• ΑΓΟΡΕΣ

    Χρυσές λίρες ή χρυσός σε ράβδους; Ποια είναι η πιο συμφέρουσα κίνηση για τους αγοραστές

    χρυσός


    Τα χρηματιστήρια τρεκλίζουν και οι μετοχές υποφέρουν.

    Η εφετινή δίσεκτη χρονιά , δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς για τους ‘’ναούς’’ του χρήματος παγκοσμίως.

    Στην αρχή ήταν το ‘’σαράκι’’ της αβεβαιότητας, τόσο για την πορεία των οικονομιών, όσο και για την γεωπολιτική  ευστάθεια. Ένα ‘’σαράκι’’ που ξεκίνησε να ροκανίζει τον μετοχικό  πλούτο ανά την υφήλιο, ο οποίος είχε φτάσει να αποτιμάται στα επίπεδα των 90 τρισ. δολαρίων.

    Τώρα, η επέλαση του κορονοϊού, έρχεται να επιτείνει τους φόβους που διατρέχουν κάθετα τις χρηματιστηριακές αγορές. Το ιογενές ‘’σύνδρομο της Κίνας’’ προκαλεί αλληλοδιαδοχικά πλήγματα στην ήδη εύθραυστη επενδυτική ψυχολογία, καθώς πέρα από το ανθρώπινο κόστος, αναδεικνύονται και οι πολύπλευρες οικονομικές επιπτώσεις. Ενδεχομένως και με στοιχεία υπερβολής, αν αναλογιστεί κανείς ότι ή εξ αντικειμένου μη βιώσιμη ευμάρεια που εμφάνιζαν οι μετοχικές αξίες, έπρεπε με κάποιο τρόπο να ‘’διορθώσει’’ και να εκλογικευτεί.

    Μέσα σε αυτό το θολό και γκρίζο σκηνικό, η επενδυτική σημαία του χρυσού δείχνει να κυματίζει αγέρωχη. Οι τιμές του ‘’βασιλιά’’ των μετάλλων βρίσκονται σε ανοδική ορμή, καθώς ο χρυσός λογίζεται ως το απόλυτο αντιστάθμισμα, έναντι των οιονδήποτε κινδύνων.

    Το πολύτιμο μέταλλο πήγε χθες στα 1.588,50 δολάρια ή 1.432,5 ευρώ ανά ουγγιά. Στο τελευταίο 12μηνο, ο χρυσός με όρους  αμερικανικού νομίσματος έχει ανέβει 20,6% και  υπολείπεται πια κατά 17,4%  από το ιστορικό υψηλό των 1.923,9 δολαρίων που κατακτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2011.

    Λόγω του συναλλαγματικών μεταβολών, ο χρυσός με όρους κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος  καταγράφει άνοδο 24,7% στο τελευταίο 12μηνο, διαπραγματευόμενος σε επίπεδα κοντά στα ιστορικά υψηλά των 1.437,5 ευρώ, που ήταν το κλείσιμο  της περασμένης Δευτέρας.

    Εκ των πραγμάτων, το σαιξπηρικού τύπου δίλημμα για το «να μπει κανείς ή να μην μπει στον χρυσό» αποτελεί ένα ανοικτό ερώτημα για τους Έλληνες επενδυτές. Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, προκύπτει όμως ένα εξίσου κρίσιμο ερώτημα για το ποια είναι η προσφορότερη λύση, για κάποιον που επιθυμεί να αγοράσει χρυσό σε φυσική μορφή. Τι μπορεί να είναι περισσότερο επικερδές; Η αγορά χρυσών λιρών ή ο χρυσός σε ράβδους;

    Το συγκριτικό πλεονέκτημα το έχει δεύτερη και όχι ή πρώτη επιλογή. Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από τα επίσημα των αγοραπωλησιών της τράπεζας της Ελλάδος, αλλά και της τράπεζας Πειραιώς, που έχει την πλέον σημαίνουσα και θεσμοθετημένη παρουσία στην ελληνική αγορά. Εξαιρουμένων δηλαδή των λογής-λογής γραφείων εμπορίας χρυσού που ανθούν ανά την χώρα, στα οποία όμως οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι προφανείς. Κρυμμένοι στο γλυκαντικό της υποτιθέμενης, καλύτερης τιμολόγησης.

    Πώς διαμορφώνονται οι συσχετισμοί τιμών

    Το χθεσινό δελτίο τιμών της Τ.τ.Ε. όριζε ως τιμή πώλησης της χρυσής λίρας σε ιδιώτες στα 391,29 ευρώ τη μία, ενώ η τιμή αγοράς ήταν στα 324,51 ευρώ. Την ίδια στιγμή η τράπεζα Πειραιώς είχε τιμή πώλησης της χρυσής λίρας στα 388,80 ευρώ και τιμή αγοράς στα 324,80 ευρώ. Για μεν την τράπεζα της Ελλάδος η διαφορά τιμών αγοράς και πώλησης ήταν στο 20,6% ενώ για την Πειραιώς (που είχε και την καλύτερη τιμολόγηση) το spread ήταν στο 19,7%.

    Όμως εκτός από τις χρυσές λίρες οι δύο τράπεζες τιμολογούν και τις αγοραπωλησίες σε ράβδους χρυσού. Στην  προκειμένη περίπτωση η τράπεζα της Ελλάδος πουλούσε χθες το χρυσό στα 49,57 ευρώ ανά γραμμάριο και τον αγόραζε στα 43,88 ευρώ. Η Πειραιώς είχε τιμή διάθεσης του χρυσού στα 50,1 ευρώ ανά γραμμάριο και αγοράς στα 43,3 ευρώ.

