ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Για μια δεκαετία, ένας Κινέζος ράφτης εργαζόταν σκληρά σε ένα τριώροφο κτίριο στα περίχωρα του Μιλάνου, δουλεύοντας 13 ώρες την ημέρα για την κατασκευή πολυτελών ενδυμάτων για επώνυμες φίρμες, όπως η ιταλική εταιρεία κασμίρ Loro Piana.
Σύμφωνα με νομικά έγγραφα που είδε το Bloomberg, ο ανώνυμος εργάτης πληρωνόταν «μαύρα», λαμβάνοντας περίπου 1.500 ευρώ τον μήνα — περίπου όσο κοστίζει ένα παιδικό πουλόβερ από baby cashmere της Loro Piana. Ο ίδιος ήταν μέρος ενός κρυφού, υπόγειου εργατικού δυναμικού, απασχολούμενου από τρίτους, που παρήγαγε πολυτελή ρούχα για μερικά από τα πιο διάσημα ιταλικά ονόματα της μόδας.
Η υπόθεσή του ήρθε στο φως όταν ο εργοδότης του σταμάτησε να τον πληρώνει και φέρεται να του επιτέθηκε σωματικά. Έκτοτε, έγινε μέρος μιας ευρύτερης έρευνας για τις διαρκείς καταχρήσεις εις βάρος εργαζομένων σε έναν από τους σημαντικότερους κλάδους της Ιταλίας. Εδώ και δύο χρόνια, οι εισαγγελικές αρχές προσπαθούν να μεταρρυθμίσουν ένα εξαγωγικό μοντέλο όπου τα πολυτελή brands πωλούν τη μόδα «Made in Italy» στο εξωτερικό σε υψηλές τιμές, την ώρα που γύρω από το Μιλάνο ανθίζουν φθηνές βιοτεχνίες που καταπατούν τους κανονισμούς εργασίας στην πρωτεύουσα του ιταλικού στιλ.
Η καταστολή, υπό την ηγεσία του εταιρικού δικαστηρίου του Μιλάνου και της μονάδας εγκλημάτων εργασίας της στρατιωτικής αστυνομίας Carabinieri, έχει φέρει στο φως εργολάβους που σχετίζονται με πέντε γνωστά brands, ανάμεσά τους οι Valentino, Armani και Dior. Η Loro Piana, η οποία ανήκει στον γαλλικό κολοσσό πολυτελείας LVMH Moët Hennessy Louis Vuitton SE, έγινε η τελευταία που προστέθηκε στη λίστα τη Δευτέρα, καθώς τέθηκε υπό δικαστική εποπτεία για διάστημα έως και ενός έτους.
«Υπάρχει ήδη πρόβλημα φήμης στον χώρο της μόδας, που ξεκίνησε από την παράλογη εκτόξευση των τιμών», λέει η Στεφάνια Σαβιόλο, λέκτορας διοίκησης μόδας και πολυτελών προϊόντων στο Πανεπιστήμιο Bocconi του Μιλάνου. «Αυτές οι έρευνες δεν βλάπτουν μόνο τις εμπλεκόμενες μάρκες, αλλά επηρεάζουν συνολικά το Made in Italy ως σύστημα».
Η Loro Piana, η οποία ανήκει στον όμιλο LVMH από το 2013, αρνήθηκε οποιαδήποτε παρατυπία και δήλωσε ότι θα συνεργαστεί πλήρως με τις αρχές. Η εταιρεία ανέφερε ότι έληξε τη συνεργασία με τον προμηθευτή εντός 24 ωρών από τη στιγμή που ενημερώθηκε για την ύπαρξη των υπεργολάβων.
Η κατακερματισμένη, κυρίως οικογενειακή δομή της ιταλικής βιοτεχνικής παραγωγής υψηλής ποιότητας «μπορεί να δημιουργήσει προκλήσεις στη διαφάνεια και την εποπτεία», δήλωσε ο Τόνι Μπελόνι, πρόεδρος της LVMH Ιταλίας. Ο όμιλος έχει ενισχύσει τους ελέγχους και έχει αναθεωρήσει τον εσωτερικό του κανονισμό, πρόσθεσε σε δήλωσή του στο Bloomberg News. «Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν σημεία ευαλωτότητας, οπότε πρέπει να εργαστούμε για τη βελτίωση των πρακτικών μας».
