• Law

    Ορέστης Ομράν: Ο δικηγόρος για τον οποίο μιλά όλη η νομική κοινότητα έχει μια εμπνευστική ιστορία να διηγηθεί

    • Αλεξιάννα Τσότσου

    Ορέστης Ομράν


    Αν κάτι μας διδάσκει η πορεία του Ορέστη Ομράν, του δικηγόρου που έχει κάνει κάθε νέο Έλληνα δικηγόρο να θέτει ψηλά τον πήχη, είναι ότι η επιτυχία είναι συνάρτηση -εκτός φυσικά από τη σκληρή δουλειά- και με την επιλογή του σωστού δρόμου στα δεκάδες σταυροδρόμια που προκύπτουν στη ζωή. Επιλογή που κάποιες φορές είναι ζυγιασμένη και άλλες είναι απλά αποτέλεσμα κάποιου ενστίκτου ή έστω τύχης. Ή του άστρου με το οποίο έχουν γεννηθεί κάποιοι άνθρωποι.

    Ο Ορέστης Ομράν, υποψήφιος ευρωβουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία, έγινε πριν τέσσερα χρόνια, στα 32 μόλις του χρόνια, εταίρος στη διεθνή δικηγορική εταιρεία DLA Piper στις Βρυξέλλες, αποτελώντας τον νεότερο ιστορικά και έναν από τους νεότερους δικηγόρους παγκοσμίως που προήχθη σε εταίρο κορυφαίας διεθνούς δικηγορικής εταιρείας. Πρόκειται για ένα επίτευγμα που προκαλεί σε κάθε Έλληνα δικηγόρο που γνωρίζει τις συνθήκες στις δικηγορικές εταιρείες εντυπωσιασμό.

    Από τα γήπεδα ποδοσφαίρου στη Νομική του Σικάγο

    Ένα παιδί που έβρισκε την ευτυχία στο να κλωτσά την στρογγυλή θεά ίσως δεν είναι η πρωτοτυπική εικόνα που έχουμε στο μυαλό μας για τον άριστο μαθητή που μπαίνει στη Νομική Αθηνών. Κι αν στον Ορέστη η αγάπη για το ποδόσφαιρο μπορούσε κάλλιστα να συνδυάζεται με το πάθος για την τέχνη της πειθούς, σύντομα κατάλαβε ότι η πραγματικότητα επιβεβαιώνει τον κανόνα.

    Το αστέρι της συνοικιακής ομάδας στην οποία έπαιζε, έχοντας προεπιλεγεί για την Εθνική Παίδων, ήρθε από νωρίς αντιμέτωπος με το πρώτο μεγάλο δίλημμα της ζωής του και απέδειξε ότι το δόγμα «ακολούθα την καρδιά σου για να φτάσεις στην κορυφή» κάποιες φορές παύει να ισχύει μπροστά στην ορθολογική σκέψη. Γιατί καλό το ποδόσφαιρο, αλλά αν είσαι απλώς ένας από τους χιλιάδες καλούς παίκτες στη χώρα σου, τότε οι πιθανότητες να πας μπροστά είναι καταφανώς πολύ μικρότερες από το να μπεις σε μία από τις καλύτερες σχολές της χώρας. Και ύστερα να συνεχίσεις τις σπουδές σου σε μία από τις καλύτερες σχολές του κόσμου.

    Κι ήταν τόση η πεποίθησή ότι με το διάβασμα μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο, που όταν πήρε την υποτροφία του ιδρύματος Fulbright και κατέφτασε στη Νομική του Σικάγο, για να κάνει μεταπτυχιακό, ήταν σίγουρος πως μπροστά του ανοιγόταν ο δρόμος της ακαδημαϊκής καριέρας στο συνταγματικό δίκαιο.

    Μόνο που η πραγματικότητα τον έφερε ξανά σε ένα σταυροδρόμι, ανοίγοντάς του έναν δρόμο που δεν είχε καν σκεφτεί.

