Η επιμέλεια: από το φως στη μνήμη
Ο Φώτης Σωτηρόπουλος περιέγραψε τη διαδικασία επιλογής των έργων ως κάτι οργανικό και όχι προσχεδιασμένο.
«Με τις επισκέψεις μου στα εργαστήρια των καλλιτεχνών ανακαλύπτει κανείς εκλεκτικές συγγένειες, κοινές συνισταμένες και συσχετισμούς θεμάτων, αφήγησης και συμβολισμών. Τα έργα λειτουργούν ως οπτικά ημερολόγια, καταγράφοντας όχι μόνον την αίσθηση του ελληνικού καλοκαιριού, αλλά και την αυτοβιογραφική διάσταση της δημιουργικής διαδικασίας».
Η έκθεση, σημείωσε, αναδεικνύει το φως ως “κύριο δραματουργό της εικόνας”.
«Το λαμπρό ελληνικό φως τους καλοκαιρινούς μήνες γίνεται σκληρό και αδυσώπητο· “ισοπεδώνει δημοκρατικά” τους τόνους, όπως έλεγε ο Π. Τέτσης. Παρουσιάζει μεγάλες προκλήσεις, ειδικά στην plein air ζωγραφική, όπου η αντίληψη του φωτός δεν είναι ποτέ σταθερή».
Αυτό που επιδιώκει η επιμέλεια είναι να καλέσει τον θεατή να γίνει ενεργός παρατηρητής, όχι απλός αποδέκτης.
«Οι καλλιτέχνες δεν ζωγραφίζουν απλώς αυτό που βλέπουν αντικειμενικά ή αυτό που θυμούνται, αλλά μάλλον αυτό που γνωρίζουν. Ο Gombrich έλεγε πως δεν υπάρχει “αθώο μάτι”. Ο καθένας μας βλέπει με βάση τα βιώματα και τις εμπειρίες του».
Η έκθεση ως συλλογικό ημερολόγιο
Δεκατρείς καλλιτέχνες συμμετέχουν, καθένας με το δικό του οπτικό λεξιλόγιο:
Αχιλλέας Αϊβάζογλου, Αχιλλέας Βασιλείου, Απόστολος Γιαγιάννος, Άννα Γρηγόρα, Τάσος Δήμος, Γιάννης και Φίλιππος Κούτρικας, Ιωάννα Καφίδα, Μαρία Κτιστοπούλου, Νεκτάριος Μαμάης, Αλεξάνδρα και Αριστείδης Πατσόγλου, Βαγγέλης Ρήνας, Παναγιώτης Σιάγκρης.

Ο τίτλος «Ημερολόγια Θέρους» δεν αναφέρεται σε μια χρονική καταγραφή αλλά σε μια δομημένη ανάγνωση της εποχικής μεταβολής:
κάθε έργο είναι μια σελίδα, ένα ίχνος του φωτός που διατηρείται μέσα στη μνήμη.
«Το ημερολόγιο δεν είναι κλειστό», τονίζει ο Σωτηρόπουλος.
«Συνεχίζει να γράφεται μέσα από την αλληλεπίδραση με το κοινό. Υπερβαίνει τη νοσταλγία και προτείνει μια κριτική επανάληψη της καλοκαιρινής εικόνας».

Η φωνή των δημιουργών
Ιωάννα Καφίδα – “Η ζωγραφική είναι τόπος συνάντησης εσωτερικού και εξωτερικού βλέμματος”

Στο έργο της «Ναύπλιο», η Καφίδα εξερευνά τη λεπτή ισορροπία μεταξύ ρεαλισμού και συναισθήματος.
«Η ζωγραφική είναι τόπος συνάντησης εσωτερικού και εξωτερικού βλέμματος. Το συναίσθημα είναι άυλο· η μορφή συγκεκριμένη. Δεν επιδιώκω την αναπαράσταση διότι η πραγματικότητα δεν χρειάζεται μίμηση, αλλά χρειάζεται ερώτηση. Η πράξη της ζωγραφικής είναι συμφιλίωση μέσα από αντιθέσεις».
Η σχέση της με τη φύση παραμένει κεντρική:
«Η παρατήρηση δημιουργεί μια άμεση, βιωματική σχέση με το αντικείμενο. Το φως, οι ήχοι και οι μυρωδιές καθοδηγούν την αντίληψη. Η γνώση που προκύπτει από την παρατήρηση είναι πολύτιμο εφόδιο στη ζωγραφική».
Αχιλλέας Βασιλείου – “Η ύλη μετατρέπεται σε φως”

Το γλυπτό του «Κύμα» δεσπόζει στο χώρο σαν ανάσα από μάρμαρο.

