Δύο σύγχρονες κατοικίες στην Αστυπάλαια, σχεδιασμένες από το αρχιτεκτονικό γραφείο DNE, δεν διεκδικούν τον εντυπωσιασμό αλλά την έντιμη συνομιλία με τον τόπο. Πριν ακόμη χτιστούν, χρειάστηκε πρώτα να γνωρίσουν το νησί, να καταλάβουν την κλίμακα, το φως, τις ανάγκες και τις σκιές του. Το αποτέλεσμα είναι δύο έργα με απόλυτο σεβασμό στην τοπική αρχιτεκτονική και στους ανθρώπους που επιλέγουν να κατοικήσουν όχι απλώς έναν χώρο, αλλά μια συνθήκη ζωής. Στο βάθος, πίσω από κάθε τετραγωνικό, ξεδιπλώνεται μια σκέψη για το πώς μπορεί η παράδοση να γίνει εργαλείο μέλλοντος, και η ησυχία να αποκτήσει αρχιτεκτονική μορφή.

Φως που ηρεμεί πάνω στην πέτρα. Σκιές που περπατούν στο εσωτερικό των κτιρίων. Λευκότητα που καταυγάζει και ορίζει ένα περιβάλλον ησυχίας. Η Αστυπάλαια, είναι ένα ιδιαίτερο νησί, καθώς μοιάζει να γεφυρώνει τις Κυκλάδες με τα Δωδεκάνησα. Το αρχιτεκτονικό της αμάλγαμα, σε συνδυασμό με τον εκλεκτικισμό της ως προς τον τουρισμό που υποδέχεται, δημιουργούν για ευεργετική συνθήκη για να χτιστούν σύγχρονες κατοικίες που θα φέρουν ένα ευδιάκριτο αποτύπωμα.

1

Αστυπάλαια: Δύο σπίτια και το φως ενός νησιού

Πριν καν το αρχιτεκτονικό γραφείο DNE δημιουργήσει δύο κατοικίες που αξίζουν κάτι παραπάνω από μια απλή παρατήρηση, χρειάστηκε να μπει το νησί στο μυαλό της Ειρήνης Γιωτοπούλου και της Δανάης Μανιαδάκη (των δημιουργών του γραφείου). Από εκεί ξεκίνησαν όλα.

Όπως σημειώνουν: «Η αλήθεια είναι πως η Αστυπάλαια επέλεξε εμάς. Η πρόσκληση ήρθε από μια αγαπημένη πελάτισσα, φίλη πια, να δουλέψουμε σε 2 κατοικίες, και μέσα από αυτή την συνεργασία, γνωρίσαμε το νησί, το οποίο εκτός από την αδιαμφισβήτητη ομορφιά του, είναι και ένα μέρος που έχει μία πολύ ωραία ενέργεια, ιδίως από τους ανθρώπους που το έχουν επιλέξει σαν τόπο καλοκαιρινής συνάντησης».

Το δεύτερο σκέλος της σχεδίασης προέκυψε εν συνεχεία, καθώς παρατήρησαν την αρχιτεκτονική ταυτότητα της Αστυπάλαιας, έτσι ώστε να δώσουν και στα δικά τους έργα ανάλογη «σήμανση». Αυτό που διαπίστωσαν ήταν το εξής: Η καρδιά της αρχιτεκτονικής της Αστυπάλαιας, χτυπά στην χώρα κάτω από το κάστρο, και το ταξίδι προς αυτήν ξεκινά από τους μύλους. Κάθε σοκάκι μαρτυρά πώς κανείς βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι μεταξύ των Δωδεκανήσων και των Κυκλάδων, τα σπίτια χτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, κυβόσχημα, λευκά, γνώριμα, κυκλαδίτικα και εξώστες που μαρτυρούν την σύνδεση με το σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων.

Αστυπάλαια: Δύο σπίτια και το φως ενός νησιού

Κατά τη διάρκεια της έρευνας αυτό που πραγματικά τους έκανε εντύπωση ήταν το εξής: «Ο τρόπος που είναι χτισμένα τα σπίτια σε ένα συνεχές μέτωπο, ώστε να προστατεύονται από τους ανέμους, οι συνδέσεις από διαφορετικά στενά στα επίπεδα των ίδιων κατοικιών, καθώς και τα λίγα σπίτια τα οποία είδαμε πώς διατηρούνται σχεδόν ανέπαφα στο εσωτερικό τους και παρόλα αυτά είναι απολύτως κατοικήσιμα. Αυτή η διάρκεια, αποκαλύπτει την ουσία της τοπικής αρχιτεκτονικής, που προκύπτει από τη σύνδεση με το περιβάλλον, το φως και τις ανάγκες της καθημερινότητας».

