• Πολιτισμός

    Γιατί ο Δημήτρης Παπαϊωάννου θέλει να ξεχάσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας;

    Δημήτρης Παπαϊωάννου

    Δημήτρης Παπαϊωάννου


    Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου ξέρει να στήνει θεάματα, παραστάσεις-υπερπαραγωγές, γνωρίζει τα μυστικά του χοροθεάτρου, παραμένει ο «δικός» μας Robert Wilson, είναι ο άνθρωπος που ανέλαβε τη σκηνοθεσία της έναρξης (και λήξης) των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, ξυπνώντας διαφορετικά συναισθήματα σε Έλληνες και ξένους, σε λάιβ αναμετάδοση.

    Παραμένει ένας δημιουργός που ταξιδεύει την Ελλάδα στον κόσμο, χωρίς κλισέ και εύκολους συνειρμούς, που χειρίζεται την ελληνική γλώσσα, ιστορία και μυθολογία όσο λίγοι, είναι ένας σύγχρονος πολίτης του κόσμου σε κίνηση, βάζει την υπογραφή του σε έργα που αποτελούν μαθήματα τέχνης. Και τώρα που θα βρίσκεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, από τις 22 Δεκεμβρίου μέχρι τις 16 Ιανουαρίου του 2022, μόλις που προλαβαίνουμε να κλείσουμε εισιτήρια για τη νέα του δουλειά, «Transverse Orientation», όπως «Εγκάρσιος Προσανατολισμός.»

    Με αφορμή την παγκόσμια περιοδεία του, στην οποία, τον ακολουθούν ακόμη και οι πιο απαιτητικοί θεατές, έδωσε πρόσφατα συνέντευξη στους Financial Times, για να τον γνωρίσουμε καλύτερα και να μάθουμε πως έχει εξελιχτεί σήμερα ο δημιουργός της ομάδας Εδάφους Εδάφους…

    Δημήτρης Παπαϊωάννου

    Στην Ελλάδα τον αποθεώνουμε εδώ και δεκαετίες. Κάθε εμφάνιση της ομάδας του ή ακόμη και κάθε σόλο περφόρμανς του στο παρελθόν ήταν sold-out. Στο εξωτερικό όμως άργησαν να τον μάθουν. Ήταν 50 χρονών όταν έγινε διάσημος μέσα σε μια νύχτα στο Παρίσι, κάτι που οφείλει στην πρώτη του διεθνή συμπαραγωγή, το έργο «The Great Tamer», υποψήφιο και για βραβείο Olivier.

    Δημήτρης Παπαϊωάννου

    Ο ίδιος δεν φοβάται την επανάληψη. Την επανάληψη της επιτυχίας. Όπως έκανε με τη «Μήδεια» που ταξίδεψε ξανά και ξανά, παντού. Για το χειροκρότημα και την υστεροφημία. Γίνεται κυνικός ή ρεαλιστής, ανάλογα με την ανάγνωση. Και την οπτική. Χαρακτηριστική η φράση του στους Financial Times: «Μέχρι την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, κανείς δεν ενδιαφερόταν για την Αθήνα. Όταν αποδομείται μια χώρα, αρχίζει να θεωρείται sexy στον κόσμο της τέχνης, έτσι δεν είναι;»

    Ο καθένας καλείται να δώσει τη δική του απάντηση. Και τώρα, με το νέο του έργο, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου φιλτράρει όπως μόνο ο ίδιος ξέρει, την ιστορία της τέχνης και την μυθολογία. Το γυμνό είναι δεδομένο, όπως σε όλες του τις παραστάσεις, στις οποίες, έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε καλογυμνασμένα σώματα σε συνομιλία, σαν ζωντανά γλυπτά σε κίνηση.

    Τώρα θα προσθέσουμε κι έναν ταύρο, δύο Αφροδίτες, την θεά του έρωτα, σε slow-motion, με επιρροές όπως πάντα από τον Robert Wilson και την Pina Bausch.

