• Διεθνής πολιτική

    Ώρα μηδέν για τον Ντ. Τραμπ: Το παρασκήνιο της έρευνας, οι πιθανότητες και οι εμπλεκόμενοι

    • NewsRoom

    Ντόναλντ Τραμπ


    Επίσημη τοποθέτηση σχετικά με το ζήτημα που «καίει» την Ουάσινγκτον τις τελευταίες ώρες έκανε πριν από λίγο ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, του οποίου το όνομα εμπλέκεται επίσης στην υπόθεση έρευνας του Αμερικανού προέδρου, καθώς ο Ουκρανός επικεφαλής φαίνεται να δέχθηκε πιέσεις από τον Αμερικανό πρόεδρο να εκκινήσει τις διαδικασίες για έρευνα διαφθοράς εναντίον του Τζο Μπάιντεν και του γιου του.

    «Κανένας δεν μπορεί να μου ασκήσει πιέσεις διότι είμαι ο πρόεδρος ενός ανεξάρτητου κράτους», ξεκαθάρισε ο Ουκρανός πρόεδρος σε δημοσιογράφους στη Νέα Υόρκη, αναφορικά με το ζήτημα που αφορά στις έρευνες κατά του Ντόναλντ Τραμπ.

    Ερωτηθείς για το θέμα που έχει προκύψει με τον Αμερικανό πρόεδρο, ο Ουκρανός ομόλογός του, με μία δόση χιούμορ εξήγησε ότι ο μόνος που μπορεί να του ασκήσει πιέσεις είναι ο εξάχρονος γιος του.

    «Κανένας δεν μπορεί να μου ασκήσει πιέσεις, διότι είμαι ο πρόεδρος ενός ανεξάρτητου κράτους», είπε συγκεκριμένα ο Ζελένσκι σε δημοσιογράφους στη Νέα Υόρκη, με τα σχόλιά του να αναμεταδίδονται από το δίκτυο Russia 24 σήμερα το πρωί, ενόψει της συνάντησής του με τον Ντόναλντ Τραμπ.

    «Παρεμπιπτόντως, ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να μου ασκήσει πιέσεις (…) είναι ο γιος μου, ο οποίος είναι έξι ετών», σχολίασε δηκτικά ο Ζελένσκι.

    Σημειώνεται ότι στην Ουάσινγκτον, οι εξελίξεις από χθες είναι ραγδαίες, μετά την έναρξη επίσημης έρευνας με ζητούμενο την παραπομπή του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, που ανακοίνωσαν οι Δημοκρατικοί της αμερικανικής Βουλής.

    Η απόφαση της Βουλής ήρθε μετά τις καταγγελίες ότι ο πλανητάρχης ζήτησε από τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι να διεξάγει έρευνα εις βάρος του πολιτικού του αντιπάλου, Τζο Μπάιντεν, σε μια διαδικασία παραπομπής που θεωρείται απίθανο να οδηγήσει στην απομάκρυνση Τραμπ από την προεδρία.

    Η ενέργεια αυτή του Αμερικανού προέδρου φαίνεται να βρήκε αντίθετη την πλειονότητα των Αμερικανών, κάτι που άλλωστε αποτυπώθηκε και σε σχετικές δημοσκοπήσεις. Περίπου 400 ημέρες πριν από τις επερχόμενες εκλογές του Νοεμβρίου 2020, ο Ντόναλντ Τραμπ προέβη σε μια κίνηση υψηλού ρίσκου, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να προκληθεί μια οξύτατη κρίση ανάμεσα στο Κογκρέσο και το Λευκό Οίκο.

    Υπενθυμίζεται ότι τα ξημερώματα της Τετάρτης, ο Αμερικανός πρόεδρος είχε προγραμματισμένη συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό, η οποία ακυρώθηκε εξαιτίας των εξελίξεων. Παραμένει άγνωστο αν η εν λόγω συνάντηση θα προγραμματιστεί για κάποια άλλη στιγμή, ωστόσο, με τις παρούσες συνθήκες, κάτι τέτοιο μοιάζει δύσκολο.