    Με τα δεδομένα αυτά το spread  των τιμών αγοράς και πώλησης χρυσού ήταν στα επίπεδα του 13% για την Τ.τ.Ε και στο 15,7% για την Πειραιώς.

    Εκείνο που πρωτίστως προκύπτει από τα στοιχεία, είναι ότι χρυσός σε ράβδους έχει μικρότερο spread συγκριτικά με αυτό της χρυσής λίρας. Αυτό το περιθώριο στις τιμές έχει πολύ ουσιαστική σημασία, γιατί δείχνει από που αρχίζει να μετρά το κέρδος για τους αγοραστές. Αν δηλαδή πάρει κάποιος τώρα μια λίρα από την Τ.τ.Ε. ή από την τράπεζα Πειραιώς, τότε η τιμή της θα πρέπει  πρώτα να ανέβει ανάλογα, είτε κατά 20,6%  είτε κατά 19,7%  κι έπειτα  να εγγράφονται κέρδη για τον αγοραστή. Καθότι πάντα η τιμή πώλησης στις τράπεζες είναι χαμηλότερη από εκείνη της αγοράς.

    Στην περίπτωση του χρυσού σε ράβδους, οι αγοραστές αρχίζουν να αποκομίζουν κέρδη νωρίτερα από ότι με τη χρυσή λίρα. Πρακτικά όμως, από την τράπεζα της Ελλάδος δεν μπορεί κάποιος να αγοράσει ράβδους χρυσού, παρά μόνον να πουλήσει. Με πρόσθετα κόστη ελέγχου γνησιότητας, τα οποία ξεκινούν από 20 ευρώ για μια πλάκα χρυσού βάρους μέχρι τα 15 γραμμάρια και στη συνέχεια αυξάνουν. Οπότε το πραγματικό spread είναι μεγαλύτερο από αυτό που φαίνεται στα δελτία της Τ.τ.Ε.

    Έτσι, επί της ουσίας, όσοι θέλουν να αγοράσουν χρυσό σε ράβδους από μια απόλυτα αξιόπιστη ‘’πηγή’’ θα πρέπει να απευθυνθούν στο δίκτυο των καταστημάτων της τράπεζας Πειραιώς. Εκεί μπορούν να αγοράσουν ατόφιο χρυσάφι σε πλάκες, το βάρος των οποίων μπορεί να είναι 5,10,20,50 ή και 100 γραμμάρια. Αγορές φυσικά μπορούν να γίνουν και για πολλαπλάσιες ποσότητες. Καθώς η τράπεζα παρέχει και υπηρεσίες φύλαξης για τον επενδυτικό χρυσό, οι αγοραστές, όταν θελήσουν να πουλήσουν μελλοντικά, δεν επιβαρύνονται με τα κόστη ελέγχου γνησιότητας των ράβδων που απέκτησαν.

    Ειδικά σε ότι αφορά τη χρυσή λίρα, το βάρος της είναι μεν 7,988 γραμμάρια, αλλά περιέχει 7,322 γραμμάρια καθαρό χρυσάφι. Αυτό σημαίνει ότι αν κάποιος αγόραζε χθες μόνο αυτά τα γραμμάρια καθαρού χρυσού θα έπρεπε να πληρώσει 366,83 ευρώ ( 7,322Χ 50,1 ευρώ). Ήτοι 21,97 ευρώ λιγότερο ή 5,67% πιο κάτω, από το κόστος  αγοράς μιας λίρας, από την τράπεζα Πειραιώς.

    Η υπεροχή στις αποδόσεις και  η ομοβροντία πωλήσεων

    Το πλεονέκτημα του χρυσού σε ράβδους, εκφράζεται και από την υπεροχή του στις αποδόσεις. Διότι αν κάποιος αγόραζε την πρώτη μέρα του περσινού Ιανουαρίου μια χρυσή λίρα και την πουλούσε χθες θα είχε κέρδη της τάξεως του 5,5%. Αν όμως είχε αγοράσει χρυσό, τώρα τα κέρδη θα ήταν στο 11,1%…

    Βέβαια για τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων η χρυσή λίρα παραμένει το κεντρικό σημείο αναφοράς, λόγω της ευελιξίας στη διαχείριση που θεωρείται ότι παρέχει. Έστω κι αν υστερεί στις αποδόσεις έναντι του χρυσού σε πλάκες.

    Χαρακτηριστικό είναι επίσης κι το γεγονός ότι η άνοδος των τιμών του χρυσού, έχει εκληφθεί από τους Έλληνες ιδιώτες ως ευκαιρία για πωλήσεις και όχι για αγορές. Τα στοιχεία της τραπέζης της Ελλάδος δείχνουν ότι οι Έλληνες εκποίησαν στα γκισέ της  κεντρικής τράπεζας της χώρας 99.744 λίρες. Βάρους περίπου 800 κιλών και συνολικής αξίας πώλησης, περί τα 29 εκατ. ευρώ. Οι περσινές πωλήσεις ήταν οι μεγαλύτερες της τελευταίας πενταετίας. Στην αντίπερα όχθη οι λίρες που αγοράστηκαν πέρσι από ιδιώτες ήταν μόνο 6.795. Ο μικρότερος αριθμός στην 17χρονη ιστορία του ευρώ, ως νόμισμα και της χώρας μας.



    ΣΧΟΛΙΑ