Η ιδιοκτησία και η ελευθερία διάθεσής της αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα, κατοχυρωμένο τόσο στο Σύνταγμα όσο και στον Αστικό Κώδικα. Ωστόσο, η ελευθερία ενός ανθρώπου να διαθέτει την περιουσία του εν ζωή ή μετά θάνατον δεν είναι απεριόριστη, καθώς ο νομοθέτης έχει κρίνει ότι άλλες αξίες, όπως η προστασία της οικογένειας, έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα.

Έτσι, με τον θεσμό της νόμιμης μοίρας, το ελληνικό δίκαιο ορίζει ότι το δικαίωμα των τέκνων, της συζύγου και των γονέων να κληρονομήσουν τον θανόντα είναι σημαντικότερο από την απόλυτη ελευθερία διάθεσης της περιουσίας του.

1

Μάλιστα, η πρόβλεψη περί μη δυνατότητας αποκλεισμού από την κληρονομία δεν περιλαμβάνει μόνο τη νόμιμη μοίρα, αλλά εκτείνεται και στη διαχείριση της περιουσίας εν ζωή.

Με λίγα λόγια, ο Έλληνας νομοθέτης ορίζει ότι οι κοντινοί συγγενείς του θανόντα δικαιούνται οπωσδήποτε μερίδιο της περιουσίας του, όχι όπως ήταν αυτή τη στιγμή του θανάτου, αλλά όπως ήταν πριν ο θανών κάνει δωρεές ή γονικές παροχές. Δηλαδή, τα παιδιά έχουν λόγο στο πού και πώς θα διαθέσει κάποιος την περιουσία του, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι η νόμιμη μοίρα τους δεν θα μείνει ακάλυπτη.

Τι είναι η νόμιμη μοίρα και ποιοι τη δικαιούνται

Η νόμιμη μοίρα είναι το μερίδιο που λαμβάνει ο σύζυγος και τα παιδιά ή οι γονείς του θανόντος (αν δεν έχει παιδιά) υποχρεωτικά από την κληρονομία.

Το μερίδιο αυτό είναι το μισό από αυτό που θα κληρονομούσαν οι κληρονόμοι, αν δεν υπήρχε διαθήκη. Με λίγα λόγια:

  • Αν υπάρχουν παιδιά: Ο/η σύζυγος θα κληρονομούσε το1/4 της περιουσίας και τα παιδιά τα 3/4. Επομένως, η νόμιμη μοίρα είναι 1/8 για τον/την σύζυγο και 3/8 για τα παιδιά. Κάθε παιδί δικαιούται να λάβει ίσο μερίδιο από τη νόμιμη μοίρα μοιρασμένο με τα αδέρφια του.
  • Αν δεν υπάρχουν παιδιά: Ο/η σύζυγος θα κληρονομούσε τη μισή περιουσία και οι γονείς την άλλη μισή. Επομένως, η νόμιμη μοίρα είναι 1/4 για τον/την σύζυγο και 1/4 για τους γονείς του θανόντος.

Συνεπώς, όποια πρόβλεψη και να κάνει ο θανών στη διαθήκη του, αυτή είναι άκυρη, αν έχει ως αποτέλεσμα να μη μπορούν οι κοντινοί συγγενείς να λάβουν το μερίδιο που δικαιούνται από το νόμο.

Πώς υπολογίζεται, όμως, αυτό το μερίδιο; Το ζήτημα περιπλέκεται, διότι τα παραπάνω ποσοστά δεν υπολογίζονται επί της περιουσίας που υπήρχε τη στιγμή του θανάτου του κληρονομούμενου, αλλά ολόκληρης της περιουσίας που αυτός είχε στη ζωή του.

Πώς υπολογίζεται η περιουσία για τη νόμιμη μοίρα

Ο υπολογισμός της νόμιμης μοίρας δεν γίνεται μόνο με βάση την περιουσία που απομένει κατά τον θάνατο. Ο Αστικός Κώδικας στο άρθρο 1831 προβλέπει ότι στο ενεργητικό της κληρονομιάς προστίθενται και όλες οι γονικές παροχές που έκανε ο διαθέτης όσο ζούσε, εφόσον αυτές έγιναν χωρίς αντάλλαγμα, καθώς και όλες οι δωρεές που έκανε τα 10 τελευταία χρόνια πριν τον θάνατό του.

Έτσι, για παράδειγμα, αν ο θανών είχε δύο παιδιά και στο ένα παιδί είχε μεταβιβάσει με γονική παροχή το ένα διαμέρισμα, τότε το παιδί αυτό θεωρείται ότι έλαβε τη νόμιμη μοίρα του πριν τον θάνατο του γονέα. Αντίθετα, για το άλλο τέκνο η νόμιμη μοίρα δεν θα υπολογιστεί επί του ενός διαμερίσματος που έμεινε, αλλά επί ολόκληρης της περιουσίας (και για τα δύο διαμερίσματα). Διαφορετικά, θα συνέβαινε η αδικία το ένα παιδί να λάβει το διαμέρισμα εν ζωή και ύστερα να λάβει ποσοστό ξανά επί του ετέρου διαμερίσματος.