    Η ανακοίνωση για την έρευνα που θα διεξαχθεί σε βάρος του Τραμπ ήρθε χθες από τη Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής, Νάνσι Πελόζι, η οποία είπε χαρακτηριστικά:

    «Σήμερα ανακοινώνω ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων ξεκινά μια επίσημη έρευνα επί της διαδικασίας παραπομπής του κ. Τραμπ». Η ανακοίνωση ήρθε ως αποτέλεσμα μιας συνάντησης κεκλεισμένων των θυρών που είχε η ίδια με Δημοκρατικούς βουλευτές. Η κ. Πελόζι φέρεται να υποστήριξε ότι οι ενέργειες του Τραμπ υπομόνευσαν την εθνική ασφάλεια και παραβίασαν το Σύνταγμα των ΗΠΑ.

    Η αντίδραση του Αμερικανού προέδρου ήταν άμεση, καθώς, με μια σειρά από αναρτήσεις στο Twitter εξέφρασε τη διαφωνία του για την εν λόγω απόφαση, χαρακτηρίζοντάς την ένα «ανόητο κυνήγι μαγισσών», ενώ έκανε λόγο για «προεδρική παρενόχληση» και για «απάτη των Δημοκρατικών».

    «Μια τόσο σημαντική ημέρα στα Ηνωμένα Έθνη, τόση πολλή δουλειά και τόση επιτυχία και οι Δημοκρατικοί αποφάσισαν σκοπίμως να την διαλύουν και να την απαξιώσουν με περισσότερες έκτακτες ειδήσεις με ανοησίες ενός Κυνηγιού Μαγισσών», έγραψε συγκεκριμένα ο Τραμπ στο twitter και αναρωτήθηκε: «Μπορείτε να το πιστέψετε;».

    Η Πελόζι, πάντως, φαίνεται να υποστήριξε ένθερμα την απόφασή της, αφού δήλωσε ότι «Ο πρόεδρος πρέπει να λογοδοτήσει. Κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου». Αξίζει να σημειωθεί ότι η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής εμφανιζόταν διστακτική για ένα διάστημα πολλών μηνών, ως προς το να ενστερνιστεί μια προσπάθεια παραπομπής.

    Το παρασκήνιο της απόφασης

    Το κομβικό στοιχείο που φαίνεται να ώθησε τελικά την Πελόζι να προβεί στη συγκεκριμένη απόφαση ήταν το γεγονός ότι ο Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να άσκησε πίεση στον Ουκρανό ομόλογό του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, κατά τη διάρκεια μιας τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχαν στις 25 Ιουλίου, ώστε το Κίεβο να ξεκινήσει έρευνα σε βάρος του Χάντερ Μπάιντεν, του δεύτερου γιου του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ και φαβορί για το χρίσμα των Δημοκρατικών.

    Συγκεκριμένα, στις 9 Σεπτεμβρίου, ο Μάικλ Άτκινσον, επιθεωρητής των υπηρεσιών πληροφοριών, ανέφερε ότι ένας αξιόπιστος, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου, μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος, που ήταν και ο ίδιος μέλος υπηρεσίας πληροφοριών, κατέθεσε μια καταγγελία. Ο Άτκινσον, λαμβάνοντας γνώστη σχετικά με την καταγγελία που έχει κατατεθεί, την έκρινε ως «αξιόπιστη και ανησυχητική», αρκετά ώστε να κρίνει απαραίτητο να ενημερωθεί το Κογκρέσο.

    Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση και ο επικεφαλής της NSA, Τζόζεφ Μαγκουάιρ δεν κατέθεσαν στο Κογκρέσο αντίγραφο της καταγγελίας αυτής. Το αποτέλεσμα αυτού ήταν το θέμα να πάρει μεγάλες διαστάσεις, με τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης να ζητούν πληροφορίες για τον μυστηριώδη μάρτυρα. Εκεί ήρθε στην επιφάνεια και το τηλεφώνημα του Αμερικανού προέδρου με τον Ουκρανό ομόλογό του, που χαρακτηρίστηκε επίσης ως ανησυχητικό.