    Η εμπειρία στην Αμερική που του άλλαξε τη ζωή

    Ο μέσος απόφοιτος κάποιας νομικής σχολής της Ελλάδας, πάντως, δεν παίρνει την απόφαση να πάει στην Αμερική, καθώς συχνότερα επιλέγονται τα μεταπτυχιακά στην Αγγλία, τη Γερμανία ή τη Γαλλία. Ο Ορέστης, όμως, ήταν από πάντα ερωτευμένος με την αμερικάνικη κουλτούρα, οπότε ήταν για αυτόν η λογική συνέχεια αυτό το βήμα.

    Όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει την εμπειρία του στη Νομική του Σικάγο, ένιωσε σαν να μπαίνει σε μια εταιρεία, όπου κάθε τι είναι οργανωμένο και δομημένο. Για κάποιον που έχει ζήσει το χάος και τη δημιουργική αταξία των ελληνικών αμφιθεάτρων, η προγραμματισμένη και φροντιστηριακού τύπου παροχή παιδείας του αλλάζει όλη την κοσμοθεωρία. Όχι μόνο τη νομική σκέψη, η οποία ούτως ή άλλως είναι διαφορετική, αλλά τη γενικότερη αντίληψη για τη ζωή.

    Κάπως έτσι, η τεράστια σημασία της δομής στο κάθε τι εδραιώθηκε μέσα του, κι ας έμεινε μικρό χρονικό διάστημα στην Αμερική, καθώς έπρεπε να επιστρέψει για 18 μήνες στην Ευρώπη σύμφωνα με τις απαιτήσεις της υποτροφίας του.

    Γοητευμένος από τον τρόπο που λειτουργούν η οικονομία και οι δικηγορικές εταιρείες στην Αμερική και έχοντας λάβει άδεια άσκησης της δικηγορίας στη Νέα Υόρκη, θα μπορούσε να παραμείνει εκεί. Όχι για να κάνει ακαδημαϊκή καριέρα, όπως ονειρευόταν αρχικά, αλλά για να βουτήξει στα δύσκολα νερά της μάχιμης δικηγορίας και να διαγράψει τη δική του πορεία σε έναν χώρο και ένα μέρος που ευνοεί του τολμηρούς.

    Η ζωή, όμως, είχε άλλα σχέδια για εκείνον και με όχημα την υποχρεωτική επιστροφή του στην Ευρώπη τον έβαλε στη ρότα που θα μπορούσε να του χαρίσει την επιτυχία.

    Ευρώπη δεν είναι μόνο το Λονδίνο

    Δεν είναι, βέβαια, και ότι ο ίδιος δεν αντιλαμβανόταν ότι θα ήταν σοφότερο να επιστρέψει στην Ευρώπη. Διότι πολύ απλά, οι αμερικάνικες δικηγορικές εταιρείες προτιμούν Αμερικανούς υπηκόους, γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχει στέλεχος σε μεγάλη εταιρεία που δεν θα προτιμήσει να συνδιαλέγεται με Αμερικανό δικηγόρο από ό,τι με κάποιον ξένο υπήκοο.

    Νομίζοντας ότι το όνειρο της αμερικάνικης δικηγορικής εταιρείας είχε τελειώσει πριν καν αρχίσει, ο Ορέστης στράφηκε αρχικά -πού αλλού- στο Λονδίνο. Το Λονδίνο έχει αναπόφευκτα μια αίγλη για κάθε δικηγόρο που έχει γαλουχηθεί με την αγγλοσαξωνική κουλτούρα και τις χάρες του common law. Επομένως, ήταν κάπως σαν μονόδρομος να δουλέψει εκεί ο Ορέστης και λόγω των εκατοντάδων ευκαιριών στην κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα βρήκε δουλειά σχετικά γρήγορα, αν και έπρεπε να περιμένει 6 μήνες, για να ανοίξει η θέση.

