• Business

    Δημήτρης Γιαννακόπουλος: Το επιχειρηματικό περιβάλλον «μπλοκάρει» την έρευνα στη φαρμακευτική βιομηχανία


    Οι κλινικές μελέτες και η έρευνα είναι ο τομέας στον οποίον θα έπρεπε να επενδύουν όλες οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις, ώστε να μπορούν να βελτιώνουν κάθε μέρα τις προσφερόμενες υπηρεσίες στον ασθενή. Εντούτοις, το επιχειρηματικό περιβάλλον, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί στη χώρα μας, δεν παρέχει στις φαρμακοβιομηχανίες τη δυνατότητα να αφιερώνουν το χρόνο αλλά και τα απαιτούμενα κεφάλαια, ώστε να επιτευχθούν οι επιθυμητοί στόχοι σε αυτούς τους τομείς, όπως τόνισε ο πρόεδρος του Συλλόγου Αντιπροσώπων Φαρμακευτικών Ειδών και Ειδικοτήτων (Σ.Α.Φ.Ε.Ε.) και πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΒΙΑΝΕΞ, Δημήτρης Γιαννακόπουλος, στο πλαίσιο του 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Κλινικών Μελετών.

    «Δυστυχώς επικεντρώνουμε σε άλλα ζητήματα, όπως αυτό του clawback, το οποίο εφέτος εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 800 εκατ., στη δαπάνη για τους ανασφάλιστους η οποία ανέρχεται στα 300 εκατ., στα εμβόλια που είμαστε μία από τις ελάχιστες χώρες στον κόσμο στις οποίες αυτά εντάσσονται στη φαρμακευτική δαπάνη και δεν πληρώνονται από το ταμείο πρόνοιας», σημείωσε ο πρόεδρος του Σ.Α.Φ.Ε.Ε..

    Ο κος Γιαννακόπουλος, επισήμανε πως ο Σύλλογος ιδρύθηκε με σκοπό να συνεισφέρει αποτελεσματικά, με στοχευμένες προτάσεις-παρεμβάσεις στην Ελληνική Φαρμακευτική αγορά, για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής λειτουργίας της και με απώτερο στόχο την ενίσχυση της Εθνικής Οικονομίας και κάλεσε το υπουργείο Υγείας να εξετάσει με μεγάλη προσοχή τα παραπάνω θέματα, έτσι ώστε να μπορέσουν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις να επιστρέψουν στην κανονικότητα και να επενδύσουν

    Φαρμακευτική βιομηχανία και ανάπτυξη κλινικών μελετών 

    «Το ερώτημα δεν είναι πώς θα φέρουμε κλινικές μελέτες στην Ελλάδα, αλλά πώς θα φέρουμε επενδύσεις γενικά στη χώρα μας. Δεν χρειάζεται να πείσουμε μια φαρμακευτική να επενδύσει σε κλινικές μελέτες, αυτό το κάνουν ούτως ή άλλως. Χρειάζεται να την πείσουμε να επενδύσει τα χρήματα αυτά στην Ελλάδα και όχι σε κάποια άλλη χώρα. Και ας μην ξεχνούμε τα οφέλη και τα άμεσα αποτελέσματα που μπορούν να έχουν οι κλινικές μελέτες στην ανάπτυξη της οικονομίας, την καταπολέμηση της ανεργίας, την υγεία των ασθενών», επισήμανε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), Ολύμπιος Παπαδημητρίου. Και συμπλήρωσε ότι «ότι η μάχη για την προσέλκυση κλινικών μελετών είναι μια μάχη που πρέπει να δώσουμε από κοινού εταιρίες και πολιτεία. Στη μάχη αυτή το πιο δυνατό μας όπλο θα είναι η μείωση του clawback. Ο μηχανισμός μείωσης του clawback μας δίνει τρία πολύ σημαντικά επιχειρήματα: σύγκριση αποδοτικότητας, αύξηση κερδοφορίας, θέσεις εργασίας».

