• Άρθρα

    Πόσο αισιόδοξοι μπορούμε να είμαστε για την παγκόσμια οικονομία;

    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Είναι γεγονός ότι τα χρηματιστήρια εξακολουθούν να λειτουργούν σε σημαντικό βαθμό με βάση την προσδοκία πως η άνοδος των επιτοκίων έχει σταματήσει – και σύντομα θα δούμε μειώσεις.

    Αναγνωρίζω την σημασία των «αγορών», αλλά όπως και οι περισσότεροι οικονομολόγοι, έτσι και τα χρηματιστήρια δεν είναι καλοί προφήτες — δεν πρόβλεψαν, π.χ., την κρίση του 2008/9.

    Δικαιολογείται η αισιοδοξία, λοιπόν; Θεωρώ πως θα οφείλαμε να είμαστε συγκρατημένα απαισιόδοξοι, κι αυτό για τους ακόλουθους λόγους.

    Καταρχάς, η πληθωριστική πίεση έχει άλλα αίτια στις ΗΠΑ και άλλα στην Ευρώπη. Στις ΗΠΑ προέρχεται από την ισχυρή ζήτηση, που δεν δείχνει σαφή σημάδια υποχώρησης παρά την αύξηση του κόστους του χρήματος. Στην Ευρώπη προέρχεται πρωταρχικά από την πλευρά της παραγωγής – όπου το κόστος της ενέργειας την τροφοδοτεί.  Γι’ αυτό η ΕΚΤ εμφανίζεται πιο επιθετική από την FED.

    Από την πλευρά της, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ βλέπει ένα σημάδι που την προβληματίζει: η προσφορά χρήματος, όπως υπολογίζεται με βάση το μέγεθος Μ2 δείχνει κάμψη. Το Μ1  περιλαμβάνει το χρήμα που κυκλοφορεί, τις ελάχιστες καταθέσεις που είναι νομικά υποχρεωμένες οι τράπεζες να κρατούν και τις καταθέσεις όψεως. Το Μ2 περιλαμβάνει το Μ1 συν τις δεσμευμένες καταθέσεις έως 2 έτη, συν τις καταθέσεις που μπορούν να αποσυρθούν από τον πελάτη με προειδοποίηση 3 μηνών.

    Ιστορικά, σημαντικές μειώσεις, όπως η παρούσα (της τάξης του 5%) στο Μ2 συνδέονται με ύφεση. Για την ακρίβεια προηγούνται μίας ύφεσης. Στην βάση αυτή εξηγείται ίσως και η συγκράτηση που φαίνεται να επιδεικνύει η FED σχετικά με τις περαιτέρω αυξήσεις στο επιτόκιο.

    Από την δική της οπτική γωνία, η ΕΚΤ μάλλον δείχνει να αναγνωρίζει ότι το επιτόκιο λίγο επηρεάζει την συγκεκριμένη μορφή πληθωρισμού της Ευρώπης – εκτός κι αν το υψηλό κόστος χρήματος οδηγήσει σε σοβαρή  ύφεση. Αυτό, ίσως, εξηγεί την πιο επιθετική στάση της κεντρικής τράπεζας.

    Στο σκηνικό αυτό δεν μπορούν να αγνοηθούν τρεις επιπλέον παράγοντες.

    Η οικονομία της Κίνας υποφέρει από χρηματοπιστωτική αστάθεια, καθώς μεγάλες επιχειρήσεις ή/και όμιλοι επιχειρήσεων βρίσκονται στο χείλος της χρεοκοπίας. Αν η κεντρική τράπεζα της Κίνας λειτουργούσε με τους κανόνες της Δύσης, η εικόνα θα ήταν πολύ διαφορετική από την «ηρεμία» που τώρα επικρατεί, ελέω του ελέγχου του ΚΚΚ.

    Η άνοδος των επιτοκίων, που κατά μέσο όρο έχει φτάσει τις 300 μονάδες βάσης για τέσσερις μεγάλες οικονομίες  (ΗΠΑ, ΗΒ, Γερμανία, Ιαπωνία) έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στις αναδυόμενες οικονομίες ως προς την εξυπηρέτηση των χρεών τους. Στον τομέα αυτόν υπάρχουν νάρκες έτοιμες να σκάσουν.

    Τρίτο, η γεωπολιτική αναταραχή που ξεκίνησε με τον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας, έχει λάβει ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις με τον πόλεμο Ισραήλ– Χαμάς. Πέρα από τα άλλα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί, το ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι πως και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει ορατή έξοδος χωρίς σημαντικά προβλήματα και αντίστοιχες επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία.

    Καταλήγοντας, απλά θα αναφέρω και την κλιματική κρίση, τα αποτελέσματα της οποίας ήδη φαίνονται στα τρόφιμα, με επόμενο σημείο έκρηξης την μετανάστευση που έτσι κι αλλιώς θα ενταθεί ως αποτέλεσμα του πολέμου.

    Το πλαίσιο που περιεγράφηκε θα όφειλε να μας ανησυχεί σοβαρά. Αρκετά ώστε να μην προσδοκούμε μία άκοπη, ανέξοδη, ανώδυνη επιστροφή στην …κανονικότητα. Αρκετά ώστε να αρχίσουμε να κάνουμε μελετημένες προετοιμασίες ως προς την διαχείριση κρίσεων.

    Όχι ως προς την διαχείριση πυρκαγιών και πλημμυρών αλλά κρίσεων γενικά. Κι αυτό απαιτεί έναν άλλο κρατικό μηχανισμό από αυτόν που έχουμε –κι ας μην επαιρόμαστε γι’ αυτόν.

    Διαβάστε επίσης

    Κυβέρνηση και αντιπολίτευση: O καθένας με τους δικούς του δαίμονες



    ΣΧΟΛΙΑ