• Συνεντεύξεις

    Έρση Σωτηροπούλου: «Η γοητεία σε αυτή την ευθύτητα»

    Έρση Σωτηροπούλου, cool και στυλάτη, μυστηριώδης, ερωτική και αιχμηρή, όπως η γραφή της


    Τι θα διαβάσει το 2024; Η Έρση Σωτηροπούλου βρήκε λίγο χρόνο να καταγράψει τις αναγνωστικές προτάσεις της. Η διάσημη πεζογράφος και ποιήτρια που (όπως έχει ομολογήσει) γνώρισε την ελευθερία μέσα από τα βιβλία (μεγαλώνοντας στην Πάτρα της δικτατορίας). Και ωρίμασε ως συγγραφέας επειδή διέκρινε τη ρωγμή στην εικόνα της αρμονίας…

    Η Έρση Σωτηροπούλου αποτελεί ιδιότυπη περίπτωση στην ελληνική λογοτεχνία, ενσωματώνει και φέρει τις ιστορίες της παρά τις πλάθει και τις καταγράφει.

    Η Εύα και άλλες ηρωίδες

    Ηρωίδες της όπως η Εύα, μοιάζουν περισσότερο με αρχετυπικές μορφές και με την ελάχιστη δράση, η συγγραφέας προκαλεί βροντώδη συναισθήματα. Σκιερές και μυστηριακές σκηνές, διότι δεν δίνει ποτέ όλες τις πληροφορίες, πνευματώνονται από δυνάμεις εσωτερικές. Αισθάνεται κανείς το λανθάνων, το κυματισμό που υπάρχει ενδότερα κρυμμένο. Σε μυθιστορήματα αλλά και στα κομψοτεχνήματα διηγήματά της όπως αυτά που συγκεντρώνονται στην πρόσφατη συλλογή Η τέχνη να μην αισθάνεσαι τίποτα (εκδ. Πατάκη, 2023). Το σχεδιάγραμμα της δράσης σφραγίζεται από το άλλο, από το θάνατο. Ή το σεξ, από αυτό το δίπολο πάντως διότι η Έρση Σωτηροπούλου παραμένει πάντα φροιδική, είτε το επιθυμεί είτε όχι.

    Καθιερώθηκε με το κλασικό σήμερα Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές με ηρωίδα τη Νίνα που βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (2000) και με το Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω.

    Η Εύα τιμήθηκε με το βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών το 2011, ενώ η συλλογή διηγημάτων της Να νιώθεις μπλε, να ντύνεσαι κόκκινα απέσπασε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος το 2012.

    Τι μένει από τη νύχτα

    Η Έρση Σωτηροπούλου έχει εμποτιστεί με το γαλλικό ύφος και με κάποιο τρόπο μεταφυσικό εκτιμάται ιδιαιτέρως στο εξωτερικό. Αρκετοί έλληνες συγγραφείς μεταφράζονται αλλά εκείνη εισχωρεί στον κεντρικό λογοτεχνικό τους κύκλο όπως με το Τι μένει από τη νύχτα. Μεταφράστηκε στα γαλλικά από τις διάσημες εκδόσεις Stock ως Ce qui reste de la nuit από τον διάσημο ελληνιστή ελβετό καθηγητή Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και ηθοποιό Ζιλ Ντεκορβέ (Gilles Decorvet). Για το ίδιο βιβλίο το 2017 η Έρση Σωτηροπούλου κέρδισε το Prix Mediterranée (Βραβείο «Μεσόγειος»).

    Σε αυτό ακολουθεί τον νεαρό Κωνσταντίνο Καβάφη στο Παρίσι του 1897 και μας παρουσιάζει τα εμπόδια που συναντά ο ποιητής στην πορεία προς την προσωπική και ποιητική του ωρίμανση. Έργα της έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά και σουηδικά.

    Η μεταφράστρια του συγκεκριμένου βιβλίου στα αγγλικά Κάρεν Έμεριχ (Karen Emmerich) τιμήθηκε το 2019 με το αμερικανικό βραβείο μετάφρασης (National Translation Award).

    Χαρτογράφηση

    Η πρώτη της εμφάνιση στα γράμματα έγινε με την ποιητική συλλογή «Μήλος+Θάνατος+…+…» (1980) ενώ έχει γράψει συνολικά δέκα έξι βιβλία.

    Τη δεκαετία του 1980 γράφει το ερωτικό θρίλερ Διακοπές χωρίς πτώμα (εκδόσεις Άκμων) και ακολουθούν το Εορταστικό Τριήμερο στα Γιάννενα (εκδόσεις Νεφέλη), η Φάρσα και το Μεξικό (εκδ. Κέδρος). Τη δεκαετία του 1990 παράγει τον Χοιροκάμηλο (εκδ. Κέδρος), τον Βασιλιά του Φλίπερ (εκδ. Καστανιώτη), το Δαμάζοντας το κτήνος και την Αχτίδα στο Σκοτάδι (εκδ. Κέδρος αμφότερα).

