• Οικονομία

    Scope: Ο προϋπολογισμός του 2020 βελτιώνει τα δημόσια οικονομικά και τονώνει την ανάπτυξη

    • NewsRoom


    Θετική είναι η εκτίμηση του γερμανικού οίκου αξιολόγησης Scope Ratings για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και το 2020, καθώς θεωρεί πως η οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας θα συνεχιστεί και την επόμενη χρονιά.

    Σύμφωνα με τη Scope, το 2020 αναμένεται πως θα υπάρξει στήριξη από τις δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις, καθώς και περαιτέρω βελτίωση των προοπτικών για τα δημόσια οικονομικά σε ένα περιβάλλον πρωτοφανώς χαμηλών επιτοκίων.

    Όπως τονίζει η Scope, η οικονομία βρίσκεται σε πορεία ανάπτυξης κοντά στο 2,3% για το 2020, μεγαλύτερη από το μέσο όρο της Ευρωζώνης (1,1%), παρά τις δυσμενείς παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές. «Η διατήρηση σχετικά ισχυρής ανάπτυξης είναι ζωτικής σημασίας για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές για τα δημόσια οικονομικά», σημειώνει ο Jakob Suwalski, αναλυτής του οίκου.

    «Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μια ευτυχή συγκυρία όσον αφορά στις εσωτερικές εξελίξεις: η επιτυχία της κυβέρνησης στη συσσώρευση πρωτογενών πλεονασμάτων, στη διατήρηση της εμπιστοσύνης των διεθνών θεσμικών πιστωτών και στην προσέλκυση ξένων επενδυτών, συμπίπτει με αυτό που μοιάζει με μια παρατεταμένη περίοδος εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων», αναφέρει ο Suwalski.

    Μάλιστα, η δυνατότητα της Ελλάδας να δανείζεται πλέον φτηνά συμβάλλει στη αναθεώρηση επί τα βελτίω του outlook βιωσιμότητας του μεγάλου δημοσίου χρέους, συνεχίζει η Scope. Οι δανειστές από πλευράς Ευρωζώνης έχουν επικαιροποιήσει τις εκτιμήσεις τους για τη βιωσιμότητα του χρέους προκειμένου να προσομοιώσουν τις επιπτώσεις μιας παρατεταμένης περιόδου χαμηλών επιτοκίων και συμπιεσμένων spreads στο ελληνικό χρέος, με το αισιόδοξο μακροπρόθεσμο σενάριο να “βλέπει” το χρέος να μειώνεται στο 60% του ΑΕΠ της χώρας το 2055, έναντι 181,1% το 2018.

    «Υποστηρίζουμε, ωστόσο, ότι η αύξηση της παραγωγής αποτελεί το κλειδί για τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας, γι’ αυτό και τα πρόσφατα μέτρα μάς δημιουργούν εμπιστοσύνη», προσθέτει ο Suwalski.

    Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν: i) τη μείωση της γραφειοκρατίας, ii) φορολογικά κίνητρα για ξένους επενδυτές και iii) την επανέναρξη της “βαλτωμένης” διαδικασίας ιδιωτικοποιήσεων που επιδιώκει η κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη για την ενδυνάμωση των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας.

    Η Ελλάδα έχει θέσει στόχο για πλεόνασμα του προϋπολογισμού περίπου στο 3,7% του ΑΕΠ το 2019, το πέμπτο συναπτό έτος κατά το οποίο θα υπερβεί τον δημοσιονομικό της στόχο, ενισχυμένη από την αύξηση της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ, που οφείλεται εν μέρει στις αυξημένες τουριστικές δαπάνες, συνεχίζει η Scope. Αντισταθμίζονται έτσι οι αναδρομικές πληρωμές στους υπαλλήλους του δημόσιου τομέα και στους συνταξιούχους. H Scope προβλέπει πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης στο 1,3% του ΑΕΠ το 2019, πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, ο οποίος θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα 0,9% του ΑΕΠ.

    «Αναμένουμε από την Ελλάδα να επιτύχει το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος του 3,5% του ΑΕΠ το επόμενο έτος και να επιτύχει πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης 1% του ΑΕΠ», αναφέρει ο αναλυτής. Εξίσου σημαντικό είναι ότι ο πρώτος προϋπολογισμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ενώ είναι σε γενικές γραμμές φορολογικά ουδέτερος, θα βελτιώσει την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών και θα τονώσει την ανάπτυξη το 2020, κυρίως μέσω της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων. Όλοι οι φορολογούμενοι αναμένεται να επωφεληθούν από τη μεταρρύθμιση στη φορολογία του εισοδήματος.

    Το χρέος της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας αναμένεται να μειωθεί από 173,3% του ΑΕΠ το 2019 σε 167% του ΑΕΠ το 2020, λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ανάκαμψης.

    «Η μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ενίσχυση των επενδύσεων, οι οποίες το 2018, στο 12,9% του ΑΕΠ, ήταν οι χαμηλότερες στην ΕΕ και κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (20,6% του ΑΕΠ). Η αντιστάθμιση ετών υποεπένδυσης κατά τη διάρκεια της κρίσης είναι ζωτικής σημασίας για τη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη – εξ ου και η ανάγκη για περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις και μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στο πεδίο της φορολογίας.

    Εν τω μεταξύ, ο αναδιαρθρωμένος τραπεζικός τομέας της Ελλάδας αναμένεται να καταστεί ένας άλλος σημαντικός παράγοντας στήριξης για την οικονομική ανάκαμψη. Αν και ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) παραμένει πολύ υψηλός, ο όγκος τους μειώνεται γοργά: είχε μειωθεί στα 75,4 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου του 2019, μια μείωση 13,5 δισ. ευρώ ή 15% σε ετήσια βάση.

    “Βασικός παράγοντας για τη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης θα είναι η ταχεία μείωση των NPLs μέσω τιτλοποίησης, η οποία θα μειώσει την επιβάρυνση των τραπεζικών ισολογισμών. Η σχετική κεφαλαιακή ελάφρυνση θα ενισχύσει τη χρηματοδοτική ικανότητα του εγχώριου τραπεζικού τομέα και θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση του επενδυτικού χάσματος που προκάλεσε η κρίση, το οποίο επηρεάζει αρνητικά τις οικονομικές προοπτικές της χώρας», καταλήγει η Scope.



    ΣΧΟΛΙΑ