    Στο ενδιάμεσο και για να μην αφήσει τον χρόνο του να πάει χαμένος, ξεκίνησε εξάμηνη πρακτική άσκηση στην Κομισιόν στις Βρυξέλλες, ερχόμενος σε επαφή με έναν άλλο κόσμο, αυτόν της ευρωπαϊκής κουλτούρας στην πρωτεύουσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

     

     

    Μπορεί τις περισσότερες φορές να ακούγεται κλισέ, όμως στην περίπτωση του Ορέστη οι δυσκολίες και οι τυχαίες συμπτώσεις είχαν όντως σκοπό να τον οδηγήσουν κάπου καλύτερα. Όσο περίμενε τη θέση του να ανοίξει στο Λονδίνο και απογοητευόταν από το τεράστιο πρόβλημα στέγασης εκεί, χτιζόταν ένας άλλος δρόμος για εκείνον.

    Τον οποίο άρχισε να διασχίζει όταν αποφάσισε τελικά να μείνει στις Βρυξέλλες και να ξεκινήσει δουλειά σε μια δικηγορική εταιρεία εκεί. Κι αν μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε συναντήσει δεκάδες δυσκολίες σε κάθε εργασιακό του βήμα, οι συνθήκες τώρα έδεσαν μεμιάς, όπως συμβαίνει όταν κανείς έχει φτάσει σε έναν προορισμό.

    5 χρόνια μετά, προσλαμβάνεται στην πασίγνωστη διεθνή δικηγορική εταιρεία DLA Piper.

    Πώς έγινε εταίρος τόσο νέος σε μια τόσο μεγάλη δικηγορική εταιρεία;

    Αυτό είναι μια απορία που συζητιέται αρκετά στα πηγαδάκια όσων ασχολούνται με το εταιρικό δίκαιο και δη το διεθνές.

    Πολλά μπορούν να ακουστούν, αλλά η πραγματικότητα, όπως την περιγράφει ο ίδιος, είναι ένας συνδυασμός σκληρής δουλειάς και έξυπνης στρατηγικής.

    Το άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον μιας διεθνούς δικηγορικής εταιρείας μπορεί άνετα να σε «καταπιεί», όμως ο Ορέστης το βρήκε ως κίνητρο για να παλέψει. Να ψάξει δηλαδή να βρει τους δικούς του πελάτες, ώστε να εδραιωθεί. Και όπως κάθε καλός πωλητής, έπρεπε να εντοπίσει το ανταγωνιστικό του πλεονέκτημα.

    Αυτό δεν ήταν οι σπουδές του στην Αμερική, ούτε καν η μεγάλη του εμπειρία στο διεθνές εταιρικό δίκαιο που είχε αποκτήσει βλέποντας πώς γίνονται business στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ήταν ότι ήταν Έλληνας.

    Με αυτό το σκεπτικό, αποφάσισε να απευθυνθεί είτε σε ελληνικές εταιρείες με εξωστρεφή δραστηριότητα εκτός συνόρων είτε σε διεθνείς εταιρείες που ήθελαν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα. Ίδρυσε το Greece Country Group, το οποίο αποτελεί το πρώτο πραγματικά ελληνικό τμήμα διεθνούς δικηγορικής εταιρείας στο εξωτερικό, και έγινε εταίρος στα 32 του μόλις χρόνια.

    Κάπως έτσι, συνδύασε την ελληνική καταγωγή του με την εργασία του σε ένα από τα μεγαλύτερα brand name παγκοσμίως στον χώρο των νομικών υπηρεσιών. Μέσα από αυτόν τον συνδυασμό, έφερε και μια καινοτομία στον σχεδιασμό των διεθνών συναλλαγών. Δημιούργησε τη λογική της υπηρεσίας «μίας στάσης», αφού οι πελάτες του δεν χρειάζονταν πλέον να έχουν διαφορετικό δικηγόρο σε κάθε χώρα, στην οποία δραστηριοποιούνταν. Συνεργαζόμενοι με μια διεθνή δικηγορική εταιρεία που αριθμεί παγκοσμίως πάνω από 3.500 δικηγόρους, κάλυπταν όλες τις ανάγκες τους σε νομικές υπηρεσίες σε οποιοδήποτε δίκαιο οποιασδήποτε χώρας.

