• Πολιτισμός

    Το Φόρεϊν Όφις αποκαλύπτει: «Η Μελίνα κέρδιζε εύκολα για τα Γλυπτά»

    Μελίνα Μερκούρη

    Μελίνα Μερκούρη Πηγή: bbc


    Μια «βόμβα» του Foreign Office για τα Γλυπτά του Παρθενώνα ή, αλλιώς, όταν οι Βρετανοί σάστισαν μπροστά στη δυναμική της Μελίνας Μερκούρη και στο αίτημα που κατέθεσε για την επιστροφή τους στην Ελλάδα.

    Σύμφωνα με δημοσίευμα του Theartnewspaper.com τα πρόσφατα αποχαρακτηρισμένα κυβερνητικά έγγραφα του Ηνωμένου Βασιλείου αποκαλύπτουν ότι το Φόρεϊν Όφις απέρριψε το λόμπι του Βρετανικού Μουσείου να διατηρήσει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα το 1983, τη χρονιά που κατατέθηκε για πρώτη φορά επίσημο αίτημα από τη Μελίνα Μερκούρη. «Το μέλλον των Μαρμάρων είχε γίνει ως γνωστόν μείζον ζήτημα κατά την επίσκεψη στο Λονδίνο της τότε υπουργού Πολιτισμού και διεθνούς φήμης ηθοποιού Μελίνας Μερκούρη. Κι όπως καταγράφουν τα κυβερνητικά έγγραφα η ζωηρή προσωπικότητά της και ο ρομαντικός σκοπός της προσέλκυσαν σημαντικό ενδιαφέρον και κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης», όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα.

    Το προσωπικό του Φόρεϊν Όφις ανησυχούσε ότι η Μερκούρη κέρδιζε τη συζήτηση και όπως αναφέρεται: «Μερικές φορές ο δραματικός τόνος της ήταν υπερβολικός αλλά αναμφίβολα έκλεψε τα φώτα της δημοσιότητας από τον πρωταγωνιστή της, Ντέιβιντ Γουίλσον –διευθυντή τότε- του Βρετανικού Μουσείου». Αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές κατά τη διάρκεια μιας «τηλεοπτικής ανταλλαγής απόψεων μεταξύ των δύο σε έναν καναπέ» στο Ινστιτούτο Σύγχρονων Τεχνών του Λονδίνου, μετά από μια διάλεξη που έδωσε εκεί στις 22 Μαΐου 1983.

    «Η Μελίνα κέρδιζε εύκολα»

    Όπως κατέγραψε επίσης το Foreign Office, η Μελίνα Μερκούρη υποστήριξε ότι τα Μάρμαρα «είναι αναπόσπαστο μέρος ενός μνημείου που αντιπροσωπεύει το εθνικό πνεύμα της Ελλάδας». Ενώ ο Γουίλσον, από τη μεριά του, απάντησε ότι αποτελούν μέρος ενός μουσείου, που είναι ένας μοναδικός, διεθνής θεσμός, που «δεν πρέπει να διαμελιστεί». Αλλά οι αξιωματούχοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Μελίνα «κέρδιζε εύκολα»

    Ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Πέρεγκριν Ρόουντς, στη συνέχεια παρενέβη, προσθέτοντας ότι στην Ελλάδα «τα επιχειρήματα που προβάλλει ο Γουίλσον είναι πιθανό να είναι αντιπαραγωγικά». Λίγο πριν από την επίσκεψη του Μερκούρη, ο πρέσβης είχε υποστηρίξει ότι η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θα πρέπει να υιοθετήσει μια σκληρή γραμμή. «Το να μπερδέψεις το ζήτημα μπορεί μόνο να δημιουργήσει προβλήματα για το μέλλον», είχε πει.

    Οι σχέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα (πρόδρομο της Ευρωπαϊκής Ένωσης) απειλούνταν από τη διαμάχη για τα Γλυπτά, η οποία ανησύχησε τον Μπερκλ Τρεντ, τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου. Προειδοποίησε, έτσι, το Φόρεϊν Όφις ότι εάν η κυβέρνηση συμβουλεύει τους εντολοδόχους του μουσείου ότι «θα έπρεπε να κάνουν κάτι για να συμπεριλάβουν Έλληνες, λόγω της ένταξής τους στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αυτό θα δημιουργούσε «μια πολύ δύσκολη κατάσταση».

    Επίσης ο επικεφαλής πολιτιστικών σχέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, John Macrae, πρόσθεσε τις δικές του απόψεις: «Το πρόβλημα, μου φάνηκε, ότι θα ήταν μαζί μας για κάποιο καιρό ακόμη. Έπρεπε να ζήσουμε με αυτό και όσο το δυνατόν περισσότερο να το περιορίσουμε». Ήταν τον Ιούνιο του 1983, ακριβώς πριν από 40 χρόνια.

