• Πολιτισμός

    Αναγνώριση του Μουσείου Περιβάλλοντος Στυμφαλίας και του Μουσείου Πλινθοκεραμοποιίας Ν. & Σ. Τσαλαπάτα του ΠΙΟΠ από το υπ. Πολιτισμού

    Μουσείο Περιβάλλοντος Στυμφαλίας


    Δύο μουσεία του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς, το Μουσείο Περιβάλλοντος Στυμφαλίας στην Πελοπόννησο και το Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας Ν. & Σ. Τσαλαπάτα στον Βόλο αναγνωρίσθηκαν από το υπουργείο Πολιτισμού λαμβάνοντας την πιστοποίηση που προβλέπεται από το νόμο.

    Και τα δύο είναι θεματικά τεχνολογικά και η ίδρυσή τους έχει αναδείξει τις συγκεκριμένες περιοχές δημιουργώντας ένα πολιτιστικό απόθεμα, πολύτιμο γενικότερα για τη χώρα.

    Όπως είναι γνωστό το Μουσείο Περιβάλλοντος, που λειτουργεί από το 2010 βρίσκεται στη θέση Σκάλα της λίμνης Στυμφαλίας, τη μεγαλύτερη, ορεινή υδάτινη λεκάνη της Πελοποννήσου και το νοτιότερο ορεινό υδροβιότοπο των Βαλκανίων (NATURA 2000).

    Με στόχο να ευαισθητοποιήσει οικολογικά το κοινό και παράλληλα να διασώσει στοιχεία της παραδοσιακής τεχνολογίας, που αναπτύχθηκε στην περιοχή, παρουσιάζει μέσα από την έκθεσή του την αλληλεξάρτηση του ανθρώπου και της φύσης στη λεκάνη της Στυμφαλίας όπως και την αρμονική συνύπαρξή τους στον χρόνο, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον προβιομηχανικό πολιτισμό της περιοχής. Η μόνιμη συλλογή του έτσι, περιλαμβάνει αντικείμενα από ξύλο, μέταλλο, ύφασμα, χαρτί, φυσικά υλικά, ευρήματα από ανασκαφές της Αρχαίας Στυμφάλου, κουδούνια από το ΙΛΜ Κορίνθου κ.α.

    Η δημιουργία του μουσείου έχει βασιστεί σε σχετικό ερευνητικό πρόγραμμα, το οποίο σχεδιάστηκε, σε διεπιστημονική βάση. Τα αποτελέσματά του αξιοποιήθηκαν για την τεκμηρίωση της μόνιμης έκθεσης και των συλλογών του. Αξιοποιούνται, επίσης, στον σχεδιασμό επιμέρους δράσεων του μουσείου – περιοδικές εκθέσεις, αφιερώματα, δράσεις πολιτιστικού και καλλιτεχνικού χαρακτήρα, εκπαιδευτικά προγράμματα. Να σημειωθεί ότι το μουσείο σχεδιάστηκε με βιοκλιματικές αρχές, είναι προσβάσιμο σε ΑΜΕΑ.

    Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας Ν. & Σ. Τσαλαπάτα στον Βόλο

    Το Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας Ν. & Σ. Τσαλαπάτα εξάλλου, που βρίσκεται στο Βόλο, λειτουργεί από το 2007, στο πρώην εργοστάσιο πλινθοκεραμοποιίας στην περιοχή. Είχε ιδρυθεί το 1926 και λειτούργησε μέχρι το 1978 χρησιμοποιώντας τεχνολογία αιχμής και παράγοντας προϊόντα υψηλής, για τα ελληνικά δεδομένα, ποιότητας.

    Το 1995, το εργοστάσιο αγοράστηκε από τον δήμο Βόλου και οι εγκαταστάσεις του κηρύχθηκαν από το ΥΠΠΟΑ ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Το μουσείο παρουσιάζει την παραγωγική αλυσίδα του εργοστασίου, με στόχο την ανάδειξη της ιστορικής ταυτότητας της επιχείρησης, σε συνάρτηση με τη βιομηχανική ιστορία του Βόλου, αλλά και της εξέλιξης της πλινθοκεραμοποιίας, τόσο στον ελληνικό όσο και διεθνή χώρο.

    Το μεγαλύτερο μέρος της μόνιμης συλλογής αποτελεί ο ιστορικός μηχανολογικός εξοπλισμός του εργοστασίου.

    Ενδεικτικά αναφέρονται: ατμομηχανές, θερμαινόμενος ατμολέβητας, πρέσες τούβλων, πρέσες κεραμιδιών, κοπτικό μηχάνημα, βαγονέτα μεταφοράς αργίλου, τριβεία κ.ά.

    Η συλλογή περιλαμβάνει επίσης κινητά αντικείμενα και εργαλεία (καλούπια, κόσκινα, πλάστιγγα, φτυάρια κ.ά.), καθώς και προϊόντα της παραγωγής (πλίνθους, κεράμους) και ακόμη λειτουργικές μακέτες. Τέλος, στη συλλογή εντάσσεται και ένας μικρός αριθμός σύγχρονων έργων τέχνης και ένα πιάνο.

    Όπως δήλωσε μάλιστα η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κυρία Λίνα Μενδώνη «Η πιστοποίηση των μουσειακών δομών της χώρας είναι μια εξαιρετικά σημαντική διαδικασία επ΄ ωφελεία όλων των μερών. Η υπαγωγή των μη Δημοσίων Μουσείων στην διαδικασία της αναγνώρισής τους από το υπουργείο Πολιτισμού δε νοείται ως υποχρεωτική, αφού πρόκειται για ιδιωτικά μουσεία.

    Προκειμένου να εισέλθουν αυτοβούλως στη διαδικασία της αναγνώρισης διατηρούμε τα οικονομικά κίνητρα που ήδη προβλέπει ο αρχαιολογικός νόμος και προσθέτουμε επιπλέον και τη δυνατότητα, εφόσον αναγνωριστούν, να απολαύσουν προνομιακό καθεστώς ως προς την ένταξή τους σε ποικίλα χρηματοδοτικά εργαλεία. Τα συστήματα πιστοποίησης και αναγνώρισης μουσείων δεν αποτελούν ελληνική πρωτοτυπία».

    Να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο του προγράμματος πιστοποίησης μουσείων, το 2019 πιστοποιήθηκε το Δημοτικό Μουσείο του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος, ενώ το 2020 πιστοποιήθηκε και το Εβραϊκό Μουσείο.



    ΣΧΟΛΙΑ