• Άρθρα

    Η νύχτα ως προπομπός της… οικονομικής ανάπτυξης στη χώρα


    Πάνε χρόνια από τότε που η οικοδομή, και το ευρύτερο πεδίο των «δορυφορικών» της δραστηριοτήτων, έχει πάψει να αποτελεί σηματωρό της εγχώριας οικονομικής ανάπτυξης ή να δίνει το σινιάλο μιας επερχόμενης ύφεσης.

    Σε σημαντικό βαθμό, ο ρόλος που διαδραμάτιζε η οικοδομή «παίζεται» πλέον από τη… νύχτα. Με την επιχειρηματική έννοια του όρου, που αφορά τη «βαριά βιομηχανία» της νυκτερινής διασκέδασης και ψυχαγωγίας. Κάτι που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιδιοσυγκρασία, αλλά και με το… πορτοφόλι του Έλληνα. Όπως αυτό διαμορφώνεται από τους δηλωμένους και τους άδηλους πόρους, που με τη σειρά τους εκφράζουν την πραγματική οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών.

     Μέχρι και το 2008 η νύχτα ήταν εκείνη που έδινε παραστατικά τον παλμό της ανάπτυξης. Όχι με καθαρά τεχνοκρατικούς όρους, αλλά όπως εκείνη διαχέεται σε ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας.

    Μετά από το 2008 ή νύχτα ήταν εκείνη που πάλι έδειξε πρώτη στους… ιχνηλάτες των οικονομικών εξελίξεων, τα συμπτώματα κόπωσης και κορεσμού. Στέλνοντας πρόδρομα σήματα της επερχόμενης μεγάλης ύφεσης για τη χώρα. Αυτό δηλαδή που αναλυτές ονομάτισαν ως αποκάλυψη της δημοσιονομικής τραγωδίας, που είχε ως γενεσιουργό αιτία το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά μεταδόθηκε ακαριαία, προκάλεσε εξοντωτικά πλήγματα στον ιδιωτικό τομέα. Χωρίς κανένας από τους δύο να είναι «αθώος του αίματος».

    Είναι χαρακτηριστικό ότι στα πρώτα ακούσματα περί κρίσης, οι περισσότεροι Έλληνες, πιστοί στο διαχρονικό δόγμα περί συνωμοσιολογίας, είχαν τη (στρεβλή) άποψη ότι όλο αυτό ήταν ένα κόλπο των «κακών» που επιβουλεύονται τη χώρα μας και ότι σύντομα θα ξανατραβήξουμε μπροστά προς τη δόξα.

    Η απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας

    Αντιθέτως με όλα αυτά η νύχτα δεν λάθεψε. Τα μπουζουκτσίδικα, ιερά τεμένη της ελληνικής διασκέδασης και πολιτιστικά κέντρα κατά την ετυμηγορία του αείμνηστου Βαγγέλη Γιαννόπουλου, άρχισαν να χάνουν την «απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας». Από τις έξι νύχτες λειτουργίας τη βδομάδα, άρχισαν να περιορίζονται στις μισές και παρακάτω. Ανάλογη εικόνα συρρίκνωσης άρχισε να εμφανίζεται και στα χλιδάτα εστιατόρια με τις εξωφρενικές τιμές, καθώς επίσης και στις άλλες, αναλογικά πιο συμβατικές επιλογές για μια νυκτερινή έξοδο. Εμφανή δείγματα όλα αυτά της περιστολής της οικονομικού «οπλοστασίου», που δε μπορούσε πια να υποστηρίξει και να στηρίξει μια τόσο μεγάλη «νυχτερινή αγορά». Η αμοραλιστική ύφεση που ήρθε καλπάζοντας, απλώς επιβεβαίωσε την κατεύθυνση που έδειχνε η πυξίδα της νύχτας…

    Πλέον και πάλι η νύχτα θα είναι που κατά τα φαινόμενα θα λειτουργήσει ως προπομπός για τη διάχυση της ανάπτυξης στην κοινωνία. Διότι βεβαιότατα καλή και άγια είναι η ενίσχυση του ΑΕΠ, αλλά εκείνο που μετράει για τον κάθε έναν είναι η αύξηση των εισοδημάτων του.

    Επί του παρόντος η «μηχανή» της νυχτερινής διασκέδασης και ψυχαγωγίας δεν έχει πάρει μπροστά. Περιορίζεται σε δύο κεντρικές «πηγές», της Παρασκευής και του Σαββάτου, που είναι «όλα τα λεφτά» της εβδομάδας. Τουλάχιστον για την Αθήνα, οι… εξοδούχοι υπολογίζονται στους 100.000, για κάθε μία από τις δύο νύχτες, για φαγητό, ποτό και διασκέδαση μετά μουσικής. Ήτοι, σχεδόν ο ένας στους 50…

    Μένει να διαπιστωθεί το τι  θα γίνει από εδώ και πέρα. Αν δηλαδή το περιχαρακωμένο «διήμερο» θα διευρυνθεί δίνοντας την αίσθηση ότι έρχονται καλύτερες μέρες για την οικονομία των νοικοκυριών. Ώς τότε ,θα είναι πάντα επίκαιρη η ποιητική ρήση της  χαρισματικής Κικής Δημουλά: «Για σάς θα κάνω μια καλύτερη τιμή είπε το Τίποτα στο Κάτι  κι εκείνο το ηλίθιο το ’χαψε.».



    ΣΧΟΛΙΑ