ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
«Ο κόσμος μπορεί να φαντάζεται, ότι υπάρχει κάποιος εγκέφαλος εκεί έξω, σαν τον κακό στον Τζέιμς Μποντ, που περιμένει να παραλάβει τα κλοπιμαία αλλά η ιστορία μας έχει διδάξει, ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Η περίπτωση της κλοπής στο Λούβρο είναι περισσότερο ρίσκου και ανταμοιβής». Ο Τζέιμς Ράτκλιφ, υπεύθυνος διευθυντής ανακτήσεων και γενικός σύμβουλος στο Art Loss Register είναι αυτός που μιλάει, διαλύοντας τις θεωρίες περί «παραγγελιών» από αόρατους, παθιασμένους συλλέκτες ή παντοδύναμες εγκληματικές οργανώσεις.
Μιλώντας στο ARTnews ο πλέον ειδικός στο θέμα, καθώς εκπροσωπεί τον σημαντικότερο φορέα διεθνώς, ο οποίος αναζητεί, καταγράφει και συμβάλει στην ανάκτηση λεηλατημένων ή κλεμμένων έργων τέχνης είναι σαφής: «Οι κλέφτες», λέει «ήταν πιθανότατα καιροσκόποι παρά ειδικοί, ενθαρρυμένοι από τα παλαιά συστήματα ασφαλείας του κτηρίου και ασφαλώς από τον υψηλής αξίας στόχο. Εξάλλου, δεν είναι απαραίτητα δύσκολο να μπει κανείς σε ιστορικά ιδρύματα όπως το Λούβρο ή και άλλα κτήρια, που χτίστηκαν για επίδειξη μεγαλοπρέπειας και όχι για προστασία και ως εκ τούτου είναι συχνά δύσκολο να ασφαλιστούν».
Πράγματι ο έλεγχος αποκαλύπτει, ότι μεγάλα τμήματα του Λούβρου δεν διαθέτουν κάμερες ενώ καταγράφεται και πλήθος άλλων κενών ασφαλείας, τα οποία για ευνόητους λόγους δεν αναφέρονται δημοσίως. Μπορεί ωστόσο, να μην χρειάστηκαν περισσότερα από επτά λεπτά για να αρπάξουν οι τέσσερεις μασκοφόροι άνδρες τα οκτώ βασιλικά κοσμήματα από την Galerie d’Apollon του μουσείου την Κυριακή το πρωί αλλά οι ειδικοί λένε, ότι το δύσκολο κομμάτι γι΄ αυτούς, η διάθεση των κλοπιμαίων δηλαδή, μόλις άρχισε.
Και όπως πιστεύει τώρα ο Ράτκλιφ η μοίρα των κοσμημάτων εξαρτάται λιγότερο από την εγκληματική ευρηματικότητα των κακοποιών και περισσότερο από την χημεία. Γιατί «Όταν κάτι είναι φτιαγμένο από χρυσό και διαμάντια, υπάρχει πάντα ο πειρασμός να το διαλύσει κανείς και να το λιώσει. Και η τιμή του χρυσού αυτή τη στιγμή το καθιστά μια γρήγορη, χαμηλού κινδύνου απόδοση».
Όμορφο αλλά διάτρητο
Πράγματι η τιμή του χρυσού εκτοξευμένη σε ιστορικά υψηλά φέτος ξεπέρασε τα 4.000 δολάρια ανά ουγγιά, μια αύξηση άνω του 50% σε ετήσια βάση, που οι αναλυτές αποδίδουν στην αναζήτηση για ασφαλή καταφύγια εν μέσω γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας αλλά και αυξανόμενων προσδοκιών για μειώσεις επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας και μεγάλων ροών σε ETF με χρυσό και αγορές από κεντρικές τράπεζες.