    Ένας λόγος που ενίσχυσε τον προβληματισμό γύρω από αυτό το τηλεφώνημα είναι το γεγονός ότι λίγες ημέρες πριν, είχε προηγηθεί η διαταγή του Τραμπ για πάγωμα της στρατιωτικής βοήθειας ύψους σχεδόν 400 εκατομμυρίων δολαρίων προς την Ουκρανία. Η συγκεκριμένη ενίσχυση τελικά αποδεσμεύθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου, χωρίς να δοθεί καμία διευκρίνιση σχετικά με το γιατί προκλήθηκε όλη αυτή η αναστάτωση.

    Παρακολουθώντας τα συγκεκριμένα γεγονότα, οι Δημοκρατικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πιθανότατα ο Αμερικανός πρόεδρος χρησιμοποίησε τα χρήματα της στρατιωτικής βοήθειας ως τρόπο να πιέσει τον Ζελένσκι, με σκοπό να τον πείσει να ξεκινήσει μια έρευνα διαφθοράς εις βάρος του Τζο Μπάιντεν και του γιου του.

    Από την πλευρά του, βέβαια, ο Τραμπ υποστήριξε ότι η στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία «πάγωσε», έχοντας ως στόχο να παροτρύνει και τις άλλες δυτικές χώρες να συμβάλουν στον στρατιωτικό προϋπολογισμό για την Ουκρανία.

    Παράλληλα, η κυβέρνηση Τραμπ προσπάθησε να βάλει «κάτω από το χαλί» το περιστατικό της καταγγελίας του μυστηριώδους μάρτυρα, με σκοπό να ξεχαστεί το γεγονός, αλλά η προσπάθεια αυτή ήταν εκείνη που ουσιαστικά επιτάχυνε τις διαδικασίες.

    Ο Ντόναλντ Τραμπ, πάντως, δεν φάνηκε να νιώθει ιδιαίτερα απειλημένος από τις φήμες αυτές, ενώ διαβεβαίωσε ότι προτίθεται να δώσει στη δημοσιότητα το πλήρες, απομαγνητοφωνημένο κείμενο της συνομιλίας που είχε με τον Ζελένσκι.

    Ο Αμερικανός πρόεδρος έσπευσε να παραδεχτεί ότι πράγματι αναφέρθηκε στον Μπάιντεν, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας του με τον Ουκρανό ομόλογό του.  Αρνήθηκε, ωστόσο, τον ισχυρισμό ότι ανέστειλε την καταβολή στρατιωτικής βοήθειας, ύψους σχεδόν 400 εκατομμυρίων δολαρίων στην Ουκρανία, με στόχο να πιέσει τον Ζελένσκι να ξεκινήσει μια έρευνα που θα ζημίωνε τον Τζο Μπάιντεν. Μιλώντας για το τηλεφώνημα την περασμένη Κυριακή, ο Αμερικανός πρόεδρος διευκρίνισε ότι μίλησε πράγματι για τον γιο του πολιτικού του αντιπάλου, ο οποίος μάλιστα εργαζόταν στην ουκρανική εταιρεία φυσικού αερίου της χώρας Burisma Holdings, τον καιρό που ο πατέρας του ήταν αντιπρόεδρος των ΗΠΑ. Επανέλαβε, ωστόσο, ότι η αναφορά του σε αυτόν στην συνομιλία του με τον Ουκρανό πρόεδρο δεν είχε τίποτα το μεμπτό.

    Η Πελόζι πάντως φαίνεται να εμμένει στην απόφασή της, ανακοινώνοντας ότι έξι επιτροπές του Κογκρέσου, που ερευνούν αυτή τη στιγμή τον Τραμπ, θα συνεχίσουν το έργο τους, στο πλαίσιο της επίσημης έρευνας.

    Η Πελόζι εμφανίστηκε, μάλιστα, ιδιαίτερα καταγγελτική στις δηλώσεις της. «Οι ενέργειες της προεδρίας Τραμπ αποκάλυψαν ένα επαίσχυντο γεγονός ότι ο πρόεδρος πρόδωσε τον όρκο του, πρόδωσε την εθνική μας ασφάλεια και πρόδωσε την ακεραιότητα των αμερικανικών εκλογών», τόνισε.

