• ΥΓΕΙΑ

    Σωτήρης Τσιόδρας: Δεν έχουμε «ξεφύγει» από τη νόρμα της επιδημίας

    Σωτήρης Τσιόδρας, καθηγητής Παθολογίας – λοιμωξιολόγος,


    Στα 337 έχει ανέλθει ο αριθμός των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων κορονοϊού στη χώρα, 18 ημέρες μετά την ανακοίνωση του πρώτου κρούσματος στη Θεσσαλονίκη.

    Το νούμερο αυξάνεται καθημερινά και θα συνεχίσει να αυξάνεται με ολοένα  και ταχύτερους ρυθμούς, εντούτοις, όπως επισημαίνει ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για το θέμα,  καθηγητής Παθολογίας – λοιμωξιολόγος,  Σωτήρης Τσιόδρας, η Ελλάδα δεν έχει «ξεφύγει» από τη νόρμα της επιδημίας.

    «Δεν με ανησυχεί, δεν έχουμε ξεφύγει από τη νόρμα που υπάρχει σε αυτόν τον ιό, ούτε αυτή τη στιγμή μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι έχουμε κάποια τεράστια αύξηση των κρουσμάτων.

    Θεωρώ ότι οι επόμενες μέρες και σίγουρα οι επόμενες δυο εβδομάδες θα μας δώσουν μια καλύτερη εικόνα για την πορεία της επιδημίας στη χώρα μας», σημείωσε ο κος Τσιόδρας, στο πλαίσιο της τακτικής ενημέρωσης για το νέο κορονοϊό την Κυριακή (15/3/2020).

    Σημειώνεται, ότι αυτό που ανησυχεί περισσότερο τους ειδικούς, είναι η εξάπλωση που προκαλούν στην κοινότητα τα περιστατικά χωρίς επιβεβαιωμένη επαφή με ύποπτο κρούσμα και χωρίς να έχουν ιστορικό ταξιδιού στο εξωτερικό, τα οποία “ανοίγουν” νέους κύκλους μετάδοσης.

    Χαμηλό το ποσοστό θνησιμότητας

    Σύμφωνα με τα παγκόσμια γενικά δεδομένα, στα 100 κρούσματα τα 85 είναι ήπια και τα 15 νοσούν βαριά, εκ των οποίων τα 5 παρουσιάζουν βαρύτερη νόσο ή καταλήγουν.

    Μέχρι στιγμής, στην Ελλάδα, με τα 4 από τα 330 επιβεβαιωμένα κρούσματα να έχουν καταλήξει, διαμορφώνεται ένα ποσοστό θνησιμότητας χαμηλότερο από τα διεθνή δεδομένα. Ωστόσο, οι ειδικοί εκτιμούν ότι όσο περισσότερο εξαπλώνεται η επιδημία στη χώρα μας, θα παρατηρούνται παρόμοια ποσοστά με αυτά που καταγράφονται σε διεθνές επίπεδο.

    «Είμαστε σε ένα ποσοστό λίγο παρακάτω από τα διεθνή δεδομένα του 1,5%, 2%, 3% στους θανάτους. Είμαστε γύρω στο 1,2%», σημείωσε ο κος Τσιόδρας, τονίζοντας ωστόσο ότι το ποσοστό αυτό δεν δίνει επί του παρόντος σαφή εικόνα για την τροχιά στην οποία κινείται η χώρα.

    Ο ίδιος, το Σάββατο (14/3/2020), άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο η εξάπλωση του νέου κορονοϊού στην Ελλάδα να οδηγήσει σε φαινόμενα αντίστοιχα με αυτά της Ιταλίας, επισημαίνοντας τον καθοριστικό ρόλο που θα διαδραματίσει η εφαρμογή των συνιστώμενων μέτρων, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, όσον αφορά στην πορεία που θα ακολουθήσει η επιδημία.

    Το «προφίλ» των βαριά νοσούντων

    Όπως ανακοινώθηκε την Κυριακή, στη χώρα μας νοσηλεύονται 51 ασθενείς με λοίμωξη από το νέο κορονοϊό (COVID-19), από τους οποίους οι 8 είναι διασωληνωμένοι σε νοσοκομεία αναφοράς, ενώ έχουν ήδη σημειωθεί 4 θάνατοι.

    Από το σύνολο των νοσηλευομένων, το 57% είναι  άνδρες και η μέση ηλικία είναι τα 64 έτη.