    Η απενεχοποίηση του γυμνού δεν είναι πάντα ευπρόσδεκτη από όλους. «Ύστερα από 45 λεπτά», λέει στους Financial Times, «ένας κύριος σηκώθηκε και είπε: «Βαρέθηκα να βλέπω ανδρικά μόρια», κι έφυγε. Ήταν πολύ γλυκό.»

    Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου είναι ο άνδρας που χτύπησε την πόρτα του Γιάννη Τσαρούχη στα 17 του χρόνια, έμαθε να ζωγραφίζει κοντά του, με τέσσερα βασικά χρώματα. Όταν έφυγε από το σπίτι στα 18, άρχισε να βγάζει χρήματα σαν ζωγράφος και πορτρετίστας, σπουδάζοντας στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Οι γονείς του δεν ενέκριναν ούτε την ενασχόληση του με την τέχνη, ούτε την ομοφυλοφιλία. «Είπαν ότι θα ήμουνα φτωχός και δυστυχής και με τα δύο.»

    Δεν σταμάτησε να σχεδιάζει, ακόμη και κόμιξ, να συστήνεται ως «ψυχή» της ομάδας Εδάφους, και από εναλλακτικός δημιουργός σε άντεργκράουντ τοποθεσίες, να γεμίζει θέατρα και να συναντά στις πρώτες σειρές υπουργούς και καλλιτέχνες που δεν παρακολουθούν χοροθέατρο και να στήνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, το 2004.

    «Ο κόσμος της τέχνης σνομπάρει αυτά τα μεγάλα shows», θα πει. «Όταν πρωτοπήγα στο Παρίσι, με συμβούλεψαν να μην αναφέρομαι καθόλου στους Ολυμπιακούς της Αθήνας.» Τελικά ανέλαβε και την χορογραφία για τους πρώτους Ευρωπαϊκούς Αγώνες στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, το 2015, για να μιλήσει για μια «θετική προπαγάνδα για τις χώρες» σαν «μια ατέλειωτη παιδική χαρά». Άλλωστε, όπως θα πει, «δεν μπορώ να επιβιώσω με τη δουλειά που κάνω.»

    Δεν μοιάζει να βιάζεται. Είναι τελειομανής. Αφιερώνει χρόνο μέχρι να νιώσει έτοιμος για την ολοκλήρωση και το ανέβασμα κάθε νέας παραγωγής. Του αρέσει η σιωπή. Για να μπορεί να μοιραστεί μύθους. Στο σκοτάδι και τη σιωπή. Δεν δηλώνει χορογράφος. Προτιμά την έννοια του φορμαλισμού. Μετά την πρεμιέρα του νέου του έργου στην Μπιενάλε Χορού στην Λυόν, συνέχισε να «πειράζει» την παράσταση για να γίνει, όπως λέει, «λιγότερο σοβαρή.» Είχε σκεφτεί να είναι αφηγητής. Πριν από την πανδημία. Τελικά προτίμησε την αφαίρεση. Να είναι, όπως λέει, μια πιο αφηρημένη ιστορία. Να βλέπεις πράγματα που αιωρούνται. Κι εσύ σαν θεατής να κάνεις τις δικές σου υποθέσεις. Να νιώθεις ελεύθερος να το κάνεις χωρίς κανέναν να σε καθοδηγεί. «Μη νομίζετε ότι ήξερα τι έκανα. Ορισμένες φορές δεν ξέρω τι κάνω μέχρι τη στιγμή που ολοκληρώνω το έργο.»

    Διαβάστε επίσης:

    H δολοφόνος φορούσε Gucci

    Όταν ο Σταύρος (Νιάρχος) γνώρισε τη Dasha (Zhukova) και πρώην Mrs Abramovich

    40 πράγματα που (δεν) γνωρίζουμε για τον Αριστοτέλη Ωνάση



    ΣΧΟΛΙΑ