• bloomberg
    Sponsored by

    Bloomberg

    Πονοκέφαλος 33 δισ. δολαρίων για τις τσιμεντοβιομηχανίες


    Οι μεγαλύτεροι τσιμεντοπαραγωγοί στον κόσμο έχουν δεχθεί πιέσεις από περιβαλλοντικές οργανώσεις, ρυθμιστικές αρχές και νομοθέτες για μείωση της ρύπανσης. Τώρα, μερικοί από τους ισχυρότερους επενδυτές του κόσμου αναπαράγουν αυτές τις εκκλήσεις. 

    Τα μέλη της Ομάδας Θεσμικών Επενδυτών για την Κλιματική Αλλαγή και η Climate Action 100+, ένας συνασπισμός διαχειριστών χρημάτων με περισσότερα από 33 τρισεκατομμύρια δολάρια υπό τη διαχείρισή τους, ζητούν από τις ευρωπαϊκές εταιρείες κατασκευαστικών υλικών να δεσμευτούν σε έναν στόχο για μηδενικές καθαρές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050. Η ομάδα έστειλε τα αιτήματά της στην CRH, στη LafargeHolcim, στην HeidelbergCement και στην Compagnie de Saint-Gobain, μαζί με επιστολές που περιγράφουν τα βήματα που αρμόζουν σε κάθε εταιρεία για το πώς θα φτάσει εκεί.

    Ακριβώς όπως σε βιομηχανίες από την παραδοσιακή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας έως τη ναυτιλία και τις μεταφορές, η πίεση κλιμακώνεται προς τις εταιρείες τσιμέντου για να «καθαρίσουν» και να βοηθήσουν στην επιβράδυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Η βιομηχανία αντιπροσωπεύει το 7% του παγκόσμιου ανθρωπογενούς διοξειδίου του άνθρακα, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας.

    «Οι εταιρείες κατασκευαστικών υλικών ενδέχεται τελικά να κινδυνεύσουν με αποεπένδυση και έλλειψη πρόσβασης σε κεφάλαια», δήλωσε ο Vincent Kaufmann, διευθύνων σύμβουλος του Ιδρύματος Ethos, μέλους της ομάδας. «Ένας αυξανόμενος αριθμός επενδυτών επιδιώκει να αποκλείσει από τα χαρτοφυλάκιά του τους τομείς με υψηλές εκπομπές άνθρακα για να ανταποκριθούν στα δικά τους σχέδια για τη μείωση του άνθρακα».

    Οι διαχειριστές χρημάτων καλούν τις εταιρείες να δίνουν λεπτομέρειες για τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στις δραστηριότητές τους, προκειμένου οι μέτοχοι να εξετάσουν καλύτερα όσους δεν προετοιμάζονται για τέτοια σενάρια, σύμφωνα με το IIGCC, το οποίο είναι βραχίονας του Climate Action 100+. Κάλεσε επίσης τις εταιρείες να ευθυγραμμίσουν τις επενδύσεις τους με τις προσπάθειες για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε λιγότερο από 2 βαθμούς Κελσίου.

    «Αν η τσιμεντοβιομηχανία ήταν χώρα, θα ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος παγκόσμιος παραγωγός εκπομπών, πίσω από την Κίνα και τις ΗΠΑ», δήλωσε η Jocelyn Brown, ανώτερη διευθύντρια επενδύσεων για τη βιώσιμη ιδιοκτησία της RPMI Railpen, ενός συνταξιοδοτικού ταμείου της βρετανικής βιομηχανία σιδηροδρόμων.

    Οι τσιμεντοπαραγωγοί θα πρέπει να θέσουν τόσο βραχυπρόθεσμους, όσο και μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους για να επιτύχουν τον σκοπό να καταστούν ουδέτερες ως προς τις εκπομπές άνθρακα ως το 2050, σύμφωνα με το IIGCC. Οι επενδυτές αναμένουν επίσης ότι θα αναθέσουν συγκεκριμένες ευθύνες για την κλιματική αλλαγή σε μία επιτροπή του ΔΣ ή σε κάποιο μέλος του συμβουλίου, ανέφερε η ομάδα.

    Η HeidelbergCement, για παράδειγμα, έχει θέσει ήδη στόχο τις μηδενικές εκπομπές έως το 2050. Σκοπός της είναι να επιτευχθεί αυτό με μέτρα όπως η μείωση του διοξειδίου του άνθρακα σε κλίνκερ, τσιμέντο και σκυρόδεμα, καθώς και μέσω της δέσμευσης και ανακύκλωσης άνθρακα, σύμφωνα με ένα e-mail από την εταιρεία. Η LafargeHolcim έχει μειώσει από το 1990 τις καθαρές εκπομπές άνθρακα ανά τόνο τσιμέντου κατά 25% και αυξάνει την επικέντρωσή της σε καινοτόμες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένης της δέσμευσης άνθρακα, καθώς και νέων κλίνκερ και τσιμέντων, δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας.

    Οι τσιμεντοβιομηχανίες είναι επίσης εκτεθειμένες στις τιμές στην ευρωπαϊκή αγορά άνθρακα, οι οποίες έχουν τετραπλασιαστεί σε αξία από την αρχή του περασμένου έτους. Εκτός από την αντιμετώπιση υψηλότερων δαπανών εάν δεν μειώσουν αρκετά γρήγορα τις εκπομπές, οι επιχειρήσεις μπορούν επίσης να χάσουν πιθανά έσοδα από την πώληση υπερβολικών δικαιωμάτων, καθώς οι ρυθμιστικές αρχές συσφίγγουν την κατανομή δικαιωμάτων στο πρόγραμμα, δήλωσε η Stephanie Pfeifer, CEO της IIGCC και μέλος της διοικούσας επιτροπής της Climate Action 100+.

    Η Deutsche Bank, όπως αναφέρθηκε από την IIGCC, εκτιμά ότι οι τιμές toy τσιμέντου θα πρέπει να αυξηθούν κατά 5% το 2020 για να αντισταθμιστεί η αύξηση στο κόστος του άνθρακα. Η άνοδος θα έχει αρνητικό αντίκτυπο μεταξύ του 1,3% και του 5,1% μέχρι το 2020 στα κέρδη EBITDA για τους Eυρωπαίους τσιμεντοπαραγωγούς, σύμφωνα με την τράπεζα.

    Ο τομέας θα αντιμετωπίσει αλλαγές από αυστηρότερους κανονισμούς σε κτίρια και υποδομές, καθώς τα κράτη αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες για να επιτύχουν τους δικούς τους κλιματικούς στόχους.

    «Ο τομέας του τσιμέντου πρέπει να μειώσει δραματικά τη συμβολή του στην κλιματική αλλαγή. Η καθυστέρηση ή η αποφυγή αυτής της πρόκλησης δεν αποτελεί επιλογή», δήλωσε η Pfeifer. «Αυτό είναι τελικά ένα κρίσιμο ζήτημα για τις επιχειρήσεις».

    Η Climate Action 100+ ζητά επίσης από τις επιχειρήσεις να ακολουθήσουν τις συστάσεις της Task Force για τις σχετιζόμενες με το κλίμα χρηματοπιστωτικές ανακοινώσεις, υπό την ηγεσία του Michael Bloomberg, πλειοψηφικού κατόχου της Bloomberg LP.



    ΣΧΟΛΙΑ