαυαρικών Άλπεων όπου ζει.

    Πολύ σύντομα ο πίνακας «Άποψη του Μούρναου με την εκκλησία» θα αγοραστεί από ένα ζευγάρι πλούσιων Γερμανοεβραίων, που έχουν συγκροτήσει ήδη μια εξαιρετική συλλογή από έργα τέχνης.

    Στο πέρασμα του χρόνου, πάνω από έναν αιώνα μετά, ο ίδιος πίνακας, με τον χαρακτηρισμό πλέον του αριστουργήματος βγαίνει σε δημοπρασία την 1η Μαρτίου  από τον οίκο Sotheby’s με τιμή, που μπορεί να φθάσει τα 45 εκατομμύρια δολάρια.

    Και σ΄αυτήν την περίπτωση το έργο θα σημειώσει νέο ρεκόρ δημοπρασίας για τον καλλιτέχνη, αφού το προηγούμενο, του 2017 ήταν 41,8 εκατομμύρια δολάρια για τον πίνακα «Εικόνα με λευκές γραμμές» (1913).

    Στο μεταξύ το έργο, που αντιπροσωπεύει μια ριζική καμπή στην ιστορία της τέχνης, έχει να αφηγηθεί και μια άλλη ιστορία, που συνδέεται  με την τραγική μοίρα των ιδιοκτητών του στα χρόνια του Ναζισμού, θα μετρούσε τα θύματα της οικογένειας, ακόμη και την απίστευτη ιστορία ενός παιδιού που έμενε κρυμμένο και μόνο επί δυόμισι χρόνια από το φόβο των διώξεων.

    Πρόκειται για έναν πίνακα δηλαδή, που είχε λεηλατηθεί από τους Ναζί, για να ακολουθήσει στη συνέχεια, την παρόμοια τύχη και άλλων κλεμμένων έργων, οι οποίοι πουλήθηκαν σε διάφορες χώρες στη δίνη του πολέμου ή και αργότερα, κυρίως στη δεκαετία του ΄50.

    Μόλις το περασμένο φθινόπωρο έτσι, το Φαν Αμπεμουζέιουμ που βρίσκεται στο Αϊντχόβεν της Ολλανδίας, επέστρεψε το έργο στους κληρονόμους τού πρώην ιδιοκτήτη του, επιλύοντας μια δωδεκαετή, δικαστική διαμάχη σχετικά με τη νόμιμη κατοχή του.

    Το σπίτι της οικογένειας Στερν με το έργο του Καντίνσκι

    Οι συλλέκτες

    Ο πίνακας του Καντίνσκι (1866-1944) αντιπροσωπεύει την αρχή της ανάπτυξης της αφηρημένης γλώσσας, που θα καθόριζε την υπόλοιπη καριέρα του καλλιτέχνη και θα βοηθούσε να επηρεάσει το κίνημα του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού, όπως αναφέρεται από τον οίκο δημοπρασίας.

    «Η περίοδος Μούρναου του Καντίνσκι έφτασε να καθορίσει την αφηρημένη τέχνη για τις μελλοντικές γενιές και η εμφάνιση ενός τόσο σημαντικού πίνακα, που είναι από τους τελευταίους αυτής της περιόδου, που παραμένει σε ιδιώτες είναι μια σημαντική στιγμή για την αγορά τέχνης» δηλώνει η Έλενα Νιούμαν πρόεδρος του Sotheby’s Europe και παγκόσμια επικεφαλής της Ιμπρεσιονιστικής και Μοντέρνας Τέχνης.

    Αρχικοί ιδιοκτήτες του έργου ήταν η Γιοχάνα Μαργκαρέτε Στερν και ο Ζίγκμπερτ Σάμουελ Στερν, ένα ζευγάρι που είχε ιδρύσει μία ακμάζουσα επιχείρηση κλωστοϋφαντουργίας στο Βερολίνο ενώ παράλληλα ήταν και σπουδαίοι συλλέκτες.

    Η συλλογή τους ήταν τεράστια περιλαμβάνοντας πολλούς πίνακες της χρυσής εποχής των ολλανδών ζωγράφων καθώς και σύγχρονά τους αριστουργήματα. Εκτός από τον Καντίνσκι, ανάμεσά τους ήταν και πίνακες του Ρενουάρ και του Μουνκ. Το ζευγάρι μάλιστα συμμετείχε σε έναν υψηλό πνευματικό και κοινωνικό κύκλο του Βερολίνου της δεκαετίας του 1920, που περιλάμβανε τον Άλμπερτ Αϊνστάιν και τον Φραντς Κάφκα.

