Μεγαλώνουν οι ανησυχίες στην ασφαλιστική αγορά αναφορικά με τα αυξημένα κόστη στον κλάδο υγείας, ιδιαίτερα μετά το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, το οποίο κάνει λόγο μεταξύ άλλων για στρέβλωση της αγοράς αλλά και έλλειμμα διαφάνειας από τις ιδιωτικές κλινικές.

Όπως αναφέρουν πληροφορίες από υψηλόβαθμα στελέχη της αγοράς, η έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού έρχεται να επιβεβαιώσει τους ισχυρισμούς των ασφαλιστών ότι δεν ευθύνονται οι εταιρείες για τα υπέρογκα κόστη στα ασφάλιστρα υγείας, αλλά οι ίδιες οι ιδιωτικές κλινικές με τις πρακτικές που εφαρμόζουν. Όπως λένε «ο κλάδος ασφάλισης έχει…κουραστεί με τις πρακτικές που ακολουθούνται από τις κλινικές» ενώ όπως αναφέρουν αναμένεται το προσεχές διάστημα να επανέλθουν με νέες προτάσεις ώστε να μπει ένα… μέτρο στις παράλογες αυξήσεις.

1

Πρακτικές όπως η αυθαίρετη τιμολόγηση, η άρνηση εφαρμογής των πρωτοκόλλων και η χρήση των αναλώσιμων κατά το…δοκούν, διαμορφώνουν μια κατάσταση αύξησης των τιμών στα ασφάλιστρα υγείας, τις οποίες φυσικά επωμίζονται αποκλειστικά οι ασφαλιστικές, αυξάνοντας το λειτουργικό κόστος. Υπενθυμίζεται ότι για τον σκοπό αυτό, το προηγούμενο διάστημα, σύσσωμη η ασφαλιστική αγορά (εταιρείες και διαμεσολαβητές), με πρωτοβουλία του προέδρου της ΕΕΑ Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, πραγματοποίησαν «ιστορική» σύσκεψη, ώστε να συζητήσουν για τα προβλήματα του κλάδου, με στόχο να συμφωνήσουν πώς θα επιλυθεί η κατάσταση καρτέλ που εφαρμόζεται από πλευράς νοσοκομείων.

Όπως λέει η πλευρά των ασφαλιστικών, είναι προφανές ότι ο κλάδος υγείας αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια κυρίως εξαιτίας των ασφαλιστικών εταιρειών και δεν γίνεται πλέον να είναι αυτές οι οποίες επωμίζονται το βάρος των αυξήσεων. Παράλληλα τονίζουν ότι εάν δεν υπάρξει κάποιος έλεγχος στις ιδιωτικές κλινικές και συνεχίσουν να προχωρούν σε μειώσεις τιμών, θα χρειαστούν άμεσα αποθέματα 5 δισ. ευρώ περίπου, ώστε να καλύπτουν τις υποχρεώσεις τους προς ασφαλισμένους.

Τι ζητά η ασφαλιστική αγορά

Η ΕΑ στην έκθεσή της αναφέρεται στα ζητήματα του ανταγωνισμού στις ιδιωτικές κλινικές αλλά και στην αδιαφάνεια όσον αφορά τα κόστη, ζητήματα τα οποία η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών έχει θίξει επανειλημμένως.

«Η κυβέρνηση πρέπει να ασχοληθεί με τα αίτια που υπάρχει υψηλό κόστος στην υγεία, επεσήμανε ο κ. Σαρρηγεωργίου στο πρόσφατο συνέδριο στην Ύδρα. «Το κόστος υγείας έχει δύο διαστάσεις. Η μία είναι η τεχνολογία της υγείας που όλα ακριβαίνουν και το δεύτερο είναι το θέμα των νοσοκομείων. Όπου κατά τη γνώμη μας είναι πολύ ξεκάθαρο τι γίνεται με την έλλειψη ανταγωνισμού και το κράτος πρέπει να παρέμβει».

Συγκεκριμένα μια σημαντική πρόταση από πλευράς ασφαλιστικών είναι η προώθηση των ΣΔΙΤ για τη χρήση κλινών σε δημόσια νοσοκομεία από ασφαλισμένους σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, ώστε να ανοίξει η αγορά και να ενταθεί ο ανταγωνισμός με τις ιδιωτικές κλινικές και, παράλληλα, να προχωρήσει η διαδικασία αλλαγής του θεσμικού πλαισίου, ώστε να δημιουργηθούν νέα ιδιωτικά θεραπευτήρια. Καθώς αρχίζει να γίνεται εμφανής ο κορεσμός του συστήματος.

Παράλληλα μεταξύ των προτάσεων που έχουν πέσει στο τραπέζι είναι η παροχή φορολογικών κινήτρων από την Πολιτεία για τους τομείς υγείας και σύνταξης, η περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ στο 40% για όσους ασφαλίσουν την ακίνητη περιουσία τους, η ειδική φορολογική μέριμνα στα ασφάλιστρα για τους πολίτες άνω των 60 ετών προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν στα κόστη, η έμφαση που πρέπει να δοθεί για τη μείωση του αριθμού των ανασφάλιστων οχημάτων.