Ο ίδιος εξηγεί:
«Η ύλη, όταν συνδιαλέγεται με τη σκέψη και τη φαντασία, από στερεό μετουσιώνεται σε ρευστή ή και αέρια κατάσταση. Έτσι, χάρις τη σκέψη, η ύλη μετατρέπεται σε φως. Τότε το έργο γίνεται διαχρονικό».
Και συμπληρώνει:
«Η ύλη ενέχει μέσα της ενέργεια· η ενέργεια αυτή αλληλεπιδρά με το πνεύμα, τη σκέψη και τη φαντασία του δημιουργού. Όταν όλα αυτά συμπράττουν, έχουμε την αντανάκλαση μιας ιδέας ως έργο. Το φως μετατρέπεται σε ύλη — η μετατροπή αυτή αποτελεί καθημερινή εμπειρία στα μεγάλα ερευνητικά εργαστήρια».
Τάσος Δήμος – “Η θάλασσα είναι μια ρευστή σταθερά”

Ο πίνακάς του «Ελαφόνησος» είναι σχεδόν τύφλωση από φως.
«Η προσέγγισή μου είναι να απεικονίζω αυτή τη σκληρότητα με έντονες αντιθέσεις. Επιλέγω όμως η παλέτα μου να κινείται σε φωτεινή γκάμα, ώστε να διατηρείται η ισορροπία».
Για εκείνον, η ρευστότητα είναι μια έννοια πολλαπλή:
«Η θάλασσα είναι μια ρευστή-σταθερά. Όποτε και να στραφεί κανείς σε αυτή, βρίσκεται εκεί, σαν ο χρόνος να μην έχει καμία επιρροή επάνω της. Το φως φέρνει στο προσκήνιο τις φιγούρες και τα αντικείμενα, αλλά η έλλειψή του τα κρύβει — αυτό το παιχνίδι πάντοτε με ενδιέφερε».
Και προσθέτει:
«Ο χρόνος είναι ένας δυνάστης, αλλά εμείς οι εικαστικοί μπορούμε να του “αντισταθούμε”, διατηρώντας τις ωραίες στιγμές μέσα στους καμβάδες μας».
Νεκτάριος Μαμάης – “Εμπιστεύομαι την αλήθεια της ύλης”

Ο Μαμάης, με τα τοπία του που θυμίζουν ονειρικά περάσματα, αναλύει τη σχέση μνήμης και παρατήρησης:
«Πράγματα που παρακολούθησα στο παρελθόν και εικόνες που με ελκύουν ενθησαυρίζονται στη μνήμη μου. Όταν δημιουργώ, αυτές οι εικόνες εμφανίζονται σχεδόν ασυνείδητα επάνω στον καμβά. Δεν πρόκειται για αναπαράσταση ενός τοπίου αλλά για την αποτύπωση συναισθημάτων και ερεθισμάτων».
Και για τη διαδικασία:
«Το έργο ξεκινάει με ελεύθερες χειρονομίες και ρευστό χρώμα. Μέσα από συνεχείς καταστροφές και επικάλυψης αρχίζει να δημιουργείται μια μορφή τοπίου. Εμπιστεύομαι περισσότερο την αλήθεια της ύλης που αποτελεί έκκριση του σώματός μου παρά τη δύναμη της σκέψης μου».
Μαρία Κτιστοπούλου – “Η ζωγραφική είναι βλέμμα, όραση”

Στα έργα της «Τοπίο» και «Splash» το impasto γίνεται σχεδόν γλυπτικό.
«Το Impasto είναι μια τεχνική όπου το χρώμα τοποθετείται σε παχύ στρώμα, ώστε οι πινελιές να είναι ορατές. Με αυτό τον τρόπο, το χρώμα αποκτά τρισδιάστατο χαρακτήρα και αποδίδεται η δυναμική ρευστότητας και ενέργειας».
Για εκείνη, το νερό και ο ουρανός είναι μεταφορές της ίδιας εμπειρίας:
«Το νερό και ο ουρανός μεταβάλλονται διαρκώς. Το πραγματικό συγχωνεύεται με τη μνήμη και γίνονται ένα στο έργο».
Αριστείδης Πατσόγλου – “Το φως είναι αλήθεια”

Το γλυπτό του «Ταξίδι» — μια γυναικεία μορφή με κεφάλι-πλοίο — λειτουργεί ως σύμβολο ελευθερίας.
«Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια στη Σκάλα Συκαμιάς της Λέσβου, δίπλα στην Παναγιά τη Γοργόνα. Από παιδί με γοήτευε αυτή η μορφή. Το καράβι θα μπορούσε να είναι σύμβολο ταξιδιού, νοητικού ταξιδιού, ελευθερίας».
Όσο για το φως:
«Το φως είναι αλήθεια. Χωρίς φως δεν υπάρχει αλήθεια. Το φως είναι το πιο σπουδαίο στοιχείο — ο τρόπος που πέφτει πάνω σε μια επιφάνεια, το πώς αλλάζει ανάλογα με την ώρα».
Διαβάστε επίσης :
Ο κήπος του Stanley Whitney: Η Αθήνα υποδέχεται τον θρύλο της αφηρημένης ζωγραφικής στην Gagosian