ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στους μυημένους της πολιτικής δεν πέρασε απαρατήρητο το γεγονός πως ο πρωθυπουργός επέλεξε, στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο της χρονιάς, να δηλώσει πως το 2026 θα είναι ένα «πλήρες κυβερνητικό έτος».
Ουσιαστικά, με την φράση αυτή θέλησε να κλείσει τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών το 2026, που έχουν αρχίσει να φουντώνουν.
Επιπλέον, με αυτή την στρατηγική κίνηση ο πρωθυπουργός θέλησε να υπενθυμίσει στο πολιτικό σκηνικό όπως διαμορφώνεται μέχρι σήμερα, ότι η Νέα Δημοκρατία παραμένει ο «απόλυτος κυρίαρχος» του παιχνιδιού και ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει προσηλωμένος στο θεσμικό του καθήκον.
Προεκλογικό 2026
Είναι γεγονός ότι στον έβδομο χρόνο της διακυβέρνησης της η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια σειρά επίμονων προκλήσεων. Η ακρίβεια και η στεγαστική κρίση εξακολουθούν να ασκούν πίεση στην κοινωνική βάση της ΝΔ και να επηρεάζουν το κλίμα μεταξύ των πολιτών. Την ίδια στιγμή, στο εσωτερικό του κόμματος αλλά και στο ευρύτερο πολιτικό σύστημα, εντείνονται οι συζητήσεις σχετικά με το ενδεχόμενο πρόωρης εκλογικής αναμέτρησης.
Υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη, αν και δημόσια υποστηρίζουν τη στρατηγική της τετραετίας, αναγνωρίζουν κατ’ ιδίαν ότι η πολιτική πραγματικότητα μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα. Στον σχεδιασμό του Μεγάρου Μαξίμου, το 2026 θεωρείται έτος απολογισμού και ολοκλήρωσης σημαντικών έργων. Στο πρωθυπουργικό επιτελείο επικρατεί η άποψη πως αν ολοκληρωθούν σημαντικά ορόσημα το 2026 τότε το «όνειρο» της τρίτης θητείας και της αυτοδυναμίας παραμένει ζωντανό.
Για αυτό το λόγο η κυβέρνηση στοχεύει να παραδώσει χειροπιαστά αποτελέσματα εντός του νέου έτους, ώστε οι πολίτες να κρίνουν τη διακυβέρνηση με βάση έργο και όχι θεωρητικές δεσμεύσεις. Παράλληλα, η ΝΔ επιχειρεί να εμφανιστεί ως σταθερή δύναμη απέναντι σε μια αντιπολίτευση που ακόμη ψάχνει πολιτική γραμμή και συντονισμό. Το κατά πόσο η δήλωση περί «πλήρους κυβερνητικού έτους» αποτελεί στρατηγική επιλογή ή απλώς εργαλείο για την αναπλήρωση χρόνου, θα εξαρτηθεί από την κοινωνική αντοχή και τους οικονομικούς δείκτες τους επόμενους μήνες.
Μητσοτάκης: Θεσμικός πρωθυπουργός
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές, τηρώντας το Σύνταγμα και την λαϊκή εντολή που του έδωσαν οι πολίτες το 2023 για την εξάντλησης της τετραετίας μέχρι το 2027. Με κάθε ευκαιρία επαναλαμβάνει ότι: «οι εκλογές θα διεξαχθούν στο τέλος της θητείας. Η χώρα χρειάζεται σταθερότητα και συνέχεια, όχι πρόωρη πολιτική αναταραχή». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εστιάζει στην ολοκλήρωση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και σύμφωνα με τον ίδιο μια πρόωρη εκλογική διαδικασία δεν θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της χώρας, αλλά θα δημιουργούσε πολιτική αβεβαιότητα και αστάθεια.