Ωστόσο πάγιο αίτημα είναι η γενίκευση της εφαρμογής των διαγνωστικά ομοιογενών ομάδων (Diagnostic-related group DRGS) και στον ιδιωτικό τομέα, ανεξαρτήτως του ποιος πληρώνει (ΕΟΠΥΥ, ασφαλιστικές εταιρείες, ιδιώτης).

Τι αναφέρει η έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σε πρόσφατη έκθεσή της, βάζει στο μικροσκόπιο τα ασφάλιστρα υγείας και τα αυξημένη κόστη, καταλήγοντας σε σημαντικά συμπεράσματα τα οποία πρέπει, όπως αναφέρουν άνθρωποι της ασφαλιστικής αγοράς, να ληφθούν άμεσα υπόψιν τόσο από τις ιδιωτικές κλινικές αλλά κυρίως από την Πολιτεία. Από την οποία ζητούν εδώ και πολλούς μήνες, κομβικές παρεμβάσεις

Όπως σημειώνει στην έκθεσή της η ΕΑ, «την τελευταία πενταετία σημειώνεται αύξηση της ζήτησης για υπηρεσίες υγείας, και το δημόσιο σύστημα υγείας δέχεται πιέσεις με το ποσοστό των δημόσιων δαπανών και επενδύσεων στην υγεία να είναι χαμηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, με τη μείωση του αριθμού των δημοσίων νοσοκομείων, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό των συνολικών δαπανών υγείας (35% το 2019 και 34% το 2023) καλύπτεται απευθείας από τα νοικοκυριά (out-of-pocket), κυρίως με τη μορφή συμμετοχής για φάρμακα και άμεσων πληρωμών για υπηρεσίες, και με την ιδιωτική ασφάλιση να καλύπτει ένα μικρό ποσοστό των συνολικών δαπανών για την υγεία (4,3%). Ο βαθμός συγκέντρωσης στην αγορά χαρακτηρίζεται μέτριος, ενώ οι εξαγορές που έχουν λάβει χώρα από ξένα επενδυτικά κεφάλαια τα τελευταία έτη δεν έχουν μεταβάλλει δραματικά το βαθμό συγκέντρωσης από το 2019 έως το 2022».

Ωστόσο όπως αναφέρει αναλυτικά, τα κόστη έχουν εκτοξευθεί. «Τα τελευταία έτη καταγράφεται σταθερά αύξηση στο κόστος ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας, ενώ απασχολεί έντονα το συνεχώς αυξανόμενο κόστος των ασφαλιστικών προγραμμάτων υγείας, χωρίς δυνατότητα των ασφαλισμένων να προβλέψουν τη μελλοντική του εξέλιξη. Συνολικά, η αύξηση του κόστους υγείας αποδίδεται στην αύξηση του όγκου υπηρεσιών ανά περιστατικό, της συχνότητας εμφάνισης ζημιών λόγω αύξησης της νοσηρότητας, της γήρανσης αλλά και του κόστους νοσοκομειακής περίθαλψης στα ιδιωτικά νοσηλευτήρια, καθώς και στην αύξηση του μέσου κόστους αποζημίωσης ανά νοσηλεία», αναφέρει η έκθεση.

Από την έρευνα, σύμφωνα με την έκθεση, «αναδείχθηκε το ζήτημα της διακριτικής τιμολόγησης πελατών και της αδιαφάνειας στην τιμολόγηση των υπηρεσιών υγείας, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά δυσχερή τη σύγκριση υπηρεσιών και επαλήθευση των χρεώσεων με βάση τους δημοσιευμένους τιμοκαταλόγους των ιδιωτικών κλινικών και δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας στις σχέσεις ασφαλιστικών εταιρειών».

Παράλληλα «αναδείχθηκε το ειδικότερο ζήτημα της αδιαφάνειας στις χρεώσεις υπηρεσιών υγείας και ασφάλισης υγείας. Αν και η ασύμμετρη πληροφόρηση μεταξύ του κατόχου των γνώσεων για το αγαθό της υγείας σε σύγκριση με τις γνώσεις του ασθενή είναι εγγενές χαρακτηριστικό των αγορών παροχής υπηρεσιών υγείας, η έλλειψη διαφάνειας, προβλεψιμότητας και συγκρισιμότητας στις τιμές τόσο των υπηρεσιών υγείας όσο και των υπηρεσιών ασφάλισης υγείας εντείνει το πρόβλημα αυτό και αφαιρεί οποιαδήποτε δυνατότητα του καταναλωτή/ασθενή να επιλέξει ιδιωτική κλινική ή ασφαλιστικό οργανισμό βάσει κόστους, και εν τέλει να έχει έλεγχο επί των δαπανών του σε ένα τόσο σημαντικό αγαθό».

Διαβάστε επίσης:

Ασφαλιστική αγορά: Αγωνία για τα κόστη υγείας των ιδιωτικών νοσοκομείων

Σαρρηγεωργίου: Η Πολιτεία να παρέμβει για τα κόστη υγείας στα ιδιωτικά νοσοκομεία

Κομισιόν: Καταδικάζει την αντισημιτική επίθεση στις ΗΠΑ- Νεαρό ζευγάρι οι θύτες