ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στην καρδιά της Ίμπιζα, εκεί όπου η μουσική και η υπερβολή είναι δεύτερη φύση, υπάρχει ένα τραπέζι που σε καλεί να ξεχάσεις ό,τι ήξερες για τη γαστρονομία. Το “Sublimotion” δεν είναι εστιατόριο με την κλασική έννοια του όρου. Είναι σκηνή, είναι performance, είναι παράσταση για δώδεκα θεατές-δειπνούντες κάθε βράδυ. Με κόστος που ξεπερνά τα 2.000 δολάρια το άτομο, η εμπειρία μοιάζει περισσότερο με private πρεμιέρα, παρά με δείπνο.
Και όμως, δεν είναι υπερτιμημένο καπρίτσιο για λίγους, αλλά μια φιλόδοξη μελέτη στο πώς το φαγητό μπορεί να γίνει (και, κυρίως, να αφεθεί στο) συναίσθημα.
Σε ένα οκτάκλινο δωμάτιο του Hard Rock Hotel Ibiza, δώδεκα καλεσμένοι καλούνται να συμμετάσχουν σε μια παράσταση που ξεπερνά κάθε προσδοκία. Το “Sublimotion” δεν αρκείται στο να ικανοποιήσει τις αισθήσεις, περισσότερο τις πυροδοτεί και τις μεταμορφώνει. Η ταυτόχρονη οπτικοακουστική έκρηξη από προβολές 360°, VR, δυναμικά σκηνικά και ζωντανή μουσική συντροφεύει ένα πολυεπίπεδο δείπνο 20 σεκάνς, δημιουργώντας μια εμπειρία που εντάσσεται στα πλέον πιο iconic brand names του immersive fine dining.
Το εστιατόριο έγινε γνωστό και εδώ στην Ελλάδα από τις αναρτήσεις της Δήμητρας Κούστα και της Σοφίας Καρβέλα που έζησαν εκεί την απόλυτη γαστριμαργική εμπειρία.
Ο chef
Ο Paco Roncero, γεννημένος στη Μαδρίτη το 1969 είναι ο ιδιοφυής σεφ με δύο αστέρια Michelin, που πρωτοξεκίνησε στο θρυλικό Casino de Madrid και το 2006 βραβεύτηκε με το Εθνικό Βραβείο Γαστρονομίας. Αργότερα δημιούργησε το περίφημο “Terraza del Casino”, με το οποίο απέσπασε το δεύτερο αστέρι του. Το 2012 έθεσε τα θεμέλια του “Sublimotion” στην ερευνητική κουζίνα του PacoRonceroTaller, συνδυάζοντας υψηλή γαστρονομία με τεχνικές αιχμής από τον χώρο της τεχνολογίας και του θεάματος. Το 2014 το concept μετεγκαταστάθηκε στην Ίμπιζα, ανεβάζοντας τον λογαριασμό… στα πάνω από 2.000 € το άτομο και εξασφαλίζοντας τον τίτλο του πιο ακριβού εστιατορίου στον κόσμο από το 2015 μέχρι σήμερα.

Σαφέστατα, ο Roncero δεν είναι απλώς ένας καινοτόμος. Είναι επιχειρηματίας θεάματος και συγγραφέας έξι βιβλίων, εφευρέτης του «Gestor de Cocina», λογισμικού για επαγγελματικές κουζίνες, και φιλόδοξος ερευνητής, μέλος του εθνικού επιτελείου Bocuse d’Or και πρωτεργάτης του Food Meets Science.
Ο σχεδιαστής και ιδιοκτήτης
Δίπλα στον σεφ βρίσκεται ο Eduardo Gonzáles, creative director και συνιδρυτής του “Sublimotion”, με παραπάνω από 20 χρόνια εμπειρίας σε μεγάλες διοργανώσεις και show. Μέσα από τη Vega Factory διαχειρίζεται κάθε όψη της παράστασης: σκηνοθεσία χώρων, προβολές, φωτισμό, ήχο, ειδικά εφέ. Το αποτέλεσμα είναι ένα αρμονικό υβρίδιο θεάτρου, cinema και gastronomy. Ως επίσημος ιδιοκτήτης του εστιατορίου, το όραμά του έχει καθιερώσει το “Sublimotion” ως διεθνές brand, με pop‑ups σε Σαουδική Αραβία και Ντουμπάι και σχέδια επέκτασης σε Λας Βέγκας μέσα στην επόμενη χρονιά.
