Μια πορεία μισού αιώνα, γεμάτη φως, πίστη και σιωπηλή δύναμη – από τη Φαρκαδόνα έως τις μεγάλες αίθουσες τέχνης.

Η συνάντηση μαζί του ήταν βαθιά συγκινητική. Μιλώντας με ήρεμη δύναμη και καθαρότητα σκέψης, ο Άγγελος Παναγιώτου εκπέμπει το ίδιο φως που καθοδηγεί και τα έργα του — εκείνο το θείο φως που δεν είναι μόνο ζωγραφικό αλλά πνευματικό· μια λάμψη που μοιάζει να αναδύεται από μέσα προς τα έξω.

1

Υπάρχουν ζωγράφοι που διασχίζουν τις δεκαετίες αθόρυβα, σχεδόν πεισματικά, αφήνοντας πίσω τους μια τροχιά από εικόνες που δεν γερνούν. Ο Άγγελος Παναγιώτου είναι ένας από αυτούς. Με την υπογραφή «Άγγελος» —συνειδητή δήλωση συνέχειας με τον μυθοποιημένο Άγγελο Ακοτάντο της μεταβυζαντινής ζωγραφικής— καταθέτει εδώ και μισό αιώνα μια προσωπική πρόταση που ενώνει τον ρεαλισμό με το λυρικό βλέμμα, τη μεταφυσική διάθεση με το θεατρικό κάδρο, την αναγέννηση και το μπαρόκ με την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου.

Στην γκαλερί Kapopoulos Fine Arts, ο δημιουργός παρουσιάζει έναν κύκλο έργων που επιβεβαιώνει αυτή τη μοναδική συνομιλία του με τον χρόνο: πορτρέτα που πάλλονται από εσωτερικό φως, νεκρές φύσεις με «αυτο-φωτεινότητα», τοπία που θυμίζουν προσευχές και προφητείες.

Γεννημένος στη Φαρκαδόνα Τρικάλων το 1943 και μαθητής του Γιώργου Μαυροΐδη στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1962–1967), ο Άγγελος επέλεξε από νωρίς την αντίθετη όχθη από τα εκάστοτε ρεύματα: μελέτησε συστηματικά τους grands maîtres της Δύσης, καλλιέργησε ένα ιδίωμα που σέβεται την παράδοση χωρίς να την αντιγράφει, και αναζήτησε —με εμμονική συνέπεια— την «αιώνια διάσταση» της εικόνας. Ο ίδιος το ομολογεί, με την απλότητα ενός ανθρώπου που έχει καταλήξει στα ουσιώδη: «Όταν σ’ ενδιαφέρουν οι διαχρονικές αξίες, βρίσκεις τον τρόπο να ισορροπήσεις.»

"Αρχαίος ναός στο σύμπαν" - 2020 (έργο του Άγγελου)
“Αρχαίος ναός στο σύμπαν” – 2020 (έργο του Άγγελου)
"Θρησκευτικό συναίσθημα Νο.2" του 2015 (έργο του Άγγελου)
“Θρησκευτικό συναίσθημα Νο.2” του 2015 (έργο του Άγγελου)

Από τη Φαρκαδόνα στο εργαστήριο της μνήμης

Η πρώτη σπίθα ήρθε στην εφηβεία, σ’ ένα τυχαίο πέρασμα από το κέντρο της Αθήνας, μια στιγμή αποκάλυψης μπροστά σε βιτρίνες με ελαιογραφίες:

«Όταν ήρθα από το χωριό μου τη Φαρκαδόνα Τρικάλων ήμουν 14 χρονών. Τότε ζωγράφιζα μόνο με μολύβι διότι δεν υποπτευόμουνα ότι υπήρχαν λαδομπογιές και μια μέρα που πήγα με τον αδερφό μου στο κέντρο της Αθήνας και χαζεύαμε τα μαγαζιά είδα για πρώτη φορά ελαιογραφίες σ’ ένα κορνιζάδικο και τρελάθηκα από την χαρά μου και από τότε αποφάσισα να γίνω ζωγράφος και δεν μ’ ενδιέφερε τίποτα άλλο επαγγελματικά.»