Κάπως έτσι (βάσει της έρευνας, της έμπνευσης, αλλά και της αρχιτεκτονικής αποτύπωσης) προέκυψαν οι δύο κατοικίες διά χειρός DNE.

Αστυπάλαια: Δύο σπίτια και το φως ενός νησιού

Το ένα είναι το “Tholari”, το όποιο βρίσκεται στην καρδιά της Χώρας, στην Αστυπάλαια, και είναι μια κατοικία φτιαγμένη στο χέρι, χτισμένη μέσα στην πλαγιά ενός λόφου. Ο σχεδιασμός του βασίστηκε στην όσο το δυνατόν μικρότερη επέμβαση στο φυσικό τοπίο, με τη χρήση απλών, φυσικών και τοπικών υλικών που τιμούν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του νησιού. Οι απαλές επιφάνειες και τα ζεστά ξύλα μαλακώνουν τη στιβαρή κατασκευή και δημιουργούν έναν χώρο με ήρεμη και κομψή ατμόσφαιρα.

Η ιδέα πίσω από το έργο είναι να συναντιούνται το παλιό με το νέο, καθώς ο επισκέπτης περνάει από το εξωτερικό στο εσωτερικό του σπιτιού. Εκεί ξεδιπλώνεται ένα συνεχές παιχνίδι ανάμεσα στην παράδοση και το μοντέρνο, στο φως και τη σκιά, στο φυσικό και το γεωμετρικό.

Η μορφή του σπιτιού κρατάει τη χαρακτηριστική αίσθηση του παραδοσιακού θόλου, προσφέροντας ζεστασιά και ασφάλεια. Αυτός ο γνώριμος τύπος κατοικίας αποκτά νέο νόημα μέσα από έναν σύγχρονο τρόπο έκφρασης, που τονίζει την αυθεντικότητά του.

Ο θόλος αφήνει το φως να κυριαρχεί και δίνει μια αίσθηση ελαφρότητας. Τα ανοίγματα βρίσκονται βαθιά μέσα στη δομή, φωτίζοντας όλο τον χώρο και καθοδηγώντας τους επισκέπτες προς την είσοδο και το καθιστικό. Τα πιο «κλειστά» σημεία του σπιτιού στρέφονται προς τα μέσα, προσφέροντας ησυχία και ιδιωτικότητα.

Η κυκλοφορία μέσα στο σπίτι είναι απλή και γραμμική: ξεκινά από την είσοδο και ακολουθεί μια πορεία παράλληλα με τον κεντρικό άξονα του θόλου, καταλήγοντας στο πατάρι. Καθ’ όλο το ισόγειο, ο θόλος ενώνει τους διάφορους χώρους, επιτρέποντας στο φως να φτάσει παντού και δημιουργώντας μια αίσθηση ενότητας σε όλη την κατοικία.

Το έτερο κτίριο, που δημιούργησε το αρχιτεκτονικό γραφείο DNE, είναι ένα παραδοσιακό σπίτι κάτω από το Κάστρο της Αστυπάλαιας, το οποίο επανασχεδιάστηκε με σκοπό να συνδυάσει την παράδοση με τη λειτουργικότητα. Με έμφαση στην προσβασιμότητα και την αποθήκευση, οι λιτές κατασκευές ενσωματώνονται αρμονικά στο υπάρχον κέλυφος του κτιρίου.

Στο εσωτερικό, κυριαρχεί ένα διακριτικό παιχνίδι μεταξύ του γκρι και του κόκκινου, παραπέμποντας στους κόκκινους ανεμόμυλους της Αστυπάλαιας. Αυθεντικά αντικείμενα από το παρελθόν του σπιτιού έχουν διατηρηθεί και συνυπάρχουν αρμονικά με σύγχρονα κομμάτια σχεδιασμού, δημιουργώντας έναν χώρο που αποπνέει διαχρονικότητα και μοντέρνα αισθητική.

