• Άρθρα

    «Ευχή θανάτου» – Ο ΣΥΡΙΖΑ της απελπισίας


    Επί πρωθυπουργίας Σημίτη και αφού είχε περάσει το φιάσκο με τα Ίμια, ο τότε πρωθυπουργός είχε αποκτήσει το παρατσούκλι «τεφλόν». Παρά τα διάφορα στραβά που συνέβαιναν τίποτε δεν τον επηρέαζε δημοσκοπικά. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε το ίδιο χαρακτηριστικό της δημοσκοπικής ασυλίας. Θεωρώ, όμως, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης τους έχει ξεπεράσει. Αν ληφθούν υπόψη τα προβλήματα που έχει αντιμετωπίσει αυτή η κυβέρνηση, τα πόσα πράγματα μπορούσαν να είχαν πάει στραβά και δεν πήγαν, τα αναπόφευκτα αλλά και μερικά αλόγιστα λάθη που έγιναν, ο Μητσοτάκης δεν επηρεάζεται από τίποτα.

    Στο πλαίσιο αυτό, είναι κατανοητή η απελπισία του ΣΥΡΙΖΑ. Πιάνει το ένα θέμα μετά το άλλο, προσβλέποντας στην κομματική-εκλογική εκμετάλλευση του, μόνο για να δει πως ότι και να πει, όποια κριτική και να ασκήσει, η πρωτιά της Νέας Δημοκρατίας και ειδικά του πρωθυπουργού δεν κλονίζεται.

    ΟΙ λόγοι είναι σύνθετοι και διαφορετικοί στην κάθε περίπτωση.

    Στο θέμα των υποκλοπών, π.χ., οι προσδοκίες ότι επιτέλους βρέθηκε ο μοχλός αποδόμησης της κυβέρνησης αποδείχθηκαν φρούδες. Από την μία πλευρά το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ ανέβασε το θέμα όσο μπορούσε παραβλέποντας τον ορατό κίνδυνο πως θα κατηγορηθεί για μονοθεματική αντιπολίτευση –πράγμα που έγινε. Δεν είχε και τίποτα άλλο να πει, εξάλλου, οπότε ανέβηκε στις σκεπές και πιάστηκε στην δική του παγίδα.

    Ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να το εκμεταλλευτεί αλλά το θέμα δεν του ανήκε. Φωνάζοντας φάνηκε να συμπορεύεται με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ ενώ η επιδίωξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν να φανεί ότι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ συμπορεύεται μαζί της. Υποχρεωτικά επιχείρησε να του προσδώσει θεσμική διάσταση και απέτυχε.

    Και τα δύο κόμματα αντιμετώπισαν τον κυνικό ρεαλισμό των πολιτών. Εκτός του ότι ο ρόλος της αθώας περιστεράς δεν τους ταίριαζε έτσι κι αλλιώς, οι πολίτες δεν αντέδρασαν θετικά στις υπερβολές για κατάλυση της δημοκρατίας. Αντίθετα, στην πλειοψηφία τους φάνηκαν να θεωρούν το γεγονός ως αναπόφευκτο και φυσιολογικό στο πλαίσιο λειτουργίας μίας μυστικής υπηρεσίας.

    Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ευρύτερο. Έχει τόσο πολυσυζητηθεί που απορεί κανείς πως η αντιπολίτευση το αγνοεί. Κανένα κόμμα της –και κατ’ εξοχήν ο ΣΥΡΙΖΑ—δεν έχει προσφέρει στους πολίτες μία εναλλακτική και πειστική πρόταση εξουσίας. Η εμμονή στην υψηλόφωνη κριτική των πάντων και η προβολή συνταγών που απορρίφθηκαν το 2019, δεν πείθει. Η κοινωνία θέλει να δει μπροστά, όχι να επιστρέψει στο παρελθόν.

    Δυστυχώς και τα δύο μεγάλα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν αυτοπαγιδευτεί στο παρελθόν.

    Η πρόσφατη προσπάθεια για πολιτική εκμετάλλευση του θέματος της παιδεραστίας αποτελεί το ύστατο καταφύγιο της πολιτικής απελπισίας. Μπροστά της ωχριά ακόμη και ο Πολλακισμός. Ποιος αλήθεια θα περίμενε ότι η Άννα Βαγενά και ο Χρήστος Σπίρτζης θα ξεπερνούσαν σε χυδαιότητα τον Παύλο Πολλάκη. Ο Πολλάκης, τουλάχιστον είναι «αψύς». Στον Παναγιώτη Κουρουμπλή θα μπορούσε να του αποδοθεί το ακαταλόγιστο, όταν μιλά για δολοφόνους με αφορμή τον κορωνοϊό—προφανώς δεν μαθαίνει τι συμβαίνει σε άλλες χώρες. Αλλά, η προσπάθεια σύνδεσης, έστω και έμμεσα,  της Ν.Δ, με την παιδεραστία δείχνει μυαλά τόσο αρρωστημένα όσα αυτά των παιδεραστών.

    Ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να θεωρεί πως με τον Πολλακισμό εκτονώνει χωρίς κόστος και έτσι ελέγχει την αριστερά του. Ίσως. Αλλά η αντιπολίτευση Βαγενά-Σπίρτζη-Κουρουμπλή, δείχνει το μέγεθος της απελπισίας στην οποία έχει περιέλθει πολιτικά η αξιωματική αντιπολίτευση. Είναι η απελπισία του χαμένου. Η επιθυμία για «θάνατο» μπροστά στην ήττα.



    ΣΧΟΛΙΑ