• Άρθρα

    Χρηματιστήριο: Ενας φορέας με υψηλό κόστος και άγνοια του ρόλου του;

    • Του Ηρακλή Ρούπα, οικονομολόγου
    Ο πληθωρισμός ως πιθανός αρνητικός παράγοντας διαχείρισης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάπτυξης

    Ηρακλής Ρούπας. Οικονομολόγος


    Το μήνυμα προς τις αγορές από την συζήτηση για ίδρυση «Ταμείου Ανάπτυξης» ισχυρό. 

    Η αποφασιστική κίνηση της Ε.Ε., μία άνευ προηγουμένου δράση. Όποιος και αν είναι ο τελικός σχεδιασμός. Η τόνωση της ψυχολογίας των διεθνών χαρτοφυλακίων – βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον – εμφανής στις αγορές. 

    Σε εκείνες που πρακτικά και όχι θεωρητικά λειτουργούν ως πραγματικές αγορές όμως. Στοιχείο που δεν είναι εμφανές στο Ελληνικό Χρηματιστήριο που τα τελευταία χρόνια φαίνεται να αναμένει μόνον τα «απόνερα» των εξελίξεων για να παρουσιάσει κινητικότητα.

    Όταν οι συνθήκες είναι αρνητικές απλά δικαιολογεί την ουδέτερη λειτουργικότητα ή απλή συντήρηση καταστάσεων, ενώ όταν αλλάζουν τα δεδομένα ως οργανισμός και μόνον καρπώνεται απλά την θετική επίπτωση των αυξημένων εσόδων. 

    Χωρίς κόπο. Χωρίς όραμα. Χωρίς ρόλο ουσιαστικό στην οικονομία. Κυρίως, χωρίς προοπτική αλλαγής φιλοσοφίας και οράματος.

    Μετά τις απρόβλεπτες μεταπτώσεις της τελευταίας περιόδου, σχετιζόμενες με την επανισορρόπηση (rebalancing) με βάση τον δείκτη MSCI, καθώς και την συζήτηση για το «Ταμείο Ανάπτυξης»,  θυμηθήκαμε για ακόμα μία φορά πόσο ευάλωτο είναι ένα «ρηχό» χρηματιστήριό σε διεθνείς κινήσεις. Μέχρι υπερβολής πολλές φορές. 

    Ο λόγος είναι απλός: Μία «ρηχή» αγορά με ελάχιστες δεκάδες εισηγμένες δεν είναι ευάλωτη μόνον σε αντιδραστικές κινήσεις δεδομένων και ειδήσεων από το εξωτερικό, αλλά ταυτόχρονα σε κάθε μορφής χειραγώγηση.  

    Με σχετική ευκολία. Ακόμα και μία σύσταση αγοράς για ισχυρές εταιρίες ή τράπεζες από σοβαρούς οργανισμούς ή οίκους αξιολόγησης, είναι δυνατόν να προκαλέσει κινήσεις εφάμιλλες της έμμεσης χειραγώγησης.

    Η λύση για την ανάπτυξη του χρηματιστηρίου όμως, δεν είναι οι κάθε μορφής ανακοινώσεις για την πορεία του ή την ελκυστικότητά του που πιθανώς να παραπέμπει σε εκτίμηση θετικών εξελίξεων στο επίπεδο της οικονομίας, αλλά και της κυβερνητικής αποτελεσματικότητας. Άλλη μία φορά τόλμησε τέτοιας μορφής παραλληλισμό μία κυβέρνηση και γνωρίζουμε πολύ καλά που κατέληξε η αγορά.

    Η ουσία είναι πως το προϊόν που λέγεται ελληνικό χρηματιστήριο πάσχει. Επί της ουσίας δεν αποτελεί προϊόν. Απλά ένα μηχανισμό για λίγους, ενώ θα έπρεπε να έχει μετασχηματισθεί σε ουσιαστικό παράγοντα προώθησης της ανάπτυξης εδώ και πολλά χρόνια.

    Αντ΄αυτής της συλλογιστικής όμως, έχει επιλεγεί η «ακριβή» λύση διατήρησης ενός φορέα ως μέσου λειτουργικής υποστήριξης, παρά ως προωθητικού μηχανισμού αναπτυξιακής  «διείσδυσης» σε όλη την επικράτεια.

    Οι πόροι «μαμούθ» του «Ταμείου ανάπτυξης» θα παίξουν τον ρόλο τους στο χρηματιστήριο. Δυστυχώς όμως, η θετική αυτή επίπτωση κινδυνεύει να οδηγήσει στην εδραίωση της κρατούσας στρεβλότητας παρά να οδηγήσει σε πλήρη αναμόρφωση της φιλοσοφίας και δομής λειτουργίας του ως φορέα «εισηγμένη» εταιρία.

