Σε μια εποχή που η Gen Z ψάχνει πολύ καλά το πώς και πού ξοδεύει τα λεφτά της, όταν συνειδητοποιεί ότι η Louis Vuitton πουλάει τσάντες από καμβά (ούτε καν δέρμα), για πάνω από 1,400 ευρώ, ή την αγνοεί ή αγοράζει απομιμήσεις.

Το νομικό πλαίσιο, όμως, συνεχώς μεταβάλλεται με στόχο την προστασία των δικαιωμάτων και έτσι η κατοχή, διακίνηση, αγορά ή διευκόλυνση αγοράς προϊόντων απομίμησης, σύντομα θα είναι παράνομη ενέργεια σε όλες τις χώρες. Σε αυτό το κλίμα, η Louis Vuitton, με ερήμην απόφαση, δικαιούται να διεκδικήσει αποζημίωση ύψους 584 εκατομμυρίων δολαρίων από τη Westgate Discount Mall Inc. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες αποζημιώσεις που έχουν επιδικαστεί ποτέ σε υπόθεση απομίμησης και πνευματικών δικαιωμάτων στις ΗΠΑ.

1

Η έφοδος της Εσωτερικής Ασφάλειας και τα 18 φορτηγά

Το δικαστήριο έκρινε τη Westgate συνυπαίτια για τη διευκόλυνση της ευρείας πώλησης προϊόντων απομίμησης. Η υπόθεση ξεκίνησε το 2021, όταν μετά από έφοδο στο εμπορικό κέντρο, το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ (Homeland Security) γέμισε 18 φορτηγά με προϊόντα «μαϊμού». Κατάσχεσε πάνω από 250,000 κομμάτια εκ των οποίων 72,000 ήταν απομιμήσεις Louis Vuitton.

Η Westgate Discount Mall Inc. είναι εκπτωτικό εμπορικό κέντρο στην Ατλάντα της Τζόρτζια. Ιδρύθηκε το 2012 από τον Aaron Kebe, και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία σχετικά με τα ετήσια έσοδά της, αν και παρόμοιο εμπορικό κέντρο αναφέρει έσοδα άνω των 5 εκατομμυρίων. Η Westgate μάλιστα κατέθεσε αίτημα για διάλυση το οποίο εγκρίθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου, μόλις τρεις ημέρες πριν την έκδοση της δικαστικής απόφασης. Σύμφωνα με τα αρχικά δημοσιεύματα, η Vuitton διεκδικούσε αποζημίωση ύψους 2 εκατομμυρίων.

Η δικαστική απόφαση

Όμως, εχθές, εξασφάλισε μια πολύ πιο υψηλή και εντυπωσιακή αποζημίωση στη συνεχιζόμενη μάχη της κατά των πλαστών προϊόντων. Σε απόφασή της, την περασμένη εβδομάδα, η δικαστής του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Βόρειας Περιφέρειας της Τζόρτζια, Victoria Marie Calvert, εξέδωσε ερήμην απόφαση κατά της Westgate Discount Mall Inc. Το εκπτωτικό εμπορικό κέντρο με έδρα την Ατλάντα, κατηγορείται εδώ και καιρό ότι διευκολύνει επαναλαμβανόμενα την πώληση πλαστών προϊόντων συμπεριλαμβανομένων πλαστών τσαντών, αποσκευών και αξεσουάρ Louis Vuitton.

Η αποζημίωση, ύψους 584 εκατομμυρίων δολαρίων, συγκαταλέγεται μεταξύ των υψηλότερων για μια μάρκα πολυτελών ειδών σε μια υπόθεση όχι μόνο απομιμήσεων αλλά και παραβίασης πνευματικών δικαιωμάτων. Υπογραμμίζει τόσο την κλίμακα της παραβίασης όσο και την αυξανόμενη προθυμία των δικαστηρίων να επιβάλλουν τεράστιες κυρώσεις σε όσους την επιτρέπουν.

Ο υπολογισμός του ποσού

Στην απόφαση της 22ας Σεπτεμβρίου, η Victoria Marie Calvert διέταξε την Westgate να καταβάλει περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια σε αποζημιώσεις. Το ποσό υπολογίζεται βάσει του νόμου σύμφωνα με τον οποίο αντανακλάται το νόμιμο ανώτατο όριο των 2 εκατομμυρίων δολαρίων για κάθε ένα από τα 292 εμπορικά σήματα Louis Vuitton που εντοπίστηκαν σε 44 τύπους προϊόντων. Το δικαστήριο χορήγησε επίσης στη Louis Vuitton μόνιμη διαταγή που απαγορεύει στην Westgate και στους υπαλλήλους της να επιτρέπουν γενικά την πώληση προϊόντων απομίμησης στις εγκαταστάσεις της.

Η Louis Vuitton άσκησε την αγωγή κατά του Westgate, του ιδιοκτήτη του Basirou Kebbay και του διευθύνοντος συμβούλου Aaron Kebe, τον Απρίλιο του 2023. Λόγος ήταν η φερόμενη συμμετοχή σε παραβίαση εμπορικού σήματος, καθώς επέτρεπαν εν γνώσει τους στους πωλητές και στα καταστήματα του εμπορικού να διακινούν ψεύτικα προϊόντα Louis Vuitton.