Η στρατηγική αυτή βασίζεται και στην εμπειρία των εκλογών του 2023, όταν πολλοί εκτιμούσαν ότι η Νέα Δημοκρατία δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Αντίθετα, το κόμμα όχι μόνο κέρδισε τις εκλογές, αλλά διατήρησε ισχυρή κοινοβουλευτική παρουσία, αποδεικνύοντας τη σημασία της συνέπειας, της σταθερότητας και του θεσμικού σχεδιασμού. Η εμπειρία αυτή χρησιμοποιείται σήμερα ως οδηγός για να ενισχυθεί η αίσθηση ότι η κυβέρνηση μπορεί να ολοκληρώσει τη θητεία της χωρίς πρόωρη κάλπη.
Η στρατηγική τοποθετεί τον Μητσοτάκη στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών ηγετών που προκρίνουν τη σταθερότητα και συνέπεια ως βασικά στοιχεία διακυβέρνησης, υπογραμμίζοντας ότι η εμπιστοσύνη των πολιτών κερδίζεται μέσα από έργο και υπευθυνότητα, όχι μέσω πρόωρων εκλογικών ελιγμών.
Εκλογές την άνοιξη ή το φθινόπωρο
Αν και ο πρωθυπουργός διαβεβαιώνει ότι οι εκλογές θα διεξαχθούν το 2027, η συζήτηση γύρω από το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών το 2026 έχει ανοίξει και μάλιστα, στο πολιτικό παρασκήνιο βρίσκονται δύο σενάρια. Το πρώτο σενάριο θέλει οι κάλπες να στήνονται την άνοιξη, Μάρτιο ή Απρίλιο και το δεύτερο σενάριο θέλει οι κάλπες να στήνονται το φθινόπωρο μετά τη ΔΕΘ.
Η άνοιξη θεωρείται η πρώτη «ζωντανή» περίοδος για πρόωρη εκλογική αναμέτρηση, εφόσον ενταθεί η δημοσκοπική φθορά της ΝΔ και η κυβέρνηση θα βρεθεί υπό έντονες πιέσεις. Ζητήματα όπως η ακρίβεια, η διαχείριση κρίσεων στον αγροτικό τομέα και η πίεση στους ασθενέστερους πολίτες δημιουργούν ένα εκρηκτικό πολιτικό περιβάλλον. Ωστόσο η επιλογή της άνοιξης του 2026, συνεπάγεται υψηλό ρίσκο, καθώς δεν θα έχει προλάβει να ολοκληρωθεί το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της κυβέρνησης που ο πρωθυπουργός έχει θέσει ως «προαπαιτούμενο» για να πάει σε εκλογές.
Αντίθετα, το φθινόπωρο, προσφέρει περισσότερο χρόνο και «μαξιλάρι ασφαλείας». Η κυβέρνηση τότε θα έχει καταφέρει ένα μεγαλύτερο μέρος του κυβερνητικού της προγράμματος και έτσι θα μπορεί να τονώσει την εικόνα της, να παρουσιάσει έργο και να αξιοποιήσει τη ΔΕΘ ως προεκλογικό βήμα. Παράλληλα, τότε θα έχει ξεκαθαρίσει και το τοπίο στην αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση θα γνωρίζει ποιους έχει απέναντι της, για παράδειγμα θα υπάρχουν σαφή δείγματα για το που κινείται το κόμμα Τσίπρα, το ενδεχόμενο κόμμα Καρυστιανού και Σαμαρά. Ωστόσο και επιλογή του φθινοπώρου, αν κάπως το ρίσκο, αποτελεί «επικίνδυνη αποστολή» σε περίπτωση που υπάρξει έντονη κυβερνητική φθορά.
Κυβέρνηση ειδικού σκοπού: Το σενάριο που επανέρχεται
Το ενδεχόμενο κυβέρνησης ειδικού σκοπού επανέρχεται ως εναλλακτική λύση σε περιόδους αδιεξόδου ή πολιτικής ρευστότητας. Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα ολιγόμηνο κυβερνητικό σχήμα με αποστολή του να διαχειριστεί τις θεσμικές εκκρεμότητες και να διασφαλίσει την αξιοπιστία των κρατικών δομών.