    Πλέον ανήκει στις εκδόσεις Πατάκη αρχής γενομένης με το Να νιώθεις μπλε, να ντύνεσαι κόκκινα, το Τι μένει από τη νύχτα και το Μπορείς; (2017, Βραβείο Literature.gr, Ελληνική Λογοτεχνική Φράση της Χρονιάς). Το 2019 με το Άνθρωπος στη θάλασσα (εκδ. Πατάκη) επέστρεψε στην ποίηση, στην απώλεια της μητέρας.

    Η τέχνη να μην αισθάνεσαι τίποτα

    Η τέχνη να µην αισθάνεσαι τίποτα καταγράφει στιγμές της καθημερινότητας από τη σύγχρονη ζωή, κυρίως στην Αθήνα. Οι ήρωες διστάζουν, αμφιταλαντεύονται, σε μια πραγματικότητα ερεβώδη και θολή. Συναντήσεις φευγαλέες που ερεθίζουν τον αμφιβλιστροειδή της μνήμης και προκαλούν αισθήματα οικείου και παραξενίσματος ταυτόχρονα.

    Ύδωρ εκ της πέτρας θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν για την ικανότητα απόσταξης της ουσίας. Πρόσωπα σχεδόν ιερά μέσα στη μοναξιά και τον πόνο τους, κρυμμένα στο σκοτάδι, με την Έρση Σωτηροπούλου να καταφέρνει να φανερώσει όσα παραμένουν κρυφά. Το χάδι ενός ανθρώπου χωρίς χέρια, έναν έρωτα φανταστικό μέσα από την τηλεφωνική γραμμή, ενώ «Ένα ψιτ, μια αόρατη ρωγμή, μπορεί να ανατρέψει όλα και να σε ρίξει πίσω στον καιάδα των αισθημάτων».

    Από τα δέκα πέντε συνολικά διηγήματα, το πιο πρόδηλα αυτοβιογραφικό, Μια εκλεκτική συγγένεια, εξομολογείται τον λογοτεχνικό έρωτά της για τον κορυφαίο πολωνό συγγραφέα Βίτολντ Γκομπρόβιτς. Στην πραγματικότητα αποτελεί τη μουσική έκφραση των συναισθημάτων της, με ανόθευτο λυρισμό.

     

     

    «Ανυπομονώ να διαβάσω»

    Ακόμη και στην ερώτηση που της έθεσε το σάιτ, η Έρση Σωτηροπούλου αποδείχθηκε καίρια, αιχμηρή, ποιητική.

    «Ανυπομονώ να διαβάσω το Raintree County του Ross Lockridge Jr. που έχω παραγγείλει. Δεν ξέρω αν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά. Εκδόθηκε το 1948 κι έγινε αμέσως επιτυχία. Δυο μήνες αργότερα ο Lockridge που ήταν 33 ετών αυτοκτόνησε. Βρήκα το βιβλίο στο πάτωμα σ’ ένα σπίτι που με φιλοξενούσαν και διάβασα απνευστί μερικές σελίδες.

    Είναι ένα ιλιγγιώδες μυθιστόρημα, όχι μόνο λόγω έκτασης (είναι πάνω από 1.000 σελίδες), αλλά λόγω της αφηγηματικής λάβας που νιώθεις να σε κατακλύζει καθώς σε οδηγεί μέσα σ’ ένα λαβύρινθο από φλας μπακς. Ένα γουέστερν ψυχαναλυτικό και εικονοκλαστικό, ιερό και ταυτόχρονο βλάσφημο, με καταιγιστικό χιούμορ.

    «Στις εθνικές οδούς» (εκδόσεις Νεφέλη) του Θοδωρή Ρακόπουλου. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ποιητικές φωνές της νεότερης γενιάς με προσωπικό ύφος και παλμό.

    Η Αντ-όνια μου της Γουίλα Κάθερ (μτφρ. Κερασίας Σαμαρά, εκδόσεις Gutenberg) που επιτέλους με μεγάλη καθυστέρηση κυκλοφόρησε στα ελληνικά.

    Είναι ένα μυθιστόρημα που όταν το διάβασα πρώτη φορά έμεινα άφωνη. Η Κάθερ γράφει χωρίς να γράφει. Δεν νιώθεις ότι υπάρχει από πίσω κάποια λογοτεχνική προσπάθεια. Μια πρόζα σχεδόν ευθύγραμμη, χωρίς ανατροπές, όπου τα γεγονότα εκτυλίσσονται μέσα στη φυσική τους νομοτέλεια. Η γραφή της λειτουργεί υποδόρια.

    Η γοητεία της βρίσκεται ακριβώς σ’ αυτή την ευθύτητα, μια ευθύτητα δυναμική, καθόλου απλοϊκή, με συναισθηματικό βάθος και απρόσμενες φωτοσκιάσεις, που εγγράφεται μέσα μας. Μ’ ενδιαφέρει πολύ η επίγευση που αφήνει η γραφή της Κάθερ στα ελληνικά.

    Τι κρίμα αυτή η παύλα στο όνομα της ηρωίδας. Για ποιο λόγο; Αν μπήκε για να αποδοθεί σωστότερα η προφορά -με την ίδια λογική την “Αναζήτηση του χαμένου χρόνου“ την έγραψε ο Μαγσέλ Πγουστ- το βρίσκω υπερβολικό. Τραβάει το μάτι χωρίς λόγο».



    ΣΧΟΛΙΑ