Η βιομηχανία της μόδας είναι μία από τις μεγαλύτερες στην Ιταλία, αντιπροσωπεύοντας προϊόντα με σήμανση Made in Italy αξίας περίπου 96 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2024, σύμφωνα με τον κλαδικό φορέα Camera Nazionale della Moda. Η συντριπτική πλειονότητα των προϊόντων αυτών προορίζεται για τις αγορές του εξωτερικού.
Ωστόσο, η υπόθεση του ράφτη ρίχνει φως στον τρόπο μεταχείρισης των εργαζομένων που κατασκευάζουν ενδύματα τα οποία μπορεί να κοστίζουν χιλιάδες ευρώ. Δούλευε καθημερινά από τις 9 το πρωί έως τις 10 το βράδυ μέχρι τα τέλη του 2024, όταν ο «καποράλε» του — δηλαδή ο προϊστάμενός του, επίσης Κινέζος μετανάστης — σταμάτησε για άγνωστους λόγους να τον πληρώνει, σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα.
Μετά από επανειλημμένες απαιτήσεις για τα δεδουλευμένα του, ξέσπασε αντιπαράθεση. Ο εργοδότης γρονθοκόπησε τον ράφτη και τον ξυλοκόπησε επανειλημμένα με έναν σωλήνα αλουμινίου, όπως αναφέρεται στα έγγραφα, οδηγώντας σε ποινική καταγγελία.
Επίμονες παραλείψεις
Οι προηγούμενες προσπάθειες επιβολής του νόμου δεν κατάφεραν να εξαλείψουν τις καταχρήσεις στην εργασία.
«Αυτές οι περιπτώσεις έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, με όλο και περισσότερους μεγάλους ομίλους να αποκτούν τον έλεγχο μικρότερων ιταλικών εταιρειών και να αρχίζουν να αναθέτουν μέρος της παραγωγής σε τρίτους», δήλωσε η Ρομπέρτα Γκριφίνι, γραμματέας του συνδικάτου Filctem CGIL Milano.
Η ευθύνη είναι συχνά δύσκολο να προσδιοριστεί, καθώς οι υπεργολάβοι εργάζονται για περισσότερους από έναν οίκους μόδας, πρόσθεσε η Γκριφίνι.
Η Βρετανία έχει επίσης προχωρήσει σε καταστολή παράνομων «εργοστασίων ιδρώτα», ιδίως μικρών βιοτεχνιών που λειτουργούν σε πόλεις όπως το Λέστερ. Έκθεση του Ηνωμένου Βασιλείου το 2021 αποκάλυψε ότι πολλές εταιρείες από διάφορους κλάδους δεν μπορούσαν να εγγυηθούν πως οι εφοδιαστικές τους αλυσίδες ήταν απαλλαγμένες από καταναγκαστική εργασία.
Για τους παραγωγούς μόδας στην Ιταλία, η εφοδιαστική αλυσίδα θα έπρεπε να είναι σύντομη και στενά παρακολουθούμενη, τονίζει η Σαβιόλο από το Πανεπιστήμιο Bocconi. Οι νεότεροι καταναλωτές, ειδικά, δίνουν αυξημένη προσοχή στην αξιοπιστία των brands.
Το Μιλάνο αποτελεί το επίκεντρο της τεράστιας ιταλικής βιομηχανίας μόδας, φιλοξενώντας περίπου το ένα τέταρτο των 600.000 εργαζομένων του κλάδου, οι οποίοι απασχολούνται σε περίπου 60.000 εταιρείες, σύμφωνα με την Camera Nazionale della Moda.
