Η Morgan Stanley τοποθετεί την Ελλάδα στην κορυφή της ευρωζώνης για την περίοδο 2025-2027, προβλέποντας ότι η οικονομία θα συνεχίσει να κινείται σε ρυθμούς σημαντικά υψηλότερους από τον μέσο όρο της Ευρώπης. Στην έκθεση «Greece: At the Top of Mount Olympus» (16/11/2025), η οικονομολόγος Chiara Zangarelli εκτιμά ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2% το 2025, 2% το 2026 και 2% το 2027, διαμορφώνοντας μια συνεχόμενη τριετία σταθερής και ισχυρής ανάπτυξης που υπερδιπλασιάζει την αντίστοιχη επίδοση της ευρωζώνης. Η ανθεκτικότητα αυτή στηρίζεται κυρίως στην εσωτερική ζήτηση, με την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις να αποτελούν τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής μεγέθυνσης.

Η ιδιωτική κατανάλωση ήδη εμφάνισε αξιοσημείωτη άνοδο κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, ενισχυμένη από τη σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού, άνω του 6% μέσα στο 2025, αλλά και από την άνοδο της συνολικής αποζημίωσης ανά εργαζόμενο, που ξεπέρασε το 5% στις αρχές της χρονιάς. Αυτές οι αυξήσεις δημιουργούν ένα περιβάλλον βελτιωμένης αγοραστικής δύναμης, το οποίο η Morgan Stanley θεωρεί ότι θα παραμείνει ενεργό και το 2026, επιτρέποντας στην κατανάλωση να συνεχίσει να στηρίζει τον ρυθμό ανάπτυξης.

1

Εξίσου κρίσιμος παράγοντας παραμένουν οι επενδύσεις, οι οποίες παρουσιάζουν έντονη επιτάχυνση από το 2022 και μετά. Σύμφωνα με την έκθεση, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) έχει συμβάλει ουσιαστικά στη διαμόρφωση αυτής της εικόνας, καθώς η Ελλάδα έχει ήδη λάβει πόρους ίσους με το 10% του ΑΕΠ της, περίπου 21 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 11 δισ. σε δάνεια και 10 δισ. σε επιχορηγήσεις.

Η Morgan Stanley υπογραμμίζει ότι μέρος της αύξησης των ιδιωτικών επενδύσεων, που αγγίζει το 22% σε σχέση με το 2022, συνδέεται άμεσα με τα έργα και τα κίνητρα του RRF, ενώ εκτιμά ότι οι θετικές επιδράσεις θα παραμείνουν ορατές και το 2026, παρά την απουσία πλήρους διαφάνειας ως προς την ταχύτητα απορρόφησης.

Στο δημοσιονομικό μέτωπο, η Morgan Stanley αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα έχει πετύχει μια από τις ταχύτερες διαδικασίες δημοσιονομικής εξυγίανσης διεθνώς, μειώνοντας το χρέος από το 209% του ΑΕΠ το 2020 σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα. Ωστόσο, σημειώνει πως το 2025 και το 2026 θα υπάρξει επιβράδυνση του ρυθμού προσαρμογής λόγω των στοχευμένων παρεμβάσεων της κυβέρνησης (φοροελαφρύνσεις για μεσαία στρώματα και νέους, μειώσεις ΦΠΑ και φόρων ακινήτων, αυξήσεις συντάξεων και μισθών στο Δημόσιο).

Έτσι, ενώ το 2024 καταγράφηκε πρωτογενές πλεόνασμα 4,8%, το πλεόνασμα αναμένεται να υποχωρήσει στο 3,5% το 2025 και στο 2,6% το 2026. Το συνολικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα διαμορφώνεται στο 1,3% το 2025 και σε ελαφρώς αρνητικά επίπεδα το 2026 και το 2027, με το έλλειμμα να υπολογίζεται στο -0,1% και -0,3% αντίστοιχα.

Παρά τη δημοσιονομική χαλάρωση, η Ελλάδα συνεχίζει να εμφανίζει ένα από τα ισχυρότερα προφίλ πρωτογενών επιδόσεων στην Ευρώπη, γεγονός που επιτρέπει στο δημόσιο χρέος να συνεχίσει την πτωτική του πορεία. Η Morgan Stanley προβλέπει περαιτέρω αποκλιμάκωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ από το 153,6% το 2024 στο 145,6% το 2025, στο 137,9% το 2026 και τελικά στο 131,8% το 2027, επιβεβαιώνοντας ότι η χώρα βρίσκεται σε τροχιά διατηρήσιμης μείωσης του χρέους, παρά τις περιορισμένες αυξήσεις στο έλλειμμα.

Αναφορικά με τον πληθωρισμό, η έκθεση τοποθετεί τον δείκτη τιμών καταναλωτή στο 2,4% το 2025, με αποκλιμάκωση στο 1,9% το 2026 και ελαφρά άνοδο στο 2,1% το 2027. Οι προβλέψεις αυτές βρίσκονται πολύ κοντά στον στόχο της ΕΚΤ, δείχνοντας ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει πλέον πληθωριστικές στρεβλώσεις, αλλά συμβαδίζει με το ευρωπαϊκό περιβάλλον τιμών.

Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται και στο ταμειακό απόθεμα του Δημοσίου. Η Morgan Stanley αναφέρει ότι η Ελλάδα διατηρεί το υψηλότερο επίπεδο κρατικών καταθέσεων στην ευρωζώνη, χάρη στον συνδυασμό αδιάθετων πόρων του RRF, υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων και συντηρητικής διαχείρισης. Όπως σημειώνεται, τα διαθέσιμα του ελληνικού Δημοσίου αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα και το 2026, λειτουργώντας ως κρίσιμο «μαξιλάρι» ασφαλείας ενόψει της συνέχισης της αποκλιμάκωσης του χρέους και της διατήρησης της χώρας σε περιβάλλον χαμηλού χρηματοδοτικού κινδύνου.

Το πολιτικό σκηνικό αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα αβεβαιότητας, καθώς οι επόμενες εκλογές θα πρέπει να διεξαχθούν έως τον Ιούνιο του 2027. Η Morgan Stanley αναγνωρίζει ότι η Νέα Δημοκρατία παραμένει η κυρίαρχη πολιτική δύναμη, με σαφές προβάδισμα έναντι των άλλων κομμάτων, επισημαίνει όμως ότι το εκλογικό σύστημα απαιτεί περίπου 36%-38% των ψήφων για αυτοδυναμία, ποσοστό υψηλότερο από τα σημερινά δημοσκοπικά επίπεδα. Το ενδεχόμενο κυβέρνησης συνασπισμού ή μειοψηφίας δεν αποκλείεται, χωρίς αυτό να μεταβάλλει, κατά τον οίκο, την ευρύτερη αναπτυξιακή προοπτική.

Συνολικά, η Morgan Stanley βλέπει μια οικονομία που παραμένει σε αναπτυξιακή τροχιά υψηλών ταχυτήτων, με συγκριτικά πλεονεκτήματα σε επενδύσεις, κατανάλωση και δημοσιονομική σταθερότητα. Το 2026 αναμένεται να αποτελέσει ακόμη ένα έτος υπεροχής έναντι της ευρωζώνης, με την Ελλάδα να διατηρεί ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη, πτωτικά περιθώρια στο χρέος και υψηλό ταμειακό απόθεμα που ενισχύει τη χρηματοοικονομική της ασφάλεια.