Η εμπειρία
Λειτουργεί αποκλειστικά κατά τη θερινή σεζόν, από τέλη Μαΐου έως μέσα Οκτωβρίου, καθώς στεγάζεται εντός του “Hard Rock Hotel Ibiza”, το οποίο κλείνει τον χειμώνα. Η ιδανική περίοδος είναι οι μήνες Ιούνιος και Σεπτέμβριος, όπου η Ίμπιζα παραμένει ζωντανή, αλλά αποφεύγει κανείς την αποπνικτική πολυκοσμία και τις ακραίες θερμοκρασίες του Ιουλίου-Αυγούστου. Ο καιρός είναι γλυκός, το φως εξαιρετικό, και η εμπειρία γίνεται πιο απολαυστική.
Κάθε δείπνο διαρκεί περίπου τρεις ώρες και εναλλάσσεται σε σκηνές—εκεί που κάποτε υπήρχε απλό μενού, τώρα συναντάμε immersive performances. Το 2023 υποδέχθηκε τον κόσμο με το concept «Heritage», που γιόρτασε την παράδοση μέσα από την τεχνολογία, ενώ φέτος (2025) ενσωματώνει AI προβολές, όπως το futuristικό Tokyo 2050, in‑house δημιουργία του Fredrik Jonsson.
Ο χώρος αλλάζει μορφή με κάθε πιάτο. Άλλοτε βρίσκεσαι σε υποβρύχιο τοπίο, άλλοτε σε παγωμένη τούνδρα ή σε φουτουριστική metaverse πόλη. Οι τοίχοι κινούνται, οι προβολές κατακλύζουν τα μάτια, η μουσική συνομιλεί με την υφή και τη θερμοκρασία των υλικών. Ορισμένες φορές, οι επισκέπτες φορούν VR headsets και «ταξιδεύουν» μέσα στο ίδιο το πιάτο που τρώνε. Δεν υπάρχει μενού στην κλασική του έννοια. Υπάρχει μια σειρά 20 act που στήνονται με την ακρίβεια θεατρικής παράστασης, όπου η γεύση είναι ο πρωταγωνιστής, αλλά όχι ο μόνος.
Ο ανταγωνισμός
Το “Sublimotion” δεν είναι βεβαίως το μόνο εστιατόριο που επιχειρεί να ξαναγράψει τους κανόνες της γαστρονομικής εμπειρίας μέσα από την τεχνολογία και την τέχνη. Στον παγκόσμιο χάρτη του immersive fine dining, δύο ακόμη σημεία αναφοράς ξεχωρίζουν: το “Ultraviolet” του Paul Pairet στη Σαγκάη και το “Alchemist” του Rasmus Munk στην Κοπεγχάγη. Αν το “Sublimotion” είναι ένα τεχνολογικά άψογο φαντασμαγορικό θέατρο της γεύσης, το “Ultraviolet” μετατρέπει κάθε πιάτο σε σκηνή αναμνήσεων, χτίζοντας μια πολυαισθητηριακή εμπειρία που δεν επιδιώκει τον εντυπωσιασμό, αλλά τη συναισθηματική σύνδεση.
Αντίθετα, το “Alchemist” απευθύνεται σε όσους αναζητούν κάτι βαθύτερο από την απόλαυση: μια γαστρονομική εγκατάσταση με κοινωνικά και πολιτικά μηνύματα, που σε ταράζει και σε συγκινεί. Εκεί όπου το “Sublimotion” σε τυλίγει με οπτικά εφέ και ηχητικά τοπία για να σε διασκεδάσει, τα άλλα δύο σε αφυπνίζουν—το ένα με ποίηση, το άλλο με πρόκληση. Τελικά, η διαφορά δεν βρίσκεται στην τεχνολογία, αλλά στο βλέμμα: το “Sublimotion” σε κοιτά με χαμόγελο, το “Ultraviolet” με στοργή, το “Alchemist” με ερωτηματικά.
Στο αποτέλεσμα, το “Sublimotion” δεν ζητά από τον επισκέπτη απλώς να γευτεί. Και σίγουρα δεν επιδιώκει να χορτάσει τον καλεσμένο. Του ζητά να ταξιδέψει, να συγκινηθεί, να αφεθεί. Είναι μια αποκάλυψη για τους λάτρεις της γεύσης, της τέχνης και της τελειότητας. Είναι μια εμπειρία που, είτε την απορρίπτεις ως επίδειξη, είτε τη λατρεύεις ως αποκάλυψη, δεν μπορείς όμως να την ξεχάσεις.
Και είναι ξεκάθαρο πως πίσω από αυτή τη θεατρική πρόταση βρίσκονται δύο ιδιοφυείς δημιουργοί – ο Paco Roncero που αναγάγει το φαγητό σε επιστήμη συναισθήματος και ο Eduardo Gonzáles που χτίζει τον καμβά πάνω στον οποίο αυτή η εμπειρία ζωγραφίζεται.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