Η ιδέα υποστηρίζεται κυρίως από ανεξάρτητους πολιτικούς και πρόσωπα εκτός του στενού πυρήνα των κομμάτων, όπως ο ευρωβουλευτής Νίκος Φαραντούρης, που προτείνει σχήμα με αυστηρά ορισμένες αρμοδιότητες και συνεργασία με ευρωπαϊκές ελεγκτικές αρχές. Ωστόσο, μεγάλα κόμματα όπως η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ αποστασιοποιούνται, προτιμώντας την κοινοβουλευτική διαδικασία και ενδεχόμενες εκλογές, τονίζοντας ότι ένα μεταβατικό σχήμα χωρίς λαϊκή εντολή περιορίζει την αποτελεσματικότητα και τη νομιμοποίηση.
Παρά ταύτα, το σενάριο παραμένει στην συζήτηση για την «επόμενη ημέρα» των εκλογών καθώς προσφέρει δυνατότητα αντιμετώπισης κρίσεων και διασφάλισης σταθερότητας.
Με ποιους θα συγκυβερνήσει;
Το βασικό πρόβλημα της κυβέρνησης δεν είναι μόνο εκλογικό, αλλά είναι βαθιά πολιτικό, διότι σε όλα τα ρεαλιστικά σενάρια της «επόμενης ημέρας», η ΝΔ θα πρέπει να βρει κυβερνητικό εταίρο. Μπορεί η Νέα Δημοκρατία να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, αλλά η απόσταση από την αυτοδυναμία καθιστά αναγκαίες τις συνεργασίες. Όπως διαμορφώνεται το πολιτικό σκηνικό αυτή την στιγμή, η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να αναζητήσει συμμαχίες είτε στο κέντρο είτε στα δεξιά της, δεδομένου ότι στα αριστερά, το «όχι» είναι παραπάνω από ξεκάθαρο. Υπό αυτά τα δεδομένα, η Νέα Δημοκρατία θα μπορούσε να συνομιλήσει και να συγκυβερνήσει μόνο με το ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν επιθυμεί σύμπραξη υπό την ηγεσία του Μητσοτάκη. Ουσιαστικά, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ θέτει θέμα ηγεσίας στη γαλάζια παράταξη.
Στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, ο Κυριάκος Βελόπουλος και ο Δημήτρης Νατσιός στέκονται απέναντι στην κυβέρνηση και θέτουν ως όρο για να μπούνε σε κυβερνητικό σχήμα την απομάκρυνση Μητσοτάκη. Στην ίδια γραμμή, φαίνεται πως θα κινηθεί και ο Αντώνης Σαμαράς εφόσον αποφασίσει τελικά να ιδρύσει κόμμα, πριν τις εκλογές. Συνεπώς, η Αφροδίτη Λατινοπούλου παραμένει ως μόνη πιθανή σύμπλευση από το δεξιό μπλοκ.
Αυτό το σκηνικό δείχνει ξεκάθαρα ότι η Νέα Δημοκρατία, ακόμη και αν παραμείνει πρώτη δύναμη, θα αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις για τη διαμόρφωση κυβέρνησης.
Διαβάστε επίσης:
Πόλεμος για τις επενδύσεις στις Κυκλάδες: Αντάρτικο από τις δημοτικές αρχές
O’Ptasia: Το κορυφαίο σκάφος του εφοπλιστή Πάρη Δράγνη ανάμεσα στα 50 πιο ακριβά προς πώληση το 2025
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- «Καμπανάκι» Αρναούτογλου για την Κυριακή: Θυελλώδεις άνεμοι και έντονο κρύο σε 4 περιοχές
- Πάτρα: Αγρότες και κτηνοτρόφοι απέκλεισαν εκ νέου τον κόμβο της Εγλυκάδας
- Πούτιν: Εάν η Ουκρανία δεν θέλει λήξη του πολέμου με ειρηνικά μέσα, θα επιτύχουμε τους στόχους μας διά της βίας
- Ουκρανία: Η υπηρεσία καταπολέμησης της διαφθοράς κατηγορεί βουλευτές για δωροδοκίες – Έφοδοι σε κυβερνητικά γραφεία