• Τράπεζες

    Φωκίων Καραβίας και Βασίλης Ψάλτης νικητές στη «μάχη» των καταθέσεων- Τι συμβαίνει με τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών

    WarningExclamation mark in a circleΑπαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

    Φωκίων Καραβίας, CEO της Eurobank, Βασίλης Ψάλτης, CEO της Alpha Bank


    Ο Φωκίων Καραβίας, που κατέχει τη θέση του CEO της Eurobank από τον Φεβρουάριο του 2015 και ο Βασίλης Ψάλτης, που ανάλαβε στην αρχή της εφετινής χρονιάς το νευραλγικό πόστο του Διευθύνοντος Συμβούλου στην Alpha Bank, έχουν αναδείξει τις δύο αυτές τράπεζες, νικήτριες στη «μάχη» της ενίσχυσης των καταθέσεων.

    Την ίδια στιγμή, όμως, η τράπεζα Πειραιώς, που από τον Μάρτιο του 2017 έχει στη θέση του CEO τον Χρήστο Μεγάλου, αλλά και η Εθνική, με Διευθύνοντα Σύμβουλο, από τον Μάιο του 2018, τον Παύλο Μυλωνά, είναι εκείνες οι οποίες διαθέτουν τα κατά σειράν δύο μεγαλύτερα αποθέματα καταθέσεων στην Ελλάδα.

    Αναμφίβολα για τους τραπεζίτες, η παράμετρος καταθέσεις έχει εξέχουσα σημασία, καθώς εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο των κινήσεων στρατηγικής, με στόχο την επιστροφή στην κανονικότητα. Ήδη, μετά από μακρά περίοδο δοκιμασίας και κλυδωνισμών, η συστημική ευστάθεια των τραπεζών έχει τώρα βελτιωθεί σημαντικά.

    Ωστόσο, παρά τη ραγδαία απομείωση του πιστωτικού κινδύνου, οι τέσσερις ισχυρότερες τράπεζες, που ελέγχουν σχεδόν το 97% του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος, έχουν ακόμη μπροστά τους σημαντικές προκλήσεις. Άλλωστε, μόλις προ ημερών, η εξαμηνιαία «έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας» της τραπέζης της Ελλάδος, έθιξε το ζήτημα της ποιότητας των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων. Στοιχείο κρίσιμο για την ολιστική αντιμετώπιση του μεγάλου όγκου των «κόκκινων» δανείων, ύψους 72,9 δις ευρώ, που βαρύνουν τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.

    Νωρίτερα από τη δημοσιοποίηση της έκθεσης της Τ.τ.Ε, οι οικονομικές καταστάσεις έδειξαν ότι, στο 9μηνο της εφετινής χρονιάς, οι τράπεζες είχαν καταθέσεις συνολικού ύψους 149,9 δισ. ευρώ από τις δραστηριότητές τους στη Ελλάδα. Κι άλλα 20 δισ. από θυγατρικές τους το εξωτερικό.

    Στα 2,2 δισ. η αύξηση καταθέσεων στο 9μηνο του 2019

    Από την αρχή του 2019, η στάθμη των εγχώριων καταθέσεων αυξήθηκε κατά 2,2 δισ. ευρώ. Εξ αυτών, τα 1,1 δισ. κατευθύνθηκαν στα γκισέ της Eurobank, με συνέπεια τα καταθετικά της υπόλοιπα να διαμορφώνονται τώρα στα 29,9 δισ. από τα 28,8 δισ. που ήταν στα τέλη του 2018. Με την τράπεζα να διαθέτει κι άλλα 12,4 δισ. καταθέσεις σε χώρες του εξωτερικού, όπου επίσης δραστηριοποιείται (Κύπρος, Βουλγαρία, Σερβία, υποκατάστημα στο Λονδίνο, αλλά και private bank στο Λουξεμβούργο). Έχοντας τη μεγαλύτερη εξωστρέφεια, από κάθε άλλη συστημική.

    Στο 9μηνο του 2019, η Alpha Bank ενίσχυσε την καταθετική της βάση στην Ελλάδα κατά 1 δισ. ευρώ. Κι έτσι, από τα 32,7 δισ. που είχε στην αρχή του έτους, έφτασε στα 33,7 δισ. Διατηρώντας παράλληλα κι άλλα 5,9 δισ. καταθέσεων από την παρουσία της στο εξωτερικό (Κύπρος, Ρουμανία, Αλβανία, ενώ το υποκατάστημα στο Λονδίνο είναι υπό μεταφορά στο Λουξεμβούργο).

