• Τράπεζες

    Η κυβέρνηση αντιμέτωπη με τον εαυτό της μετά τις δηλώσεις Δραγασάκη για τις τράπεζες

    Δραγασάκης

    Γιάννης Δραγασάκης. Αντιπρόεδρος κυβέρνησης


    Αναδίπλωση ή προάγγελο κακών συνιστά η δήλωση που έκανε χθες ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης αναφερόμενος στο θέμα των κόκκινων δανείων των τραπεζών;

    Μιλώντας στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής με αφορμή τη δίμηνη παράταση που δόθηκε στην προστασία της πρώτης κατοικίας μέσω του νόμου Κατσέλη, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αναφέρθηκε στο υπό επεξεργασία νέο πλαίσιο και προειδοποίησε «ότι αν δεν το προσέξουμε, μπορεί να κάνουμε ρυθμίσεις που να οδηγήσουν τις τράπεζες σε σημείο που να απαιτηθούν νέα κεφάλαια».

    Η δήλωση, που χαρακτηρίστηκε τουλάχιστον ως ατυχής καθώς διαβάστηκε ως προάγγελος επερχόμενων αυξήσεων κεφαλαίου σε μια στιγμή που οι τράπεζες – με εξαίρεση τη Eurobank – μόνο τον Ιανουάριο μετρούν απώλειες που φθάνουν το 13,53% στην κεφαλαιοποίησή τους, μπορεί να έχει διπλή ανάγνωση.

    Αυτό γιατί για πρώτη φορά η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η ρύθμιση που θα φέρει για την προστασία της πρώτης κατοικίας, μπορεί να επηρεάσει την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών και να τις οδηγήσει σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, αν δεν προσεχθεί. Η παραδοχή αυτή σύμφωνα με άλλη ερμηνεία μπορεί να διαβαστεί και ως αναδίπλωση στην αρχική πρόθεση της κυβέρνησης να θεσμοθετήσει μια γενναιόδωρη προστασία, που θα μπορούσε να «χτυπήσει» τα κεφάλαια των τραπεζών, υποχρεώνοντάς τες σε νέες αυξήσεις, όταν μάλιστα οι επενδυτές έχουν γυρίσει την πλάτη τους στις τράπεζες.

    Είναι χαρακτηριστικό ότι η μετοχή της Alpha Bank από τα τέλη του 2018 έχει υποχωρήσει κατά 21%, της Εθνικής κατά 11% και της Τράπεζας Πειραιώς κατά 32%.

    Μέχρι σήμερα η προστασία που παρέχεται μέσω του νόμου Κατσέλη έχει αποδειχθεί εξαιρετικά γενναιόδωρη, καθώς ένας στους τέσσερις οφειλέτης στεγαστικού δανείου τελεί υπό την προστασία του νόμου.

    Πρόκειται για πάνω από 200.000 δανειολήπτες που είτε έχουν υπαχθεί είτε έχουν κάνει αίτηση για να υπαχθούν στο νόμο Κατσέλη, με τάση μάλιστα αυξητική καθώς το τελευταίο τρίμηνο του έτους, οι αιτήσεις πήραν φωτιά και υπερδιπλασιάστηκαν, σε σχέση με τα προηγούμενα τρίμηνα, φθάνοντας τις 12.500 την περίοδο Οκτώβριος – Δεκέμβριος του 2018.

    Το φαινόμενο αυτό εκδηλώθηκε ενόψει της κατάργησης της προστασίας για την πρώτη κατοικία με βάση τα υψηλά όρια που προβλέπει σήμερα ο νόμος και τα οποία καλύπτουν ακίνητα εμπορικής αξίας 280.000 ευρώ που χρησιμοποιούνται ως πρώτη κατοικία από πενταμελή οικογένεια.

    Στην τοποθέτησή του χθες στη Βουλή ο κ. Δραγασάκης εξήγησε πάντως ότι το νέο πλαίσιο είναι υπό επεξεργασία και θα είναι έτοιμο εντός του Φεβρουαρίου ή αρχές Μαρτίου. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης μεταξύ κυβέρνησης, τραπεζών και θεσμών, επίμαχο θέμα είναι η αξία του ακινήτου που θα προστατεύεται, το ύψος της οποίας αποτελεί και κόκκινη γραμμή για τις τράπεζες, στον βαθμό που συνδεθεί με την υποχρέωση «κουρέματος».

    Σύμφωνα με τη θέση των τραπεζών «κούρεμα» του δανείου θα μπορεί να υπάρχει μόνο εάν η αξία του ακινήτου είναι μικρότερη από το υπολειπόμενο δάνειο. Η θέση αυτή τεκμηριώνεται από τη σχέση δάνειο προς αξία ακινήτου (loan to value – LTV), με βάση την οποία πιθανό «κούρεμα» θα υπάρχει μόνο όταν η σχέση της αξίας του δανείου προς την αξία ακινήτου είναι μεγαλύτερη του 100%, δηλαδή π.χ. εάν το υπόλοιπο του δανείου είναι 120.000 ευρώ και η αξία του ακινήτου είναι 100.000 ευρώ.

    Επί της αρχής άλλωστε οι τράπεζες θεωρούν εύλογο να δοθεί προστασία σε κατοικίες εμπορικής αξίας έως 100.000 ευρώ, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους το όριο αυτό καλύπτει το 60% έως 70% των στεγαστικών δανείων ανάλογα με την τράπεζα.

    Σε κάθε περίπτωση, το στοιχείο που θα κρίνει την έκβαση διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς και φυσικά με τις τράπεζες δεν είναι άλλο από το κόστος της λύσης, δηλαδή το ποσό που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση για την επιδότηση της πρώτης κατοικίας.

    Το διαθέσιμο ποσό από την πλευρά του υπουργείου Οικονομικών είναι τα 160 εκατ. ευρώ που έχουν εγγραφεί φέτος στον προϋπολογισμό και άλλα 200 εκατ. ευρώ που έχουν προϋπολογιστεί για το 2020.

    Το κονδύλι αυτό θα καθορίσει τις προσεχείς ημέρες και την περίμετρο των δανείων που θα προκύψει και τα οποία θα επιδοτηθούν στο πλαίσιο των αποφάσεων για την προστασία της πρώτης κατοικίας.

    Το εισόδημα του οφειλέτη είναι το δεύτερο βασικό κριτήριο που θα κρίνει τόσο το ενδεχόμενο «κούρεμα» που θα αποφασίσουν οι τράπεζες (αφού προηγουμένως διασφαλιστεί ότι το LTV είναι μεγαλύτερο του 100%) όπως επίσης και την επιδότηση που θα παράσχει η κυβέρνηση.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Δυναμιτίζει τις τράπεζες ο Δραγασάκης: Κίνδυνος νέας αναχρηματοδότησης λόγω κόκκινων δανείων

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Λύση αλά Τειρεσία για τους «κόκκινους» δανειολήπτες



    ΣΧΟΛΙΑ