    Λαμβάνοντας το λόγο ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), Θεόδωρος Τρύφων, και απαντώντας στο ερώτημα «Πώς μπορούν να ενισχυθούν οι κλινικές μελέτες;», ανέφερε χαρακτηριστικά ότι απαιτείται η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου και των διαδικασιών, η προώθηση της κουλτούρας των κλινικών μελετών στους επαγγελματίες υγείας και τον διοικητικό μηχανισμό των νοσοκομείων, ενώ θα αποτελέσει θετικό δείγμα γραφής ο συμψηφισμός με το clawback. Τόνισε μάλιστα πως «Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία δημιουργεί σημαντική Προστιθέμενη Αξία, αλλά η υπερφορολόγηση μέσω clawback είναι καταστροφική, καθώς το Clawback με τη φορολογία αγγίζουν το ~70%».

    Τα βασικά ευρήματα μιας πολύ ενδιαφέρουσας έρευνας που διενέργησε ο ΣΦΕΕ σε 30 Νοσοκομεία, με τη βοήθεια του Υπουργείου Υγείας, για τις κλινικές μελέτες παρουσίασε ο αντιπρόεδρος ΣΦΕΕ, μέλος Δ.Σ. ΣΑΦΕΕ, Κωνσταντίνος Παναγούλιας. Πιο συγκεκριμένα, σε κάθε νοσοκομείο διενεργήθηκαν τρεις συνεντεύξεις με τους: Διοικητή / Αναπληρωτή Διοικητή, Ερευνητή ή Υπεύθυνο Κλινικής και Οικονομικό διευθυντή/Υπεύθυνο λογιστηρίου. Από αυτές προέκυψε ότι παρά τα οφέλη που αναγνωρίζουν οι Διοικητές, στα περισσότερα νοσοκομεία δεν υπάρχει επαρκής οργάνωση για διενέργεια κλινικών δοκιμών. Τα σημαντικότερα προβλήματα που αναφέρονται από όλους τους ρόλους είναι: η έλλειψη δομών, η γραφειοκρατία και, ειδικά από τους ερευνητές αναφέρεται και το ζήτημα της «έλλειψης κουλτούρας δοκιμών», και κυρίως από εκείνους που δεν έχουν δομές στο Νοσοκομείο τους. Αντίστοιχα οι προτάσεις για την άρση των ανωτέρω δυσκολιών αφορούν κυρίως: την πρόβλεψη/ ενίσχυση δομών, τη λιγότερη γραφειοκρατία και την εγκαθίδρυση κουλτούρας δοκιμών (από τους ερευνητές).

    Τέλος, ο πρόεδρος του PhRMA Innovation Forum, Μάκης Παπαταξιάρχης, επισήμανε πως «Η κλινική έρευνα όπως εκφράζεται μέσα από τις κλινικές μελέτες, υπηρετεί πρώτα και πάνω απ’ όλα τον ασθενή και εγγυάται την ασθενοκεντρική, οικονομική και κοινωνική συμβολή της φαρμακευτικής βιομηχανίας. Οι κλινικές μελέτες, με σύγχρονες και επικαιροποιημένες θεραπευτικές προτάσεις, συμβάλλουν αποτελεσματικά στην πληρέστερη δυνατή ανταπόκριση στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των ασθενών, στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την επιμήκυνση του προσδόκιμου επιβίωσης. Ταυτόχρονα, προσδιορίζουν το πλαίσιο των πολιτικών υγείας, στη διάσταση μιας αυξημένης επενδυτικότητας, παράλληλα με τη βελτίωση πολλών οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων». Και συμπλήρωσε ότι «Για την καινοτόμο φαρμακευτική βιομηχανία, στην Ελλάδα του σήμερα, αποτελεί βασική προτεραιότητα και στόχευση η ύπαρξη ενός ενισχυμένου και ευέλικτου θεσμικού πλαισίου κλινικής έρευνας, που θα επιτρέψει αφενός μεν την αξιοποίηση του υψηλού επιστημονικού δυναμικού της χώρας, αφετέρου δε την εγγύηση της απρόσκοπτης και έγκαιρης πρόσβασης των Ελλήνων ασθενών στις καινοτόμες θεραπείες».



    ΣΧΟΛΙΑ