    Η δίωξη

    Το 1935 όταν ο Ζίγκμπερτ  πέθανε από φυσικά αίτια, η Γιοχάνα Μαργκαρέτε κατέφυγε στην Ολλανδία για να ξεφύγει από τους Ναζί. Και τότε ήταν, που αναγκάστηκε να πουλήσει μεγάλο μέρος της συλλογής των έργων τέχνης της, όπως υποχρεώνονταν να κάνουν όλοι οι Εβραίοι με τις περιουσίες τους. Στην Ολλανδία όμως συνελήφθη και εστάλη στο Άουσβιτς, όπου τελικά και θανατώθηκε τον Μάιο το 1944.

    Η Γιοχάνα Μαργκαρέτε όμως, ήταν ένα μόνον από τα εννέα, άμεσα μέλη της οικογένειας Στερν που πέθαναν στο Ολοκαύτωμα. Παρ΄όλα αυτά κάποιοι από τους απογόνους της επέζησαν και σ΄αυτούς συμπεριλαμβανόταν η εγγονή της Ντόλι, η οποία χρειάστηκε να παραμείνει μόνη και κρυμμένη επί  δυόμισι χρόνια, από την ηλικία των επτά έως δέκα ετών για να μην την συλλάβουν οι Ναζί. (Η Ντόλι απεβίωσε το 2014).

    Βασίλι Καντίνσκι (1866-1944)

    Η λεηλατημένη τέχνη   

    Η «Άποψη του Μούρναου με την εκκλησία» βρισκόταν από το 1951 στο ολλανδικό μουσείο  Φαν Αμπεμουζέιουμ. Το ίδρυμα είχε αποκτήσει το έργο από τον Καρλ Λέγκατ, έναν εβραίο έμπορο, που μαζί με τη Μίρτιλ Φρανκ, διαμεσολαβήτρια στις πωλήσεις συνεργάστηκαν με τους Ναζί για την πώληση έργων τέχνης που είχαν κατασχεθεί από τους Ναζί στην Ολλανδία. Σε αντάλλαγμα απέφυγαν την εκτόπιση των ιδίων και των οικογένειών τους.

    Μια ολλανδική επιτροπή αποκατάστασης των λεηλατημένων έργων τέχνης είχε αρχικά αποφανθεί, ότι δεν υπήρχαν «επαρκή στοιχεία» για να προσδιορισθεί,  πώς η Γιοχάνα Μαργκαρέτε  Στερν έχασε τον πίνακα. Η απόφαση του Ιανουαρίου 2018  όμως ανατράπηκε αργότερα,  λόγω της ανακάλυψης «νέων στοιχείων». Ανάμεσά τους  και μία καρτ ποστάλ του 1966 από την Φρανκ, που περιέγραφε το επίμαχο έργο ως «Ο Καντίνσκι μας». Να σημειωθεί εξάλλου, ότι πέρυσι ένα άλλο μουσείο στο Άμστερνταμ, το Στέιντελεκ επέστρεψε έναν άλλο πίνακα του Καντίνσκι στους κληρονόμους του αρχικού εβραίου ιδιοκτήτη του.

    Τώρα τα έσοδα από την πώληση θα μοιραστούν μεταξύ των δεκατριών ζωντανών απογόνων της Γιοχάνα Μαργκαρέτε, ενώ ένα ποσόν θα χρησιμοποιηθεί για την περαιτέρω έρευνα της συλλογής, που αριθμούσε πάνω από εκατό έργα.

    «Αν και τίποτα δεν μπορεί να αναιρέσει τα λάθη του παρελθόντος, ούτε τον αντίκτυπο στην οικογένειά μας και σε αυτούς που κρύβονταν – ένας από τους οποίους είναι ακόμα ζωντανός – η αποκατάσταση αυτού του πίνακα, που σήμαινε τόσα πολλά για τους προγόνους μας είναι εξαιρετικά σημαντική για εμάς, γιατί είναι μια αναγνώριση, που κλείνει εν μέρει μια πληγή, που έμεινε ανοιχτή στο πέρασμα των γενεών», ανέφεραν σε ανακοίνωσή τους οι κληρονόμοι της οικογένειας.

    Διαβάστε επίσης:

    Η προστάτης του Βερμέερ ήταν γυναίκα και είχε αγοράσει τα μισά έργα του

    Πλατεία Κολωνακίου: Κηπευτικά, κατσίκες και σήμερα μπουλντόζες



    ΣΧΟΛΙΑ