    Η φιλοσοφία της Κυβέρνησης ως προς την χρήση των κονδυλίων του Ταμείου φαίνεται να έχει ως κεντρικό άξονα την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων ως έναν εκ των βασικών μοχλών στήριξης μίας αναπτυξιακής επανεκκίνησης. 

    Εάν τμήμα του πακέτου χρηματοδότησης από το υπό συζήτηση «Ταμείο Ανάκαμψης» της Ε.Ε. αναμένεται να συμβάλει στην δημιουργία μοχλών εκσυγχρονισμού της οικονομίας, τότε είναι αδύνατο το οικονομικό επιτελείο να μην εστιάσει στην ανάγκη επανασχεδιασμού της φιλοσοφίας και λειτουργίας του χρηματιστηρίου.  Ενός θεσμού που στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες χώρες δεν λογίζεται από μεγάλο μέρος του επενδυτικού κοινού ως εργαλείο «παιγνίων», αλλά ουσιαστικός αναπτυξιακό μοχλός.

    Σίγουρα οι προσπάθειες που γίνονται από το Υπουργείο Οικονομικών και τον Υφυπουργό κύριο Ζαββό είναι προς την κατεύθυνση διερεύνησης της δυνατότητας συναντίληψης των φορέων της αγοράς για το τι νοείται εκσυγχρονισμός του Χρηματιστηρίου ως οργανισμό. 

    Δεν είμαι σίγουρος όμως, πως στην τελική ευθεία των όποιων προτάσεων δεν θα επικρατήσει για ακόμα μία φορά η διάθεση ήπιων προσαρμογών και μόνον χάριν «πολιτικής» ορθότητας και «βολικών» συμπερασμάτων αντί κάθετων αλλαγών και τομών.

    Ας γίνει επανεκκίνηση με αλλαγή νοοτροπίας της διοίκησης του Χρηματιστηρίου και τα αλλά θα έλθουν ως αυτονόητο επακόλουθο.

    Με την σημερινή τους μορφή τα Ελληνικά Χρηματιστήρια αναδεικνύονται ως μία εταιρία απλής υποστήριξης ορισμένων δεκάδων εισηγμένων εταιριών ο αριθμός των οποίων βαίνει μειούμενος τα τελευταία χρόνια.

    Από την αρχή της κρίσης δε, μετράει ακόμα λιγότερες εταιρίες. 

    Αναφορικά με το προφίλ των ενεργών εισηγμένων σήμερα, εύκολα διαπιστώνεται πως οι εισηγμένες που εμφανίζουν κάποια «επενδυτικό νόημα» είναι ελάχιστες. 

    Ως εκ τούτου εύκολα νομίζω διαπιστώνει κάθε αναλυτής πως ο οργανισμός αυτός κοστίζει πολλά γι αυτά που προσφέρει.

    Αν κρίνουμε την πορεία του με βάση το πόσο υποστήριξε τα τελευταία χρόνια και πόσο υποστηρίζει σήμερα την ανάπτυξη της οικονομίας και όχι την απόδοσή του στους μετόχους, εύλογα θα μπορούσε να διερωτηθεί κάθε καλόπιστος αναλυτής, κάθε επενδυτής και κάθε εισηγμένος γιατί να υπάρχει; 

    Τι διαφορά θα υπήρχε αν αποτελούσε συνδεδεμένο παράρτημα ενός άλλου χρηματιστηρίου όπως της Κύπρου για παράδειγμα; Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι δεν θα ήταν δυνατόν να μην είχαμε εθνικό χρηματιστηριακό φορέα από πλευράς ρόλου και ανταγωνιστικού πλαισίου, το ερώτημα πρέπει να συνεχίσει να πλανάται ως «Δαμόκλειος σπάθη». 

    Τα προσχήματα δε δεν είναι δυνατόν να σωθούν με την οργάνωση road shows σε διάφορες πρωτεύουσες που κατά την αναφορά κάποιων δημοσιογράφων χαρακτηρίζεται ως «επιστροφή στην κανονικότητα». 

    Ούτε με την νομοθέτηση αποδοχής «εξωτικών» προϊόντων με θεωρητικό ενδιαφέρον από επενδυτές του εξωτερικού που ποτέ δεν μετουσιώθηκαν σε πραγματικό ενδιαφέρον.