    Βρετανική αναποτελεσματικότητα

    Ο επιμελητής κλασικών αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου, Μπράιαν Κουκ, φαινόταν στα μάτια του Φόρεϊν Όφις τόσο αναποτελεσματικός όσο και ο διευθυντής του. Σε άλλη συνάντηση κατά τη διάρκεια της επίσκεψης της Μερκούρη, ο Κουκ έκανε «μια απογοητευτική και σχολαστική άμυνα, με στόχο να αποδείξει ότι ο Έλγιν δεν ήταν ένοχος βανδαλισμού και ότι ο Παρθενώνας ήταν σύμβολο του αθηναϊκού ιμπεριαλισμού, όχι της ελληνικής ελευθερίας και εθνικότητας».

    Ο Κουκ αναφέρθηκε στα γλυπτά ως «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα» και έγραψε ένα βιβλίο με αυτόν τον τίτλο, το οποίο επανεκδόθηκε μέχρι το 2005, παρά το γεγονός, ότι αυτά σήμερα αποκαλούνται παγκοσμίως Μάρμαρα του Παρθενώνα. Ο Macrae είχε σχολιάσει ότι «είναι κρίμα που το Βρετανικό Μουσείο δεν υπερασπίζεται αποτελεσματικότερα τη διεκδίκησή του για τα Μάρμαρα».

    Ένιωσε ότι το θέμα ήταν ηθικό και πολιτικό για να απαντήσει ο βρετανικός λαός μέσω του Κοινοβουλίου: «Το Βρετανικό Μουσείο θα πρέπει να θυμάται, πως ό,τι δίνει το Κοινοβούλιο, το αφαιρεί»!

    Σύμφωνα με τον Νόμο του 1963 για το Βρετανικό Μουσείο, που εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο και εξακολουθεί να ισχύει, οι διαχειριστές δεν επιτρέπεται να αποχωριστούν από τη συλλογή. Κι αυτή η απαγόρευση εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για την απόρριψη των ελληνικών αξιώσεων αποκατάστασης. Τον Μάιο του 1983, αμέσως πριν από την άφιξη της Μελίνας, ο Χιου Τζένκινς, πρώην υπουργός Πολιτισμού των Εργατικών, είχε προτείνει μια τροποποίηση του νόμου του 1963 για να επιτραπεί η παραχώρηση. Η κυβέρνηση των Συντηρητικών όμως αντιτάχθηκε και η τροπολογία απέτυχε.

    Όπως έγραψε ο Paul Channon, τότε υπουργός Τεχνών, σε ένα σημείωμα, που βρέθηκε στο αρχείο του Foreign Office η επιστροφή των Μαρμάρων θα «ξεκινούσε μια διαδικασία αποσπασματικής διάλυσης των συλλογών του Βρετανικού Μουσείου». Πέντε μήνες μετά την επίσκεψη Μερκούρη, η ελληνική κυβέρνηση έκανε και το επίσημο αίτημα για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Η διαμάχη σίγουρα δεν έχει σταματήσει. Σήμερα, το μουσείο συνεχίζει να τονίζει ότι δεν μπορεί να παραχωρήσει τα Γλυπτά, λόγω της πράξης του 1963.

    Κανένα σχέδιο αλλαγής

    Ο πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, είπε στις 13 Μαρτίου, όταν ρωτήθηκε για τα Μάρμαρα, ότι «Το Ηνωμένο Βασίλειο φροντίζει τα Ελγίνεια Μάρμαρα για γενιές. Η συλλογή του Βρετανικού Μουσείου προστατεύεται από το νόμο και δεν σκοπεύουμε να την αλλάξουμε».

    Εν τω μεταξύ όμως, οι διαχειριστές του Βρετανικού Μουσείου άλλαξαν πρόσφατα τη θέση τους και είναι πλέον πιο επιδεκτικοί σε μακροπρόθεσμο δάνειο (αλλά όχι αποκατάσταση) ορισμένων τουλάχιστον από τα Μάρμαρα, ως αντάλλαγμα για ανταποδοτικά δάνεια ελληνικών αρχαιοτήτων στο Λονδίνο. Αυτό προτείνεται από τον Τζορτζ Όσπορν, πρόεδρο του μουσείου και πρώην υπουργό Οικονομικών.

    Όπως είπε ο Όσμπορν τον Φεβρουάριο: «Συζητάμε με την ελληνική κυβέρνηση… για μια νέα διευθέτηση». Πρόσθεσε ότι ο νόμος του 1963 αποτρέπει την απόσυρση αντικειμένων, σχολιάζοντας ότι μια αλλαγή του νόμου είναι «εκτός της εξουσίας μου». Μια δήλωση του Βρετανικού Μουσείου λέει εξάλλου ότι «έκλεισε για μια νέα συνεργασία του Παρθενώνα με συναδέλφους στην Ελλάδα και οι εποικοδομητικές συζητήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη».

    Διαβάστε επίσης:



    ΣΧΟΛΙΑ