• Άρθρα

    Πελαγοδρομεί η Ευρώπη εν μέσω κρίσης μεταξύ επιδοματικής πολιτικής και προβληματικού αναπτυξιακού σχεδιασμού

    • Ηρακλής Ρούπας, Οικονομολόγος
    Ηρακλής Ρούπας, Οικονομολόγος

    Ηρακλής Ρούπας, Οικονομολόγος


    Οδηγούμαστε σε διεθνή υβριδική οικονομική και όχι μόνον κρίση, η κατάληξη της οποίας κανείς δεν γνωρίζει πότε θα οριοθετηθεί.

    Ο χρόνος λήξης της κρίσης είναι ο μεγάλος άγνωστος, ενώ οι όποιες «παρεμβατικές» πολιτικές θα έχουν επί του παρόντος μόνο βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Το σίγουρο είναι, πως η μειωμένη αντίληψη που επιδείχθηκε ως προς την αναγνώριση του χρόνου έναρξής της ενέτεινε τα προβλήματα και δημιούργησε παραμέτρους επίλυσης που είναι δύσκολο να αξιολογηθούν σήμερα.

    Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες η συνθετότητα της κρίσης που αναδεικνύεται μέρα με την ημέρα δεν θα εμπεριέχει μόνο πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις. Ίσως αποτελεί την βάση μίας διεθνούς «διαπάλης» για την διαμόρφωση ενός νέου πεδίου ανταγωνιστικών χρηματοοικονομικών συστημάτων.

    Η μάχη για την επικράτηση δημιουργεί τις επιπτώσεις που θα βιώσουμε ως παράπλευρες απώλειες και επαναλαμβανόμενες κρίσεις για πολλά χρόνια. Ίσως δεκαετίες.

    Είναι δεδομένο πως σε ένα ραγδαία εξελισσόμενο περιβάλλον, η πρόβλεψη τις περισσότερε φορές δεν μπορεί παρά να έχει βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Το σημείο όμως που δεν αναδεικνύεται στις αναλύσεις είναι το γεγονός ότι οι επιπτώσεις της παρούσας πολυσύνθετής κρίσης ήταν δυνατόν να αναλυθούν από την περίοδο εμφάνισης του covid. Αντ αυτής όμως της πολιτικής στόχευσης, επιλέχθηκε την περίοδο εκείνη μία επικοινωνιακή προσέγγιση «κατευνασμού» και επικοινωνιακής διαχείρισης του γεγονότος ότι ο εμφανιζόμενος πληθωρισμός ήταν προσωρινή εξέλιξη.

    Σε πολύ μικρό βαθμό αποτολμήθηκαν μακροπρόθεσμες αναλύσεις στην βάση «υβριδικών» εξελίξεων, όπως αυτές εμφανίζονται σήμερα. Πάντοτε δε από πλευράς Ε.Ε. ως παρακολούθημα των κινήσεων στις ΗΠΑ. Χωρίς να αναδειχθεί – για προφανείς λόγους- η διαχρονική αδυναμία διαμόρφωσης προληπτικής πολιτικής από τις χώρες της Ε.Ε..

    Η αδυναμία αυτή σήμερα καλύπτεται με πολιτικές επιδοματικές, χωρίς κανέναν προγραμματισμό για την αναδιάταξη του αναπτυξιακού μοντέλου της Ευρώπης. Την ίδια στιγμή που το ευρώ κατακρημνίζεται αναδεικνύοντας μόνο από την εξέλιξη αυτή ένα διαφορετικού τύπου πληθωριστικό περιβάλλον από εκείνο που εμφανίζεται στις ΗΠΑ και το οποίο είναι διαχειρίσιμο.

    Η προσπάθεια διόρθωσης της λανθασμένης αντίληψης πως οι πληθωριστικές πιέσεις λόγω covid ήταν προσωρινές έγινε πολύ αργά. Τόσο αργά που ο συνδυασμός με τις ενεργειακές επιπτώσεις λόγω του πολέμου στην Ουκρανία να προκαλούν σύγχυση, τόσο ως προς την ενδεδειγμένη πολιτική αντιμετώπισης του πληθωρισμού, όσο και την εκτιμώμενη διάρκεια του φαινομένου αυτού.

    Αυτό όμως που δεν αναγνωρίζεται de facto είναι το γεγονός ότι για άλλη μία φορά η αδυναμία λήψης αποφάσεων ως προς την αντιμετώπιση μίας κρίσης πού μόλις τώρα αρχίζει να αχνοφαίνεται, θα προκαλέσει σημαντικά μεγαλύτερα προβλήματα στην Ευρώπη από τις ΗΠΑ. Παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις για τις κινήσεις του Fed, επιδιώκεται “προγραμματισμένη” ύφεση όπως φαίνεται από τις συχνές δηλώσεις του επικεφαλής της Fed Τζερόμ Παουελ.