    Το συνολικό κοστολογικό πλαίσιο λειτουργίας του Χρηματιστηρίου το θέτει εκτός ανταγωνισμού. Ένα πλαίσιο βιωσιμότητας μεν για να επιτυγχάνονται οι σχετικής οικονομίες σε περιπτώσεις χαμηλών τζίρων όπως εκείνους που βιώσαμε τα τελευταία χρόνια. 

    Σε περιόδους κινητικότητας  το υψηλό κόστος συναλλαγών μπορεί να προσθέτει έσοδα, αφαιρεί όμως προοπτική και ανταγωνιστικότητα. Με αυτής την μορφής λειτουργική φιλοσοφία, το Χρηματιστήριο αδυνατεί να στηρίξει μία σφαιρική αναπτυξιακή προσπάθεια. 

    Απορώ δε για τους λόγους που χρόνια τώρα αυτή η πραγματικότητα δεν φαίνεται να έχει γίνει αντιληπτή. Μόνον ένα χρηματιστήριο με κάποιο βάθος μπορεί να αποτελεί βιώσιμη διέξοδο άντλησης κεφαλαίων παρέχοντας κάποια προστασία στους επενδυτές. 

    Ένα «ρηχό» τραπεζοκεντρικό χρηματιστήριο εν αναμονή των κρίσιμων αποτελεσμάτων του τρίτου τριμήνου δεν είναι δυνατόν να παράσχει την βάση αξιόπιστων συναλλακτικών δεδομένων. Η πορεία αυτή πρέπει να αλλάξει άμεσα.

    Στα χρόνια της κρίσης δεν υποστηρίχθηκε από τις διοικήσεις η ανάδειξη πλουραλισμού και ενεργητικής προώθησης του προϊόντος που αναδεικνύει την «εισαγωγή» νέων εταιριών. 

    Το αντίθετο μάλιστα. Δεν εκπονήθηκε κανένας σχεδιασμός ενημέρωσης και ενεργητικής προώθησης των πλεονεκτημάτων εισαγωγής ανά την Επικράτεια. 

    Καμία πρόταση της διοίκησης του χρηματιστηρίου να μειώσει το κοστολόγιο  και να παράσχει κίνητρα εισαγωγής δεν εκπονήθηκε. Εκτός βέβαια εάν η στρατηγική αυτή δεν εντάσσεται στην φιλοσοφία της.

    Όταν επαγγελματίες της αγοράς αναλύουν τα δεδομένα, κάθε σχόλιο και κάθε δημόσια τοποθέτηση πρέπει να γίνεται με σκέψη και προσοχή. Όταν η πορεία της αγοράς και η διαχρονική λειτουργία του χρηματιστηρίου εμπνέουν. 

    Όταν διευρύνεται η το πλαίσιο διείσδυσης. Όταν γίνεται ανταγωνιστικότερο προσαρμοζόμενο στις διεθνείς πρακτικές. Όταν αναλαμβάνει τον ρόλο που πρέπει για την ανάπτυξη της οικονομίας. 

    Όταν αυτά δεν συμβαίνουν, τότε κάθε επαγγελματίας οφείλει να ασκήσει κριτική και να καταθέσει προτάσεις. Ένας παιδευτικός ρόλος των παραγόντων της αγοράς.

    Ο Ηρακλής Ρούπας έχοντας ολοκληρώσει το Bachelor of Arts στα Οικονομικά και τις Διεθνείς σχέσεις στο Cornell University το 1984, έλαβε το MBA από το Columbia University  το 1986, ενώ από τον Ιούνιο 2016 είναι Υποψήφιος Διδάκτωρ του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών. Σήμερα είναι Διευθύνων Σύμβουλος στην Momentum Finance ΑΕΠΕΥ.
    Συμμετέχοντας σε θεσμικούς φορείς είναι Μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μέλος Νομοπαρασκευαστικών Επιτροπών του Υπουργείου Οικονομικών, πρ Μέλος του ΔΣ του Συνεγγυητικού ΚεφαλαίουΑντιπρόεδρος (πρ. Πρόεδρος) του Συνδέσμου Εταιριών Επενδυτικής Διαμεσολάβησης, Αξιολογητής ΑΕΙ της Α.Δ.Ι.Π
     
    Έχει εκδώσει δύο βιβλία: “Οικονομία σε Ύφεση, Πολιτική υπό Κρίση” και «Αχαΐα Ανθολόγιο Τεχνημάτων. Στροφή στην Ανθρωποκεντρική Οικονομία», των εκδόσεων ΜΙΝΩΑΣ.   



    ΣΧΟΛΙΑ