    Παράλληλα, περίπου 50 Δημοκρατικοί βουλευτές στη Βουλή των Αντιπροσώπων προστέθηκαν στους υποστηρικτές του αιτήματος της προοδευτικής πτέρυγας του κόμματος, για την έναρξη της επίσημης έρευνας παραπομπής του προέδρου Τραμπ.

    Ο Τζο Μπάιντεν, από πλευράς του, δήλωσε ότι θα στηρίξει την απόφαση της παραπομπής του Αμερικανού προέδρου, αν ο Τραμπ δεν συμμορφωθεί πλήρως με τις έρευνες που διεξάγονται στο Κογκρέσο, σχετικά με την τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι.

    Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι η πλειονότητα των υποψηφίων Δημοκρατικών για το χρίσμα των εκλογών του 2020 στηρίζουν τη διαδικασία παραπομπής του προέδρου. Ανάμεσα σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται ονόματα, όπως οι γερουσιαστές Ελίζαμπεθ Γουόρεν, Μπέρνι Σάντερς, Κάμαλα Χάρις, Κόρι Μπούκερ.

    Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι οι καταιγιστικές αυτές εξελίξεις, που εξερράγησαν σαν βόμβα στην Ουάσινγκτον, φέρνοντας σε πλήρη κόντρα Κογκρέσο και Λευκό Οίκο, μπορούν να οδηγήσουν, τελικά, τον Τραμπ εκτός προεδρίας και, επομένως, εκτός εξουσίας.

    Παρ’ όλα αυτά, κάτι τέτοιο δεν είναι τόσο απλό να συμβεί, καθώς, ακόμη και αν η Βουλή των Αντιπροσώπων, που ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς, ψηφίσει υπέρ της παραπομπής του Ρεπουμπλικανού προέδρου, η Γερουσία, στην οποία πλειοψηφία έχουν οι Ρεπουμπλικανοί, θα χρειαστεί να προβεί στο επόμενο βήμα για την απομάκρυνση του από την εξουσία, έπειτα από δίκη.

    Αξίζει, πάντως, να αναφερθεί ότι κανένας πρόεδρος στην αμερικανική ιστορία δεν έχει καθαιρεθεί.

    Τα ξένα μέσα κάνουν λόγο για σημαντικά γεγονότα στην Αμερική, όπως για παράδειγμα το ABC News, που σχολιάζει ότι πρόκειται αναμφισβήτητα για μια σημαντική πολιτική εξέλιξη στην Ουάσινγκτον.

    Επισημαίνεται ότι η παρούσα απόφαση για επίσημη έρευνα κατά του Αμερικανού προέδρου θα είναι η πρώτη επίσημη έρευνα στο Κογκρέσο για παραπομπή, μετά από την έρευνα του 1998, εις βάρος του τότε προέδρου, Μπιλ Κλίντον. Υπενθυμίζεται ότι ο Κλίντον, τότε, είχε αντιμετώπισε τις κατηγορίες της ψευδορκίας, αλλά και της παρεμπόδισης της δικαιοσύνης, αναφορικά με την σχέση που διατηρούσε με την Μόνικα Λεβίνσκι.

    Στην τότε υπόθεση, η Βουλή είχε ψηφίσει, τον Δεκέμβριο του 1998, υπέρ της παραπομπής του Κλίντον, ωστόσο ο Δημοκρατικός πρόεδρος αθωώθηκε δύο μήνες μετά από την Γερουσία και παρέμεινε στο αξίωμα του.

    Εκτός από τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Μπιλ Κλίντον, άλλοι δύο πρόεδροι στην ιστορία της Αμερικής έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με την ίδια διαδικασία.