Την ίδια άποψη έχει και η ΄Εριν Τόμσον, μελετήτρια εγκλημάτων τέχνης στο John Jay College of Criminal Justice. «Στις ΗΠΑ μπορείτε σήμερα οπουδήποτε να πουλήσετε χρυσές λίρες και κανείς δεν θα σας κάνει ερωτήσεις», όπως λέει. Όσο για το Λούβρο, το χαρακτηρίζει όμορφο αλλά διάτρητο, εξ αιτίας της ηλικίας και της διάταξής του σε αντίθεση με άλλα μουσεία όπως το Γκέτι στο Λος Άντζελες, το οποίο «σχεδιάστηκε μετά από κλοπές έργων τέχνης τη δεκαετία του 1980, με γνώμονα την ασφάλεια σε επίπεδο φρουρίου».
Έπειτα φυσικά, υπάρχουν και οι πολύτιμες πέτρες. Οι ειδικοί συμφώνησαν, ότι η πώληση των ίδιων των κοσμημάτων θα αποτελέσει ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση από την κλοπή τους. Σήμερα, τέτοιοι πολύτιμοι λίθοι τεκμηριώνονται, φωτογραφίζονται και εντοπίζονται μέσω μικροσκοπικών ατελειών. Αυτές οι πέτρες πιθανότατα θα πρέπει να ξανακοπούν ή να επανατοποθετηθούν πριν εισέλθουν σε οποιαδήποτε αγορά, μια διαδικασία που καταστρέφει μεγάλο μέρος της ιστορικής τους αξίας.
Η μεταπώλησή τους έτσι, θα μείωνε την αξία τους σε ένα κλάσμα αυτής που αντιπροσώπευαν ως βασιλικά κειμήλια. Ακόμα κι αν οι κλέφτες έβρισκαν έναν πρόθυμο μεσάζοντα, ο κίνδυνος εντοπισμού τους είναι υψηλός, καθώς οποιοδήποτε μεγάλο διαμάντι ή σμαράγδι εμφανιστεί προς πώληση τους επόμενους μήνες, πιθανότατα θα σημάνει συναγερμό.
Το μοιραίο φορτηγάκι
Άλλο στοιχείο που κάνει την ληστεία στο Λούβρο αξιοσημείωτη είναι για τον Τζιμ Γουάιν, ιδρυτή του ArtRisk Group και συνταξιούχο πλέον, ειδικό πράκτορα του FBI, ο οποίος πέρασε τρεις δεκαετίες στην Ομάδα Κλοπής του Γραφείου, η χρήση καθημερινού εξοπλισμού. «Το φορτηγό monte-meubles που χρησιμοποίησαν είναι ενδιαφέρον», λέει «γιατί καθημερινά στους δρόμους του Παρισιού βλέπεις ανθρώπους να μετακινούν έπιπλα από τα παράθυρα των επάνω ορόφων. Κανείς δεν τους κοιτάζει δύο φορές».

Όπως πιστεύει έτσι, ο Γουάιν, οι ερευνητές πιθανότατα θα επικεντρωθούν στο ποιος νοίκιασε τον εξοπλισμό ή είχε πρόσβαση σ΄αυτόν τις ημέρες πριν από τη διάρρηξη. Σημειώνοντας, ότι αυτό φορτηγάκι με τη σκάλα μπορεί να αποβεί μοιραίο για τους κλέφτες. Ειδικά μάλιστα, επειδή φαίνεται να προσπάθησαν ανεπιτυχώς, να το κάψουν μετά τη ληστεία.
Όσο για την πιθανότητα προσφοράς αμοιβής για πληροφορίες, ο Άντονι Αμόρε, πρώην ερευνητής κλοπής έργων τέχνης της Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ πιστεύει, ότι είναι ένα λεπτό ζήτημα για την Γαλλική κυβέρνηση. «Θα τους παρότρυνα να προσφέρουν αμοιβή για πληροφορίες που οδηγούν στα κλεμμένα αγαθά αλλά όχι αμοιβή στους ίδιους τους κλέφτες», λέει. Και μην φανταστεί κανείς, ότι αυτή η ανταλλαγή θα αφορά μία σακούλα με μετρητά και την παράδοσή τους σε κάποιον σιδηροδρομικό σταθμό, όπως αναφέρει.
«Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο κλινική και λιγότερο συναρπαστική. Συχνά γίνεται μέσω δικηγόρου, κάποιου που εκπροσωπεί τους εγκληματίες και ο οποίος δεσμεύεται από το απόρρητο δικηγόρου-πελάτη», αποκαλύπτει ο Αμόρε.
