• Οικονομία

    Moody’s: Επιβεβαίωσε το Ba3, αναβάθμισε σε θετικές τις προοπτικές

    • NewsRoom
    Moody's

    Moody’s


    Η Moody’s επιβεβαιώνει την αξιολόγηση Ba3 της Ελλάδας, ενώ άλλαξε την προοπτική σε θετική από σταθερή.

    Υπενθυμίζεται πως η Moody’s βαθμολογούσε από τον Νοέμβριο του 2020 την Ελλάδα με την αξιολόγηση Ba3 με σταθερή προοπτική, την χαμηλότερη βαθμολογία από τους 4 μεγάλους οίκους αξιολόγησης.

    Όπως αναφέρει η Moody’s,  βασικοί μοχλοί για την αλλαγή του outlook σε «θετικό» είναι οι προοπτικές για μια περίοδο υψηλότερης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ από ό,τι την περασμένη δεκαετία, εν μέρει αποτέλεσμα των βελτιώσεων στη διακυβέρνηση και των αποτελεσματικών προηγούμενων μεταρρυθμίσεων του οικονομικού και τραπεζικού τομέα, που αποδίδουν πιο εμφανώς καρπούς.

    Μαζί με τη συνεχιζόμενη δέσμευση για υγιείς δημοσιονομικές μετρήσεις που υποστηρίζονται από την εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων, η υψηλότερη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ θα συμβάλει σε σημαντική μείωση του χρέους της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια, αναφέρει.

    Η επιβεβαίωση της αξιολόγησης Ba3 της Ελλάδας αντανακλά μια ισορροπία μεταξύ των βελτιώσεων που παρατηρούνται σε πολλούς τομείς του πιστωτικού προφίλ της Ελλάδας με συνεχείς προκλήσεις. Ειδικότερα, περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στους τομείς της δικαιοσύνης, της εκπαίδευσης, του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και των αγορών εργασίας θα υποστήριζαν υψηλότερη βαθμολογία.

    Επιπλέον, η επιβάρυνση του δημόσιου χρέους παραμένει πολύ υψηλή και υποστηρίζεται από τους επίσημους πιστωτές, με μελλοντικές βελτιώσεις και πλήρη επιστροφή στη χρηματοδότηση βάσει της αγοράς που συνεπάγεται τη διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων για τα επόμενα χρόνια.

    Παρά τις σημαντικές βελτιώσεις τα τελευταία δέκα χρόνια, η εκτίμηση της Moody’s για τη θεσμική ισχύ της Ελλάδας εξακολουθεί να επηρεάζεται αρνητικά από την αναδιάρθρωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα από την κυβέρνηση το 2012. Ο έλεγχος της διαφθοράς και η βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος παραμένουν ένας τομέας πρόκλησης, με αρνητικές επιπτώσεις στο επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον σε περίπτωση επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής ή ανατροπής των αποφάσεων.

    Ανάπτυξη

    Τα επόμενα χρόνια, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας θα υποστηριχθεί από επενδύσεις, τόσο μέσω κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και μέσω ιδιωτικών επενδύσεων.

    Μαζί με τις επιπτώσεις των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων –για παράδειγμα που αντικατοπτρίζονται σε ένα βελτιωμένο επιχειρηματικό περιβάλλον– και τις συνεχείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα και της δικαιοσύνης, αυτό είναι πιθανό να ανεβάσει τη δυνητική ανάπτυξη σε 2% έως 3% τα επόμενα πέντε χρόνια, και υποστήριξη της μακροπρόθεσμης δυνητικής ανάπτυξης.

    Επιπλέον, και σε αντίθεση με τη δεκαετία έως το 2020, οι αποπληθωριστικές και αποπληθωριστικές πιέσεις θα υποχωρήσουν και ο μέτριος πληθωρισμός θα υποστηρίξει την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ.

    Η Ελλάδα έχει ανακάμψει γρήγορα από την πανδημία και ξεπέρασε καλά την ενεργειακή κρίση, υπογραμμίζοντας τη συνολική οικονομική ανθεκτικότητά της. Το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 5,9% το 2022, μετά από 8,4% το 2021. Η ισχυρή ανάπτυξη προήλθε κυρίως από τον πολύ ισχυρό τουρισμό, την εγχώρια κατανάλωση και τις επενδύσεις.

    Η καλύτερη ενεργειακή κατάσταση στην Ευρώπη θα υποστηρίξει την ανάπτυξη στην Ελλάδα, την οποία η Moody’s προβλέπει περίπου 1,8% το 2023 και το 2024, κυρίως λόγω της ισχυρής κατανάλωσης και της συνεχιζόμενης ισχυρής αύξησης των επενδύσεων.