    Όσον αφορά στους διασωληνωμένους ασθενείς είναι  όλοι άνδρες, οι περισσότεροι εκ των οποίων με σοβαρά υποκείμενα προβλήματα υγείας. Ο μέσος όρος ηλικίας είναι τα 67 έτη.

    «Είναι  σημαντικό ότι βλέπουμε αυτή την εικόνα ενός ιού, ο οποίος συμπεριφέρεται κατά κόρον και αφορά άτομα με σοβαρά προβλήματα υγείας και κυρίως ηλικιωμένους.

    Γι’ αυτό η προσοχή μας εκεί πρέπει να εστιαστεί. Και εμείς οι νεότεροι και εσείς οι ακόμα νεότεροι, να σκεφθούμε την ευθύνη που έχουμε απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους», σημείωσε ο κος Τσιόδρας.

    Σύμφωνα με μια πρώιμη εκτίμηση των ειδικών, οι βαριά νοσούντες στη χώρα μας θα έχουν ένα ηλικιακό εύρος από 65 έως και άνω των 70 ετών. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι σοβαρά θα νοσήσουν και νεότεροι άνθρωποι. Ήδη, υπάρχουν τέτοια περιστατικά, τα οποία νοσηλεύονται με πνευμονία σε νοσοκομεία αναφοράς της χώρας.

    Προβληματισμοί για τον εργαστηριακό έλεγχο

    Καθώς η πανδημία εξελίσσεται πολλά ερωτήματα ταλανίζουν τους ανά τον κόσμο ειδικούς.

    Ένα βασικό ερώτημα που απασχολεί την ιατρική κοινότητα διεθνώς είναι το πως θα γίνεται η επιλογή των ασθενών που θα πρέπει να υποβληθούν σε έλεγχο για COVID-19.

    Στην Ελλάδα, υιοθετώντας τα ειδικά κριτήρια που θέσπισε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), προτεραιότητα δίνεται πλέον στα άτομα με σοβαρή αναπνευστική νόσο καθώς και σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας με χρόνια προβλήματα υγείας. Αναφορικά με τους πολίτες που εμφανίζουν ήπια συμπτώματα, δεν συνιστάται να απευθύνονται στα νοσοκομεία για έλεγχο.

    “Το Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής ήρε ουσιαστικά τους περιορισμούς στις σχετικές οδηγίες και από τις 4 Μαρτίου συστήνει προς τους κλινικούς ιατρούς να χρησιμοποιούν την κλινική τους κριτική ικανότητα για να προσδιορίσουν εάν ο ασθενής έχει σημεία και συμπτώματα συμβατά με COVID-19 και εάν θα πρέπει να ελεγχθεί. Βέβαια, η απόφαση για έλεγχο θα πρέπει να βασίζεται, επίσης, στα τοπικά επιδημιολογικά δεδομένα και στην κλινική εικόνα της ασθένειας. Τονίζεται ότι υψηλή προτεραιότητα για έλεγχο θα πρέπει να δοθεί σε ασθενείς με σοβαρή, ανεξήγητη νόσο του αναπνευστικού και σε όσους έχουν έρθει σε επαφή με γνωστά κρούσματα”, σχολιάζει ο Πρύτανης του ΕΚΠΑ, καθηγητής Θάνος Δημόπουλος.

    Ένα άλλο σημαντικό σημείο είναι η ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Λαμβάνοντας υπόψη την περίοδο επώασης του ιού (2-14 ημέρες), ένα αρνητικό αποτέλεσμα δεν αποκλείει εντελώς την πιθανότητα λοίμωξης, ειδικά για όσους έχουν έρθει σε επαφή με γνωστό κρούσμα. Επιπλέον, ένα θετικό τεστ σε ασθενείς με ήπια συμπτώματα απαιτεί την απομόνωση του ασθενούς αλλά δεν αποτελεί λόγο πανικού, καθώς πολλοί ασθενείς δεν απαιτούν στενή ιατρική παρακολούθηση. Ο κος Δημόπουλος σημειώνει ότι οι υπάρχουσες και καινοτόμες διαγνωστικές προσεγγίσεις θα πρέπει να γίνουν ευρέως διαθέσιμες, ωστόσο, δεν αποτελούν υποκατάστατο άλλων μέτρων αναχαίτισης της διασποράς του ιού, όπως το πλύσιμο των χεριών, η απομόνωση των κρουσμάτων και των επαφών τους και τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα κοινωνικής απομάκρυνσης.



    ΣΧΟΛΙΑ