Η τέχνη της κλοπής
Ο Ρόμπερτ Γουίτμαν εξάλλου, ο οποίος διευθύνει εταιρεία συμβούλων ασφαλείας και ανάκτησης κλεμμένων αγαθών ενώ συνέβαλε στην ίδρυση της Ομάδας Ταχείας Ανάπτυξης του FBI για την Τέχνη και το Έγκλημα προσθέτει, ότι η πραγματική δουλειά ξεκινά μετά την ληστεία. Μόνο που στην συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί οι απατεώνες να μην είναι έτοιμοι για αυτό.

«Όταν άκουσα για πρώτη φορά για την κλοπή, σκέφτηκα ότι αυτή είναι πραγματικά μία επαγγελματική δουλειά. Αυτοί οι τύποι είναι καλοί, είπα. Αλλά όσα περισσότερα μαθαίνουμε, τόσο λιγότερο το πιστεύω πια αυτό. Άφησαν πίσω τους πολλά εγκληματολογικά στοιχεία, και αυτός είναι ένας από τους βασικούς κανόνες ενός εγκληματία. Να μην αφήνει στοιχεία».
Και πράγματι αυτό συνέβη, αφού στην φυγή τους, «έπεσε» ένα στέμμα –αυτό της αυτοκράτειρας Ευγενίας – καλυμμένο με περισσότερα από 2.400 διαμάντια και 56 σμαράγδια, χώρια φυσικά το φορτηγάκι και η σκάλα που χρησιμοποίησαν για να μπουν στο κτίριο και δεν μπόρεσαν να απαλλαγούν από αυτά. «Η απροσεξία τους υποδηλώνει, ότι είναι καλύτεροι στην κλοπή παρά στην οργάνωση», όπως λέει ο Γουίτμαν τονίζοντας, ότι «η πραγματική τέχνη στην κλοπή έργων τέχνης είναι η πώληση, όχι η κλοπή».

Τα μουσεία στο στόχαστρο
Η κλοπή της Κυριακής πάντως έρχεται μετά από μια ταραγμένη χρονιά για το Λούβρο, όταν μεταξύ άλλων το προσωπικό κατέβηκε σε απεργία λόγω του τεράστιου αριθμούς των επισκεπτών και των απαράδεκτων συνθηκών εργασίας, επικαλούμενο κινδύνους για την ασφάλεια όλων –εργαζομένων και επισκεπτών – όσο και της τέχνης.
Η ληστεία απηχεί επίσης μια σειρά κλοπών σε όλη τη Γαλλία, συμπεριλαμβανομένης της διάρρηξης τον Σεπτέμβριο στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, όπου οι κλέφτες χρησιμοποίησαν έναν καυστήρα για να κλέψουν ψήγματα χρυσού αξίας 700.000 δολαρίων, και μιας επιδρομής σε μουσείο πορσελάνης στη Λιμόζ που προκάλεσε ζημιές 7 εκατομμυρίων δολαρίων.
«Το οργανωμένο έγκλημα σήμερα στοχεύει αντικείμενα τέχνης. Τα μουσεία έχουν γίνει στόχοι», όπως δηλώνει πλέον η υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας, Ρασιντά Ντατί. Το αν η ληστεία της Κυριακής θα μείνει στην ιστορία ως μια θεαματική αποτυχία ή ως ένα διαρκές μυστήριο μένει να φανεί. Προς το παρόν, το διασημότερο μουσείο στον κόσμο, το οποίο παραμένει και σήμερα κλειστό χρησιμοποιείται ως όχημα της αντιπολίτευσης εναντίον του προέδρου Μακρόν έχοντας αναδειχθεί σε σύμβολο των αποτυχιών του, όπως τον κατηγορούν.
Διαβάστε επίσης
Η ιστορία της «Συννεφούλας» και η «τσαπερδόνα» του Διονύση Σαββόπουλου
«Ήμουν απολύτως αποφασισμένος να την κλέψω» – Η κλοπή της Τζοκόντα από το Λούβρο έναν αιώνα πριν
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
