Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ο χρυσός ξεπέρασε το ευρώ και κατέλαβε τη δεύτερη θέση ανάμεσα στα σημαντικότερα αποθεματικά περιουσιακά στοιχεία για τις κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως, καθώς οι αγορές χρυσού κατέγραψαν ιστορικά υψηλά και οι τιμές του εκτοξεύθηκαν.

Το πολύτιμο μέταλλο αντιστοιχούσε στο 20% των επίσημων παγκόσμιων αποθεμάτων το 2024, ξεπερνώντας το ευρώ που βρισκόταν στο 16% και υπολειπόταν μόνο του δολαρίου ΗΠΑ, το οποίο διατηρούσε το προβάδισμα με 46%, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΤ που δημοσιεύθηκαν σήμερα.

1

«Οι κεντρικές τράπεζες συνέχισαν να συσσωρεύουν χρυσό με ρυθμούς-ρεκόρ», ανέφερε η ΕΚΤ, σημειώνοντας ότι για τρίτη συνεχή χρονιά απέκτησαν πάνω από 1.000 τόνους χρυσού το 2024 -ποσότητα που αντιστοιχεί στο ένα πέμπτο της συνολικής ετήσιας παγκόσμιας παραγωγής και είναι διπλάσια από τον ετήσιο μέσο όρο της δεκαετίας του 2010.

Τα αποθέματα χρυσού των κεντρικών τραπεζών, τα οποία κορυφώθηκαν στους 38.000 τόνους στα μέσα της δεκαετίας του 1960, ανήλθαν εκ νέου στους 36.000 τόνους το 2024, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΚΤ. «Οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο κατέχουν σήμερα σχεδόν όσο χρυσό κατείχαν το 1965», ανέφερε η έκθεση της ΕΚΤ.

Μεγάλες αγορές το 2024 προήλθαν από την Ινδία, την Κίνα, την Τουρκία και την Πολωνία, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, γράφουν οι Financial Times.

Η εκτόξευση της τιμής του χρυσού συνέβαλε επίσης στην ενίσχυση του μεριδίου του στα παγκόσμια αποθέματα. Από τις αρχές του έτους, η τιμή του αυξήθηκε κατά 27%, φτάνοντας σε ιστορικό υψηλό των 3.500 δολαρίων ανά ουγκιά.

«Αυτό το απόθεμα, σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές, κατέστησε τον χρυσό το δεύτερο μεγαλύτερο παγκόσμιο αποθεματικό περιουσιακό στοιχείο με βάση τις αγοραίες τιμές το 2024 -μετά το δολάριο ΗΠΑ», ανέφερε η ΕΚΤ.

Αν και ο χρυσός δεν αποδίδει τόκους και είναι ακριβός στην αποθήκευση, θεωρείται παγκοσμίως από τους επενδυτές ως απόλυτα ασφαλές περιουσιακό στοιχείο: είναι ρευστοποιήσιμο και δεν εκτίθεται σε κινδύνους αντισυμβαλλομένων ή κυρώσεων.

Τα τελευταία χρόνια, οι κεντρικές τράπεζες επιχειρούν επίσης να διαφοροποιηθούν από το δολάριο ΗΠΑ, λόγω ανησυχιών για γεωπολιτική αστάθεια και τα επίπεδα χρέους των ΗΠΑ. Η τάση «απο-δολαριοποίησης» επιταχύνθηκε, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όταν οι ΗΠΑ περιόρισαν την πρόσβαση της Ρωσίας στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.

«Η ζήτηση χρυσού για νομισματικά αποθέματα αυξήθηκε απότομα μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022 και παραμένει σε υψηλά επίπεδα», τόνισε η ΕΚΤ, προσθέτοντας ότι οι αγορές χρυσού φαίνεται να λειτουργούν ως αντιστάθμισμα έναντι κυρώσεων, όπως το πάγωμα χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.

«Σε πέντε από τις δέκα μεγαλύτερες ετήσιες αυξήσεις στο μερίδιο του χρυσού στα συναλλαγματικά αποθέματα από το 1999, οι εμπλεκόμενες χώρες αντιμετώπιζαν κυρώσεις το ίδιο ή το προηγούμενο έτος», ανέφερε η ανάλυση της ΕΚΤ, προσθέτοντας ότι «χώρες που είναι γεωπολιτικά κοντά στη Ρωσία και την Κίνα» αύξησαν τα αποθέματά τους σε χρυσό περισσότερο από άλλες τα τελευταία τρία χρόνια.

Μια έρευνα μεταξύ 57 κεντρικών τραπεζών που διατηρούσαν χρυσό πέρυσι αποκάλυψε ότι οι ανησυχίες για κυρώσεις, οι προσδοκώμενες αλλαγές στο παγκόσμιο νομισματικό σύστημα και η επιθυμία απεξάρτησης από το δολάριο ΗΠΑ ήταν βασικά κίνητρα για τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Επιπλέον, ενώ ιστορικά η τιμή του χρυσού μειωνόταν όταν αυξάνονταν οι πραγματικές αποδόσεις άλλων περιουσιακών στοιχείων, αυτή η διαχρονική συσχέτιση έχει πάψει να ισχύει από τις αρχές του 2022, καθώς οι επενδυτές προσελκύονται πλέον από τον χρυσό περισσότερο ως αντιστάθμισμα στον πολιτικό κίνδυνο παρά ως αντιστάθμιση έναντι του πληθωρισμού.

Διαβάστε επίσης:

NSDL: Για IPO ετοιμάζεται ο παλαιότερος «θεματοφύλακας» της Ινδίας

Η Wolt ενισχύει την παρουσία της στο online grocery delivery με τη νέα στρατηγική συνεργασία με τον Σκλαβενίτη

Παραιτήθηκε η ηγετική ομάδα της Π. Νίκας – Παρελθόν η Δέσποινα Τσαγγάρη και ο αναπληρωτής CEO