Οι ελληνικές τράπεζες εισέρχονται στο 2026 με δυναμική που δύσκολα συναντάται σε ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο. Η JP Morgan και ο Mehmet Sevim διατηρούν σύσταση «οverweight» (υπεραπόδοση) και στις τέσσερις συστημικές, ενώ δημοσιεύει νέες τιμές στόχους που υποδηλώνουν διψήφιο περιθώριο ανόδου για κάθε μετοχή:

 

1

Οι τιμές αυτές αποτελούν μέρος ενός συνολικού πλαισίου που, σύμφωνα με την JP Morgan, δείχνει ότι «το story δεν έχει τελειώσει» για τον κλάδο.

Ένα μακροοικονομικό περιβάλλον κομμένο και ραμμένο για ελληνικές τράπεζες

Η Ελλάδα μπαίνει στο 2026 με ιδανικό συνδυασμό παραγόντων, ήτοι, υψηλότερη ανάπτυξη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, ισχυρή αγορά εργασίας, επενδύσεις σε 10ετή υψηλά και ιστορικά χαμηλό κόστος χρηματοδότησης του Δημοσίου. Το spread του ελληνικού 10ετούς έχει βρεθεί χαμηλότερα από Ιταλία και Γαλλία, ενισχύοντας τη σταθερότητα του περιβάλλοντος.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι τράπεζες καταγράφουν ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης που θυμίζουν αναδυόμενες αγορές αλλά σε καθεστώς χαμηλού κινδύνου που είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τον οποίο η JPMorgan βλέπει σημαντικό περιθώριο συνέχισης της rerating διαδικασίας.

Παρά το +78%, οι ελληνικές τράπεζες δεν είναι ακριβές

Η έκθεση τονίζει ότι, παρότι ο κλάδος έχει ήδη αποδώσει +78% από την αρχή του έτους, η πορεία αυτή ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις νότιες ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν κινηθεί περίπου στο +85%. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι οι αποτιμήσεις στις 7,5 φορές τα κέρδη του 2027 και 1,1 φορές P/TBV, έναντι 1,5 φορές για τις αντίστοιχες τράπεζες Νότιας Ευρώπης είναι χαμηλές και με άλλα λόγια, η rerating διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί και υπάρχουν ακόμη περιθώρια.

Για την Alpha Bank και την Τράπεζα Πειραιώς, η βελτίωση κεφαλαίων και η σταθερή κερδοφορία είναι τα κλειδιά. Η αγορά συχνά παραβλέπει ότι η Alpha και η Πειραιώς έχουν πλέον προφίλ κερδοφορίας που δεν υπολείπεται των ευρωπαϊκών peers, ενώ συνεχίζουν να χτίζουν κεφάλαια με σταθερό ρυθμό.

Για την Alpha Bank (€4,2 ), ο δείκτης ROTE ενισχύεται προς 12%-13% και η αποτίμηση είναι μόλις 0,9 φορές τον δείκτη P/TBV. Για την Τράπεζα Πειραιώς (€9,4) ο δείκτης P/E 2027 είναι στις 6,9 φορές, με ισχυρή παραγωγή οργανικού κεφαλαίου και περιθώριο ανόδου 31%, το υψηλότερο στον κλάδο. Το αφήγημα περιστρέφεται γύρω από τη συνέχιση της οργανικής ενίσχυσης των κεφαλαίων και τη δυνατότητα αυξημένων payout τα επόμενα χρόνια.

Η ΕΤΕ ως πιθανό «game changer» για τον κλάδο

Η JP Morgan ξεχωρίζει την Εθνική Τράπεζα ως μία από τις πέντε κορυφαίες επιλογές για το σύνολο της περιοχής CEEMEA. Με CET1 στο 19%, η ΕΤΕ διαθέτει υπερβάλλον κεφάλαιο τόσο μεγάλο που καθιστά σχεδόν βέβαιο ότι το 2026 θα σηματοδοτήσει αλλαγή στη στρατηγική επιστροφής κεφαλαίου.

Το σενάριο που εξετάζουν οι αναλυτές περιλαμβάνει πληρωμή μερισμάτων έως και 100% από το 2026, μέσω συνδυασμού μερισμάτων και buybacks με διατήρηση του CET1 στο ακόμη ισχυρό 16,4% μέχρι το 2027. Αυτός ο συνδυασμός μπορεί να αποτελέσει σημαντικό καταλύτη για νέο re-rating σε όλο τον κλάδο. Η μετοχή διαπραγματεύεται σε 8,5 φορές τα κέρδη 2027 και 1,3 φορές P/TBV.

Eurobank: Η πιο υποτιμημένη υψηλής ποιότητας τράπεζα

Παρά τις σταθερά ισχυρές επιδόσεις και τη διαφοροποίηση εσόδων που ενισχύεται μετά τη συμφωνία με την Eurolife, η Eurobank διαπραγματεύεται μόλις σε 7,1 φορές τα κέρδη 2027, με τιμή στόχο €4,5.

Η JP Morgan σημειώνει ότι η αγορά δεν έχει ακόμη ενσωματώσει τη βελτίωση του προφίλ κινδύνου-απόδοσης, γεγονός που καθιστά την τράπεζα από τις πιο ελκυστικές επιλογές στην περιοχή.

Διαβάστε επίσης:

ΤΜΕΔΕ – Τράπεζες: Δυνατότητες αξιοποίησης των «πράσινων» χρηματοδοτικών εργαλείων

ΟΠΑΠ: Η Allwyn απέκτησε επιπλέον 294.150 μετοχές αξίας 5,41 εκατ. ευρώ

TITAN: Εξαγόρασε την τουρκική Traçim Cement έναντι 190 εκατ. δολ.