Δεν είναι τυχαίο ότι στα χρόνια που ακολούθησαν ο Άγγελος ταξίδεψε στην Ευρώπη για να σταθεί μπροστά στους «ιστορικούς δασκάλους». Η ζωγραφική του έμαθε να μιλά με τη σιωπή των μουσείων: να οργανώνει το φως σαν σκηνοθεσία, να σμιλεύει την ανθρώπινη παρουσία με επιείκεια και αυστηρότητα μαζί, να επιμένει σε εκείνο που αντέχει στον χρόνο. Στην τρέχουσα παρουσίασή του, αυτή η «εκπαίδευση του βλέμματος» γίνεται αμέσως αισθητή: οι μορφές δείχνουν σχεδόν θεατρικές, σαν να έχουν μόλις παγώσει λίγο πριν από την επόμενη τους κίνηση, ενώ ο φωτισμός —ποτέ κραυγαλέος— αποκαλύπτει την ψυχολογική τους θερμοκρασία.

Με τον εξαίρετο ζωγράφο Άγγελο και τη σύζυγό του Ντόνα, μπροστά από τα έργα του : " Πιο κοντά στον Θεό" του 2002 και "Αθωότητα" του 2006.
Με τον εξαίρετο ζωγράφο Άγγελο και τη σύζυγό του Ντόνα, μπροστά από τα έργα του: ” Πιο κοντά στον Θεό” 2002 και “Αθωότητα” 2006.

Το ιερό ως ανάγκη του σύγχρονου πολιτισμού

Στη συζήτησή μας, όταν η κουβέντα πάει στο «ιερό» της ζωγραφικής, η απάντηση του Άγγελου είναι σαφής και επίκαιρη: «Στις δύσκολες στιγμές που ζει η ανθρωπότητα η τέχνη πρέπει να βοηθήσει τον άνθρωπο να καταλάβει ότι η φύση, η ζωή έχουν μια ιερότητα και αυτή η ιερότητα θα πρέπει να γίνει μέρος του σύγχρονου πολιτισμού για να γίνει ο άνθρωπος πιο υπεύθυνος και πιο αξιοπρεπής.»

Η φράση αυτή δεν είναι θεωρητική διακήρυξη· είναι το κλειδί για να διαβάσει κανείς τις μεγάλες ενότητες του έργου του: από «Τα Θρησκευτικά» έως τη «Σινδόνη», από τα «Μεταφυσικά Τοπία» μέχρι τις «Πανσέληνες Νύχτες». Το ιερό, εδώ, δεν ταυτίζεται με το θρησκευτικό εικονογραφικό στοιχείο αλλά με μια ποιότητα προσοχής: τη σοβαρότητα με την οποία κοιτάζουμε τον κόσμο. Σ’ ένα κάδρο που, με την πρώτη ματιά, μοιάζει με νεκρή φύση, το βλέμμα ανακαλύπτει μια εσωτερική αναπνοή. Σ’ ένα πορτρέτο, η λάμψη μιας κόρης ματιού γίνεται το «σημείο χάριτος» που μετατρέπει το πρόσωπο σε χώρο εσωτερικής ιστορίας.

"Πανσέληνη νύχτα" του 1999 (έργο του Άγγελου)
“Πανσέληνη νύχτα” του 1999 (έργο του Άγγελου)

Η πίστη, ο φόβος και η προφητεία της εικόνας

Ακούγοντας τον καλλιτέχνη να μιλά για την «προφητεία» της τέχνης, καταλαβαίνεις ότι για εκείνον το έργο δεν είναι απλώς τεχνική επίτευξη αλλά στάση ζωής:

«Βεβαίως, γιατί η πίστη αποβάλλει τον φόβο του ανθρώπου ακόμη και αν έχει μεταφυσική προέκταση και όταν πιστεύει κάποιος είναι πιο σίγουρος για το μέλλον του.»

