• Πολιτισμός

    Λένα Κιτσοπούλου: Το ανευλαβές Cry από τη Γενεύη στο Θέατρο Τέχνης

    Λένα Κιτσοπούλου: Το ανευλαβές Cry από τη Γενεύη στο Θέατρο Τέχνης

    Λένα Κιτσοπούλου


    Επιπλέον παράσταση για το τελευταίο «ανευλαβές» έργο από τη Λένα Κιτσοπούλου. Το Cry ή Κλάμα έφτασε στο Θέατρο Τέχνης με μετάκληση από τη Γενεύη. Πραγματοποιήθηκε με παραγωγή του ίδιου του Théâtre Saint-Gervais (Τεάτρ Σεν Ζερβέ), που φιλοξενεί σύγχρονα έργα από όλο τον κόσμο, και της θεατρικής εταιρείας Compagnie Bleu en Haut Bleu en Bas.

    Το Cry παρουσιάζεται δηλαδή για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Το Θέατρο Τέχνης εξασφάλισε μία έξτρα παράσταση λόγω αυξημένης ζήτησης.

    Τα πάθη πυρακτώνονται

    Για να πάρει κανείς μια ιδέα της ατμόσφαιρας του εκρηκτικού αυτού έργου:

    «Τα θέματα συζήτησης είχαν επιλεγεί προσεκτικά. Όλοι ήταν αποφασισμένοι να “περάσουν καλά”.

    Τότε πώς και γιατί “ξέφυγε” έτσι η βραδιά; Πώς χύθηκε όλο αυτό το αίμα; Παντού;»

    Κάτω από την ευαίσθητη ισορροπία, την αρραγή επιφάνεια, τα πάθη πυρακτώνονται. Στην κόψη του ξυραφιού, το Cry (κλάμα ή μήπως κραυγή;) διερευνά τα όρια της ευγένειας. Υπομένοντας καρτερικά ανυπόφορες και τοξικές (όπως το θέλει η μόδα) καταστάσεις στο όνομα της ευγένειας και ενός γενικότερου Καλού, τι μπορεί να περιμένει κανείς; Πού βρίσκεται το σημείο καμπής του καθενός; Πότε κάμπτοται οι αντιστάσεις;

    «Πότε ακριβώς πεθαίνει η ευγένεια και γεννιέται η βία;», αναρωτιέται και η Κιτσοπούλου. Συλλαμβάνει έξοχα τις πιο ευαίσθητες ψυχολογικές μεταπτώσεις, ψάχνοντας στα πιο βαθιά σκοτάδια, στις ατραπούς της ανθρώπινης ψυχής.

    «Το Cry δημιουργήθηκε πριν από τρία χρόνια περίπου στη Γενεύη, σε αυτό εδώ το θέατρο, μέσα σε ένα πολύ γρήγορο πλαίσιο, όπου γράφτηκε και παίχτηκε μέσα σε δέκα μέρες. Τώρα, τρία χρόνια μετά, ξαναζωντανεύει, αναδημιουργείται, αναπλάθεται, αναπτύσσεται, του δίνεται τέλος πάντων εδώ στο ίδιο θέατρο μεγαλύτερος χρόνος ετοιμασίας, οπότε έχει τη δυνατότητα να δυναμώσει, να φωτιστεί αλλιώς και είμαι και πολύ χαρούμενη που στην τωρινή εκδοχή προστίθεται και η παρουσία του Νίκου Καραθάνου στην διανομή», σημειώνει η ίδια η Λένα Κιτσοπούλου.

    Γιατί ζούμε;

    «Το έργο μιλάει για την απόγνωση και τη ματαιότητα, είναι αυτό που γράφω κάθε φορά γιατί είναι ίσως το μόνο πράγμα που με αφορά τελικά ( ή με πνίγει), απλώς κάθε φορά αλλάζει η σκηνική συνθήκη, προσπαθώ να ανανεώνω τη γλώσσα μου, παίζω με διαφορετικά υλικά, λέγοντας όμως τελικά το ίδιο πράγμα. Γιατί ζούμε; Γιατί υπάρχουμε; Τι μαλακία είναι όλο αυτό;», επισημαίνει η δημιουργός με το, κλασικό πλέον, ανίερα σπαρακτικό ύφος.