    Επιπλέον, το πλαίσιο NextGeneration EU  θα υποστηρίξει τις επενδύσεις και τις συνεχείς μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως η ενεργειακή μετάβαση, η ψηφιοποίηση και οι τομείς ανάπτυξης που ενισχύουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα.

    Στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, η Ελλάδα έχει πρόσβαση σε 30,5 δισεκατομμύρια ευρώ συνολικά (18% του ονομαστικού ΑΕΠ του 2021 διαιρείται σε 12,7 δισεκατομμύρια ευρώ σε δάνεια και 17,8 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιχορηγήσεις). Η Ελλάδα είναι μεταξύ των πρωτοπόρων στην εφαρμογή του εθνικού της σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (NRRP), με περισσότερα από 11 δισ. ευρώ να έχουν ήδη εκταμιευθεί.

    Μαζί με τις εισροές από τον τακτικό προϋπολογισμό της ΕΕ, αυτό θα υπερδιπλασιάσει τις δημόσιες επενδύσεις σε 14 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως κατά την περίοδο 2023-26 σε σύγκριση με τον μέσο όρο πριν από το 2020. Η Moody’s εκτιμά ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να δει ώθηση στον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της περίπου 0,4 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως έως το 2030.

    Σε συνδυασμό με τον πληθωρισμό σε μέτρια αλλά θετικά επίπεδα, μόλις υποχωρήσει το τρέχον σοκ στις τιμές της ενέργειας, ο Moody’s αναμένει αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ γύρω στο 4-6% τα επόμενα χρόνια, σε σύγκριση με κάτω του 2% και συχνά αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης τη δεκαετία έως το 2020.

    Τράπεζες

    Οι ελληνικές τράπεζες μείωσαν σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPE) το 2021 και το 2022, κυρίως μέσω τιτλοποιήσεων με το κυβερνητικό σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων (Hercules) που βοήθησε στην εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών από επισφαλή περιουσιακά στοιχεία.

    Το πρόγραμμα Ηρακλής εισήχθη στα τέλη του 2019 και έληξε επίσημα τον Οκτώβριο του 2022. Στο τέλος του 2022, οι συνολικές κρατικές εγγυήσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος ανήλθαν σε 17,9 δισ. ευρώ (8,6% του ΑΕΠ).

    Η Moody’s εκτιμά ότι ο μέσος σταθμισμένος δείκτης NPE για τις τέσσερις συστημικά σημαντικές ελληνικές τράπεζες έφτασε στο 6,3% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2022, υποδηλώνοντας περαιτέρω μείωση του δείκτη σε όλο το σύστημα, ο οποίος ήταν 9,1% στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2022, σε σύγκριση σε ανώτατο όριο 49% τον Δεκέμβριο του 2016.

    Τα περιθώρια και τα καθαρά έσοδα από τόκους των ελληνικών τραπεζών θα ωφεληθούν από υψηλότερα επιτόκια και νέο εταιρικό δανεισμό, που θα μετριάσει τον αντίκτυπο από τις πωλήσεις NPE που μείωσαν τα υπόλοιπα των δανείων τα τελευταία δύο χρόνια.

    Αντίστοιχα, η Moody’s αναμένει βελτίωση της κερδοφορίας των τραπεζών, υποστηριζόμενη επίσης από υψηλότερα έσοδα από προμήθειες, συγκράτηση κόστους (ισορροπημένη από συνεχείς επενδύσεις στην τεχνολογική καινοτομία) και μέτριες προβλέψεις για ζημίες δανείων τους επόμενους 12-18 μήνες.

    Η βελτιωμένη κερδοφορία θα υποστηρίξει την εσωτερική δημιουργία κεφαλαίου των τραπεζών μέσω παρακρατηθέντων κερδών, παρά το ενδεχόμενο μέτριων πληρωμών μερισμάτων το 2024.

    Με τη σειρά τους, οι βελτιώσεις στη χρηματοοικονομική υγεία των τραπεζών θα τους επιτρέψουν να υποστηρίξουν την πιστωτική ανάπτυξη και την οικονομική δραστηριότητα.

    Χρέος

    Η πιο ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ θα θέσει τις προϋποθέσεις για να μειωθεί αισθητά το δημόσιο χρέος της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια.

    Επιπλέον, η επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα, υποβοηθούμενη από την οικονομική ανάκαμψη και τη δημοσιονομική εξυγίανση, θα μειώσει επίσης το βάρος του χρέους.

    Μεταξύ 2021 και 2023, τα έργα της Moody’s για την Ελλάδα σχεδιάζουν μια από τις μεγαλύτερες μειώσεις του χρέους όλων των αξιολογημένων κρατών και τη μεγαλύτερη μεταξύ των προηγμένων οικονομιών και των μελών της ζώνης του ευρώ, με το δημόσιο χρέος να μειώνεται στο 162% του ΑΕΠ το 2023 από 194,5% που αναφέρθηκε το 2021 .