    Τίποτα άλλωστε δεν έχει αλλάξει στην αντίληψη των Ευρωπαίων σε σύγκριση με την περίοδο της κρίσης χρέους (subprimes), όπου καθυστερήσεις ετών στην ανάδειξη πολιτικών αντιμετώπισης, οδήγησαν σε ενδογενείς και διαρκείς στρεβλότητες. Την ίδια στιγμή που στις ΗΠΑ η ανάληψη πρωτοβουλιών πολιτικής ήταν άμεσες και αποτελεσματικές.

    Μπορεί σήμερα να υπάρχει διάσταση απόψεων ως προς τον τρόπο αντίδρασης του FED και την διαχείριση του πληθωρισμού. Ο «στραγγαλισμός» της οικονομικής δραστηριότητας κατά πολλούς δεν είναι η ενδεδειγμένη λύση. Ειδικά όταν συγκρίνεται με την πολιτική του προκατόχου του Paul Volker (1979-87) όπου σε περίοδο τριών ετών (1980-83) ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ από 14% έπεσε στο 3%. Σημασία όμως δεν έχει στην παρούσα φάση η πολιτική εφαρμογή στις ΗΠΑ καθώς οι παράμετροι λειτουργίας της οικονομίας της διαφέρουν σημαντικά από εκείνες της Ευρώπης.

    Αν θέλουμε να αναλύσουμε κάποια δεδομένα σε θεωρητική βάση, πρέπει να αναδείξουμε το γεγονός ότι στην παρούσα φάση το ισχυρό δολάριο σε σύγκριση με το αδύναμο ευρώ διαφοροποιεί τόσο την βάση του προβλήματος, όσο και την ενδεδειγμένη λύση του.

    Αντίστοιχα τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας στις ΗΠΑ τα καλά εταιρικά αποτελέσματα – προς το παρόν – και το γεγονός των συγκέντρωσης πολλαπλάσιων φορολογικών εσόδων σε σύγκριση για παράδειγμα με την Κίνα, θέτουν σε δεύτερη μοίρα επί του παρόντος την επίδραση της διαδικασίας αύξησης των επιτοκίων καθώς ακόμα και μετά τις αυξήσεις, αυτά παραμένουν τα χαμηλότερα των τελευταίων 60 ετών.

    Το ισχυρό δολάριο επί της ουσίας αναδεικνύει το γεγονός ότι η Ευρώπη περνάει «συναλλαγματική» – και όχι μόνον – κρίση, με αποτέλεσμα ό όγκος της καταστροφής κεφαλαίου (equity destruction να είναι τεράστιος. Εν μέσω του πεδίου αυτού της καταστροφής, η Ευρώπη απέτυχε για άλλη μία φορά να διαμορφώσει αμυντικούς μηχανισμούς και αντίστοιχες πολιτικές. Επέλεξε την οδό της μονοδιάστατης ενεργειακής πολιτικής, που όμως έχει οδηγήσει στην σημερινή κρίση.

    Προτάσεις ως προς την «επόμενη» ημέρα της κρίσης, πέραν της εντατικοποίησης του «πρασινίσματος» των οικονομιών, όμως δεν γίνονται. Ως να μην είναι υποχρέωση της Ε.Ε. να αναδείξει βιώσιμες πολιτικές. Ως η σμίκρυνση της παρουσίας της Ε.Ε. ως θεσμού να στοχεύει στο περιορισμό του ρόλου της μόνον σε υποστηρικτικές πολιτικές που για κάθε κράτος μεταφράζονται σε επιδοματικές πολιτικές.

    Το «Ταμείο Ανάκαμψης» αποτελεί μία μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στόχευση. Η δε Ευρωπαϊκή και εγχώρια επιδοματική πολιτικής προφανώς δίνει ανάσες. Όμως, αναδεικνύεται το εξής δίλημμα.

    Ή είναι προσωρινή (εάν υποθέσουμε ότι η κρίση είναι βραχυπρόθεσμη) οπότε είναι ανάγκη άμεσα να αναδείξει την στρατηγική (ανάπτυξής) της η Ευρώπη, καθώς το «πράσινο» αφήγημα προς το παρόν πάει στις καλένδες.

    Ή αν είναι μονιμότερου χαρακτήρα πολιτική επιλογή, τότε θα πρέπει να συμβιβασθούμε με την ιδέα πως διαβρώνεται πλέον σε κάποιο βαθμό η στόχευσης προς δίκαιη και ισόνομη ανάπτυξη με αποτέλεσμα οι στρεβλότητες που θα αναδειχθούν να εμποδίσουν και πάλι την στόχευση οικονομικής ομογενοποίησης της Ευρώπης.

    Διαβάστε επίσης:

    Τράπεζα Αττικής: Η επικοινωνιακή διαχείριση μίας αέναης μαύρης τραπεζικής τρύπας



    ΣΧΟΛΙΑ