    Το έργο της Λένας Κιτσοπούλου μοιάζει κατά κάποιο τρόπο με ψυχολογικό, κοινωνιολογικό πείραμα.

    Στη σκηνή παρακολουθούμε τέσσερις ανθρώπους που βρίσκονται υποχρεωτικά για μια βραδιά στο ίδιο δωμάτιο (θυμάται κανείς την Κρυφή γοητεία της Μμπουρζουαζίας του Λουί Μπουνιέλ;). Καθένας από αυτούς νιώθει για τους δικούς του λόγους «σκασμένος», βόμβα έτοιμη να εκραγεί. Κάθε τι ασήμαντο μοιάζει να αποκτά στο κεφάλι τους διαστάσεις δυσθεώρητες. Το βάρος της ύπαρξης φαίνεται να τους συντρίβει.

    Στην πορεία του εγκλεισμού τους, ο ένας προσπαθεί να σκοτώσει τον άλλον για εντελώς επουσιώδεις αιτίες.

    Φταίει η άδικη ζωή τους ή μήπως όλοι οι άνθρωποι θα δοκίμαζαν το φόνο αν δεν υπήρχε ο φόβος της τιμωρίας στον πολιτισμένο, δημοκρατικό κόσμο του σήμερα;

    Βουβή βία

    Η Λένα Κιτσοπούλου χειρίζεται με χειρουργική λεπτότητα την ανθρώπινη κουκκίδα που χάνεται τελικά μέσα στο χάος της ειμαρμένης.

    Η συγγραφέας αγκαλιάζει με τρυφερότητα τους ήρωές της, δεν τους κρίνει, σκύβει πάνω τους σαν μητέρα που τα πάντα συγχωρεί:

    «Είναι η πίεση της καθώς πρέπει κοινωνικής συμπεριφοράς και ευγένειας που τελικά μολύνει τις αντοχές μας και αρρωσταίνουμε; Ή είναι η φύση του ανθρώπου βίαιη και σκοτεινή από μόνη της και εμείς όλοι ζούμε σε μία κοινωνία που μας απαγορεύεται τελικά να εκφραστούμε; Το έργο έχει αδιέξοδο πολύ. Έχει ψυχαναγκασμό. Είμαστε οι άνθρωποι που δεν θέλουμε να ταραχτούμε από τίποτα. Που φοβόμαστε.Είμαστε οι άνθρωποι που θέλουμε απλώς την ησυχία μας. Οι χαλασμένοι άνθρωποι που μας ενοχλούν τα πάντα. Ή, που νομίζουμε ότι μας ενοχλούν οι άλλοι, ενώ τελικά μας ενοχλεί ο εαυτός μας που δεν επαναστατεί. Φοβόμαστε πάρα πολύ τον θάνατο, ζούμε μόνο με αυτόν το φόβο και πιστεύω ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής μακρυά από τη φύση και τον ουρανό και μέσα σε όλη αυτή την υπερβολική πίεση για νεότητα, χαρά, πρόληψη, φιλοζωία, φιλανθρωπία, θετικότητα με το ζόρι και βομβαρδισμούς τηλεοπτικούς από διάφορους χαμογελαστούς διαφημιστές αντικαταθλιπτικών, απλώς εντίνει τον φόβο μας».

    Τελικά η Λένα Κιτσοπούλου συλλαμβάνει με άλλο τρόπο το κεντρικό αμλετικό δίλημμα: να ζει κανείς ή να μην ζει;

    Απλώς το εκφράζει με την ποίηση της βίας, και μάλιστα ενός απροσδιόριστου, βωβού τραύματος, σαν μια άλλη Μαρίνα Αμπράμοβιτς.