    Οι διεθνείς νομικές υπηρεσίες στην Ελλάδα δεν είναι τόσο μικρή αγορά όσο νομίζαμε

    Ειδικά μέσα στην κρίση, η αμελητέα αξία της ελληνικής αγοράς επρόκειτο για ένα κλισέ που επαναλαμβανόταν από στόμα σε στόμα μεταξύ των δικηγόρων και ο Ορέστης το κατέρριψε.

    Οπωσδήποτε, έπαιξε ρόλο ότι το πάλεψε εξαντλητικά, απευθύνθηκε με γενναιότητα και χωρίς ντροπή σε κάθε μία εταιρεία ξεχωριστά που θα μπορούσε να επωφεληθεί από τις υπηρεσίες του. Κι επειδή δεν τα παράτησε, επειδή πίστεψε όχι μόνο στις δικές του δυνατότητες αλλά και στις δυνατότητες της ελληνικής αγοράς, δικαιώθηκε.

    Έχοντας συμμετάσχει ως νομικός σύμβουλος σε ορισμένες από τις πιο σημαντικές συναλλαγές στον κλάδο της ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτικοποιήσεων, εξαγορών και συγχωνεύσεων, σύνθετων χρηματοδοτήσεων, έργων ΑΠΕ και ηλεκτρικής διασύνδεσης, ενώ παράλληλα συμβουλεύει σε ζητήματα κρατικών ενισχύσεων ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Εθνικών Αρχών και σε συναφείς δικαστικές διαδικασίες ενώπιον των Δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δημιούργησε αξία.

    Όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για την ίδια τη DLA Piper, αφού το τμήμα του λειτουργεί πλέον ως entry point, με σημαντικούς πελάτες να παραμένουν έπειτα στην εταιρεία. Και για την Ελλάδα, φυσικά, συμβάλλοντας και αυτός με τον τρόπο του στην εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων.

    Το μικρόβιο της πολιτικής

    Έτσι χαρακτηρίζει ο ίδιος την ενασχόληση που είχε από πολύ μικρός με τα κοινά. Ο πρόεδρος του δεκαπενταμελούς στο σχολείο, ο μετέπειτα εκπρόσωπος των φοιτητών στο Σικάγο, ο συνιδρυτής των πρωτοβουλιών Consensus και Brain Gain για την ενίσχυση της σχέσης μεταξύ νέων Ελλήνων επαγγελματιών και ακαδημαϊκών που μετακινήθηκαν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, αυτό αποδεικνύουν.

    Ίσως και για τον ίδιο λόγο να επέλεξε, αντί για διεθνές εταιρικό δίκαιο που αποτελεί μέρος της καθημερινότητάς του, το συνταγματικό δίκαιο, για να εκπονήσει τη διδακτορική του διατριβή που αφορούσε την ευρωπαϊκή συγκριτική μελέτη της χρηματοδότησης των εκλογικών καμπανιών.

    Άλλωστε, παρομοιάζει την πολιτική με τη μπάλα. Ένα πάθος που κάνει πιο ενδιαφέρουσα την καθημερινότητα ενός πολυσχιδούς μεν ατόμου, η οποία όμως μέσα στην επαναληπτικότητα και την αυστηρή λογική της νομικής σκέψης χρειάζεται λίγο χρώμα και λίγη τρέλα.

    Αν αυτή τη φορά έχει πάρει το σωστό δρόμο σε ένα ακόμα σταυροδρόμι, θα το αποφασίσει το εκλογικό σώμα των φετινών ευρωεκλογών. Γιατί η ζωή ξέρει πού σε πηγαίνει. Τουλάχιστον αυτό φανερώνει η ιστορία του Ορέστη.

    Διαβάστε επίσης:

    Στέλιος Βυτόγιαννης (Astir Vitogiannis): Η μικρή οικογενειακή επιχείρηση που έφτασε να αξίζει €136 εκατ.



    ΣΧΟΛΙΑ