    Η τράπεζα Πειραιώς ξεκίνησε την εφετινή χρονιά με καταθέσεις 44,5 δισ. ευρώ, οι οποίες στην πορεία αυξήθηκαν κατά 0,3 δισ. και φτάνουν πλέον στα 44,9 δισ. ευρώ. Με την τράπεζα να παραμένει leader της εγχώριας αγοράς, καθώς το μερίδιό της στις καταθέσεις, είναι της τάξεως του 29%. Η Πειραιώς έχει κι άλλα 0,3 δισ. καταθέσεων στο εξωτερικό, όπου ουσιαστικά έχει «σβήσει» την παρουσία της.

    Για την Εθνική τράπεζα, η καταθετική της βάση είναι στα 41,1 δισ. ευρώ, έχοντας υποχωρήσει κατά 0,3 δισ. από την αρχή του έτους. Κυρίως λόγω εκροών από κρατικούς φορείς. Η τράπεζα διαθέτει επίσης κι άλλα 1,4 δισ. καταθέσεων, από την ισχνή, πλέον, παρουσία της στο εξωτερικό.

    Τα μερίδια των τραπεζών

    Εν συνόλω, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν αυξήσει τις εγχώριες καταθέσεις τους κατά 31,8 δισ., σε σύγκριση με τα χαμηλά των 118,1 δισ. , όπου είχαν φτάσει στο ταραγμένο τρίμηνο Ιουνίου- Σεπτεμβρίου του 2015, που ήταν η απαρχή της εφαρμογής των capital controls. Από τότε και μέχρι τα τέλη του 2017, οι τράπεζες αύξησαν τις καταθέσεις στην Ελλάδα κατά 15,1 δισ., ενώ πρόσθεσαν άλλα 14,1 δισ. την περσινή χρονιά και επιπλέον 2,2 δις στο εφετινό 9μηνο. Στο τέλος του οποίου απαλείφθηκαν και οι τελευταίοι περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίων.

    Από τις νέες εισροές αποταμιευτικών κεφαλαίων στα τραπεζικά γκισέ, τα 9,8 δισ. έχουν πάει στην Πειραιώς, η καταθετική βάση της οποίας ενισχύθηκε κατά 27,9% από τα χαμηλά της (35,1 δισ). Στη Eurobank έχουν καταλήξει 8,4 δισ, με συνέπεια η ποσοστιαία αύξηση των καταθέσεων να είναι 39,1% από τα χαμηλά των 21,5 δισ. ευρώ. Το ποσοστό αυτό της ανόδου είναι το μεγαλύτερο από τις συστημικές τράπεζες.

    Με δεύτερο εκείνο της Alpha Bank, που δείχνει ότι η καταθετική βάση έχει διευρυνθεί κατά 29,6%, αφού προστέθηκαν 7,7 δισ. ευρώ, στα καταθετικά χαμηλά των 26 δισ. Στην περίπτωση της Εθνικής τράπεζας, οι εισροές καταθέσεων είναι 5,9 δισ, που μεταφράζονται σε αύξηση 16,6%, συγκριτικά με χαμηλά των
    35,5 δισ ευρώ.

    Με την αύξηση των καταθέσεων, την πλήρη απάλειψη της δαπανηρής χρηματοδότησης από τον ΕLA, που μεσούσης της κρίσης είχε φτάσει στα υψίπεδα των 85 δισ., αλλά και την απομόχλευση των χορηγητικών τους χαρτοφυλακίων, οι τράπεζες δεν αντιμετωπίζουν πια ζητήματα ρευστότητας. Έχοντας πλέον ανοικτή και την πρόσβαση στις αγορές. Καθώς τα καθαρά, μετά από προβλέψεις δάνεια, έχουν πέσει κάτω από τα καταθετικά υπόλοιπα, οι τράπεζες διαθέτουν πια τη δυνατότητα για νέες χρηματοδοτήσεις, που με τη σειρά τους θα ανεβάσουν τις αναπτυξιακές στροφές για την οικονομία.

    Η Εθνική τράπεζα έχει, αυτήν τη στιγμή, τον ελκυστικότερο δείκτη, καθώς τα καθαρά της δάνεια στη Ελλάδα αντιστοιχούν στο 66,8% των εγχώριων καταθέσεών της ( 67,9% σε επίπεδο ομίλου). Η Πειραιώς έχει δείκτη δανείων προς καταθέσεις στο 82,7% (και 83,9% ως όμιλος). Για τη Eurobank, o δείκτης αυτός είναι στο 99,4% (87,4% σε επίπεδο ομίλου), ενώ για την Alpha Bank διαμορφώνεται στο 100,8%, που πέφτει στο 99,6% με βάση τα στοιχεία του ομίλου.

    Χαρακτηριστικό είναι επίσης και το γεγονός ότι οι τράπεζες έχουν και ένα σημαντικό παράπλευρο όφελος από την αύξηση των καταθέσεων. Αυτό ανάγεται στη ραγδαία απομείωση των καταθετικών επιτοκίων, που μειώνει αντίστοιχα και τα τραπεζικά κόστη. Με τα τρέχοντα υπόλοιπα των καταθέσεων, κάθε μία μονάδα επιτοκίου, μεταφράζεται σε…1,5 δισ. ευρώ, σε ετήσια βάση.