    Συνολικά, το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ θα πρέπει να μειωθεί σε λιγότερο από το 150% του ΑΕΠ έως το 2026.

    Η Moody’s εκτιμά ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας μειώθηκε σημαντικά πέρυσι, στο 3,2% του ΑΕΠ από 7,5% το 2021. Για το 2023, η Moody’s προβλέπει περαιτέρω βελτίωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο -1,5% του ΑΕΠ και πρωτογενές πλεόνασμα 1,2% του ΑΕΠ 2023.

    Τα πρωτογενή πλεονάσματα θα ανέλθουν σε περίπου 2% από το 2024, λόγω της εξομάλυνσης των επιπέδων δαπανών κάτω από το 50% του ΑΕΠ, κυρίως ως αποτέλεσμα της μείωσης των πληρωμών επιδοτήσεων και μεταβιβάσεων καθώς καταργούνται σταδιακά τα προσωρινά μέτρα στήριξης.

    Ταυτόχρονα, οι προβλέψεις της Moody’s λαμβάνουν υπόψη την βραδύτερη αύξηση των εσόδων λόγω της μόνιμης μείωσης των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και της κατάργησης της προσαύξησης αλληλεγγύης.

    Η διατήρηση σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων μεσοπρόθεσμα θα προκύψει εν μέρει από τη βελτίωση των θεσμών και της διακυβέρνησης της Ελλάδας.

    Η δέσμευση για συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι αξιόπιστη και η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων έχει ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε τομείς όπως η φορολογική διοίκηση και η συμμόρφωση, κάτι που κατά την άποψη της Moody’s αντικατοπτρίζει τη βελτιωμένη ποιότητα των νομοθετικών και εκτελεστικών θεσμών.

    Η Ελλάδα θα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα χρέη παγκοσμίως τα επόμενα 3-5 χρόνια, παρά την αναμενόμενη σημαντική μείωση. Η μεγάλη και επαναλαμβανόμενη ελάφρυνση του χρέους που παρέχεται από τους πιστωτές της ευρωζώνης της Ελλάδας αντανακλάται σε μετρήσεις προσιτότητας χρέους (πληρωμές τόκων σε σχέση με το ΑΕΠ και τα κρατικά έσοδα) που είναι σημαντικά ισχυρότερες από ό,τι υποδηλώνει η μέτρηση του χρέους.

    Η ευαισθησία της Ελλάδας στον κίνδυνο γεγονότων παραμένει καθορισμένη από κινδύνους που σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα. Παρά τις σημαντικές βελτιώσεις, εξακολουθούν να υπάρχουν αδυναμίες οι οποίες σε συνδυασμό με το σχετικά μεγάλο μέγεθος δημιουργούν μια μεγάλη πιθανή ενδεχόμενη υποχρέωση που θα μπορούσε να αποκρυσταλλωθεί στον ισολογισμό της κυβέρνησης. Η ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους, που χαρακτηρίζεται από μακροχρόνιο μέσο όρο μέχρι τη λήξη περίπου 20 ετών, μαζί με το μεγάλο ταμειακό απόθεμα της Ελλάδας είναι σημαντικοί παράγοντες μετριασμού και θωρακίζουν το πιστωτικό προφίλ από την αύξηση των επιτοκίων.

    Παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση

    Η συνέχιση των οικονομικών πολιτικών και η δέσμευση για δημοσιονομική εξυγίανση που υποδεικνύουν ταχύτερες βελτιώσεις στην οικονομική ανταγωνιστικότητα ή/και ταχύτερη βελτίωση της δημοσιονομικής ισχύος από ό,τι στο βασικό σενάριο της Moody’s θα υποστήριζαν υψηλότερη αξιολόγηση.

    Περαιτέρω βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα, φέρνοντας την ποιότητα και την κεφαλαιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων πιο κοντά στον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, θα ήταν επίσης πιστωτικά θετικές.

    Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υποβάθμιση

    Οι θετικές προοπτικές σηματοδοτούν ότι μια υποβάθμιση της αξιολόγησης είναι απίθανη βραχυπρόθεσμα.

    Ωστόσο, μια παρατεταμένη περίοδος αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας που υποδηλώνει πιθανή αντιστροφή της πορείας πολιτικής που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια, επιβαρύνοντας το επιχειρηματικό κλίμα και τις επενδύσεις, θα μπορούσε να επαναφέρει τις προοπτικές σε σταθερές.

    Μια διαρκής, ουσιώδης επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της χώρας σε συνδυασμό με μια απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα θα πυροδοτούσε μια αρνητική ενέργεια αξιολόγησης.

    Μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη με τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ πιθανότατα θα οδηγήσει σε καθοδική πίεση στην αξιολόγηση.



    ΣΧΟΛΙΑ