• NewsRoomNewsRoom

    Είχα καιρό να τη δω. Λίγο οι υποχρεώσεις, λίγο οι μέρες της καραντίνας που ακολούθησαν και βέβαια ο δισταγμός της να κυκλοφορήσει και πάλι… Όλα αυτά την κράτησαν μακριά μου. Όταν όμως χτύπησε το κουδούνι, η καρδιά μου σκίρτησε. Και όταν την είδα μπροστά μου, ήταν σα να μην πέρασε μια μέρα. Γιατί η γλύκα και η καλοσύνη της, η ζεστασιά που αποπνέει ολόκληρη, το χαμόγελό της είναι, πώς να το κάνουμε, πατρίδα και καταφύγιο.

    Φτιάχνω καφέ. Ελληνικό, όπως της αρέσει. Η θεία μου, βλέπετε, αν και άνθρωπος της πόλης εδώ και χρόνια, αγαπά τις παραδόσεις. Και εκείνες τις καθημερινές, μικρές συνήθειες που λειτουργούν ως σταθερό σημείο αναφοράς για τη ζωή μας, όπως κάνει και ο ρυθμός στη μουσική. «Οι παραδόσεις», τη θυμάμαι να λέει από τότε που ήμουν μικρό κοριτσάκι, «μας βοηθούν να ξαναβρίσκουμε τις ρίζες μας. Είναι λιμάνι οι παραδόσεις».

    Πόσες φορές την είχα αμφισβητήσει! Και πόσες την είχα κοροϊδέψει! «Άσε μας βρε θεία! Ο κόσμος προχωρά μπροστά, δεν μένει στα ίδια…». Σα να ’ταν χθες που της το ’λεγα!

    Κι όμως… Το προηγούμενο διάστημα, συνειδητοποίησα ότι είχε δίκιο. Πολύ πολύ δίκιο. Όταν μέσα στην ανασφάλεια που ζήσαμε όλοι μας, όταν μέσα στο φόβο «ταξίδεψα» στην παράδοση και την ξεγνοιασιά που τόσο αναζητούσα μέσα από μια κουταλιά. Μια κουταλιά γλυκό που ήταν ταυτόχρονα απόλαυση και «αγκαλιά» και λαχτάρα και όνειρο. Που κατάφερε, εκεί που δεν το περίμενα, να με κάνει να θυμηθώ γέλια και χαρές και πλατσουρίσματα στη θάλασσα και εκείνη να καμαρώνει και να νουθετεί παιδιά και ανίψια και εμένα, την αγαπημένη της, όπως λέει τρυφερά.

    «Περίμενε θεία, θα μου τα πεις αμέσως όλα», φωνάζω από την κουζίνα ενώ σερβίρω τον καφέ. Και συνειδητοποιώ ότι δεν έχω σταματήσει στιγμή να χαμογελάω. Λίγο που πέτυχα το καϊμάκι -και πώς να το κάνουμε, μια περηφάνεια την έχω-, λίγο για την έκπληξη που της φυλάω… Βγάζω από το ντουλάπι δύο πιατάκια διάφανα, «κεντητά» όπως λέγανε, από εκείνα που μου χάρισε πριν πολλά πολλά χρόνια και όμοιά τους δεν βρίσκει κανείς σήμερα. Κοίτα που έφτασα να καμαρώνω για πράγματα που κάποτε κορόιδευα! Κι όμως, σαν αυτά δεν έχει! Γλυκό τριαντάφυλλο, ροζ τριανταφυλλί, στο κρυστάλλινο πιατάκι… «Να ’ξερες τι σου ετοιμάζω!», σκέφτομαι και το χαμόγελο δε λέει να μαζευτεί…

    «Μου ’λειψες ψυχή μου», λέει σαν μπαίνω στο σαλόνι. «Εμένα να δεις θεία μου, θειούλα μου», της απαντώ γεμάτη προσμονή. «Τώρα όμως είμαστε εδώ, με καφέ και γλυκό, να περάσουν όλα!»

    – «Μη μου πεις ότι το ’φτιαξες μόνη σου!»

    – «Δοκίμασε και θα σου πω…»

    – «Τριαντάφυλλο! Χιώτικο τριαντάφυλλο! Τέτοιο έφτιαχνε η μάνα μου! Μόνο η μάνα μου; Και η γιαγιά μου! Τι μου θύμισες βρε κορίτσι μου! Παιδάκι μικρό ήμουνα…»

    Αυτό ήταν! Αχ, βρε θεία, τώρα συνειδητοποιώ πόσο μου έλειψαν οι διηγήσεις σου! Για το νησί, τις τριανταφυλλιές τις μαγιάτικες, που έχουν εκατό φύλλα κάθε ανθός, και που κάνουν να μοσχοβολά ο τόπος όλος, για τα παιχνίδια με τις αδελφές σου, τα έθιμα και τα πανηγύρια που κρατούσαν μέρες ολόκληρες. Τους χορούς, τα τραγούδια, αλλά και τον κάμπο με τα ονομαστά μανταρίνια του, τη μαστίχα που ποτίζει κάθε σελίδα της ιστορίας του, τη Χίο τη μυροβόλο όπως λένε.

    – «Χαρά που μου ’δωσες, μικρούλα μου! Πότε βρήκες το χρόνο να φτιάξεις και γλυκό, εσύ που τρέχεις από το πρωί μέχρι το βράδυ;»

    – «Φυλάς μυστικό, θεία; Δεν είναι μόνο οι παραδόσεις που μας βοηθούν να ξαναβρίσκουμε τις ρίζες μας. Ο κόσμος έχει όντως προχωρήσει. Φτάνει μια βόλτα στα καταστήματα ΑΒ και βρίσκεις τις ιδιαίτερες «γευστικές ομορφιές» του τόπου μας. Γεύσεις της  Ελλάδας μας! Γεύσεις από όλο το Αιγαίο! Και τυριά και μέλι και παξιμάδια και κρασί γλυκό σαμιώτικο και κρασί λημνιώτικο και γλυκό τριαντάφυλλο χιώτικο από τη σειρά «Η ΑΒ κοντά στην ελληνική γη», σαν το δικό μας!»

    – «Προχώρησε κόρη μου, δίκιο έχεις. Αλλά η παράδοση είναι πάντα εκεί. Γιατί τι είναι κόρη μου η παράδοση; Λιμάνι είναι καρδιά μου. Λιμάνι να κουρνιάζεις μέχρι να περάσει η αντάρα…»