    Ποια είναι η Λένα Κιτσοπούλου

    Η Λένα Κιτσοπούλου γεννήθηκε το 1971. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Δοκιμάστηκε με επιτυχία σε διάφορες φόρμες του Λόγου. Για την πρώτη της συλλογή διηγημάτων με τίτλο Νυχτερίδες (εκδ. Κέδρος, 2006) τιμήθηκε με το Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω.

    Άλλες δύο συλλογές, οι Μεγάλοι Δρόμοι και Το Μάτι Του Ψαριού (αμφότερες από το Μεταίχμιο) και η νουβέλα «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.», μονόλογος για το Εθνικό Θέατρο, έχουν μεταφραστεί και φιλοξενηθεί σε πολλά θέατρα ανά τον κόσμο (Αγγλία, Ισπανία, Γαλλία).

    Ο Αθανάσιος Διάκος – Η Επιστροφή (Φεστιβάλ Αθηνών 2012), βραβεύτηκε στο περίοπτο Stückemarkt της Χαϊδελβέργης με το International Authorprize 2013.

    Ως συνολικός δημιουργός και ευαίσθητος άνθρωπος της Τέχνης, η Λένα Κιτσοπούλου σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στα έργα της. Έχει ορίσει έναν δικό της τρόπο στον ευρύτερο τομέα της περφόρμανς.

    Παρασκήνιο παράστασης

    Έχει λοιπόν συνεργαστεί ξανά με το Théâtre Saint-Gervais.

    Το 2016 παρουσιάστηκε εκεί η παράσταση Μια μέρα όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα (…) Ή η ανουσιότητα του να ζεις (Θέατρο Τέχνης, 2015).

    Δυο χρόνια νωρίτερα ανέβηκε η Κοκκινοσκουφίτσα – Το πρώτο αίμα, που είχε εμφανιστεί για πρώτη φορά στη ΣΤΕΓΗ του Ιδρύματος Ωνάση.

    Η πρώτη εκδοχή του Cry ανέβηκε το 2017 ύστερα από απευθυείας ανάθεση στη Λένα Κιτσοπούλου από το Saint-Gervais και τη θεατρική εταιρία Bleu en Haut Bleu en Bas με έδρα την Ελβετία.

    Στις 3 Δεκεμβρίου 2021, η νέα εκδοχή του Cry ανέβηκε στη Γενεύη με ανανεωμένη διανομή.

    Προγραμματίστηκε να παρουσιαστεί στη σκηνή της Φρυνίχου του Θεάτρου Τέχνης σήμερα και αύριο, 8 Ιανουαρίου 2022, μόνο για δύο παραστάσεις. Προστέθηκε όμως και τρίτη παράσταση στις 9 Ιανουαρίου και ώρα 20.00 επειδή οι πρώτες δύο έγιναν αμέσως sold out.

    Πληροφορίες

    Cry

    Κείμενο-σκηνοθεσία: Λένα Κιτσοπούλου

    Θέατρο Τέχνης

    Φρυνίχου 14, Πλάκα
    Τηλέφωνα ταμείου: 2103222464, 2103236732

    Στάση Μετρό: Ακρόπολη

    7, 8 Ιανουαρίου 2022. Ώρα έναρξης 21.00.

    9 Ιανουαρίου 2022. Ώρα έναρξης 20.00.

    Εισητήρια: 18 ευρώ και μειωμένο 16 ευρώ

    Ταυτότητα παράστασης

    Δραματουργική επεξεργασία: Άννα Λεμονάκη

    Σκηνογραφία: Λένα Κιτσοπούλου

    Φωτισμοί: Renato Campora

    Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριλένα Μόσχου

    Ηχητική επιμέλεια: Samuel Schmidiger

    Επιστημονικός συνεργάτης: Thomas Jammet

    Σκηνογραφική εκτέλεση: Lucy Meyer

    Επικοινωνία: Yolanda Herradi

    Παραγωγή: Bleu en Haut Bleu en Bas

    Φωτογραφίες: Yuri Tavaresο

    Παίζουν: Νίκος Καραθάνος, Λένα Κιτσοπούλου, Πωλίν Ουγκέ, Άννα Λεμονάκη, Μαριλένα Μόσχου



    ΣΧΟΛΙΑ