Παραβάτης κατά συρροήν

Στην αγωγή της, η Louis Vuitton παρουσίασε την Westgate ως επαναλαμβανόμενη παραβάτη που επωφελήθηκε άμεσα από τις δραστηριότητες παραποίησης που διεξάγονταν εν γνώσει της. Η Louis Vuitton ισχυρίστηκε ότι προειδοποίησε τουλάχιστον 31 φορές τη Westgate σχετικά με συγκεκριμένους ενοικιαστές της, που είχαν προσπαθήσει να εισάγουν τα προϊόντα στα καταστήματά τους, αλλά τα προϊόντα αυτά κατασχέθηκαν από την Αμερικανική Τελωνειακή και Συνοριακή Προστασία. Περαιτέρω ερευνητές που ενεργούσαν για λογαριασμό της Louis Vuitton, παρατήρησαν την πώληση των fake προϊόντων.

Οικονομικά κίνητρα

Σύμφωνα με τη Louis Vuitton, το κίνητρο του Westgate ήταν οικονομικό: «γνώριζε ή είχε λόγους να γνωρίζει ότι οι ενοικιαστές του προσέφεραν προς πώληση ψεύτικα προϊόντα», αλλά η έξωση των καταστημάτων θα επηρέαζε τον αριθμό ενοικιαστών και τα έσοδά του. Έτσι, αντίθετα, το εμπορικό κέντρο αποκόμισε οφέλη από την επισκεψιμότητα των πελατών και τα έσοδα από τα ενοίκια, κερδίζοντας ουσιαστικά από την πώληση παράνομων προϊόντων.

Το ίδιο το δικαστήριο ανέφερε ότι αφού μελέτησε την αγωγή της μάρκας πολυτελών ειδών, η δικαστής Calvert δήλωσε ότι η αποζημίωση ύψους 584 εκατομμυρίων δολαρίων στηρίζεται σε δύο βασικούς παράγοντες: «Πρώτον, το Westgate έχει λάβει στο παρελθόν δικαστικές διαταγές να σταματήσει να διευκολύνει την παραβίαση, αλλά συνέχισε να το κάνει. Και δεύτερον, η τεράστια κλίμακα της παραβίασης».

Η σημασία για την ευρύτερη αγορά

Η υπόθεση αυτή υπογραμμίζει την προθυμία των δικαστηρίων να θεωρήσουν τους ιδιοκτήτες και τις αγορές συνυπαίτιους για τις απομιμήσεις προϊόντων και την παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων σύμφωνα με τον νόμο Lanham του 1946 περί εμπορικών σημάτων. Το Εφετείο έχει επιβεβαιώσει στο παρελθόν ότι οι επιχειρηματίες που επιτρέπουν εν γνώσει τους παραβιάσεις στις εγκαταστάσεις τους μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνοι, μια αρχή που εφαρμόζεται πλήρως στην περίπτωση αυτή. Η απόφαση στέλνει επίσης ένα ισχυρό αποτρεπτικό μήνυμα: η διευκόλυνση της πώλησης απομιμήσεων δεν βλάπτει μόνο τη φήμη, αλλά έχει και καταστροφικές οικονομικές συνέπειες. Για τη Louis Vuitton, η απόφαση αποτελεί υπενθύμιση της μηδενικής ανοχής της απέναντι στις απομιμήσεις, μια στρατηγική που έχει ακολουθήσει επιθετικά σε όλες τις παγκόσμιες αγορές.

Το ύψος της αποζημίωσης είναι σημαντικό. Ενώ οι μάρκες πολυτελείας έχουν εξασφαλίσει σημαντικές αποζημιώσεις σε παρόμοιες υποθέσεις στο παρελθόν (Gucci 144,2 εκατ, Hermès 100 εκατ, Vuitton 32,4 εκατ) λίγες, αν όχι καμία, δεν πλησιάζει τα 584 εκατομμύρια δολάρια που επιβλήθηκαν στη Westgate. Σε αυτό το πλαίσιο, η απόφαση Westgate δεν είναι μόνο μία από τις μεγαλύτερες αναφορικά με το ποσό αποζημίωσης σε υπόθεση απομιμήσεων, αλλά και μοναδική ως η αυστηρότερη απόφαση για συνυπαίτια παραβίαση.

Ωστόσο, φαίνεται απίθανο ότι η Vuitton θα εισπράξει το ποσό ή μέρος του ποσού των 584 εκατομμυρίων. Οι μεγάλες αποζημιώσεις που επιδικάζονται σε αυτού του είδους υποθέσεις συχνά λειτουργούν περισσότερο ως συμβολικές νίκες παρά ως πρακτικές αποζημιώσεις, ειδικά όταν οι εναγόμενοι δεν διαθέτουν τους πόρους για να πληρώσουν.

Ωστόσο, σε συνδυασμό με τη μόνιμη διαταγή, η απόφαση σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα στην εξάλειψη αυτού που η Vuitton περιέγραψε ως «εστία παράνομης δραστηριότητας» στο λιανικό εμπόριο της Ατλάντα.

Διαβάστε επίσης:

Brunello Cucinelli: Ρωσική «καταιγίδα» πλήττει την ιταλική εταιρεία μόδας 

Dior: Ομαδική αγωγή κατά του οίκου μετά από κυβερνοεπίθεση 

Hermès: Κέρδισε τη δικαστική μάχη για την Birkin