• ΑΓΟΡΕΣ

    Ποιοι κερδίζουν και πόσο μπορεί να κρατήσει το «τρελό πάρτι» με τα ελληνικά ομόλογα

    WarningExclamation mark in a circleΑπαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη


    «Τρελό πάρτι» είναι αυτό που έχει στηθεί στα ελληνικά κρατικά ομόλογα, οι τιμές των οποίων ενισχύονται ακατάπαυστα τον τελευταίο καιρό, με συνέπεια να συντρίβονται οι αποδόσεις, που με τη σειρά τους αντικατοπτρίζουν το θεωρητικό κόστος δανεισμού της χώρας.

    Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι τρεις εφετινές εκδόσεις συνεχίζουν να πριμοδοτούνται γενναία από την αγορά, έχοντας στη θέση του οδηγού τον 10ετή τίτλο, που μέσα σε έξι μήνες η τιμή του έχει κάνει άλμα 23,1%. Γεγονός που έχει οδηγήσει την ετησιοποιημένη του απόδοση στο πρωτόγνωρα χαμηλό επίπεδο του 1,29%.

    Από το σύνολο των ελληνικών ομολόγων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης και έχουν ονομαστική αξία 39,4 δισ. ευρώ, δεν υπάρχει ούτε ένα του οποίου η τιμή να μην έχει ανέβει στη διάρκεια της εφετινής χρονιάς. Με πρώτο τον τίτλο εκείνο που είναι… τελευταίος στη σειρά των λήξεων, καθώς η διάρκεια ζωής του εκπνέει στις 24 Φεβρουαρίου του 2042.

    Πρόκειται για ένα από το «κουρεμένα» ομόλογα του PSI που συνεχίζουν να «παίζουν» μόνα τους, του οποίου η τιμή από την αρχή του έτους ως τώρα έχει ενισχυθεί κατά 57,7%… Διαθέτει όμως ένα εξαιρετικά μικρό «ειδικό βάρος», καθώς η ονομαστική και συνάμα πληρωτέα αξία στη λήξη του είναι μόλις 165 εκατ. ευρώ.

    Τόσο το συγκεκριμένο ομόλογο, όπως κι όλα τα άλλα που έχουν απομείνει από τις 20 «σειρές» του PSI, με αθροιστική ονομαστική αξία περίπου 4 δισ. ευρώ, έχουν «δει» τις τιμές τους να ενισχύονται πάνω από… 1.000% σε σύγκριση με τα χαμηλά όπου είχαν βρεθεί μετά από το «βαθύ κούρεμα» του Μαρτίου του 2012.

    Ωστόσο, η τηλαυγής άνοδος των τιμών τους αφορά εκείνους που τα αγόρασαν δευτερογενώς και «κομμένα» και όχι εκείνους που τα κατείχαν και τα διακρατούν μέχρι τώρα. Καθότι θυσιάστηκε το 53,5% της αξίας τους, που δεν μπορεί να αναπληρωθεί. Μάλιστα ανάμεσα στους «καμένους» από το PSI ήταν και οι πρώην πρωθυπουργοί Κώστας Καραμανλής και Λουκάς Παπαδήμος…

    Στην παρούσα φάση, το επενδυτικό ξεφάντωμα με τα ελληνικά ομόλογα είναι εξηγήσιμο για δύο λόγους: Κατά πρώτον η χώρα δίνει πλέον απτά δείγματα γραφής ότι αφήνει πίσω της τη νοσηρή κατάσταση της αβεβαιότητας και κάνει ουσιαστικά βήματα προς την κατεύθυνση της επιστροφής στην κανονικότητα και της οικονομικής ανάταξης.

    Από την άλλη πλευρά και καθώς στο διεθνή περίγυρο τα κρατικά ομόλογα έχουν μπει στο ερεβώδη κύκλο των αρνητικών επιτοκίων, η Ελλάδα γίνεται πόλος έλξης.

    Γιατί μπορεί τα ομόλογά της να μην είναι σε «επενδυτική διαβάθμιση», αλλά εξακολουθούν να προσφέρουν τις υψηλότερες αποδόσεις στη ζώνη του ευρώ. Γεγονός που κάνει ολοένα και πιο πρόθυμους εκείνους που αγοράζουν ελληνικούς τίτλους, θεωρώντας ότι παραμένει ακόμη ελκυστική  η σχέση ρίσκου-απόδοσης . Άλλωστε δεν μπορεί ένα σημαντικό κομμάτι των διεθνών κεφαλαίων να λιμνάζει σε αρνητικές αποδόσεις…

    Αν και στις αγορές τίποτε δεν είναι σε θέση να εκληφθεί ως θέσφατο, εν τούτοις οι μέχρι τώρα ενδείξεις είναι ότι ο αγοραστικός πυρετός για τα ελληνικά ομόλογα θα συνεχιστεί. Ίσως όχι χωρίς αναταράξεις στο εγγύς μέλλον, αφού κανένας «ενάρετος κύκλος» στις αγορές δεν μπορεί να ευδοκιμεί εσαεί.

