• bloomberg

    Financial Times

    Πώς τα ομόλογα έγιναν μετοχές και οι μετοχές ομόλογα

    • των Robin Wigglesworth και Jennifer Ablan


    Τα ομόλογα έχουν γίνει οι νέες μετοχές, λένε οι διαχειριστές κεφαλαίων, πυροδοτώντας ανησυχίες ότι ελλοχεύουν κίνδυνοι στις ασφαλέστερες, υποτίθεται, γωνιές των χρηματοοικονομικών αγορών.

    Ιστορικά, οι επενδυτές αγοράζουν, ως επί το πλείστον, κρατικά ομόλογα για την ασφάλεια και τις καταβολές τόκων, ενώ επενδύουν σε μετοχές με την ελπίδα να κεφαλαιοποιήσουν τις αυξανόμενες τιμές. Φυσικά, υπάρχουν και εξαιρέσεις, αλλά η σχέση αυτή έχει παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερή σε όλη τη σύγχρονη εποχή.

    Τώρα, όμως, οι επενδυτές είναι αναγκασμένοι να ζήσουν με το αντίθετο: Ομόλογα που δεν αποδίδουν τίποτα, παρά την αύξηση στην τιμή, και μετοχές στις οποίες στηρίζεται κανείς περισσότερο για τις καταβολές μερισμάτων παρά για την προοπτική αύξησης της τιμής τους..

    Η ανατροπή αυτή έχει θορυβήσει πολλούς αναλυτές και money managers.

    «Είναι τρομερό», λέει ο Κον Μιχαλάκης, επικεφαλής επενδύσεων στο Statewide Super, ένα αυστραλιανό συνταξιοδοτικό ταμείο με υπό διαχείριση κεφάλαια 9,7 δισ. δολάρια Αυστραλίας (6,6 δισ. δολάρια ΗΠΑ).

    Όλοι έχουν γίνει trader με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, δεν αγοράζουν ομόλογα για να τα κρατήσουν. Αυτό δεν είναι καλό», εξηγεί και προσθέτει: «Και δεν νομίζω ότι ο κόσμος καταλαβαίνει τη μεταβλητότητα των μετοχών».

    Στην καρδιά του προβλήματος βρίσκονται τα ομόλογα που έχουν αρνητική απόδοση. Οι τιμές είναι τόσο υψηλές που οι επενδυτές είναι σίγουροι ότι θα πάρουν πίσω λιγότερα από αυτά που επένδυσαν, μέσω τόκων και κεφαλαίου, αν διακρατήσουν το ομόλογο μέχρι τη λήξη του. Κι όμως, η επενδυτική ζήτηση -σε συνδυασμό με τις αγορές ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες- έχει επεκτείνει το σύμπαν των αρνητικής απόδοσης ομολόγων στα 13,3 τρισ. δολάρια.

    Παρότι υπάρχουν διάφοροι ρυθμιστικοί και τεχνικοί λόγοι που οι επενδυτές αγοράζουν ομόλογα με αρνητικές αποδόσεις, κάποιοι το κάνουν με την προσδοκία ότι μπορούν να τα πουλήσουν αργότερα σε ακόμη υψηλότερη τιμή.

    Τα ομόλογα χαμηλής απόδοσης παρουσιάζουν επίσης υπερμεγέθεις αυξήσεις τιμών μπροστά στις οποίες μοιάζουν νάνοι τα μέτρια τοκομερίδια που προσφέρουν. Ο ομολογιακός δείκτης Bloomberg Barclays Global Aggregate bond index έχει αποδώσει πάνω από 6% φέτος και γύρω στο 8% τους τελευταίους 12 μήνες, παρά το γεγονός ότι η απόδοσή του είναι είναι μόλις 1,37%. Ακόμη κι αν στο εξής μετριαστούν τα κέρδη, θα είναι η δεύτερη φορά που ο δείκτης περνά το 7% από τη χρηματοοικονομική κρίση και μετά.

    Με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έτοιμη να ξαναρχίσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (ΣτΜ: το QE), τη Federal Reserve να μειώνει τα επιτόκια και την Τράπεζα της Ιαπωνίας να συνεχίζει να διοχετεύει χρήμα στο παγκόσμιο νομισματικό σύστημα, φαίνεται δύσκολο να μπει τέλος στο ράλι της αγοράς.

    «Το κίνητρο για κάποιους αγοραστές ομολόγων είναι η ελπίδα κεφαλαιακών κερδών», δηλώνει ο Jeffrey Gundlach, διευθύνων σύμβουλος της DoubleLine Capital, η οποία έχει assets ύψους 147 δισ. δολαρίων.

