• ΑΓΟΡΕΣ

    O «υγιής» πληθωρισμός και η συνέχιση της ροής «φθηνού χρήματος»

    • Του Ηρακλή Ρούπα
    Ο πληθωρισμός δεν είναι πλέον αστείο. Ανάγκη ουσιαστικής αντιμετώπισης του ενεργειακού κόστους των επιχειρήσεων.

    Ηρακλής Ρούπας, Οικονομολόγος


    Η προβληματισμός για την βιωσιμότητα του Ελληνικού χρέους επανέρχεται στο προσκήνιο. Ίσως πρώιμα, αλλά επανέρχεται. Εν μέσω πανδημίας, αλλά και παροχής τεράστιας ρευστότητας στο σύστημα από την ΕΚΤ.

    Την ίδια στιγμή που ακόμα δεν έχουν κατατεθεί τα προγράμματα των χωρών, καθώς και ο τελικός σχεδιασμός απορροφητικότητας των κονδυλίων του Αναπτυξιακού Ταμείου. Τι αλλάζει;  Το ερώτημα κάθε αναλυτή που μέχρι σήμερα είχε συνηθίσει τα αρνητικά επιτόκια και μία αγορά ομολόγων γενικώς να «λειτουργεί» στην σφαίρα του υπερβατού.

    Παρά την βαθιά ύφεση των οικονομιών, η πρόσφατη αναταραχή στις αγορές ομολόγων – λόγω μίας διαμορφούμενης τάσης να θεωρείται ότι ο πληθωρισμό είναι προ των πυλών – αρκούσε για να ανοίξει για ακόμα μία φορά την συζήτηση ως προς τις πιθανότητες εμφάνισης πληθωριστικών πιέσεων. Μία εξέλιξη που αν επιβεβαιωθεί ως προς τον μόνιμο χαρακτήρα της,  θα έχει ως επακόλουθο την αδυναμία διατήρησης των χαμηλών επιτοκίων από όλες τις Κεντρικές Τράπεζες των μεγάλων οικονομιών. Κατ’ επέκταση, την ανάδειξη δυσχερειών  στην διαχείριση του χρέους των περισσότερων χωρών. Ειδικά των πλέον αδύναμων.

    Την ίδια περίοδο, στις ΗΠΑ εγκρίθηκε νομοθετικά ένα από τα μεγαλύτερα «πακέτα» στήριξης της ιστορίας της  χώρας, με στόχο τα 1,9 τρις δολάρια να τονώσουν την οικονομία μετά την πανδημία. Αντίστοιχα, παρά το γεγονός ότι η ΕΚΤ αναγγέλλει την συνέχιση του προγράμματος χαλάρωσης,  έχοντας ήδη αγοράσει το 100% των τελευταίων εκδόσεων των περισσότερων κρατών της ευρωζώνης, αδυνατεί να βρει λύση στον πρόβλημα των εμβολίων. Μία αδυναμία που σε συνδυασμό με την καθυστέρηση έγκρισης των επιμέρους προγραμμάτων των χωρών για το Ταμείο Ανάπτυξης, καθυστερεί την ανάπτυξη με άγνωστα ακόμα επακόλουθα.

    Έχουν βάση οι φόβοι για εμφάνιση πληθωριστικών πιέσεων εν μέσω αντιφατικών μηνυμάτων, τόσο ως προς την πορεία των οικονομιών, όσο και ως προς το μείγμα των πολιτικών που ακολουθούνται; Τελικά οι αγορές ομολόγων προεξοφλούν κρίση χρέους, ή η πανδημία προσέφερε ένα «Μακιαβελικό φαύλο κύκλο» μέσω της ταυτόχρονης συνύπαρξης της ύφεσης της παγκόσμιας οικονομίας, που αποκλιμάκωσε την «φούσκα» των αγορών, και της συνεχιζόμενης παροχής ρευστότητας που αυξάνει τον δανεισμό και την προοπτική κρίσης χρέους για πολλές οικονομίες στο μέλλον;  Αν ισχύει η εκτίμηση εμφάνισης πληθωρισμού, πως εξηγείται πως την ίδια στιγμή συντηρείται η ανοδική κίνηση των χρηματιστηρίων εν αναμονή ταχείας ανάκαμψης από την κρίση;

    Η συζήτηση για την εμφάνιση πληθωρισμού ξεκίνησε από τις ΗΠΑ. Ειδικά μετά την εμφάνιση αυξημένων αποδόσεων στα βραχυπρόθεσμα γραμμάτια του Δημοσίου. Κατά την εκτίμηση πολλών αναλυτών αυτή ακριβώς η εξέλιξη είναι που προβληματίζει. Η υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ, Janet Yellen αποδίδει την βραχυπρόθεσμη αυξητική τάση των αποδόσεων των έντοκων γραμματίων στην διαφαινόμενη ανάκαμψη και όχι σε πληθωρισμό. Καθώς ως βάση της συζήτησης ύπαρξης πληθωρισμού ορίζεται από την Fed το επίπεδο του 2%, η τοποθέτηση της Yellen παραπέμπει σε εξομάλυνση το 2022.  Προφανώς όχι αυθαίρετα.