    Διαχειριστές κεφαλαίων, τράπεζες και hedge funds

    Κρίνοντας πάντως εκ του αποτελέσματος, οι μεγάλοι κερδισμένοι από το «πάρτι» των ελληνικών ομολόγων είναι κατά κύριο λόγο οι διεθνείς διαχειριστές κεφαλαίων, οι τράπεζες και τα κερδοσκοπικά hedge funds. Αυτοί τουλάχιστον φαίνεται να έχουν καρπωθεί τον «ανθό» των κερδών.

    Κέρδη που εστιάζονται στις τρεις εκδόσεις της εφετινής χρονιάς, συνολικής αξίας 7,5 δισ. ευρώ. Εξ αυτών το 63,6% απορροφήθηκε από ξένους διαχειριστές, το 18% από διεθνείς και εγχώριες τράπεζες, ενώ το 11% πήγε στα hedge funds και το υπόλοιπο σε άλλα χαρτοφυλάκια. Η ελληνική συμμετοχή σε αυτές τις τρεις εκδόσεις έφτασε να καλύψει το 12,8% του συνόλου.

    Χρονολογικά η πρώτη έξοδος στις αγορές έγινε στις 29 Ιανουαρίου με το 5ετές των 2,5 δισ. ευρώ. Η τιμή έκδοσης έγινε στο 99,314% της ονομαστικής του αξίας. Τώρα η τιμή είναι στο 112,22, καταγράφοντας άνοδο της τάξεως του 13%. Αν δηλαδή κάποιος αγόρασε πρωτογενώς το ομόλογο αυτό και το πουλούσε τώρα θα είχε κερδίσει 13% σε οκτώ μήνες… Η μεταβολή αυτή στις τιμές έχει ρίξει πλέον την απόδοση από το αρχικό 3,6% στο σημερινό 0,70%….

    Ακολούθησε η έκδοση του 10ετούς ομολόγου, στις 5 του μηνός του περασμένου Μαρτίου, επίσης για 2,5 δισ. ευρώ. Το ομόλογο αυτό δόθηκε στο 99,796% της ονομαστικής του αξίας, αλλά τώρα η τιμή του βρίσκεται στο 122,86. Δηλαδή 23,1% ψηλότερα. Κάτι που εκφράζει το κέρδος για όσους αγόρασαν πριν από 6,5 μήνες και πούλησαν τώρα. Πλέον, η ετησιοποιημένη απόδοση του συγκεκριμένου ομολόγου μέχρι τη λήξη του, από το αρχικό 3,9% έχει πέσει τώρα στο 1,29%.

    Στις 16 του μηνός του περασμένου Ιουλίου έγινε η τρίτη κατά σειρά εφετινή έξοδος στις αγορές, με το 7ετές των 2,5 δισ. ευρώ. Το οποίο εκδόθηκε στο 99,838% της ονομαστικής αξίας του και τώρα βρίσκεται 5,5% πιο πάνω (στο 105,34). Με τη απόδοσή του να έχει υποχωρήσει από το 1,90% στο 1,06%.

    Σε αδρές γραμμές με τις τρεις νέες ελληνικές εκδόσεις έχουν συμβεί τα εξής: Οι επενδυτές πήραν τα 7,5 δισ. στην τιμή των… 7,4737 δισ. ευρώ. Σαν δηλαδή να αγόρασαν τα 100 ευρώ έναντι… 96,65 ευρώ.

    Πρακτική συνήθης στις αγορές, που έρχεται να προσφέρει ένα μικρό πριμ στις τελικές αποδόσεις. Αν όλα αυτά τα ομόλογα κρατηθούν μέχρι τη λήξη τους, οι επενδυτές θα πάρουν 7,5 δισ. και άλλα 1,728 δισ. από τα συνολικά επιτοκιακά κουπόνια. Όλα τούτα διαμορφώνουν μια απόδοση που φτάνει αθροιστικά στο 23,4% επί των αρχικά επενδεδυμένων κεφαλαίων.

    Τι έχει συμβεί τώρα: Λόγω της ανόδου των τιμών, αυτά τα ομόλογα έχουν σήμερα αγοραία αξία 8,510 δισ. ευρώ, αν και στη λήξη τους θα πληρωθούν… 7,5 δισ. ευρώ. Εκείνοι που τα αγοράζουν πληρώνουν παραπάνω, θυσιάζοντας ένα σημαντικό κομμάτι από τα επιτοκιακά έσοδα.

    Με συνέπεια η αναλογούσα απόδοση, αν προστεθούν οι τόκοι που θα εισπραχθούν, να διαμορφώνεται πλέον στο 8,4%. Δηλαδή… 64,1% χαμηλότερα από αυτήν της αρχικών εκδόσεων. Κάτι που αποτυπώνει τη ραγδαία απομείωση του δανειοδοτικού κόστους που έχει η χώρα, αντλώντας κεφάλαια από τις αγορές.

    Στο μεσοδιάστημα οι επενδυτές καρπώνονται τα οφέλη είτε από την άνοδο των τιμών είτε από τις αποδόσεις που δίνουν τα επιτοκιακά «κουπόνια». Αποδόσεις φτωχότερες σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, αλλά ευθυγραμμισμένες με τα νέα δεδομένα στις αγορές των ομολόγων, όπου το χρήμα δεν γεννά καθόλου εύκολα νέο χρήμα…



    ΣΧΟΛΙΑ