Αυτή η δήλωση φωτίζει και τον τρόπο που χρησιμοποιεί το φως στον καμβά: όχι μόνο σαν οπτικό γεγονός, αλλά σαν ηθική ποιότητα. Όταν τον ρωτάμε αν αναζητά φυσικό ή εσωτερικό φως, χαμογελά και απαντά: «Ο κόσμος που βλέπουμε, που υπάρχει μπροστά μας είναι υλική και πνευματική σύνθεση και από όλα τα πλάσματα μόνο ο άνθρωπος έχει αυτή τη ξεχωριστή ικανότητα να το αντιλαμβάνεται. Εγώ μέσα από τα έργα μου αναζητώ το φως των συναισθημάτων και της συνείδησης.»

Ο όρος «φως των συναισθημάτων» δεν είναι ποιητική φιγούρα. Στα έργα του που βλέπουμε στην Kapopoulos Fine Arts, αυτό το φως λειτουργεί σαν κρυφή σκηνή: αναδύεται από τα βάθη της επιφάνειας, σαν να φωτίζει πρώτα τον εσωτερικό κόσμο της μορφής και μετά το ίδιο το πρόσωπο, τα αντικείμενα, το δωμάτιο. Είναι ένα φως που θυμίζει τις νυχτερινές σκηνές του Καραβάτζιο, αλλά χωρίς τη βία: έχει την ηρεμία του ύστερου 19ου αιώνα και την πειθαρχία μιας αυστηρής σχολής σχεδίου.

Κλασικός χωρίς νοσταλγία

Συχνά τον χαρακτηρίζουν «κλασικό μέσα στη μοντέρνα εποχή». Πώς κρατά κανείς αυτή την ισορροπία; Η απάντηση του Άγγελου είναι λιτή:

«Όταν σ’ ενδιαφέρουν οι διαχρονικές αξίες, βρίσκεις τον τρόπο να ισορροπήσεις.» 

Δεν πρόκειται για ρομαντική φυγή προς τα πίσω, αλλά για μια ώριμη κατανόηση ότι ο 21ος αιώνας μπορεί να διαλέξει από την ιστορία τα λειτουργικά του εργαλεία. Ο ζωγράφος δεν μιμείται τους παλιούς· τους κοιτάζει «με σύγχρονο, δηλαδή υποψιασμένο, βλέμμα», όπως λέει ένα εύστοχο σχόλιο για τη διαδρομή του. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι η σκηνοθεσία του χώρου υπακούει σε κανόνες οικονομίας· ότι η ύλη της βαφής δεν γίνεται επίδειξη· ότι η ανθρώπινη μορφή αντιμετωπίζεται με ευγένεια, ακόμη κι όταν ο καμβάς ζητά δραματικότητα.

Εξίσου χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Άγγελος «γεφυρώνει» τη μεταβυζαντινή παράδοση με τη δυτικοευρωπαϊκή ζωγραφική. Τον ρωτάω γι’ αυτό το υποτιθέμενο «σχέδιο σύνθεσης». Η απάντηση έρχεται αβίαστα:

«Δεν προσπαθώ να ενώσω, αυτό βγαίνει αυθόρμητα. Το παρελθόν διαμορφώνει το παρών, το οποίο με τη σειρά του διαμορφώνει το μέλλον. Ο Κομφούκιος πριν από 2600 χρόνια έκανε μια περίφημη σκέψη που ταρακουνάει ακόμα την ανθρωπότητα “Ο ανώτερος άνθρωπος είναι σκληρός με τον εαυτό του. Ο κατώτερος άνθρωπος είναι σκληρός με τους άλλους.”

Πόσο επίκαιρα είναι τα λόγια του!

Εδώ συνοψίζεται μια ολόκληρη ηθική: το παρελθόν δεν είναι μουσείο, είναι ύλη που διαμορφώνει το παρόν — και το παρόν, με τη σειρά του, γράφει το μέλλον. Γι’ αυτό και ο Άγγελος παραμένει «κλασικός» χωρίς να γίνεται νοσταλγικός: δεν αναπαράγει, μεταβολίζει.