    Πλέον, περίπου το συντριπτικό 80% των μελών της κοινοβουλευτικής ομάδας των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων τάσσεται υπέρ της διεξαγωγής επίσημης έρευνας για την παραπομπή του Αμερικανού προέδρου. Το ABC News, μάλιστα, υποστηρίζει ότι 182 Δημοκρατικοί και ο Τζάστιν Αμάς, που πρόσφατα αποχώρησε από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, υποστηρίζουν το αίτημα παραπομπής.

    Τι προβλέπει η διαδικασία της παραπομπής

    Οι επιτροπές στη Βουλή των Αντιπροσώπων που διερευνούν τις καταγγελίες που έχουν διατυπωθεί σε βάρος του προέδρου Τραμπ θα συνεχίσουν τις ακροάσεις τους. Σύμφωνα με τα όσα είπε η Πελόζι, τώρα οι καταθέσεις των μαρτύρων θα γίνονται υπό το πλαίσιο της επίσημης έρευνας για την παραπομπή του Αμερικανού προέδρου.

    Προς το παρόν, δεν φαίνεται ότι υπάρχει πρόθεση να συσταθεί κάποια ειδική επιτροπή για την έρευνα σχετικά με την παραπομπή, καθώς με αυτό τον τρόπο, το ζήτημα θα έβγαινε εκτός των ορίων δικαιοδοσίας του προέδρου της Επιτροπής Δικαιοσύνης, Τζέρι Νάντλερ.

    Στη συνέχεια, η Βουλή των Αντιπροσώπων θα πρέπει να ψηφίσει με απλή πλειοψηφία για την αποπομπή του Αμερικανού προέδρου, μετά την επίκληση των σχετικών νομικών άρθρων παραπομπής από την Επιτροπή Δικαιοσύνης.

    Όπως όλα δείχνουν, πάντως, η Πελόζι έχει εξασφαλίσει τις ψήφους που απαιτούνται.

    Το ζητούμενο που, ίσως, θα καθορίσει τη συνέχεια των εξελίξεων είναι οι ενέργειες της Γερουσίας. Αναφέρεται ότι, για την παραπομπή του προέδρου, θετικά θα πρέπει να ψηφίσουν τα 2/3 των γερουσιαστών. Αν ληφθεί υπόψη ότι οι Ρεπουμπλικάνοι τηρούν μια μάλλον αρνητική στάση απέναντι στο συγκεκριμένο νομοθετικό σώμα, τότε θεωρείται μάλλον απίθανο να ψηφιστεί τελικά η παραπομπή του Ντόναλντ Τραμπ.

    Η παραπάνω αρνητική κοινοβουλευτική προοπτική για τους Δημοκρατικούς στην Γερουσία έκανε δύσκολη την απόφαση που έπρεπε να λάβει η Πελόζι, η οποία αρχικά ήταν αρνητική στην έναρξη μιας διαδικασίας επίσης παραπομπής του Τραμπ. Η ίδια γνωρίζει ότι η κίνηση που έκανε μπορεί να μην επιφέρει ως τελικό αποτέλεσμα την απομάκρυνση του Τραμπ από τον Λευκό Οίκο. Ωστόσο, έχει χαρακτηριστεί ως μία σοβαρή πολιτική εξέλιξη στην Ουάσινγκτον και καταγράφηκε πλέον στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ.

    Αξίζει, ωστόσο, να αναφερθεί ότι, ακόμη και στην λιγότερο πιθανή περίπτωση που ο πρόεδρος Τραμπ απομακρυνθεί από τον Λευκό Οίκο, ο ίδιος διατηρεί τη δυνατότητα να είναι και πάλι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 2020.

    Σήμερα, ο Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται να συναντήσει τον πρόεδρο της Ουκρανίας στον ΟΗΕ, ενώ αργότερα θα παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου.

    Παράλληλα, ο υπηρεσιακός Διευθυντής της NSA, Τζόζεφ Μαγκουάιρ αναμένεται να καταθέσει αύριο δημόσια ενώπιον της Επιτροπής για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων, αλλά και της αντίστοιχης επιτροπής στην Γερουσία. Η κατάθεσή του στην Γερουσία θα γίνει κεκλεισμένων των θυρών.



    ΣΧΟΛΙΑ