• Άρθρα

    Ένα μάλλον δυστοπικό οικονομικό μέλλον

    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Για πολλούς, η ενασχόληση της στήλης με τα οικονομικά, και μάλιστα με τα πιο απόμακρα θέματα της σχέσης της οικονομικής θεωρίας με την οικονομική πολιτική, μπορεί να φανεί ως άσχετη στην εποχή της παθιασμένης ελληνικής προεκλογικής περιόδου. Είναι, όμως, γεγονός ότι όποια κυβέρνηση κι αν προκύψει, με όποιον σχηματισμό και με όποια συμμαχία, θα αντιμετωπίσει μία σειρά από δυσεπίλυτα οικονομικά προβλήματα. Να τα αποφύγει δεν θα μπορέσει, διότι αφενός τα προβλήματα είναι παγκόσμια, αφετέρου ως χώρα ανήκει στην Ε.Ε. Αν ήταν στο χέρι του ΜΕΡΑ 25, βέβαια, αυτό δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως δεδομένο—οι άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να κλείσουν τις τράπεζες. Αγνοώντας  τις καρικατούρες, όμως, όποιο σοβαρό κόμμα δεν ασχοληθεί με το θέμα, θα θέσει σε κίνδυνο την χώρα και τα μέχρι σήμερα επιτεύγματά της τελευταίας τετραετίας.

    Το πολύπλοκο πρόβλημα που όλοι αντιμετωπίζουν είναι …απλό στην διατύπωση: δεν γνωρίζουμε πώς να πετύχουμε τρεις στόχους ταυτόχρονα: τον έλεγχο του πληθωρισμού, την σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την επίτευξη λογικών ρυθμών ανάπτυξης. Το θέμα δεν ανάγεται μόνο στην αδυναμία της θεωρίας να σχεδιάσει την κατάλληλη οικονομική πολιτική. Επεκτείνεται προς δύο κατευθύνσεις.

    Πρώτον, στις διαρθρωτικές αλλαγές που σημειώθηκαν με αφορμή τον κορονοϊό— και που συνοψίζονται με την φράση «η οικονομία δεν αντιμετωπίζει πλέον ανεπάρκεια ζήτησης αλλά ανεπάρκεια παραγωγής». Το ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναγνωρίζει πως τα κράτη σταδιακά διαφοροποιούν τα κέντρα παραγωγής και τις εφοδιαστικές αλυσίδες θυσιάζοντας την άριστη κατανομή πόρων σε όφελος της ασφάλειας. Όπως δήλωσε η Gita Gopinath ο στόχος του just-in-time αντικαθίσταται με αυτόν του just-in-case. Αντιπροσωπευτικό στο πλαίσιο αυτό είναι το γεγονός ότι ο πληθωρισμός (δείκτης τιμών καταναλωτή)  δείχνει σημάδια κάμψης αλλά όχι ο σκληρός πυρήνας του (αφού αφαιρεθούν τα τρόφιμα και η ενέργεια). Αντιπροσωπευτικό είναι επίσης το γεγονός, ότι παρά την άνοδο των επιτοκίων, η αγορά εργασίας παραμένει σφιχτή –με την έννοια ότι το άνοιγμα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης είναι μικρό.

    Η δεύτερη κατεύθυνση προκύπτει από τις εξελίξεις στους τελευταίους μήνες που έδειξαν ότι ενώ η πραγματική οικονομία είναι ανθεκτική στην άνοδο των επιτοκίων – μπορεί δηλαδή να ζήσει με το υψηλότερο κόστος χρήματος χωρίς να οδηγηθεί υποχρεωτικά σε κάμψη – δεν συμβαίνει το ίδιο με τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Η κρίση που ξέσπασε στις ΗΠΑ και επεκτάθηκε στην Ελβετία δεν κόπασε, δεν εκτονώθηκε. Όπως υπογράμμισε ο Mohamed El Erian η απομόχλευση (deleverage) από το καθεστώς των χαμηλών επιτοκίων και της υψηλής ρευστότητας δεν έχει πραγματοποιηθεί.

    Ουδείς γνωρίζει με σιγουριά τι ακριβώς θα συμβεί στο άμεσο μέλλον. Ένα μέλλον δεν υπάρχει. Ορισμένοι οικονομολόγοι, όπως π.χ., η Silvana Tenreyro της κεντρικής τράπεζας της Αγγλίας πιστεύει ότι η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα μπορεί να επιτευχθεί με μέτρα εποπτείας. Ο Olivier Blanchard, έχει περάσει στην ομάδα που υποστηρίζει ότι ο στόχος της διατήρησης του πληθωρισμού στο 2% πρέπει να αναθεωρηθεί. Ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ν. Κορέας, Rhee Chang-yong, θεωρεί ότι το πρόβλημα θα χειροτερεύσει καθώς τα κράτη θα υποχρεωθούν να χρηματοδοτήσουν την μετάβαση στην πράσινη οικονομία με αύξηση του χρέους τους.

    Συμφωνία υπάρχει ως προς μία πρόβλεψη: τα σοκ από την πλευρά της παραγωγής θα συνεχιστούν – δημιουργώντας έτσι πληθωριστικές πιέσεις, με τον σκληρό πληθωρισμό να μην υποχωρεί. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας θα προσαρμοστεί αλλά αφού περάσει από τις δικές του κρίσεις. Ακόμη κι αν η πραγματική οικονομία ανταποκριθεί και ο πληθωρισμός τελικά υποχωρήσει, τα αρχικά προβλήματα θα έχουν παραμείνει: η αύξηση της παραγωγικότητας, η χαμηλή ανάπτυξη, η αβεβαιότητα, τα αρνητικά δημογραφικά δεδομένα, η άνοδος των ανισοτήτων.

    Στο πλαίσιο αυτό, το κατά μία έννοια καλύτερο, πιο ευνοϊκό σενάριο, είναι αυτό όπου ο πληθωρισμός εμμένει στα ανεκτά επίπεδα γύρω από το 4% και η ανάπτυξη παραμένει παγιδευμένη στα χαμηλά επίπεδα γύρω από 1% έως 1,5%.

    Είναι σαφές, λοιπόν, ότι έρχονται δύσκολες ημέρες για όλους. Η κάθε χώρα, βέβαια, έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και αποκλίσεις από αυτό το δυστοπικό μέλλον θα σημειωθούν. Όπως και να έχει, όμως, όλα τα κράτη θα έχουν ανάγκη από ένα ικανό, έμπιστο, πειστικό, ευρέως αποδεκτό οικονομικό επιτελείο. Ένα επιτελείο που δεν είναι δέσμιο ιδεολογικών και άλλων προκαταλήψεων, αλλά με ευελιξία και ρεαλισμό θα προσαρμόζεται γρήγορα και αποτελεσματικά στις ασύμμετρες καταστάσεις που θα αποτελούν τον κανόνα.

    Διαβάστε επίσης

    Υπάρχουν πυροτεχνήματα και… πυροτεχνήματα



    ΣΧΟΛΙΑ