Το πυκνό οικοσύστημα της Λομβαρδίας, που περιλαμβάνει σχεδιαστικά στούντιο, βυρσοδεψεία και δημιουργούς δειγμάτων, προσφέρει στα brands απαράμιλλη ταχύτητα παραγωγής, αλλά ταυτόχρονα καλύπτει -όπως τονίζουν οι εισαγγελείς- «μια γενικευμένη μεθοδολογία παραγωγής» στην οποία νόμιμοι υπεργολάβοι αναθέτουν την εργασία σε μικρο-εργοστάσια που λειτουργούν σε μετασκευασμένα γκαράζ ή ημιπαράνομα βιομηχανικά πάρκα.
Οι κινεζικής ιδιοκτησίας εταιρείες αποτελούν σημαντικό τμήμα αυτής της περίπλοκης αλυσίδας. Περίπου το 20% από τα περισσότερα από 10.000 εργαστήρια και βιοτεχνίες υφασμάτων της Λομβαρδίας ανήκουν σε Κινέζους, σύμφωνα με το Εμπορικό Επιμελητήριο του Μιλάνου. Η περιοχή έχει προσελκύσει μεγάλο αριθμό Κινέζων μεταναστών, εξαιτίας των επιχειρηματικών ευκαιριών, της παγκοσμιοποίησης της βιομηχανίας μόδας και των ενισχυόμενων οικογενειακών δεσμών.
Πτώση πωλήσεων
Η δικαστική καταστολή στην Ιταλία εξελίσσεται εν μέσω ενός παγκόσμιου κλίματος αβεβαιότητας, με τη ζήτηση να μειώνεται και έναν εμπορικό πόλεμο, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, να απειλεί να αυξήσει περαιτέρω το κόστος των εξαγωγών.
Η παγκόσμια βιομηχανία πολυτελών ειδών προσωπικής χρήσης, αξίας 364 δισ. ευρώ, έχασε 50 εκατομμύρια πελάτες το 2023 και το 2024, σύμφωνα με εκτίμηση της Bain από πέρυσι. Η ίδια εταιρεία συμβούλων προέβλεψε σε έκθεση του Ιουνίου ότι ο κλάδος θα συρρικνωθεί φέτος μεταξύ 2% και 5%.
Η ιταλική βιομηχανία μόδας ήδη αγωνιζόταν να αντιμετωπίσει την πτώση των πωλήσεων, τον πληθωρισμό και τις διεθνείς εντάσεις. Οι εταιρείες, πιεσμένες από τη χαμηλότερη ζήτηση και το ασταθές κόστος, ενίσχυσαν τη στρατηγική του «κοντινού outsourcing» (near-shoring), δίνοντας γρήγορες παραγγελίες στο βιοτεχνικό δίκτυο της Λομβαρδίας για να προστατεύσουν τα περιθώρια κέρδους τους.
Ακριβώς αυτή η στρατηγική, σύμφωνα με τους εισαγγελείς, τροφοδοτεί τον «αγώνα προς τα κάτω» που οι δικαστικές αρχές προσπαθούν τώρα να σταματήσουν.
Οι ερευνητές εντόπισαν ότι τα πλεκτά της Loro Piana κατασκευάζονταν μέσω μεσαζόντων, οι οποίοι υπέβαλαν υποπαραγγελίες σε εργοστάσια όπου δούλευαν παράτυποι μετανάστες, εργάζονταν 90 ώρες την εβδομάδα και κοιμόντουσαν δίπλα στις ραπτομηχανές τους. Οι δικαστές έκριναν ότι η εταιρεία «επωφελήθηκε αμελώς» από παράνομες πρακτικές περιορισμού κόστους.
Ο δικαστικός διαχειριστής που διορίστηκε τη Δευτέρα έχει την αποστολή να παρακολουθεί την πρόοδο της διοίκησης της Loro Piana ως προς τη διόρθωση των προβλημάτων στην εφοδιαστική της αλυσίδα.