    Σε κάποιες περιπτώσεις, οι πεινασμένοι για αποδόσεις επενδυτές προσπαθούν να καλύψουν το έλλειμμα αγοράζοντας όλο και περισσότερο ομόλογα υψηλότερου ρίσκου, επισημαίνει ο κ. Gundlach. Άλλοι όμως αναζητούν τίτλους που δίνουν υγιή μερίσματα. Αν αφήσει κανείς στην άκρη τα υπερβολικά μεγάλης διάρκειας 30ετή ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου, ολόκληρη η αμερικανική αγορά κρατικών ομολόγων αποδίδει αυτήν τη στιγμή λιγότερο από τη μέση μετοχή του δείκτη S&P 500 (2,1%).

    «Τόσο οι θεσμικοί επενδυτές όσο και οι ιδιώτες θέλουν εισόδημα, αλλά το εισόδημα από τα ομόλογα και άλλες παραδοσιακές πηγές έχει μειωθεί», λέει η Κίρα Βαν Βάλεν, διαχειρίστρια χαρτοφυλακίων στην Epoch Investment Partners, η οποία έχει υπό διαχείριση κεφάλαια ύψους 33 δισ. δολαρίων.

    «Τα μερίσματα έχουν πάντα θετική συμβολή στις αποδόσεις της κεφαλαιαγοράς και οι εταιρείες που δίνουν σταθερά και αυξανόμενα μερίσματα παρέχουν ιστορικά προστασία όταν στα χρηματιστήρια επικρατούν συνθήκες αστάθειας», προσθέτει.

    Η γαλλική τράπεζα Société Générale συμβουλεύει επίσης τους πελάτες της να αναζητήσουν εταιρείες που πληρώνουν σταθερά μέρισμα ως απάντηση στις εξαιρετικά χαμηλές αποδόσεις που δίνουν τα ομόλογα παγκοσμίως. Αυτό περιλαμβάνει και έναν δείκτη «αριστοκρατών» των μερισμάτων στον S&P, εταιρειών δηλαδή που τα τελευταία 25 χρόνια αυξάνουν σταθερά τις καταβολές προς τους μετόχους τους.

    Η συμβουλή αυτή όμως συνοδεύεται και από μια προειδοποίηση: μια βαθιά ύφεση θα μπορούσε να οδηγήσει σε απότομο ξεπούλημα αυτών των μετοχών.

    Στο μεταξύ, οι μεταβολές αυτές στη σύνθεση των χαρτοφυλακίων ανατρέπουν ό,τι θεωρείται ορθόδοξο στην αγορά εδώ και χρόνια.

    Τον 19ο αιώνα και το πρώτο μισό του 20ού, η μερισματική απόδοση της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς ήταν υψηλότερη από τη μέση ομολογιακή απόδοση, απλά επειδή οι επενδυτές θεωρούσαν ότι οι πιο επισφαλείς επενδύσεις, όπως οι μετοχές, θα πρέπει να τους προσφέρουν περισσότερα από τα σχετικά ασφαλή και σταθερά ομόλογα.

    Ο νόμος αυτός, όμως, άρχισε να αλλάζει στα τέλη της δεκαετίας του 1950, όταν η απόδοση του 10ετούς ομολόγου του αμερικανικού Δημοσίου ξεπέρασε τη μερισματική απόδοση του δείκτη S&P 500.

    Ο ιστορικός των χρηματοοικονομικών, Πίτερ Μπερνστάιν, ανέφερε κάποτε πώς ένας από τους μεγαλύτερους σε ηλικία συνεργάτες της επενδυτικής εταιρείας του απαξίωσε το φαινόμενο εκείνη την εποχή, λέγοντας: «Μην ανησυχείς, μικρέ. Θα αλλάξει από μόνο του. Είναι εξωπραγματικό και δεν πρόκειται να διατηρηθεί». Και παρ’ όλα αυτά η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού κρατικού τίτλου έμεινε πάνω από τη μερισματική απόδοση της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς για τον επόμενο μισό αιώνα – μέχρι προσφάτως.

    Το ερώτημα είναι αν αυτός ο νέος κόσμος θα έχει συνέχεια και αν οι fund managers θα μετανιώσουν που φόρτωναν μετοχές αντί για κρατικά ομόλογα αν έρθει η καταστροφή.

    Ο κ. Μιχαλάκης δεν πιστεύει πως το σημερινό περιβάλλον μπορεί να σταθεί για πολύ. Φοβάται ότι κάτι τέτοιο θα κάνει τα ομόλογα να αρχίσουν να συμπεριφέρονται σαν μετοχές, αυξάνοντας την αστάθεια στην αγορά, ενώ θα συνδεθούν πιο στενά με το χρηματιστήριο, με αποτέλεσμα να γίνουν λιγότερο αποτελεσματικά ως αντιστάθμισμα στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια.

    «Όταν θα γυρίσει η κατάσταση, θα είναι πραγματικά ενδιαφέρον να δούμε τι θα συμβεί», λέει. «Στην πρώτη ένδειξη ότι το πάρτι τελείωσε, ο αντίκτυπος θα αντηχήσει σε όλο το σύστημα», προσθέτει.


    © The Financial Times Limited 2024. All Rights Reserved. Not to be redistributed, copied or modified in any way.
    mononews.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation.




    ΣΧΟΛΙΑ