Ο άνθρωπος απέναντι στο συναίσθημα

Στη συζήτησή μας μιλά γενναιόδωρα για το ρίσκο της αυθεντικότητας: πώς μένει κανείς αληθινός σ’ έναν κόσμο διαρκούς επιτάχυνσης;

«Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς συναισθήματα όπως η αγάπη, η τρυφερότητα και ο σεβασμός. Άμα βάλεις τη λογική σκοτώνεις όλα αυτά που έχεις μέσα σου.»

Κι ύστερα, σχεδόν σαν επιμύθιο:

«Να είναι αυτόφωτος και όχι ετερόφωτος. Θεός!!!»

Στα έργα του, αυτή η προτροπή γίνεται μέθοδος. Η μορφή δεν «δανείζεται» φως από έξω· το παράγει. Και ο δημιουργός, αρνούμενος την εύκολη εντύπωση, στέκεται στο δύσκολο: να επιτρέψει στην εικόνα να εκπέμψει από μέσα προς τα έξω, να γίνει επιφάνεια που «ανασαίνει», όχι επιφάνεια που γυαλίζει.

Η ζωγραφική ως προσευχή

Δεν είναι τυχαίο ότι κατά καιρούς έχουν ειπωθεί για το έργο του φράσεις όπως «ζωγραφικές που μοιάζουν με προσευχές». Όταν του το αναφέρω, δεν σπεύδει να το αρνηθεί· αντιθέτως, αγκαλιάζει την ιδέα ότι μια εικόνα μπορεί να λειτουργήσει ως πράξη πίστης, ακόμη κι αν αυτή δεν έχει θρησκευτικό πρόσημο.

«Βεβαίως», λέει, «γιατί η πίστη αποβάλλει τον φόβο…»

—και η φράση του, επαναλαμβάνω, μοιάζει να περιγράφει όχι μόνο τον θεατή, αλλά και τον ίδιο τον δημιουργό: τον άνθρωπο που στέκει μπροστά στον λευκό καμβά χωρίς φόβο, με τη σιγουριά ότι η εσωτερική του πειθαρχία θα γεννήσει εικόνες.

Σ’ αυτή τη ραχοκοκαλιά πίστης και πειθαρχίας, ο Άγγελος προσθέτει κάτι που τον διαφοροποιεί από πολλούς ομοτέχνους του: την αίσθηση σκηνής. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Μάνος Στεφανίδης : «Η τέχνη του Άγγελου με τον έντονο θεατρικό χαρακτήρα… λειτουργεί ως ένας οπτικός συλλογισμός ανάμεσα στο αιώνιο και το εφήμερο», έχει γραφτεί για το έργο του — και όντως, στην έκθεση της Kapopoulos Fine Arts, ο θεατής νιώθει ότι παρακολουθεί μικρές, αυτοτελείς πράξεις ενός μεγαλύτερου δράματος: το παιχνίδι του φωτός πάνω σε ένα μάγουλο, η αδιόρατη κίνηση ενός χεριού, το ανοιγμένο βιβλίο στο τραπέζι, όλα γίνονται σκηνικά στοιχεία μιας αφήγησης που δεν χρειάζεται λόγια.

Μισός αιώνας «αντίθετα στο ρεύμα»

Η διαδρομή του Άγγελου ξεκινά από μια επεισοδιακή πρώτη εμφάνιση στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και διατρέχει μια εποχή καταιγιστικών αλλαγών στα εικαστικά. Κι όμως, εκείνος επιμένει «αντίθετα στο ρεύμα»: αξιοποιεί με ζέση τα εργαλεία του παρελθόντος, αλλά τα μετατρέπει σε γλώσσα παρούσα· περισυλλέγει, εξισορροπεί, ενίοτε «ψάλλει» με χρώματα. Γι’ αυτό και τα έργα του δείχνουν σήμερα δικαιωμένα: επειδή αντέχουν στους ρυθμούς της εποχής μας χωρίς να παραχωρούν την ουσία τους.