Παρόμοια προβλήματα έχουν εντοπιστεί και σε άλλους οίκους πολυτελείας, όπως οι Giorgio Armani Operations, Dior Manufactures, Valentino Bags Lab και Alviero Martini: πολυεπίπεδα δίκτυα μικρών υπεργολάβων, αρχεία ασφάλειας μόνο στα χαρτιά και εργατικό δυναμικό αποτελούμενο κυρίως από αδήλωτους Κινέζους μετανάστες.
Οι Armani, Dior και Alviero Martini απαλλάχθηκαν από τη δικαστική εποπτεία αφού έλαβαν μέτρα, όπως οι επιτόπιοι έλεγχοι προμηθευτών σε πραγματικό χρόνο. Η μονάδα της Valentino, η οποία ανήκει στον όμιλο Kering SA και στο Κατάρ μέσω της Mayhoola, παραμένει υπό δικαστική εποπτεία.
Στην υπόθεση έχει εμπλακεί και η Ιταλική Επιτροπή Ανταγωνισμού. Τον Μάιο, η επιτροπή έκλεισε έρευνα για αθέμιτες πρακτικές εις βάρος της Dior, εξασφαλίζοντας 2 εκατομμύρια ευρώ για πρωτοβουλίες κατά της εκμετάλλευσης και απαιτώντας από την εταιρεία να βελτιώσει τους ελέγχους των προμηθευτών της.
Η Dior τότε ανέφερε ότι δεν διαπιστώθηκε κάποια παράβαση και ότι παραμένει δεσμευμένη σε υψηλά πρότυπα ηθικής και αριστείας.
Ο Όμιλος Armani, που εξακολουθεί να ερευνάται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού για φερόμενες αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, δήλωσε ότι οι κατηγορίες δεν έχουν βάση και ότι οι εταιρείες του συνεργάζονται με τις αρχές.
Στενότερος Συντονισμός
Στο Μιλάνο, ο συντονισμός ενισχύθηκε με μια συμφωνία που υπογράφηκε τον Μάιο μεταξύ της Νομαρχίας Μιλάνου, του Εμπορικού Επιμελητηρίου Μόδας, των συνδικάτων και κορυφαίων brands. Το σύμφωνο προβλέπει τη δημιουργία κοινής βάσης δεδομένων με ελεγμένους προμηθευτές και δεσμεύει τους υπογράφοντες σε τακτικές πιστοποιήσεις.
Η έκβαση της υπόθεσης της Loro Piana εξαρτάται προς το παρόν από τις ενημερώσεις προς το δικαστήριο σχετικά με την πρόοδο της εταιρείας.
Όσο για τον ράφτη, ο εισαγγελέας του Μιλάνου προσπαθεί τώρα να εξασφαλίσει τη νόμιμη πρόσληψή του, σύμφωνα με πρόσωπο που γνωρίζει την υπόθεση και ζήτησε να διατηρηθεί η ανωνυμία του, καθώς πρόκειται για προσωπικό ζήτημα. Αυτό θα προϋπέθετε ότι ο εργοδότης θα καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές, θα πληρώνει φόρους και θα παρέχει τα προβλεπόμενα εργασιακά δικαιώματα.
Διαβάστε επίσης:
Loro Piana: Υπό δικαστική εποπτεία λόγω καταγγελιών για εκμετάλλευση εργαζομένων
LVMH: Επιστρέφει ο «ρυθμιστής» Μάικλ Μπερκ ως επικεφαλής του ομίλου στις ΗΠΑ
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Τράπεζα Πειραιώς; : Διευκρινήσεις για τις προμήθειες σε συναλλαγές από ΑΤΜ
- Λωρίδα της Γάζας: Δέκα Παλαιστίνιοι φέρεται να σκοτώθηκαν ενώ ανέμεναν τη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας
- Βρετανία: Σε συναγερμό η αστυνομία του Έσεξ μετά τις ταραχές με στόχο ένα ξενοδοχείο όπου διαμένουν αιτούντες άσυλο
- Τα Ναυπηγεία Ελευσίνας χτίζουν το «μέλλον»