Αντίστοιχα, αν ο γονέας έχει μόνο ένα ακίνητο και το δωρίσει σε τρίτο (π.χ. σε ίδρυμα), η νόμιμη μοίρα του παιδιού του δεν θα υπολογιστεί επί της υπόλοιπης περιουσίας του (δηλαδή το 50% επί τυχόν άλλων περιουσιακών στοιχείων, όπως κινητά πράγματα), αλλά επί του συνόλου της περιουσίας που περιλάμβανε και το ακίνητο.

Άρα, δεν έχει σημασία μόνο τι υπάρχει όταν πεθάνει κάποιος, αλλά και τι είχε δώσει προηγουμένως. Όλα αυτά αθροίζονται για να βγει το σύνολο της κληρονομιάς και στη συνέχεια ελέγχεται αν οι νόμιμοι κληρονόμοι έλαβαν το ελάχιστο που δικαιούνται.

Αυτή η διαπίστωση μας οδηγεί στο επόμενο ερώτημα: Τι συμβαίνει αν ο νόμιμος κληρονόμος δεν μπορεί να λάβει το μερίδιο που δικαιούται γιατί η περιουσία έχει δωριστεί αλλού;

Όταν η νόμιμη μοίρα παραβιάζεται: Η μέμψη άστοργης δωρεάς

Αν οι δωρεές ή οι παροχές που έγιναν όσο ο διαθέτης ήταν εν ζωή μειώνουν τη νόμιμη μοίρα των αναγκαίων κληρονόμων, τότε αυτοί έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν αγωγή, ώστε οι δωρεές αυτές να ακυρωθούν.

Η αγωγή για τη μέμψη άστοργης δωρεάς θα οδηγήσει στην ακύρωση της δωρεάς στο ποσοστό που χρειάζεται για να συμπληρωθεί η νόμιμη μοίρα.

Πρακτικά, αν ο γονέας έδωσε όλη του την περιουσία σε ένα από τα τρία παιδιά του, τα υπόλοιπα δύο μπορούν μετά τον θάνατό του να ζητήσουν να ανακληθούν αυτές οι γονικές παροχές, ώστε να πάρουν το μερίδιο που τους αναλογεί. Και το ίδιο ισχύει αν είχε μεταβιβάσει χωρίς αντάλλαγμα την περιουσία σε κάποιο τρίτο πρόσωπο.

Η αγωγή πρέπει να ασκηθεί εντός πέντε ετών από τη δημοσίευση της διαθήκης ή από τότε που ο κληρονόμος έλαβε γνώση της δωρεάς. Αν γίνει δεκτή, το δικαστήριο διατάσσει την επιστροφή του περιουσιακού στοιχείου ή την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης.

Συνοπτικά, οι προϋποθέσεις για την παραδεκτή άσκηση αγωγής μέμψης άστοργης δωρεάς είναι:

  • Να την ασκήσει κληρονόμος που δικαιούται νόμιμη μοίρα, δηλαδή σύζυγος, τέκνο ή γονέας.
  • Να είχε προχωρήσει ο θανών σε δωρεά ή γονική παροχή. Θα πρέπει, δηλαδή, να πρόκειται για δικαιοπραξία χωρίς αντάλλαγμα (όχι π.χ. αγοραπωλησία).
  • Η δωρεά να έγινε τα τελευταία 10 χρόνια ζωής του θανόντος. Αυτό δεν ισχύει για τις γονικές παροχές που υπολογίζονται για όλη τη διάρκεια της ζωής του κληρονομούμενου.
  • Λόγω της δωρεάς ή της γονικής παροχής να μην έχει μείνει επαρκής περιουσία, ώστε να μπορεί να συμπληρωθεί η νόμιμη μοίρα του κληρονόμου.
  • Να πρόκειται για μεταβίβαση σε τρίτο και όχι ανάλωση της περιουσίας του κληρονομούμενου.

Η τελευταία αυτή προϋπόθεση είναι ουσιαστικά και ο μόνος τρόπος να έχει έλεγχο ο κληρονομούμενος στην περιουσία του.

Ο μόνος τρόπος να αποκλειστούν οι συγγενείς από την περιουσία

Με βάση όλα τα παραπάνω, είναι ξεκάθαρο ότι κάποιος δεν μπορεί να αποκλείσει τα παιδιά του ή τον/τη σύζυγό του από την περιουσία του με μια απλή διαθήκη ή με χαριστικές πράξεις εν ζωή. Αν προσπαθήσει, αυτές μπορούν να ακυρωθούν.

Η μόνη νόμιμη “διέξοδος” είναι η κατανάλωση της περιουσίας. Δηλαδή, να τη δαπανήσει ο ίδιος όσο ζει, κάνοντας π.χ. ταξίδια, πολυτελή ζωή, ή ακόμη και πουλώντας τα ακίνητα και ξοδεύοντας τα χρήματα. Ό,τι καταναλώνεται προσωπικά δεν θεωρείται δωρεά και δεν προσμετράται στην περιουσία.

Με άλλα λόγια, αν κάποιος δεν θέλει να αφήσει τίποτα πίσω, δεν έχει παρά να το… φάει.