    Σημεία «συναγερμού» υπήρχαν πάντα. Θυμάμαι το 1986 ως δευτεροετής μεταπτυχιακός φοιτητής στις ΗΠΑ τις διαλέξεις του καθηγητή μου Alfred Kahn (εκ των πρωτεργατών της απελευθέρωσης των αερομεταφορών στις ΗΠΑ επί Προεδρίας Καρτερ) κατά τις οποίες ανέλυε πως ένα ποσοστό πληθωρισμού της τάξεως του 6% θεωρείτο υγιώς αναπτυξιακό και θετικό για την οικονομία. Τι έχει μεσολαβήσει και σε 43 χρόνια και η βάση του «υγιούς» πληθωρισμού μετατέθηκε από το 6% στο 2%; Μήπως τελικά η παραμετροποίηση του τι θεωρείται υγιής πληθωρισμός στην παρούσα φάση βασίζεται περισσότερο σε προσέγγιση διεθνούς πολιτικής ισορροπίας και κερδοσκοπίας και λιγότερο σε οικονομικά κριτήρια; Ειδικά σε μία περίοδο όπου «ανταγωνιστικά» προγράμματα στήριξης θα παράξουν ανάπτυξη διαφορετικής κλίμακας από χώρα σε χώρα;

    Προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσουμε τα σήματα των αγορών, δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας το γεγονός ότι το Δημόσιο Χρέος των ΗΠΑ αλλά και των χωρών της ΕΕ, με μία αύξηση επιτοκίων θα δημιουργούσε αύξηση τόκων. Άρα δύσκολο επίπεδο διαχείρισης. Ταυτόχρονα τυχόν αύξηση των επιτοκίων θα επέφερε σημαντικές διορθώσεις στα χρηματιστήρια και τις αξίες των εταιριών. Εξέλιξη που δεν είναι προετοιμασμένο το σύστημα να απορροφήσει.  Αυτός είναι και ο λόγος που μετά την Janet Yellen, o πρόεδρος της FED Jerom Powel, με την στάση του έναντι της πολιτικής επιτοκίων, εκτιμά πως πληθωρισμός θα υπάρξει αλλά όχι στον βαθμό που εκτιμάται. Πιθανή αύξηση των τιμών πέραν του 2% για ορισμένα τρίμηνα δεν αναμένεται να αλλάξει ουσιαστικά την εκτίμηση των καταναλωτών ως προς το μελλοντικό επίπεδο του πληθωρισμού.

    Η «ανάφλεξη» της συζήτησης περί πληθωρισμού μπορεί να αποτελεί μέρος κερδοσκοπικών πιέσεων για να δοκιμασθούν οι αντοχές των υφιστάμενων πολιτικών των κεντρικών τραπεζών, με δεδομένη την σοβαρή στρεβλότητα που επικρατεί στις αγορές ομολόγων. Μπορεί οι ΗΠΑ να έχουν την δυνατότητα επί της ουσίας να διοχετεύσουν 1,9 τρις νέο χρήμα στην οικονομία. Δεν είναι δυνατόν όμως να διαφεύγει της προσοχής μας πως το χρέος της Ευρώπης για πρώτη φορά έφθασε το 100% του ΑΕΠ, ενώ το Ελληνικό έχει ξεπεράσει το 200%, με την τράπεζα Barklays να κατατάσσει την χώρα μεταξύ των οικονομιών με σαφώς μη βιώσιμο χρέος.

    Γεγονός είναι πως η συνεχής παροχή ρευστότητας στο σύστημα της διεθνούς οικονομίας δημιουργεί στρεβλότητα. Αυτή ακριβώς την ανισορροπία επιδιώκει να εκμεταλλευτεί το κερδοσκοπικό κεφάλαιο. Αυτός είναι και ο λόγος που τάσσομαι με εκείνους που θεωρούν πως η κινητικότητα των αποδόσεων των ομολόγων θα είναι φαινόμενο βραχυπρόθεσμο. Οι κεντρικές τράπεζες θα συνεχίσουν να παρέχουν «φθηνή ρευστότητα». Τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2022. Βολεύει όλους η πρακτική αυτή.

    Το ζητούμενο παραμένει ως προς το πώς θα αντιμετωπισθεί η διόγκωση του κρατικού και ιδιωτικού χρέους όταν θα έλθει η στιγμή εκείνη που η πολιτική αυτή θα κριθεί αναγκαίο να αντιστραφεί. Θα είναι η στιγμή που οι ρυθμίσεις της οικονομίας θα πρέπει να αντισταθμισθούν με ρυθμίσεις πολιτικής. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως, η ιστορία μας έχει διδάξει πως οι αδύνατοι, αδυνατίζουν περισσότερο.

    Ηρακλής Ρούπας, Οικονομολόγος



    ΣΧΟΛΙΑ