Αμφότερα τα έργα προσέφεραν στην Ειρήνη Γιωτοπούλου και στην Δανάη Μανιαδάκη μια ανεκτίμητη εμπειρία. «Η εμπειρία αυτών των χώρων ανέδειξε την αξία της παράδοσης ως ζωντανής εμπειρίας. Κάθε παρέμβαση έγινε αφορμή για επανασύνδεση με την ουσία της κατοίκησης, με τον ρυθμό, την υλικότητα και τη γνησιότητα και την ειλικρίνεια ως προς τις ανάγκες για τις οποίες καλούμαστε να σχεδιάσουμε. Το έργο μας άφησε την αίσθηση ότι ο σεβασμός προς το υφιστάμενο δεν είναι περιορισμός, αλλά δημιουργικό εργαλείο».

Το γεγονός και μόνο ότι σεβάστηκαν ένα παραδοσιακό κτίριο και το παρέδωσαν προς νέα –άκρως σύγχρονη- χρήση, σημαίνει πως η αρχική τους προσέγγιση δεν έγινε μόνο με αρχιτεκτονικούς όρους.

Σημειώνουν χαρακτηριστικά: «Η αναγνώριση των ιδιαίτερων αξιών ενός τέτοιου οικήματος είναι ο πυρήνας κάθε προσέγγισης και είναι κάτι που έρχεται με την εμπειρία και την ωριμότητα του αρχιτέκτονα. Ακολουθεί η καθαρότητα της σύνθεσης, η αποτύπωση της εμπειρίας του χώρου, και η ενίσχυση όσων αξίζει να αναδειχθούν. Ο σχεδιασμός γίνεται πιο ουσιαστικός όταν απομακρύνεται ο περιττός “θόρυβος” και αποκαλύπτεται η δύναμη της απλότητας. Ένα υπάρχον κτίριο έχει μνήμη – και αυτό αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τον αρχιτέκτονα».

Αν αυτό συμβαίνει στην Αστυπάλαια, μπορεί, άραγε, να συμβεί και σε άλλα νησιά της χώρας; Μπορεί το συγκεκριμένο νησί να αποτελέσει ένα καλό παράδειγμα ορθής ανάπτυξης; Οι δημιουργοί του αρχιτεκτονικού γραφείου DNE αναφέρουν: «Η Αστυπάλαια είναι ένα νησί που ως σήμερα έχει επιλέξει να ζει ήρεμα. Το βράδυ μπορείς να περιπλανηθείς στα στενά και να νιώσεις πώς είσαι εσύ και το Αιγαίο. Είναι ακόμα αυθεντική, έχει επιλεκτικό χαρακτήρα του τουρισμού της και μια αίσθηση ουσιαστικής πολυτέλειας που γεννά ο σεβασμός στο τοπίο και στον χρόνο. Προσπαθεί να ακολουθήσει ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, ένα πλαίσιο εξέλιξης με σεβασμό στην κλίμακα και στον χαρακτήρα του νησιού. Δείχνει πως η πρόοδος μπορεί να έχει μνήμη και προοπτική ταυτόχρονα».

Αστυπάλαια

//

Το στούντιο DNE Architects, ιδρύθηκε το 2018 από τις Ειρήνη Γιωτοπούλου και Δανάη Μανιαδάκη και έχει κατακτήσει τη θέση του στην ελληνική αρχιτεκτονική σκηνή χάρη στην ευαίσθητη προσέγγιση που ενώνει μορφή και λειτουργία σε κάθε έργο. Εξειδικεύεται στη δημιουργία κατοικιών, ξενοδοχείων, εργασιακών και εμπορικών χώρων, όπου το κάθε project σμιλεύεται με στόχο την αυθεντικότητα της εμπειρίας, την αφηγηματική πυκνότητα και την ακρίβεια στο σχεδιασμό. Η προσέγγισή τους βασίζεται στην αποκωδικοποίηση των αναγκών και του χαρακτήρα του τόπου, αποτυπώνοντας κάθε DNA του έργου σε ενιαία σχεδιαστική γλώσσα που υπηρετεί τόσο την αισθητική όσο και τη χρήση. Σε όλα τα έργα, το DNE διακρίνεται για την ικανότητά του να χειρίζεται το φως και την υλικότητα με ευλαβική προσοχή, χωρίς φλυαρίες, χωρίς υπερβολές. Επομένως, κάθε κατοικία, όπως και εν προκειμένω, γίνεται ενεργός τόπος μνήμης και χρήσης ταυτόχρονα, όχι απλώς ένα σκηνικό.