Η νέα του παρουσίαση λειτουργεί σαν απολογισμός και υπόσχεση μαζί. Από τις «Νεκρές Φύσεις» μέχρι τα «Μεταφυσικά Τοπία», και από τα πορτρέτα-εικόνες μέχρι τις μεγάλες θεματικές συνθέσεις, η έκθεση ανασυνθέτει το προσωπικό του σύμπαν — ένα σύμπαν όπου το κάλλος δεν είναι επιφανειακή ευπρέπεια αλλά τρόπος γνώσης. Κι αν κάτι συγκινεί βαθιά, είναι η συνέπεια: η πεποίθηση ότι η ζωγραφική, ακόμη και στον 21ο αιώνα, μπορεί να είναι μια πράξη αλήθειας.

«Το σύμπαν του Άγγελου» σε μία λέξη

Στο τέλος του ζητώ να περιγράψει με μία λέξη ή εικόνα το «σύμπαν του Άγγελου». Χωρίς δισταγμό, κοιτάζει για λίγο στο βάθος και λέει:

«Θεός!!!»

Δεν είναι υπερβολή· είναι μια απλή ονοματοδοσία της κλίμακας στην οποία στοχεύει: να αγγίξει το άρρητο. Κι ίσως γι’ αυτό, φεύγοντας από την Kapopoulos Fine Arts, μένει κανείς με την αίσθηση ότι είδε κάτι πιο μεγάλο από την αθροιστική αξία των έργων: είδε την προσπάθεια ενός ζωγράφου να στήσει, με επιμονή και μέτρο, μια γέφυρα ανάμεσα στο φως και την ύλη, ανάμεσα στον άνθρωπο και την ψυχή του.

Το Σύμπαν του Άγγελου - 50 χρόνιαι ζωγραφική
Το Σύμπαν του Άγγελου – 50 χρόνια ζωγραφική

Γιατί τώρα

Σε μια στιγμή όπου ο θόρυβος περισσεύει, ο Άγγελος υπενθυμίζει ότι η σιωπή είναι μορφή έντασης. Ότι το βλέμμα χρειάζεται χρόνο για να δει. Ότι το φως —το δικό του «φως των συναισθημάτων»— είναι ο πιο αξιόπιστος οδηγός μας μέσα στην αβεβαιότητα. Και ότι ο καλλιτέχνης, για να παραμείνει αυθεντικός, πρέπει να υπερασπιστεί το πιο δύσκολο: την εσωτερική του ελευθερία.

Η έκθεση στην Kapopoulos Fine Arts είναι μια σπουδή σ’ αυτήν ακριβώς την αυτοφωτία: από καμβά σε καμβά, ο επισκέπτης βλέπει το «εντός φως» να οργανώνει τη μορφή, να πειθαρχεί τον χώρο, να χαρίζει αξιοπρέπεια στον άνθρωπο. Κι αν θα έπρεπε να βρούμε ένα τελευταίο επιχείρημα για να την επισκεφθεί κανείς, θα ήταν αυτό: η εμπειρία της παρουσίας. Εκεί όπου ο χρόνος, έστω και για λίγο, σταματά — κι η ζωγραφική θυμίζει γιατί την χρειαζόμαστε.

Την επιμέλεια της έκθεσης έχει ο Γρηγόρης Καπόπουλος.

Διάρκεια έκθεσης: 11 -25 Νοεμβρίου 2025.
Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα, Τετάρτη, Σάββατο: 10:00 – 17:30.
Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή: 10:00 – 20:30

Διαβάστε επίσης:

Νίκος Φλώρος: Η Μαρία Κάλλας επιστρέφει στη Φλωρεντία μέσα από ένα ελληνικό έργο τέχνης

Έμιλυ Βαφειά: Η τέχνη δεν μπήκε στη ζωή μου· ήταν πάντα εκεί, όπως το νερό που κυλά χωρίς να ρωτά αν του ανήκει το ποτάμι

Κωνσταντίνος Πάτσιος: Η τέχνη δεν είναι διακοσμητική ή παρηγορητική· είναι εκεί για να φωτίζει ό,τι η καθημερινότητα αποσιωπά