    Για τις τράπεζες, το μεσοσταθμικό κόστος υποδοχής όλων των νέων καταθέσεων, έχει υποχωρήσει τώρα στο 0,20% από το 2,1% ,που ήταν στις αρχές του… μνημονιακού 2010.

    Πώς διαμορφώνεται η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων

    Μπορεί μεν οι συστημικές τράπεζες να έχουν επιλύσει το ζήτημα της ρευστότητας, έρχεται όμως η έκθεση της τραπέζης της Ελλάδος να επισημάνει ότι χρήζει ιδιαίτερης προσοχής η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων τους. Καθώς ένα πολύ σημαντικό κομμάτι των κεφαλαίων κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 –CET1) αφορά σε αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις ( DTC’s).

    Όπως μάλιστα επισημαίνεται από την Τ.τ.Ε, «το υψηλό ποσοστό των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα εποπτικά ίδια κεφάλαια των τραπεζών περιορίζει τις δυνατότητές τους να επιταχύνουν την αποκλιμάκωση του αποθέματος με εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς δεν επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν το τμήμα αυτό των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων για πιθανή απορρόφηση ζημιών».

    Στην ίδια έκθεση γίνεται και η αιχμηρή αναφορά για «ανάληψη προληπτικής δράσης», με την περαιτέρω κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών, προκειμένου να αντιμετωπίσουν, μεταξύ των άλλων, και τα νέα stress test του 2020.

    Με τα τρέχοντα δεδομένα, οι τέσσερις συστημικές έχουν 28,32 δισ. εποπτικά κεφάλαια CET 1, υπερκαλύπτοντας κατά 10,3 δισ. τις ελάχιστες, θεσπισμένες απαιτήσεις κεφαλαίου, για την εφετινή χρονιά. Οι οποίες και αντιστοιχούν στο 10,25% επί του σταθμισμένου έναντι κινδύνου ενεργητικού για την Εθνική, την
    Alpha Bank και τη Eurobank και στο 10,50% για την Πειραιώς.

    Από τα συνολικά κεφάλαια των 28,32 δισ ,τα 15,52 δισ είναι φορολογικές απαιτήσεις. Δηλαδή το 54,8%. Όταν η έκθεση της Τ.τ.Ε. θεωρεί ότι υπερβαίνουν το 60% σε επίπεδο χρηματοπιστωτικού συστήματος.

    Σε καλύτερη μοίρα βρίσκεται η Alpha Bank, της οποίας οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (3,24 δις) αντιστοιχούν στο 37,4% των κεφαλαίων κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (8,67 δις ευρώ). Για τη Eurobank, οι αναβαλλόμενες απαιτήσεις (3,88 δισ.) είναι στο 57,4% των εποπτικών κεφαλαίων (6,76 δισ). Για την Πειραιώς, οι απαιτήσεις (3,9 δισ) αντιστοιχούν στο 58,6% των κεφαλαίων (6,65 δισ.).

    Η Εθνική έχει τη δυσμενέστερη σχέση, καθώς οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (4,5 δις) είναι στο 72,1% των εποπτικών της κεφαλαίων (6,24 δισ. ευρώ). Η Εθνική, βεβαίως, έχει τη χαμηλότερη έκθεση από τις άλλες συστημικές σε «κόκκινα» δάνεια , για τα οποία έχει πάρει από τις μεγαλύτερες, ποσοστιαία, προβλέψεις. Αντίθετα, το ποσοστό των προβλέψεων της Alpha Bank είναι το χαμηλότερο για τα «κόκκινα» και επισφαλή δάνεια.

    Εν συνόλω, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν θυσιάσει 35,7 δισ. για προβλέψεις έναντι δανείων, έχοντας ενισχυθεί στους τρεις τελευταίους γύρους των ανακεφαλαιοποιήσεων με 47,4 δισ. ευρώ. Σήμερα στην Ελλάδα, οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες έχουν περί τα 1.700 καταστήματα και 36.700 υπαλλήλους. Ο αριθμός των καταστημάτων έχει μειωθεί κατά περίπου 52% στην τελευταία δεκαετία, ενώ κατά 36% περίπου έχει απομειωθεί ο αριθμός των εργαζομένων.

    Χρηματιστηριακά, οι τράπεζες κλέβουν την παράσταση, με τον κλαδικό του δείκτη να έχει κερδίσει 92,1% από την αρχή του έτους. Κέρδη υπερδιπλάσια από αυτά του Γενικού Δείκτη και με τους επαγγελματίες της αγοράς να θεωρούν ότι οι τραπεζικές μετοχές είναι σε θέση να συνεχίσουν το ανοδικό τους τέμπο και τη νέα χρονιά…



    ΣΧΟΛΙΑ